Η καπιταλιστική ταπεινωτική μηχανική μετατρέπει την ύπαρξη σε «τάπητα»

του Αντώνη Ανδρουλιδάκη*

 

Στο πλαίσιο του αγώνα του ενάντια στη θανατική ποινή, ο Αλμπέρ Καμύ, όρισε την κρίση ως «κρίση του ανθρώπου», συναρτώντας την με τη στάση του ανθρώπου απέναντι στο θάνατο του Άλλου. Σήμερα πια, η κρίση του καπιταλισμού είναι μια «κρίση του ανθρώπου» η οποία, όμως, θεμελιώνεται πάνω σε μια ιδιόμορφη «θανατική ποινή»: στην ταπείνωση του ανθρώπου από άνθρωπο, γεγονός που μάλλον υπερβαίνει τον κλασσικό ορισμό για την εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Λες και ο καπιταλισμός, μεταξύ άλλων, είναι και ένα πολύπλοκο δίκτυο ιμάντων μεταβίβασης της ταπείνωσης, από πάνω προς τα κάτω, ακολουθώντας το γνωστό φαινόμενο the dog effect – ο σκύλος, στο τελευταίο σκαλί της ταπεινωτικής ιεραρχίας, που «τρώει» την τελευταία κλωτσιά.

Τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα στη Λάρισα, που είχαν σαν αποτέλεσμα τον βαρύτατο τραυματισμό ενός τετράχρονου παιδιού – ύστερα από την προτεστάντικη τιμωρητική πρωτοβουλία του διαχειριστή της πολυκατοικίας να αποκαταστήσει ο ίδιος τον νόμο που η μητέρα είχε παραβιάσει, διακόπτοντας αυτοβούλως και ετσιθελικά την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος που είχε «παρανόμως» συνδεθεί – δεν αναδεικνύουν μόνο την εγκληματική ανυπαρξία του λεγόμενου κοινωνικού κράτους, αλλά ταυτόχρονα κραυγάζουν για την κρίση του ανθρώπου. Η καθημερινότητα όλων κραυγάζει για την καπιταλιστική ταπεινωτική μηχανική, που μετατρέπει την ύπαρξη σε «τάπητα». Ένα ακόμη «χαλάκι» στην είσοδο της καπιταλιστικής ανταγωνιστικής αρένας για να σκουπίσει τη βρωμιά της καταναλωτικής του αυταρέσκειας αυτός, που μετά, με τη σειρά του, θα γίνει κι εκείνος χαλί για τον επόμενο, σε μια ατελεύτητη ταπεινωτική ιεραρχία.

Πάντα πίσω από το πρόσχημα κάποιας «τάξης» κρύβεται η βουλιμική και ακόρεστη ναρκισσιστική ανάγκη της ταπείνωσης – υποταγής του Άλλου, μπας και ανακουφιστεί το άγχος της άνευ νοήματος, α-νόητης, ατομοκεντρικής εκδοχής του ανθρώπου. Το βαθύ υπαρξιακό άγχος, η βιωμένη μου ανεπάρκεια και η κατακρεουργημένη αυτό-εικόνα μου από την ένταξη μου στην ταπεινωτική ιεραρχία, κρύβονται κάτω από το χαλί του Άλλου. Τόσο χάλια!

Έτσι κι αλλιώς, τα Hot Spots και οι «μεταναστευτικές» πολιτικές, οι πνιγμένοι της Μεσογείου, τα «σωφρονιστικά» συστήματα που δεν διστάζουν να φυλακίζουν μητέρες πακέτο με τα βρέφη τους στην αγκαλιά, οι άστεγοι και τα εκατομμύρια των φτωχών, είναι μόνο μερικά από τα ορόσημα που, όχι μόνο πιστοποιούν την καπιταλιστική εκμετάλλευση, αλλά και εκλογικεύουν – νομιμοποιούν πρακτικές συστηματικής ταπείνωσης, διευκολύνοντας την κοινωνική συμμόρφωση και την αποδοχή.

Και εδώ υπάρχει μια κρίσιμη διαφοροποίηση, σε σχέση τουλάχιστον με το πρόσφατο παρελθόν, ότι, ενώ η ντροπή ή η Ενοχή (ακόμη κι αυτή που συστηματικά εκπορεύεται από τους ενοχοποιητικούς μηχανισμούς του συστήματος) είναι, τελικά, αποτέλεσμα αυτό-αξιολόγησης, αντίθετα, η Ταπείνωση είναι αποτέλεσμα της αξιολόγησης από έναν ή περισσότερους Άλλους. Η Ενοχή είναι μια γνωστική σύγκρουση, σίγουρα απαραίτητη για τις κυρίαρχες ελίτ ώστε να εξασφαλίζουν την παθητική αποδοχή και τη συμμόρφωση, αλλά η Ταπείνωση είναι κάτι πολύ βαθύτερο. Είναι ένας βαθύς πόνος στα σπλάχνα της ύπαρξης. Είναι ένα κόψιμο, γιατί αφορά στον ευτελισμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Στο τέλος – τέλος, η ενοχή ή η ντροπή μπορούν με κάποιο τρόπο να «αθωωθούν» ή να συγχωρεθούν, η ταπείνωση όμως υπονομεύει τον υπαρξιακό μας πυρήνα, καθιστώντας σχεδόν αδύνατη την ανάκτηση της χαμένης αξιοπρέπειας. Η προσβολή της αξιοπρέπειας προκαλεί στο υποκείμενο μια οδύνη η οποία είναι πολύ πιο σιωπηρή, βίαιη και βαθιά απ’ ότι η απλή ντροπή. Πολύ περισσότερο μάλιστα, καθώς η ταπεινωτική διαδικασία πλήττει επίσης βάναυσα τη σχέση με τον Άλλο, ακυρώνοντας τις βασικές προϋποθέσεις συνάντησης μαζί του. Κι αν το σύστημα ήθελε έναν τρόπο για να «παγώσει» την ύπαρξη, να αφήσει τον άνθρωπο εμβρόντητο, άφωνο και βουβό, η ταπείνωση είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να επινοήσει. Γιατί αυτό που επιτυγχάνεται τελικά μέσα από την ταπεινωτική προς τα κάτω λειτουργία, είναι η σιωπή. Η καταστολή του Λόγου και της Σχέσης.

Η Ταπείνωση συντελείται, επίσης, στο δημόσιο χώρο, τον οποίο προϋποθέτει για να τον συρρικνώσει. Ο διαχειριστής που διακόπτει ταπεινωτικά την παροχή ρεύματος δρα στο δημόσιο χώρο, στον κοινό χώρο της πολυκατοικίας, επιζητώντας ουσιαστικά τη δημόσια παραδοχή της ατομικής αποτυχίας του Άλλου. Με τον τρόπο αυτό, ενώ η ιδιωτική αποτυχία μπορεί να οδηγεί σε μια επώδυνη προσπάθεια αυτοπραγμάτωσης, η Ταπείνωση, ως δημόσια αποτυχία καταστέλλει το όποιο ανθρώπινο δυναμικό. Αδρανοποιεί. Από τις οροθετικές γυναίκες που διαπομπεύθηκαν δημόσια από τον αλήστου μνήμης υπουργό, μέχρι την πολιτική εκκαθάριση του Ντομινίκ Στρος Καν, η ταπεινωτική μεθοδολογία είναι ίδια, όσο κι αν οι δυο αυτές ακραίες περιπτώσεις αναφέρονται σε διαφορετικά αξιακά υποδείγματα. Το ίδιο και από τα συσσίτια «μώνω για Αίληνες», μέχρι τις ουρές για ένα κραγιόν του black Friday. Το ίδιο, τελικά, σε κάθε σχέση ευεργέτη – ευεργετούμενου που καμουφλάρεται και μοσχοπουλιέται στο πολιτικό παζάρι σαν αλληλεγγύη. «Κάτω από τον τάπητα» αποκρύπτεται ο εξουσιαστικός κατασταλτικός μηχανισμός της Ταπείνωσης. Και είναι η ίδια ακριβώς καπιταλιστική τελετουργία που τελείται στους χώρους δουλειάς, από το αφεντικό προς τον εργαζόμενο, η ίδια ακριβώς τελετουργία που διεκπεραιώνεται στην ουρά του σούπερ μάρκετ ή στην αναμονή σ’ ένα δημόσιο νοσοκομείο, η ίδια «ιερή τελετουργία» που συντελείται συχνά μέσα ακόμη και στις πιο αντι-καπιταλιστικές συλλογικότητες.

Η Ταπείνωση, εν τέλει, αναστέλλει τις σχέσεις και διασπά την καθολικότητα της συλλογικότητας, συρρικνώνοντας το δημόσιο πεδίο και φέρνοντας το στα μέτρα μιας ρηχής ατομικότητας που δεν μπορεί να δει τίποτα πέρα από, την ταπεινωτική για τον Άλλο, ανακούφιση της. Είναι ένα ρήγμα ανάμεσα στο «εγώ» και στο «εμείς».

Η ταπείνωση είναι ένα τραύμα, μια ρήξη ανάμεσα στο εγώ και στο ιδανικό του, γιατί συνθλίβει την ύπαρξη και θρυμματίζει την αυτοεικόνα και ως εκ τούτου δεν μπορεί παρά να οδηγεί σε σύγχυση και σιωπή. Ο ίδιος ο άνθρωπος τελικά, το υποκείμενο της ταπείνωσης, μετατρέπεται σε αντικείμενο της ταπείνωσης, ανοίγοντας το δρόμο για την εργαλειακή ορθολογικοποίηση των «αντικειμένων».

«Ζούμε την εποχή των ταπεινωμένων», όπως λέει ο Bertrand Badie και δεν έχουμε παρά να διαρρήξουμε την ταπεινωτική αλυσίδα, τουλάχιστον… κατά τον κρίκο της πάρτης μας. Αλλά, θέλει λίγο ταπεινότητα αυτό…

 

*Ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης είναι σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – Ψυχοθεραπευτής

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!