Το κείμενο των Άλβαρο Μπιάνκι και Ντανιέλα Μούσι, αναφέρονταν διεξοδικά στο άρθρο «Επανάσταση ενάντια στο “Κεφάλαιο”» που έγραψε ο Γκράμσι το 1917, ενώ τα επαναστατικά γεγονότα στη Ρωσία ήταν σε πλήρη εξέλιξη. Δημοσιεύουμε ολόκληρο το άρθρο του Γκράμσι, ώστε ο αναγνώστης να αποκτήσει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τα θέματα που πραγματεύεται και τη σκέψη του.
Ο νεαρός Γκράμσι (26 χρονών το 1917) ζούσε στην εργατούπολη του Τορίνο, στον παλμό του ιταλικού προλεταριάτου. Πολύ σύντομα, θα γνωρίσει την εμπειρία των εργοστασιακών συμβουλίων που συγκλόνισαν την Βόρειο Ιταλία και εντάσσονταν στο επαναστατικό κύμα που εκδηλώθηκε αμέσως μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση. Ο Γκράμσι είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση της γενιάς που γαλουχήθηκε μέσα σε αυτά τα γεγονότα. Ένας κομμουνιστής του ιστορικού κινήματος εκείνης περιόδου, αυτή είναι η κύρια ταυτότητά του. Καταρτισμένος στην Κομμουνιστική Διεθνή που συγκροτήθηκε εκείνα τα χρόνια, υπήρξε ηγέτης του ΚΚΙ έως το 1926, οπότε και συνελήφθη από το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι. Από τότε, η παρέμβασή του γίνεται μέσα από το έργο που άφησε, τα «Τετράδια της φυλακής», όπου κάνει τους απολογισμούς του και εκθέτει απόψεις για μια σειρά πολιτικά, πολιτιστικά, ιστορικά και ιδεολογικά ζητήματα που απασχολούσαν τότε το διεθνές κίνημα, ή που ο ίδιος θεωρούσε σημαντικά.
Το έργο του Γκράμσι δεν είναι ενιαίο και μπορούμε να διακρίνουμε διαφορετικές φάσεις της διαμόρφωσής του: Νεαρή ηλικία με επίδραση από τον Μπενεντέτο Κρότσε. Περίοδος του Τορίνο και των εργοστασιακών συμβουλίων, εφημερίδα «L’ Ordine Nuovo». «Κομιντερνική» περίοδος 1922 – 1926. Τέλος, περίοδος της φυλακής.
Διαφορετικές όμως είναι και οι «αναγνώσεις» του έργου του. Η σκέψη του Αντόνιο Γκράμσι μελετήθηκε ή προβλήθηκε για να υποστηριχθούν διαφορετικοί προσανατολισμοί του κομμουνιστικού κινήματος (π.χ. Παλμίρο Τολιάτι στην Ιταλία) και στην συνέχεια για να διανοιχθούν δρόμοι προς την «κοινωνία των πολιτών» και την αφομοίωση – ενσωμάτωση προς ποικίλες κατευθύνσεις. Συχνά οι κατευθύνσεις αυτές συνδέονταν με πορείες ανέλιξης, προσαρμογής και ακαδημαϊκές καριέρες. Στο περιθώριο όμως αυτών των διεργασιών, σχεδόν μόνιμα, το έργο του Ιταλού διανοητή αξιοποιείται από αγωνιστές και κινήματα που «ωριμάζουν» πολιτικά και ιδεολογικά, που δεν μπορούν να συνεχίζουν να λειτουργούν μέσα σε δόγματα και στερεότυπα.
Όταν ο Γκράμσι αναρωτιέται για ποιους γράφει ο Μακιαβέλι στον Ηγεμόνα, αποφαίνεται ότι γράφει για αυτούς που δεν ξέρουν, για αυτούς που πρέπει να μάθουν. Με τον ίδιο τρόπο μπορεί να τεθεί το ερώτημα για ποιο λόγο και για ποιον γράφει ο Γκράμσι στα τετράδιά του φυλακισμένος, όπως και το ερώτημα ποια είναι σήμερα η σημασία του έργου του.
Ο Γκράμσι πιστεύει ακράδαντα ότι η εργατική τάξη μπορεί και πρέπει να διευθύνει την κοινωνία. Ο ίδιος, όμως, συνεχίζοντας να «διευρύνει» έννοιες και ιδιότητες –ειδικά στα «Τετράδια της φυλακής» – παρουσιάζει έναν βαθύτατο προβληματισμό που ξεπερνά και διευρύνει τα σχήματα που υιοθετήθηκαν από το ιστορικό κομμουνιστικό κίνημα. Η «ηγεμονία» για τον Γκράμσι, μπορεί να κερδηθεί πριν ακόμα από την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, δημιουργεί μια σύνθετη πολιτιστική και πολιτική δομή μέσα από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς και την σπουδαιότητά που έχουν στην διαμόρφωση και την αναπαραγωγή της κοινωνικής ζωής. Το «ιστορικό μπλοκ» και η δημιουργία μιας «εθνικής λαϊκής θέλησης», ξεπερνούν τα «μονοταξικά» σχήματα ή τις κλασικές μετωπικές πολιτικές.
Επομένως, το «μυαλό που “δουλεύει” ακόμα» άφησε ένα έργο που συνεχίζει τον διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων με ένα ζωντανό υποκείμενο, με το σύγχρονο κίνημα που αναζητά και θέλει να διανοίξει δρόμους. Σε ένα περιβάλλον μάλιστα όπου αποκτούν ιδιαίτερη σημασία το πολιτιστικό και το συμβολικό, το πεδίο της ιδεολογίας και των χειριστικών μηχανισμών, το πεδίο ακόμα αυτού που ονομάζουν «βιοπολιτική» και «μοριακές διαδικασίες». Σε αυτές τις συνθήκες, το υλικό, η σκέψη, η θεματολογία, το πάθος και ο τρόπος, η μέθοδος με την οποία καταπιάνεται ο Γκράμσι με διάφορα θέματα, έχουν να δώσουν πολλά για την ωρίμανση και συγκρότηση ενός δυναμικού. Είναι μια γέφυρα ανάμεσα στο χτες και το αύριο του κινήματος και αποτελεί μια γόνιμη και απαραίτητη μεσολάβηση για το άνοιγμα νέων θεματολογιών με περιεχόμενο την χειραφέτηση των ανθρώπων.
του Αντόνιο Γκράμσι
Η επανάσταση των μπολσεβίκων μπολιάστηκε οριστικά στην γενική επανάσταση του ρώσικου λαού. Οι μαξιμαλιστές πού ήσαν μέχρι δυο μήνες πριν ο αναγκαίος αναβρασμός για να μήν μείνουν στάσιμα τα γεγονότα, για να μην σταματήσει ή πορεία προς το μέλλον, δίνοντας χώρο για μια οριστική μορφή διευθέτησης – πού θα ήταν μια αστική διευθέτηση – κατέλαβαν την εξουσία, εγκαθίδρυσαν την δικτατορία τους και επεξεργάζονται τις σοσιαλιστικές μορφές πού σ’ αυτές η επανάσταση θα πρέπει επιτέλους vα κλίνει για να συνεχίσει να εξελίσσεται αρμονικά, χωρίς πολύ μεγάλες συγκρούσεις ξεκινώντας από τις μεγάλες κατακτήσεις πού τώρα πια έχουν επιτευχθεί.
Η επανάσταση των μπολσεβίκων υλοποιήθηκε με Ιδεολογίες παρά με γεγονότα. (Γι’ αυτό κατά βάθος λίγο μάς ενδιαφέρει νά ξέρουμε περισσότερα απ’ όσα ξέρουμε). Είναι ή επανάσταση ενάντια στο «Κεφάλαιο» του Κάρολου Μαρξ.
Το «Κεφάλαιο» του Μαρξ ήταν στη Ρωσία το βιβλίο των αστών περισσότερο από ότι των προλετάριων. Ήταν η κριτική απόδειξη της αναπόφευκτης αναγκαιότητας να σχηματιστεί μια αστική τάξη στη Ρωσία, να αρχίσει μια καπιταλιστική εποχή, να ανορθωθεί ένας πολιτισμός δυτικού τύπου, πριν να μπορέσει το προλεταριάτο ούτε καν να σκεφτεί την εξέγερση του, τις ταξικές του διεκδικήσεις, την επανάσταση του. Τα γεγονότα ξεπέρασαν τις Ιδεολογίες. Τα γεγονότα έκαναν να εκραγούν τα κριτικά σχήματα μέσα στα όποια η ιστορία της Ρωσίας θα έπρεπε να εξελιχθεί σύμφωνα με τούς κανόνες του ιστορικού υλισμού. Οι μπολσεβίκοι απαρνούμενοι τον Κάρολο Μαρξ αποδεικνύουν, με την μαρτυρία της αναπτυσσόμενης δράσης, των πραγματοποιημένων κατακτήσεων, ότι οι κανόνες του ιστορικού υλισμού δεν είναι τόσο σιδερένιοι όπως θα μπορούσαμε να σκεφτούμε και σκεφτήκαμε.
‘Ωστόσο, υπάρχει κάτι το αναπόφευκτο σ’ αυτά τα γεγονότα και αν οι μπολσεβίκοι: απαρνιούνται μερικές διαπιστώσεις του «Κεφαλαίου» δεν του απαρνιούνται την ενυπάρχουσα ζωογόνα σκέψη. Αυτοί δεν είναι «μαρξιστές» εδώ είναι όλο. Δεν σύνθεσαν πάνω ατό έργο του Δάσκαλου μια εξωτερική διδασκαλία, δογματικών και ασυζήτητων διαπιστώσεων. Ζουν την μαρξιστική σκέψη, εκείνη που δεν πεθαίνει ποτέ, πού είναι η συνέχιση της ιταλικής και γερμανικής ιδεαλιστικής σκέψης με θετικιστικά και φυσιοκρατικά επιθέματα που είχε δεχθεί ό Μαρξ. Και αυτή η σκέψη τοποθετεί πάντα σαν μέγιστο παράγοντα της ιστορίας όχι τα οικονομικά γεγονότα, ωμά, αλλά τον άνθρωπο, αλλά τις κοινωνίες των ανθρώπων, των ανθρώπων πού πλησιάζουν ο ένας τον άλλον, αλληλοκατηγορούνται, αναπτύσσουν διά μέσου αυτών των επαφών (πολιτισμός) μια κοινωνική, συλλογική θέληση και κατανοούν τα οικονομικά γεγονότα και τα κρίνουν και τα προσαρμόζουν στην θέληση τους μέχρι πού αυτή γίνεται η κινητήρια δύναμη της οικονομίας, η πλαστουργός της αντικειμενικής πραγματικότητας που ζει και κινείται και αποκτά χαρακτήρα λάβας σε αναβρασμό που μπορεί να διοχετευτεί όπου αρέσει στη θέληση, όπως αρέσει στη θέληση.
Ο Μαρξ πρόβλεψε το προβλεπτό. Δεν μπορούσε να προβλέψει τον πόλεμο ή καλύτερα δεν μπορούσε να προβλέψει ότι αυτός ό πόλεμος θα είχε την διάρκεια και τα αποτελέσματα πού είχε. Δεν μπορούσε να προβλέψει ότι αυτός ό πόλεμος σε τρία χρόνια ανείπωτων βασάνων, ανείπωτης αθλιότητας θα προκαλούσε στην Ρωσία την λαϊκή συλλογική θέληση που προκάλεσε. Μια τέτοια θέληση, κανονικά, έχει ανάγκη για να σχηματιστεί μια μακρά διαδικασία διακλαδωμένων διεισδύσεων, μια πλατιά διαδοχή ταξικών εμπειριών. Οι άνθρωποι είναι νωθροί, έχουν ανάγκη να οργανωθούν πρώτα εξωτερικά σε σωματεία, σε Ενώσεις, μετά εσωτερικά στη σκέψη, στη θέληση […](1) μιας άσβεστης συνέχειας και πολλαπλότητας εξωτερικών ερεθισμάτων. Να γιατί, κανονικά, οι κανόνες ιστορικής κριτικής του μαρξισμού κατανοούν την πραγματικότητα, την συλλαμβάνουν και την καθιστούν σαφή και ευκρινή. Κανονικά, είναι μέσα από την όλο και πιο εντατικοποιημένη ταξική πάλη που οι δυο τάξεις του καπιταλιστικού κόσμου δημιουργούν την Ιστορία. Το προλεταριάτο αισθάνεται την σημερινή αθλιότητα του, είναι συνεχώς σε κατάσταση δυστυχίας και πιέζει την αστική τάξη για να καλυτερέψει την κατάσταση του. Αγωνίζεται, υποχρεώνει την αστική τάξη να καλυτερέψει την τεχνική της παραγωγής, να καταστήσει πιο χρήσιμη την παραγωγή για να γίνει δυνατή η ικανοποίηση των πιο επειγουσών αναγκών του. Είναι μια αγωνιώδης πορεία προς το καλύτερο πού επιταχύνει τον ρυθμό της παραγωγής, πού δίνει συνεχή αύξηση στο σύνολο των αγαθών πού θα υπηρετήσουν την συλλογικότητα. Και σ’ αυτή την πορεία πολλοί πέφτουν και κάνουν πιο επείγουσα την επιθυμία αυτών πού παραμένουν και η μάζα είναι πάντα σε αναβρασμό και από χάος – λαός γίνεται όλο και περισσότερο τάξη στη σκέψη, όλο και περισσότερο συνειδητοποιεί την ισχύ του, την ικανότητα του να αναλάβει την κοινωνική υπευθυνότητα, να γίνει ό απόλυτος διευθετητής των πεπρωμένων του.
Αυτό κανονικά. Όταν τα γεγονότα επαναλαμβάνονται με ένα κάποιο ρυθμό. Όταν η ιστορία εξελίσσεται περνώντας μέσα από στιγμές όλο και πιο σύνθετες και πλούσιες σε έννοιες και σε αξίες, μα οπωσδήποτε όμοιες. Στη Ρωσία όμως ο πόλεμος χρησίμευσε στο να ξυπνήσει τις θελήσεις. Αυτές μέσα από συσσωρευμένα βάσανα τριών χρόνων, βρέθηκαν σε ομοφωνία πολύ σύντομα. Ο λιμός πλησίαζε, η πείνα, ο θάνατος από πείνα μπορούσε να καταβάλει. τους πάντες, να συντρίψει μ’ ενα χτύπημα δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Οι θελήσεις τέθηκαν σε ομοφωνία, μηχανικά πρώτα, δραστήρια, πνευματικά μετά τήν πρώτη επανάσταση (2).
Οι σοσιαλιστικές διακηρύξεις έφεραν σε επαφή το ρώσικο λαό με τις εμπειρίες των άλλων προλετάριων. Οι σοσιαλιστικές διακηρύξεις κάνουν να ζει κανείς δραματικά σε μια στιγμή την ιστορία του προλεταριάτου, τούς αγώνες του ενάντια στον καπιταλισμό, την μακρά σειρά των προσπαθειών που πρέπει να κάνει για να χειραφετηθεί ιδεολογικά από τούς δεσμούς της δουλικότητας πού το καθιστούσαν ασήμαντο, για να γίνει νέα συνείδηση, σημερινή μαρτυρία ενός επερχόμενου κόσμου. Οι σοσιαλιστικές διακηρύξεις δημιούργησαν την κοινωνική θέληση του ρώσικου λαού. Γιατί θα έπρεπε να περιμένει να επαναληφθεί η ιστορία της Αγγλίας στη Ρωσία, να σχηματιστεί μια αστική τάξη στη Ρωσία, να υποκινηθεί η ταξική πάλη για να γεννηθεί η ταξική συνείδηση και να επέλθει επιτέλους ή καταστροφή τοΰ καπιταλιστικού κόσμου; Ο ρώσικος λαός πέρασε με την σκέψη διαμέσου αυτών των εμπειριών, έστω ακόμα και με την σκέψη μιας μειοψηφίας. Ξεπέρασε αυτές τις εμπειρίες. Τις χρησιμοποιεί για να επικρατήσει τώρα, όπως θα χρησιμοποιήσει τις δυτικές καπιταλιστικές εμπειρίες για να βρεθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα στο ύψος της παραγωγής του δυτικού κόσμου. Ή βόρεια Αμερική είναι καπιταλιστικά πιο αναπτυγμένη από την Αγγλία γιατί στη βόρεια Αμερική οι αγγλοσάξωνες άρχισαν, μέ μιας από το στάδιο στο όποιο είχε φτάσει ή Αγγλία έπειτα από μια μακριά εξέλιξη. Το ρώσικο προλεταριάτο, σοσιαλιστικά διαπαιδαγωγημένο, θα αρχίσει την ιστορία του από το μέγιστο στάδιο παραγωγής στο όποιο έχει φτάσει ή Αγγλία του σήμερα γιατί μια και πρέπει να ξεκινήσει, θα ξεκινήσει από αυτό πού ήδη είναι τέλειο άλλου και από αυτό το τέλειο θα πάρει την ώθηση για να επιτύχει εκείνη την οικονομική ωριμότητα πού σύμφωνα με τον Μαρξ είναι αναγκαία συνθήκη του κολλεκτιβισμού. Οι επαναστάτες θα δημιουργήσουν αυτοί οι ίδιοι τις αναγκαίες συνθήκες για την ολοκληρωμένη και πλήρη πραγματοποίηση τού ιδανικού τους. θα τις δημιουργήσουν σε λιγότερο χρόνο από όσο θα έκανε ο καπιταλισμός. Οι κριτικές που έκαναν οι σοσιαλιστές στο αστικό σύστημα για να διασαφηνίσουν τις ατέλειες, τη σπατάλη πλούτου, να χρησιμέψουν στους επαναστάτες για να ενεργήσουν καλύτερα, να αποφύγουν εκείνες τις σπατάλες, να μην πέσουν σε εκείνες τις ελλείψεις. Θα είναι στην αρχή ο κολλεκτιβισμός της αθλιότητας, των βασάνων. Ωστόσο τις ίδιες συνθήκες αθλιότητας και βάσανου θα είχαν κληρονομήσει από ένα αστικό καθεστώς. Ό καπιταλισμός δεν θα μπορούσε να κάνει αμέσως στη Ρωσία τίποτα περισσότερο από όσα θα μπορέσει να κάνει ο κολλεκτιβισμός. Θα έκανε σήμερα πολύ λιγότερο γιατί θα είχε αμέσως ενάντια ένα προλεταριάτο δυσαρεστημένο, μανιασμένο, ανίκανο πλέον να ανεχτεί για άλλα χρόνια τούς πόνους και τις πίκρες που η οικονομική δυστυχία θα έφερνε. Ακόμα και από μια απόλυτη, ανθρώπινη άποψη, ο άμεσος σοσιαλισμός έχει στη Ρωσία την αιτιολόγηση του. Τα βάσανα που θα έρθουν μετά από την ειρήνη θα μπορούν να γίνουν ανεκτά μόνο στο βαθμό που οι προλετάριοι θα αισθανθούν ότι εξαρτάται από τη θέληση τους, από τη δύναμη τους, την εργασία τους να τα ξεπεράσουν στο λιγότερο δυνατό χρονικό διάστημα.
Υπάρχει ή εντύπωση ότι οι μαξιμαλιστές υπήρξαν αυτή τη στιγμή η αυθόρμητη έκφραση, βιολογικά αναγκαία, για να μην πέσει το ρώσικο ανθρώπινο σύνολο στην πιο φρικτή καταστροφή, για να μπορέσει το ρώσικο ανθρώπινο σύνολο, αφού απορροφηθεί στο γιγάντιο, αυτόνομο έργο της δικής του αναγέννησης να μπορέσει να αισθανθεί λιγότερο τα ερεθίσματα του πεινασμένου λύκου και να μη γίνει η Ρωσία μια πελώρια κρεαταποθήκη θηρίων πού σπαράζονται το ένα με το άλλο.
*Υπογραφή: Άντόνιο Γκράμσι, «Avanti!», μιλανέζικη έκδοση, 24 Νοέμβρη 1917. Επανεκδόθηκε από το «Grido del Popolo» στις 5 Γενάρη 1918 με την εξής σημείωση : «Η τορινέζικη λογοκρισία μαύρισε κάποτε εντελώς αυτό το άρθρο στο «Grido». Το ξαναδημοσιεύουμε τώρα στο «Avanti!», αφού πέρασε από το κόσκινο των λογοκρισιών του Μιλάνου και της Ρώμης.
(1) Έλλειψη στο κείμενο
(2) Η επανάσταση του Φλεβάρη (Μάρτη) 1917
Αντόνιο Γκράμσι, Σοσιαλισμός και Κουλτούρα, εκδόσεις Στοχαστής