H σύγχρονη ολιγαρχία με τη μάσκα της αντιπροσώπευσης παριστάνει τη Δημοκρατία

Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη*

 

Μερικές φορές είμαστε όλοι τόσο θυμωμένοι που χρειαζόμαστε έναν αφορισμό. Έναν κάποιον αφορισμό στη θέση ενός αγριεμένου «αι στο διάολο!». Ε λοιπόν, η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» είναι μια γιγάντια σφυρηλατημένη μπαρούφα συμπυκνωμένη μέσα στις συνειδήσεις των ανθρώπων της Δύσης. Πρόκειται για μια ανόητη ταυτολογία, ανάλογου διαμετρήματος με το «να είσαι ο Εαυτός σου!», γιατί εμπεριέχει ως δεδομένο το ζητούμενο της. Είναι δηλαδή, ένας γνωστικός βρόγχος, δεμένος για τα καλά στο λαιμό των προλετάριων… που ακόμη δεν λένε να ενωθούν. Γιατί προϋποθέτει ως υποκείμενο της την κοινωνία την οποία οι αντιπρόσωποι δήθεν εκφράζουν, ενώ στην πραγματικότητα η κοινωνία δεν έχει θεσμηθεί ως «Κοινωνία» και παραμένει ένα νέτο σκέτο άθροισμα ιδιωτών. Αντίθετα μάλιστα, η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» συστήνεται ακριβώς για να αποτρέψει τη συγκρότηση της κοινωνίας σε σώμα. Η συγκεκριμένη δηλαδή «κοινωνία», ως άθροισμα Εαυτών, είναι αποτέλεσμα, συνέπεια, (και) της «αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας», που με την συστημική της ανάθεση αποτρέπει την υπαρξιακή ενηλικίωση.

Η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» είναι αντιπροσωπευτική αποκλειστικά και μόνον των ίδιων των αντιπροσώπων, του πολιτικού προσωπικού δηλαδή, και της οικονομικής ολιγαρχίας χάριν της οποία υπάρχει και αναπαράγεται. Στο αναμεταξύ, η «κοινωνία» παραμυθιασμένη ότι η Ελευθερία είναι μια εξωτερική συνθήκη, μια κατάσταση έξω από τον ίδιο τον Εαυτό, μια κάποια δυνατότητα επιλογών, διαλέγει ξανά και ξανά μήπως και βρει το αποτελεσματικότερο πολιτικό προϊόν, την συνεπέστερη δηλαδή αντιπροσώπευση, αγνοώντας ότι η ίδια η αντιπροσώπευση είναι αποτρεπτική της συγκρότησης της σε κοινωνικό σώμα. Φαύλος κύκλος που παράγει διλήμματα επιπέδου shopping, όταν το διακύβευμα είναι η ίδια η ζωή. Ίδια απαράλλαχτα, κατ’ αναλογία βέβαια, τα διλήμματα: Τραμπ ή Χίλαρι, Λεπέν ή Μακρόν, Τσίπρας ή Κούλης. Η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» είναι από τη μια το συστημικό εργαλείο νομιμοποίησης της κάθε φορά εθνικής ή υπερεθνικής ολιγαρχίας και από την άλλη το ανακουφιστικό παυσίπονο του καπιταλιστικού τραύματος.

Αυτή η «μη κοινωνία», το άθροισμα των περίκλειστων Εαυτών, επιτρέπει κυριολεκτικά στον καθένα να παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος της, με τον ίδιο τρόπο που ένας ανήλικος, ένας μη συγκροτημένος Εαυτός, αποδέχεται να εκπροσωπείται από τους κηδεμόνες του. Αυτή η μη θεσμισμένη κοινωνία «προσφέρει τον χώρο στους υποψηφίους να δηλώνουν: «Εγώ είμαι ο υποψήφιος του μη-εκπροσωπούμενου λαού»!, όπως το ορίζει εύστοχα ο Ζακ Ρανσιέρ. Και κάπως έτσι «…υπάρχει ο χώρος των “πιστών” που καταγγέλλουν τις προδοσίες του κόμματος της Αριστεράς και ο οποίος τώρα έχει αρχίσει να μοιάζει με τη Δεξιά. Υπάρχει ο χώρος της Λεπέν, αυτός που συντάσσει τους ανθρώπους που υποφέρουν ουσιαστικά. Υπάρχει ο χώρος του Μακρόν: οι ζωντανές δυνάμεις του έθνους ενάντια στην πόλωση που προκαλούν τα κόμματα. Υπάρχουν επίσης και οι αλληλοεπικαλύψεις, όπως στην περίπτωση του Μελανσόν, παίζοντας και τον ρόλο της “πιστής” Αριστεράς και των ανθρώπων που υποφέρουν». Και απ’ όλα αυτά, το μόνο πραγματικό, είναι ότι οι άνθρωποι στριμωγμένοι μέσα στην τόση αντιπροσώπευση και στις επιλογές, υποφέρουν αληθινά. Και γι’ αυτό συμμετέχουν, με τον ίδιο τρόπο που τα παιδιά επιλέγουν τι θα τους φορέσει η καλή μανούλα τους πριν πάνε στο πειθαρχημένο σχολείο τους. Ως εκεί!

Είναι ίσως κάπως αστείο, αλλά οι άνθρωποι – παρά την πλύση εγκεφάλου της «αντιπροσώπευσης» – γνωρίζουμε, καλά – ίσως κάπως ανεπίγνωστα – τι σημαίνει συμμετοχή, τι σημαίνει αληθινή Δημοκρατία. Και πάντως, η «κοινωνία του θεάματος» δείχνει να αξιοποιεί εξαιρετικά τη βαθιά αυτή υπαρξιακή τάση για αληθινή κοινωνία. Αρκεί να δει κανείς λίγο πιο προσεκτικά τις τάσεις των τελευταίων χρόνων στα λεγόμενα τηλεοπτικά παιχνίδια. Ακόμη και στο περιβόητο Survivor, που σύμπασα η καλλιεργημένη διανόηση καταγγέλλει, αλλά επιμένει να συγκεντρώνει εξαιρετικά υψηλά ποσοστά τηλεθέασης, πριν απ’ όλα οι αποφάσεις του τηλεοπτικού «κοινού» γίνονται σεβαστές. Είναι αδιανόητο εδώ να υπάρξουν δημοψηφισματικές κωλοτούμπες. Ακόμη στο Survivor το «κοινό» ψηφίζει κάθε βδομάδα και δεν αναθέτει εν λευκώ μια φορά στα τέσσερα χρόνια. Το «κοινό» αποφασίζει έχοντας το βασικό δικαίωμα ανάκλησης αν δεν γουστάρει κάποιον από τους «παίκτες». Το «κοινό» παρακολουθεί νυχθημερόν και ελέγχει τα πεπραγμένα τα «παικτών» και ως εκ τούτου και οι «παίκτες» δεν παίζουν ερήμην του κοινού. Γιατί λοιπόν τόση Δημοκρατία στο Survivor; Απλούστατα: εδώ δεν διακυβεύονται τα συμφέροντα των αρχουσών τάξεων. Αντίθετα μάλιστα. Η virtual δημοκρατία του Survivor ανακουφίζει το έλλειμμα συμμετοχής στην «πραγματική» πραγματικότητα.

Η κοινωνία στην «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» συστήνεται στιγμιαία ως Κοινωνία μονάχα για μια μέρα κάθε τέσσερα χρόνια. Στο ενδιάμεσο είναι απλά ένα άθροισμα ιδιωτών που παρακολουθεί αδύναμο τη ζωή του να καταστρέφεται ανάμεσα σε εθνικές και διεθνικές συγκρούσεις. Αυτό είναι το πολιτικό σύστημα. Ένα σύστημα που δεν επιτρέπει τη συγκρότηση της κοινωνίας και αποφεύγει έτσι τη συνάντηση της Κοινωνίας με την Πολιτική. Η κοινωνία και η Πολιτική παραμένουν άσχετες, δίχως σχέση, με τον ίδιο τρόπο που άσχετος παραμένει ο Πολίτης με τον Ιδιώτη. Είναι δηλαδή το συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα που συγκροτεί τον ιδιώτη και όχι τον πολίτη. Και γι’ αυτό ακριβώς το πολιτικό σύστημα μπορεί να αυτονομείται και να αποφασίζει ερήμην της «αγέλης των ιδιωτών» που νομίζει ότι είναι κοινωνία.

Γιατί αληθινή συγκροτημένη Κοινωνία είναι εκείνη που ως θεσμός, καθημερινά έχει τις αρμοδιότητες του Εντολέα, με τον ίδιο τρόπο που κανείς μπορεί καθημερινά να τηλεφωνεί και να εντέλλεται το λογιστή του. Και στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της περιλαμβάνεται αναγκαστικά α) η εκλογή του πολιτικού προσωπικού, β) η ανάκληση του ανά πάσα στιγμή, γ) ο έλεγχος των πεπραγμένων του και δ) η ευθύνη του, δηλαδή η άμεση προσαγωγή του στη δικαιοσύνη αν δεν εκπλήρωσε με επιμέλεια την εντολή της κοινωνίας. Αυτά δηλαδή που είναι αυτονόητα στην απλή επιλογή ενός λογιστή ή στο τηλεοπτικό παιχνίδι Survivor, αλλά όχι στο πολιτικό σύστημα που αφορά στις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων.

Ας μιλήσουμε στα αληθινά. Στη σύγχρονη ολιγαρχία, που μασκαρεμένη με τη μάσκα της αντιπροσώπευσης παριστάνει τη Δημοκρατία, αυτοί που ψηφίζουν καθημερινά είναι οι διεθνείς «αγορές», το διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και οι εθνικοί κατά τόπους αντιπρόσωποι του. Αυτοί ελέγχουν, αυτοί ανακαλούν ή τοποθετούν τους παίκτες στη σκακιέρα, με τον ίδιο τρόπο που το τηλεοπτικό «κοινό» αποφασίζει ποιος θα μείνει και ποιος θα φύγει από το Survivor. Με μια διαφορά: αυτός που βγαίνει κάθε φορά έξω από το παιχνίδι είναι η ίδια η Κοινωνία.

Και η Αριστερά πρέπει όχι μόνο να μιλήσει γι’ αυτά, αλλά να τα κάνει και καθημερινή πρακτική στις συλλογικότητες της. Αλλιώς θα μένουμε να κοιτάμε σαν τηλεθεατές ποιον «παίχτη» θα τοποθετήσουν οι αγορές στο διεθνές Survivor. Τον Μακρόν ή την Λεπέν. Αλλιώς, θα πέφτουμε συνέχεια σε διλήμματα του τύπου «Ψηφίστε τον απατεώνα, όχι τον φασίστα» (στον δεύτερο γύρο όπου ήταν υποψήφιος ο Ζακ Σιράκ εναντίον του Ζαν Μαρί Λεπέν). Επιλέγοντας τον απατεώνα για να αποφύγεις τον φασίστα σημαίνει ότι σου αξίζουν και οι δύο. Και ότι τελικά, προετοιμάζεις το έδαφος και για τους δύο», όπως δηλώνει ο Ζακ Ρανσιέρ.

 

*Ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης είναι σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – ψυχοθεραπευτής

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!