Με στρουθοκαμηλισμό δεν αντιμετωπίζεται η επικράτηση του Τραμπ

 

Στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου επισημαινόταν ότι, παρά τις… φιλότιμες προσπάθειες των «σοβαρών» συστημικών ΜΜΕ, η Κλίντον έχει υποστεί σοβαρό πλήγμα. Σημειωνόταν και ένα ακόμη στοιχείο, που αποφεύγουν να αγγίξουν οι «σοβαροί» αναλυτές ακριβώς επειδή πάει στις ρίζες της πρωτοφανούς κοινωνικής δυσαρέσκειας που διαπερνά τη βορειοαμερικάνικη κοινωνία: το γεγονός π.χ. ότι μία μόνο οικογένεια, οι Γουόλτονς (βλ. Walmart) έχει μεγαλύτερο πλούτο από το 43% του πληθυσμού των ΗΠΑ! Όπως γράφει και το editorial του περιοδικού Jacobin, «υπάρχουν δύο τρόποι να σταθεί κανείς μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση: ο ένας είναι να ρίξει το φταίξιμο στο λαό των ΗΠΑ, κι ο άλλος, να το ρίξει στην ελίτ»*.

Πράγματι, η βορειοαμερικανική κοινωνία στη μεγάλη πλειοψηφία της είναι πλέον πεπεισμένη ότι «τα παραδοσιακά κόμματα και οι πολιτικοί δεν νοιάζονται για τους απλούς πολίτες», «η αμερικανική οικονομία έχει στρεβλωθεί προς όφελος των πλούσιων και ισχυρών», «τα ΜΜΕ νοιάζονται περισσότερο για τα κέρδη τους παρά για την αλήθεια»**. Αυτές οι διαπιστώσεις εξηγούν, με τη σειρά τους, γιατί επανεμφανίστηκαν δυναμικά στην κεντρική πολιτική σκηνή των ΗΠΑ δύο πολιτικά ρεύματα που για δεκαετίες ήταν περιθωριακά: μια ριζοσπαστική σοσιαλδημοκρατία υπό τον Σάντερς (φαινόμενο «ακραίο» για τα βορειοαμερικανικά δεδομένα των ΗΠΑ) και ένα ιδιόμορφο υπερσυντηρητικό ρεύμα υπό τον Τραμπ, που πήγαινε κόντρα και στο ρεπουμπλικανικό κατεστημένο.

 

«Ο ελιτίστικος φιλελευθερισμός δεν μπορεί να νικήσει το δεξιό λαϊκισμό»

Είδαμε πώς η ελίτ αγνόησε το μήνυμα που της έστειλε το φαινόμενο Σάντερς. Επειδή κατάφερε να τον εξουδετερώσει, νόμισε ότι ξεμπέρδεψε και με τις αιτίες που εκτόξευσαν τη δημοτικότητά του. Η αλαζονεία των δυναμικών συστημικών κέντρων και η συνθηκολόγηση του Σάντερς (που με την ατολμία του στην κρίσιμη στιγμή αποδείχθηκε αντάξιος των… χειρότερων παραδόσεων της δυτικής Κεντροαριστεράς) μπορεί να προκάλεσε σύγχυση στα εκατομμύρια ανθρώπων που τον στήριξαν με πάθος, αλλά δεν κατεύνασε τη δυσαρέσκεια. Αντίθετα, ενίσχυσε τη μαζική απέχθεια προς το σύστημα, χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του οποίου ήταν η Κλίντον.

Η ευθυγράμμιση του Σάντερς, τη στιγμή ακριβώς που η Πολιτική αμφισβητούσε για πρώτη φορά τόσο δυνατά τις Αγορές και την ερήμωση που προκαλεί η παγκοσμιοποίηση, έφερε ένα αποτέλεσμα που κακώς θεωρούνταν απίθανο. Δηλαδή την έκφραση της γενικευμένης δυσαρέσκειας απέναντι σε ένα σύστημα που εξαθλιώνει το μεγαλύτερο μέρος ακόμη και των δυτικών κοινωνιών, με τον πιο στρεβλό τρόπο που θα ήταν δυνατός: δηλαδή μέσω του ολιγάρχη Τραμπ. Ο αρχικός… τρόμος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η επικράτησή του «δεν είναι πολιτική αντίδραση», όπως ορθά τονίζει το Jacobin. Αντίθετα, «είναι μια μορφή παράλυσης, μια πολιτική στρουθοκαμηλισμού».

Ο στρουθοκαμηλισμός είναι, βέβαια, εύλογη αντίδραση μιας «προοδευτικής παράταξης» (ή, ακόμη χειρότερα, μιας δυτικής Αριστεράς) η οποία δεν εννοεί να καταλάβει κάτι που πλέον βγάζει μάτι – και δεν εννοεί να το καταλάβει όχι επειδή είναι μειωμένης αντίληψης, αλλά επειδή αποτελεί εδώ και δεκαετίες πλέον οργανικό τμήμα του συστήματος. Η διαπίστωση, που δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ αλλά και μεγάλο τμήμα της Ευρώπης, διατυπώνεται εύστοχα από το Jacobin: «Ο ελιτίστικος φιλελευθερισμός δεν μπορεί να νικήσει το δεξιό λαϊκισμό. Κι εμείς δεν μπορούμε να μεταναστεύσουμε στον Καναδά ή να κρυφτούμε κάτω από το κρεβάτι».

 

Αντιφάσεις και αστάθεια

Απομένει να δούμε πόση «αυτονομία» θα έχει ο Τραμπ (και επίσης τι τετελεσμένα θα επιβάλουν ως το Γενάρη τα συστημικά κέντρα) για να προχωρήσει τις προεκλογικές υποσχέσεις του για «εσωτερική ανάπτυξη», «αποχρηματιστηριοποίηση», επιδίωξη κλεισίματος πολεμικών μετώπων κ.λπ. Η αντιφατική συνύπαρξη του «αντισυστημικού» Τραμπ με έναν Τραμπ που έχει ήδη στενούς δεσμούς με την ελίτ και με ένα τμήμα του κρατικού μηχανισμού πιθανά θα δείξει τα όριά της. Η επικράτησή του πάντως εντείνει την αστάθεια εντός και εκτός ΗΠΑ, επιβεβαιώνοντας ότι το «βαθύ κράτος» δεν έχει μια ενιαία στρατηγική.

Από την άλλη, η νίκη του δεν ανατρέπει την παντοδυναμία των αγορών και των ελίτ, ούτε αναπροσαρμόζει τις βασικές επιλογές των αρχουσών τάξεων. Ήδη, με τις πρώτες μετεκλογικές δηλώσεις τους, τόσο ο Τραμπ όσο και οι «αντίπαλοί» του προσπαθούν να σκεπάσουν το βαθύ ρήγμα που έχει ανοίξει στη βορειοαμερικάνικη κοινωνία και να καθησυχάσουν τη γενικευμένη δυσαρέσκεια (αν θα τα καταφέρουν, είναι άλλο θέμα). Το σίγουρο είναι ότι επιδράσεις της εκλογής Τραμπ θα είναι παγκόσμιες και φυσικά σε δεξιά κατεύθυνση – ιδίως όσο η Αριστερά προτιμά να αγνοεί, αν δεν περιφρονεί κιόλας, τα πραγματικά προβλήματα και τις αγωνίες των λαών.

 

Ερρίκος Φινάλης

 

* Βλέπε www.jacobinmag.com, «Politics Is the Solution»

** Στοιχεία από έρευνα που έκανε το Reuters/Ipsos σε εθνικό επίπεδο. Τα αντίστοιχα ποσοστά των τριών διαπιστώσεων είναι, κατά σειρά αναφοράς στο κείμενο, 68%, 72% και 76%.

 

Πώς κερδίζει ο… ηττημένος;

Ιδού τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, με καταμετρημένο το 99,7% των ψήφων:

– Κλίντον: 60.467.245 ψήφοι (47,70%)
– Τραμπ: 60.071.650 ψήφοι (47,37%)
– Λοιποί: 6.251.915 ψήφοι (4,93%)

Δηλαδή η Κλίντον υπερτερεί του Τραμπ κατά 396.000 ψήφους. Ωστόσο χάνει χάρη σε ένα περίπλοκο εκλογικό σύστημα που φιλτράρει την ανάδειξη προέδρου μέσα από ένα σώμα εκλεκτόρων, αντί της απευθείας εκλογής του από τους πολίτες. Έτσι ο Τραμπ, με το 47,4% της λαϊκής ψήφου, αποσπά το 57% των εκλεκτόρων και αναδεικνύεται «πανηγυρικά» πρόεδρος. Το ίδιο είχε συμβεί και το 2000, όταν αναδείχθηκε πρόεδρος ο Ρεπουμπλικάνος Μπους παρόλο που ο Δημοκρατικός Αλ Γκορ είχε λάβει 544.000 περισσότερες ψήφους.

Όσον αφορά το ποσοστό της αποχής, δεν έχει ανακοινωθεί. Ωστόσο, σε απόλυτους αριθμούς, παρατηρείται περαιτέρω αύξησή της. Συγκεκριμένα, το 2012 είχαν ψηφίσει 129.085.000 πολίτες (και 131.314.000 το 2008). Η τάση αυτή συνεχίζεται: οι ψηφοφόροι δεν θα υπερβούν τα 127 εκατομμύρια. Αυτό οφείλεται, μεταξύ άλλων, στα αυξανόμενα εμπόδια (μείωση εκλογικών τμημάτων, αυστηρότερες προϋποθέσεις απόκτησης εκλογικού βιβλιαρίου, μη χορήγηση άδειας για άσκηση του δικαιώματος ψήφου κ.λπ.), αλλά και στην αποχή πολλών Δημοκρατικών ψηφοφόρων.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!