Η υπενθύμιση της εκτέλεσης του Νίκου Μπελογιάννη στις 30 Μαρτίου 1952 έχει πολλαπλή αξία. Η πιο προφανής είναι η μνημόνευση ενός ήρωα, ενός γενναίου ανθρώπου, ενός ιδεολόγου, που έβαζε τα ιδανικά του και την αγάπη για τους συνανθρώπους του πάνω από την ίδια του τη ζωή. Τι άλλο από το υπέρτερο αγαθό τους καθενός μας;
Το λιγότερο προφανές είναι ότι μας επισημαίνει τι επακολούθησε. Τη βαθύτερη προέκταση της ήττας, της αποτυχίας του εγχειρήματος για ένα κόσμο διαφορετικό. Της ισότητας, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ειρήνης, της ανθρωπιάς. Μια διάσταση που θέλει μεγαλύτερη εμβάθυνση. Η διάσταση της ήττας στο επίπεδο των ιδεών και των ιδανικών. Η διάσταση της ήττας στο επίπεδο του πολιτισμού.
Η νίκη των μπολσεβίκων το 1917 και η στερέωση της πρώτης σοσιαλιστικής επικράτειας αναμφίβολα αμφισβήτησε μέχρι το μεδούλι και ταρακούνησε τη μονοκρατορία του ανταγωνιστικού, εκμεταλλευτικού και φιλοπόλεμου καπιταλισμού, δίνοντας μια τεράστια ώθηση στις σοσιαλιστικές ιδέες και στις δυνατότητες υλοποίησης του ονείρου. Παράλληλα, η οξυμένη κρίση του καπιταλισμού στις αναπτυγμένες χώρες, τουλάχιστον μέχρι το 1950, και η βαρβαρότητα της αποικιοκρατίας σε όλο τον κόσμο, έκαναν απολύτως αναγκαίο τον εναλλακτικό δρόμο του σοσιαλισμού.
Η νίκη της Σοβιετικής Ένωσης στην τιτάνια μάχη ενάντια στον ευρωπαϊκό φασισμό και η νίκης της επανάστασης στην Κίνα έδωσαν ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στην κίνηση της ανθρωπότητας προς ένα μέλλον διαφορετικό.
Και όλη αυτή η ζύμωση, η τριβή και η κοσμογονία, από τα μέσα του 19ου μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, αποτυπώθηκε και στα λαμπρά έργα του πολιτισμού που παρήχθησαν από τους φωτισμένους πολίτες που ενέταξαν τη σκέψη και τη δημιουργία τους στην υπηρεσία των λαών, στην υπηρεσία των ανθρώπων και όχι στην υπηρεσία των ιδιοτελών συμφερόντων των ολίγων. Σε όλους τους τομείς, της φιλοσοφίας, της επιστήμης, της λογοτεχνίας, της μουσικής, της αρχιτεκτονικής, του κινηματογράφου, του θεάτρου, των εικαστικών τεχνών και κάθε μορφής τέχνης και γραμμάτων, αναπτύχθηκε ένας νέος πολιτισμός, εναλλακτικός, ανατρεπτικός, φιλελεύθερος και πρωτοποριακός που ασκούσε μεγάλη γοητεία και επιρροή σε όλο τον κόσμο, τον πρώτο, το δεύτερο και τον τρίτο, στους λαούς όχι μόνο των «αδεσμεύτων», αλλά και των μητροπόλεων.
Οι παλιές ιδέες φαίνονταν, και ήταν, πολύ συντηρητικές και αναχρονιστικές. Ο καινούργιος κόσμος ξημέρωνε. Εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι σε όλη την οικουμένη προσέβλεπαν σ’ αυτόν. Όσο κι αν διώκονταν, όσο κι αν λοιδορούνταν από την καθεστηκυία τάξη, οι εκφραστές αυτού του νέου κόσμου ήταν οι κομιστές του νέου, του πρωτοπόρου, του προσδοκώμενου και προδιαγραφόμενου κόσμου.
Παρ’ όλα τα πισωγυρίσματα, τις απώλειες και τις οπισθοδρομήσεις, η μάχη κερδιζόταν στη σφαίρα του πολιτισμού, των ιδεών, των σχέσεων και των έργων, αμφισβητώντας και αντικαθιστώντας τις κουλτούρες του καπιταλισμού, τα μοντέλα και τις «αξίες» του. Κι αυτή ήταν η βασική προϋπόθεση για να νικηθεί το τέρας και να χάσει την εξουσία.
Αποπολιτισμοποίηση
Αλλά τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως φαντάζονταν οι μαχητές των ιδεών και οι πολίτες των καταπιεσμένων εθνών και κοινωνιών. Τα αναπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη επένδυσαν πάρα πολύ στις ιδέες του αντιπάλου. Όποιες δεν μπορούσαν να τις απαξιώσουν και να τις καταπνίξουν, τις υιοθετούσαν, τις διασκεύαζαν και τις εφάρμοζαν σαν δικές τους, χωρίς να θίγουν τον πυρήνα του συστήματος της εκμετάλλευσης, της καταστολής και της σύγκρουσης. Έτσι, άρχισαν τα καπιταλιστικά κράτη να εξωραΐζονται. Να εκσοσιαλίζονται. Να βάζουν, οι ίδιοι οι καπιταλιστές, φρένα και όρια στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, υιοθετώντας συστήματα, μέτρα και επιλογές των σοσιαλιστικών προγραμμάτων. Ειρήνη, εργασιακά δικαιώματα, πρόνοια, δωρεάν παιδεία και υγεία, εξίσωση των φύλων… Η σοσιαλδημοκρατία, δηλαδή καπιταλισμός με ολίγη από σοσιαλισμό, άλλαξε την καπιταλιστική Ευρώπη συμπαρασύροντας ακόμα και τους χριστιανοδημοκράτες.
Ευεργετήθηκαν οι πολίτες απ’ αυτό, ευεργετήθηκαν όμως και οι πλούσιοι. Με ειρήνη προς τα έξω και με παροχές προς τα μέσα, τα δυτικά κράτη γνώρισαν μια πρωτόγνωρη πρόοδο. Χάρη (κυρίως) στη Σοβιετική Ένωση είχαν απαλλαγεί από τον ναζισμό και, επίσης χάρη (κυρίως) στους Σοβιετικούς, απολάμβαναν μια μακρόχρονη ειρήνη. Έτσι, σταθεροποιήθηκαν επενδύοντας στην ανάπτυξη, ουδετεροποιώντας τους εργάτες με εργασία και δικαιώματα και δελεάζοντας με προνόμια τους διανοούμενους. Η πρωτοφανής ευημερία με ειρήνη και ανθρώπινα δικαιώματα στην Ευρώπη (εννοείται, όχι και στις αποικίες) -μετά από τις καταστροφικές κρίσεις και τους εξοντωτικούς πολέμους του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα- δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για να κερδίσει έδαφος ο καπιταλισμός στις συνειδήσεις των ανθρώπων. Αλλά για να εμπεδωθεί αυτό και να αντιστρέψει ριζικά τη φορά των πραγμάτων, το καπιταλιστικό καθεστώς έπρεπε συνεχώς να αφαιρεί πόντους από την Αριστερά στο επίπεδο της κουλτούρας. Όχι μόνο χάρη στα επιτεύγματά του, κοπιάροντας τις πολιτικές των σοσιαλιστικών καθεστώτων, αλλά και χάρη στους προσηλυτισμούς των διανοουμένων με διαφόρων ειδών αντιπαροχές, διαβρώνοντας το εποικοδόμημα της Αριστεράς. Γεγονός που οδήγησε στη σταδιακή αποπολιτισμοποίηση της Αριστεράς και την επακόλουθη ενσωμάτωση, γραφειοκρατικοποίηση, μετάλλαξη και αποσύνθεσή της.
Σ’ αυτή τη θανατηφόρα μεταμόρφωση της Αριστεράς στο εποικοδόμημά της, ο εκφυλισμός και η αυτοδιάλυση της Σοβιετικής Ένωσης έδωσε τη χαριστική βολή. Το συγκριτικό πλεονέκτημα της Αριστεράς στην κουλτούρα είχε εκ των έσω και εκ των έξω τρωθεί βαρύτατα.
Τα «χαρτιά»
Μετά τον πόλεμο, οι δυτικές μητροπόλεις έπαιξαν πολλά δυνατά χαρτιά ταυτόχρονα που συνοψίζονταν στα εξής δύο. Από τη μια το σκληρό χαρτί του Ψυχρού Πολέμου, καλλιεργώντας το φόβητρο της «ρώσικης αρκούδας» που επέτρεπε τη θεσμοθέτηση του αντικομμουνισμού με ένα πλούσιο και πολύπλοκο πλέγμα εφαρμογών (εξοπλισμοί, περιφερειακοί πόλεμοι, πραξικοπήματα, διώξεις κ.λπ.), και από την άλλη το μαλακό χαρτί της κουλτούρας των δικαιωμάτων, της ελευθερίας, του πλουτισμού και, πολύ βασικό, του καταναλωτισμού.
Η άθικτη και ωφελημένη τα μέγιστα από τον καταστροφικό για όλους τους άλλους παγκόσμιο πόλεμο βόρεια Αμερική χρηματοδότησε και οργάνωσε την ανασυγκρότηση των συμμάχων της στην Ευρώπη υπό τον όρο της εχθρότητας, του αποκλεισμού και της υπονόμευσης της Σοβιετικής Ένωσης αξιοποιώντας και το δυναμικό που άφησε ο άξονας, στη διοίκηση, τη δικαιοσύνη, τις επιστήμες, το στρατό και την αστυνομία. Η περίπτωση της Ελλάδας αποτελεί την πιο ακραία επί ευρωπαϊκού εδάφους εφαρμογή αυτής της «συνταγής». Ούτε, βέβαια, ξηλώθηκαν οι ναζί από νευραλγικούς τομείς του γερμανικού κράτους, ενώ χιλιάδες ναζί επιστήμονες «μετανάστευσαν» και εργάστηκαν για το κράτος, τα πανεπιστήμια και τις πολυεθνικές στις ΗΠΑ.
Τη δυσφημιστική προπαγάνδα που σχεδιάστηκε και διεξάχθηκε με επιστημονικό τρόπο από τους δυτικούς, υποβοηθούσαν οι εκτροπές που συνέβαιναν στις σοσιαλιστικές χώρες συμβάλλοντας στην απομυθοποίησή του σοσιαλιστικού εγχειρήματος.
Εντούτοις, παρ’ όλα τα εχθρικά και τα φίλια πυρά σε βάρος του σοσιαλιστικού ιδεώδους, και παρ’ όλη την ανόρθωση της δυτικής Ευρώπης, το ιδεώδες παρέμενε πάρα πολύ ισχυρό μέσα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Και ήταν ακόμα ισχυρότερο σε όλο τον κόσμο. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, οι κόκκινες σημαίες δεν ανέμιζαν μόνο στην Κίνα και το Βιετνάμ, αλλά και στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, από τη Σορβόννη και το Μπέρκλεϊ μέχρι την αυτοκινητοβιομηχανία της Fiat και τα εργοστάσια μετάλλου της Δυτικής Γερμανίας. Στον καπιταλισμό που βρισκόταν στην κορύφωση της ανάπτυξής του, σε επίπεδο οικονομίας, θεσμών, υποδομών παιδείας, υγείας κ.λπ., το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας (6η βιομηχανική δύναμη στον κόσμο) είχε ποσοστό πάνω από 30%! Αλλά και σε όλη την Ευρώπη τα κομμουνιστικά κόμματα είχαν σημαντικό ρόλο, ενώ η σοσιαλδημοκρατία είχε ακόμα ισχυρά αριστερά ερείσματα.
Νεοφιλελεύθερη αντεπίθεση
Σταδιακά, οι συσχετισμοί άλλαξαν. Το αριστερό ρεύμα ιδεών που εντωμεταξύ παρουσίαζε διαρροές υπέστη μεγάλο πλήγμα από τη διάλυση του σοσιαλιστικού μπλοκ και τη στροφή της Κίνας στην οικονομία της αγοράς. Το σοκ ήταν τόσο μεγάλο που ακόμα και τα δημοφιλή κομμουνιστικά κόμματα, όπως το ΚΚΙ, που είχαν από καιρό ασπαστεί τον ευρωκομμουνισμό και είχαν αποσπαστεί από τη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης με έντονα κριτική στάση για το μοντέλο του υπαρκτού σοσιαλισμού, δεν γλύτωσαν από το τσουνάμι της κατάρρευσης το οποίο αναμφίβολα επηρέασε και επιτάχυνε τη διολίσθηση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στο λάκκο του νεοφιλελευθερισμού.
Η θατσερική αντεπίθεση στις ιδέες του σοσιαλισμού, όποιες απ’ αυτές και όπως είχαν εφαρμοστεί μεταπολεμικά στην Ευρώπη (εργασιακά δικαιώματα, δωρεάν παιδεία και περίθαλψη, κρατικές εταιρίες κοινής ωφέλειας κ.λπ.), σε συνδυασμό με τον ριγκανισμό στις ΗΠΑ, δεν περιορίστηκε σε οικονομικά μέτρα. Συνοδεύτηκε από μία ενθαρρυμένη και χρηματοδοτημένη έξαρση του «αντι-σοσιαλισμού» σε όλα τα επίπεδα της κουλτούρας. Αν παρατηρήσει κανείς τη βιβλιογραφία των σύγχρονων ιστορικών που αναθεωρούν την ήδη «πειραγμένη» ιστοριογραφία προς τα δεξιότερα, θα διαπιστώσει ότι ένα μεγάλο κύμα συγγραμμάτων, τα οποία οι νεότεροι χρησιμοποιούν σαν πηγές, με κατά βάση νεοφιλελεύθερη θεώρηση, εκδηλώθηκε δυναμικά στις δεκαετίες του 1980 και 1990, για να διογκωθεί ακόμα πιο πολύ στη μετασοβιετική εποχή και να κυριαρχήσει με το πέρασμα στον 21ο αιώνα. Αυτό το βλέπουμε και στην Ελλάδα, με τον Μαραντζίδη, τον Καλύβα κ.ά., που δεν λένε τίποτα καινούργιο, αλλά τώρα ο λόγος αυτός, ο νεοφιλελεύθερος και αντικοινωνικός, κάνει αίσθηση και διαχέεται επιθετικά από το παραδοσιακό ακροδεξιό ακροατήριο.
Όσοι μεγάλωσαν στη δεκαετία του 1960 και 1970 αντιλαμβάνονται εκ πείρας αυτή την αλλαγή. Πέρα από τα παραδοσιακά κομμουνιστικά κόμματα και τα ισχυρά συνδικάτα, τα κινήματα αμφισβήτησης, από τους χίπις, το αντιπολεμικό κίνημα και τις μαοϊκές οργανώσεις μέχρι τους Μαύρους Πάνθηρες, τις Ερυθρές Ταξιαρχίες και τη RAF, είχαν την έκφρασή τους στις τέχνες και τα γράμματα. Ριζοσπάστες φιλόσοφοι, λογοτέχνες, κινηματογραφιστές, ηθοποιοί, ζωγράφοι, τραγουδιστές, εκπαιδευτικοί, χορογράφοι, γραφίστες, σκιτσογράφοι κ.λπ. συναπάρτιζαν ένα δίκτυο ιδεών και δράσεων που υπέθαλπε και συνταυτιζόταν με τους αγώνες των εργαζομένων, των ανέργων και των συνταξιούχων, των γυναικών, των φοιτητών και των καλλιτεχνών και εν γένει των συνειδητοποιημένων και δυσαρεστημένων από την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Χιλιάδες εκδότες και βιβλιοπώλες, μουσικές και θεατρικές σκηνές, καταλήψεις και κοινόβια, περιοδικά και εφημερίδες, έδιναν ένα στίγμα προοδευτικό, αντισυμβατικό και εναλλακτικό. Ο σοσιαλισμός δεν συγκινούσε μόνο σαν ένα διαφορετικό οικονομικό σύστημα. Η κουλτούρα του ασκούσε αντίστοιχη, αν όχι μεγαλύτερη, γοητεία.
Αποαριστεροποίηση
Αυτό δεν μπόρεσε να κρατηθεί στα υψηλά επίπεδα που βρισκόταν γιατί οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες άλλαζαν. Και η Αριστερά γινόταν πιο εύθραυστη και ευμετάβλητη. Η επαναστατικότητά της έφθινε καθ’ οδόν. Οι φορείς του νεοφιλελευθερισμού, συνεπικουρούμενες από την παθητικότητα που προκύπτει στο κοινωνικό σώμα σαν παράγωγο της ευμάρειας, κατέστειλαν, προσεταιρίστηκαν ή άμβλυναν κάθε διαφορετική φωνή και αντίληψη, με βία, προσηλυτισμό, εξαγορά, απατηλές υποσχέσεις και, από το 1990, με τον αέρα του νικητή και του αξιώματος «Δεν υπάρχει εναλλακτική» (ΤΙΝΑ). Η Αριστερά σε όποιαν εκδοχή κι αν την εξετάσεις, συνέτεινε σ’ αυτή την αποκαθήλωση και αποαριστεροποίηση. Ενώ ο καπιταλισμός παρέμενε καπιταλισμός και, μάλιστα, απορρίπτοντας ραγδαία τις ανθρωπιστικές του όψεις, γινόταν όλο και πιο εκμεταλλευτικός, ολιγαρχικός και φιλοπόλεμος, η Αριστερά είτε βραχυκύκλωνε είτε ενσωματωνόταν και μεταλλασσόταν. Βραχυκύκλωνε αδυνατώντας από στείρο δογματισμό να επανεκτιμήσει την κατάσταση που διαμορφωνόταν μετά τη διάλυση του ανατολικού μπλοκ ή ενσωματωνόταν περισσότερο στο σύστημα και μεταλλασσόταν σε σοσιαλδημοκρατία βήτα διαλογής με πασπαλίσματα αριστερού προφίλ που γρήγορα έγιναν μάσκα, αριστερό προσωπείο χωρίς ή με ελάχιστο αριστερό περιεχόμενο. Αυτή η Αριστερά ήταν και είναι εντελώς ανεπαρκής να διαχειριστεί αλλιώς, με αριστερή αντίληψη, τη νέα κατάσταση, γιατί η ίδια είχε εντωμεταξύ αποβάλει τα σοσιαλιστικά της χαρακτηριστικά. Αυτού του τύπου τα κόμματα, εν όλω ή εν μέρει κρατικοδίαιτα, γραφειοκρατικά, είχαν σταδιακά χάσει τα συστατικά τους στοιχεία και αντί να εκσυγχρονιστούν -χωρίς να εγκαταλείψουν αρχές και αξίες- είτε εγκλωβίστηκαν σε ξεπερασμένες αναλύσεις είτε μετουσιώθηκαν στο αντίθετό τους.
Σ’ αυτή τη διαδικασία, η Αριστερά έχασε την επαναστατική της κουλτούρα. Οι φορείς σαν συλλογικότητες μετατράπηκαν σε γραφειοκρατίες και πολλοί αριστεροί -σαν μονάδες- απογοητεύτηκαν, παραιτήθηκαν, αλλαξοπίστησαν ή αφομοιώθηκαν από το σύστημα. Αυτό το φαινόμενο δεν άρχισε με τα μνημόνια. Με τη λιτότητα, τη συρρίκνωση της δημοκρατίας και τους πολέμους, εντάθηκε και αποκαλύφθηκε στις πραγματικές του διαστάσεις.
Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ είναι γέννημα-θρέμμα αυτής της παρακμής και μεταμόρφωσης της Αριστεράς, που πρόσκαιρα κρύφτηκε πίσω από ένα ριζοσπαστικό βερμπαλισμό τον οποίο υιοθέτησε ο γραφειοκρατικός του πυρήνας προκειμένου να αποσπάσει το μερίδιο εξουσίας που θεωρούσε ότι του αναλογεί από το αστικό σύστημα στο οποίο από καιρό είχε ιδεολογικά και πολιτικά προσαράξει.
Όσο ένα μέρος της Αριστεράς κλεινόταν στο καβούκι του και ένα άλλο μέρος άνοιγε τόσο πολύ που έμπαζε από παντού, τα κάποτε ισχυρά αριστερά ρεύματα πολιτισμού έχαναν την ποιότητα, την ποσότητα, τη συνοχή, την πρωτοτυπία και την ορμητικότητά τους, υποχωρούσαν, αλλοιώνονταν και κομμάτια τους υφαρπάζονταν και οικειοποιούνταν από τους εχθρούς της Αριστεράς. Εν κατακλείδι, τα στοιχεία της αριστερής κουλτούρας αφενός εγκαταλείφθηκαν ή αλλοιώθηκαν από τους αριστερούς και αφετέρου απαξιώθηκαν ή λεηλατήθηκαν από τους δεξιούς.
Το πώς συντελέσθηκε αυτή η αποαριστεροποίηση της κουλτούρας, σε τοπικό και διεθνές επίπεδο, δεν εξαντλείται με ένα μικρό κείμενο.
Το εκκολαπτήριο εσωτερικού
Στην εκδήλωση για τον Ρήγα Φεραίο στη Λέσχη «Δρόμοι Φιλίας και Πολιτισμού», στη συζήτηση που ακολούθησε μετά την ομιλία του Λουκά Αξελού, η Ελένη Πορτάλιου αναφέρθηκε – μεταξύ άλλων – στο ό,τι η οργάνωση νεολαίας του ΚΚΕεσ. λεγόταν ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος και το έντυπό της Θούριος, θέλοντας προφανώς να υπογραμμίσει ότι η σημασία του Ρήγα Βελεστινλή δεν ήταν υποτιμημένη από μερίδα της Αριστεράς. Ταυτόχρονα, όμως, η ίδια αυτή οργάνωση στο Φεστιβάλ Νεολαίας είχε για μασκότ τον Οβελίξ! Και δεν είναι καθόλου άκαιρο να επισημάνει κανείς ότι μέσα στο ΚΚΕεσ. πρέπει να αναζητηθεί το εκκολαπτήριο της σημερινής υποτέλειας που χαρακτηρίζει την κυβέρνηση και την κοινοβουλευτική ομάδα του μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ. Με τη συνδρομή, εννοείται, των επιτήδειων του ΠΑΣΟΚ που διεισδύουν σαν χαμαιλέοντες όπου οσμίζονται λεία.
Είναι δε πραγματικά τραγικό ότι αυτή η υποτέλεια εκφράζεται σε μία περίοδο παρακμής και επιστροφής στη βαρβαρότητα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Ακόμα και σ’ αυτό, το κομμάτι της «δικής μας» Αριστεράς εκδηλώνει την ολοκλήρωση της αφομοίωσής του με πάρα πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Τελευταίοι και καταϊδρωμένοι, όχι στην εποχή της μεταπολεμικής ακμής του ευρωπαϊκού μοντέλου, που αποτελεί μια μάλλον σύντομη αναλαμπή σε μία μεγάλη χρονική περίοδο διαμόρφωσης και επιβολής του καπιταλισμού, αλλά στην εποχή της παρακμής του όπου αυξάνονται οι τάσεις εγκατάλειψής του ακόμα και ανάμεσα στους θιασώτες του. Και θα ήταν μόνο παράδοξο, εάν δεν ήταν τόσο καταστροφικό για τους λαούς και την Αριστερά, ότι αυτοί οι αριστεροί, τύπου νυν ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθούν, θυσιάζοντας τη χώρα και ό,τι είχε απομείνει από το περίφημο «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς, να σώσουν τον καπιταλισμό στην πιο χυδαία του μορφή. Διατρανώνοντας, μάλιστα, υπερφίαλα, ότι, εφαρμόζοντας τη λιτότητα, το ξεπούλημα του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου και τον παραπέρα περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας, ανοίγουν δρόμο για να σωθεί το σύστημα και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο!
Πριν την ανάφλεξη
Φαίνεται ότι δεν φτάσαμε στον πάτο. Τον προσεγγίζουμε, όμως. Και οι τριβές αυξάνονται καθώς μπαίνουμε στα κατώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας. Ίσως γίνεται ένα φυσικό ξεδιάλεγμα στην Αριστερά, των αποδώ και των αποκεί, με αναπόφευκτο πόνο και δάκρυ. Πριν την ενδεχόμενη ανάφλεξη. Και τη συνειδητοποίηση. Αφού η ζωή γίνεται αφόρητη και η οργή υποβόσκει.
Από καιρό λέγαμε ότι μέσα στην Αριστερά χρειάζεται μια πολιτιστική επανάσταση. Πολλοί συμφωνούσαν, λιγότεροι συγκινούνταν και ελάχιστοι προσπαθούσαν. Αν, όμως, δεν γίνει, μια νέα Δεξιά, δυναμική, συγκροτημένη και με πολλά από τα παραπεταμένα βέλη της Αριστεράς στη φαρέτρα της, θα αναλάβει, βήμα-βήμα, τα ηνία. Κι ας θριαμβολογεί η Αυγή ότι κατατροπώθηκε ο Γκίλντερς στην Ολλανδία, αυξάνοντας τους βουλευτές του, ενώ δεξιοί και σοσιαλδημοκράτες τσαλακώθηκαν με σοβαρές απώλειες. Πολλοί του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ νομίζουν ότι ζουν σε μία παρένθεση του 1981. Αστεία πράγματα, για κλάματα…
Πάντως, εάν, ως είθισται, οι αλλαγές σε πρώτη φάση ζυμώνονται υποχθόνια, δεν τα έχουμε δει όλα. Αυτό που διαμορφώνεται δεν ξέρουμε τι θα είναι. Μόνο υποθέσεις κάνουμε. Ευτυχώς, δεν υπάρχει ο «υπέρηχος» που θα μας δείξει τι μεγαλώνει μέσα στην κοιλιά των κοινωνιών. Αυτό που μπορούμε, όμως, να κάνουμε είναι να επικεντρωθούμε στις δικές μας αλήθειες, τις διαχρονικές, που κανένας αναθεωρητής δεν μπορεί να ακυρώσει. Και να ανασυγκροτήσουμε τις δυνάμεις μας με πίστη στις ωραίες ιδέες που όποτε ενέπνευσαν τους ανθρώπους έκαναν το μικρό μεγάλο και έφεραν τα πάνω κάτω.
Στέλιος Ελληνιάδης