Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

Όλοι εναντίον όλων στην επιχείρηση οδυνηρού συμβιβασμού – Όλο και πλησιέστερα στην έξοδο το ΔΝΤ – Οι ενδογερμανικές τριβές και ο αντιπερισπασμός Σόιμπλε κατά ΕΚΤ

 

Η άτυπη σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. στη Μάλτα δεν έχει –μέχρι στιγμής που γραφόταν αυτό το άρθρο– παρουσιάσει κάποια σαφή ένδειξη ότι οι Ευρωπαίοι δανειστές θα κάνουν κινήσεις άρσης του αδιεξόδου στη διαπραγμάτευση για την καρκινοβατούσα αξιολόγηση και την επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα. Το τετ α τετ Τσίπρα – Μέρκελ, στο οποίο οι εντάσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και η διάσωση της ευρωτουρκικής συμφωνίας για το προσφυγικό είχαν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τη γερμανική καγκελαρία, απέδωσε μιαν αόριστη υπόσχεση ότι «θα αναληφθούν οι αναγκαίες πρωτοβουλίες για να κλείσει η αξιολόγηση εντός του Φεβρουαρίου». Ποιες είναι αυτές οι πρωτοβουλίες, από ποιον θα προέλθουν, τι περιεχόμενο θα έχουν είναι άγνωστο. Το ίδιο ισχύει για τη συνάντηση Τσίπρα με τον Γιούνκερ, ο οποίος ευνοεί μια επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα το ταχύτερο δυνατό –ιδεωδώς μετά το EuroWorkingGroup της 9/2–, αλλά και μια συνέχιση του Μνημονίου χωρίς το ΔΝΤ.

Προς το παρόν, και ενόψει της κρισιμότατης συνεδρίασης του Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΔΝΤ τη Δευτέρα (6/2) που θα κρίνει αν το Ταμείο, στις συνθήκες της «εποχής Τραμπ» πλέον, θα μείνει ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα, όλη η πίεση πέφτει στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να κάνει οδυνηρούς συμβιβασμούς με τη νομοθέτηση προληπτικών μέτρων όσο πιο κοντά στην απαίτηση του ΔΝΤ για ένα «πακέτο» περικοπών και πρόσθετης φορολόγησης ύψους άνω των 4 δισ.

Ο γερμανικός «εμφύλιος»

Η μόνη ενδιαφέρουσα διαφοροποίηση εντός του… τριγώνου της εμπλοκής στην αξιολόγηση είναι η τοποθέτηση του μέχρι πρότινος υπουργού Οικονομίας και νυν υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ ότι είναι υπερβολικό να ζητείται από την Ελλάδα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% πάνω από τρία χρόνια. Η ένδειξη ρήγματος στον κυβερνητικό συνασπισμό για την Ελλάδα γίνεται ακόμη πιο απτή από την αποκάλυψη της αλληλογραφίας Γκάμπριελ –Μέρκελ από τις αρχές Γενάρη, στην εφημερίδα Handelsblatt, Στην επιστολή του προς την καγκελάριο ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός υπαινίσσεται ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Β. Σόιμπλε εξωθεί την Ελλάδα προς το Grexit, ότι αυτά που ζητάει από κοινού με το ΔΝΤ υπερβαίνουν το πλαίσιο του μνημονίου και ότι η γερμανική κυβέρνηση πρέπει να κρατήσει εποικοδομητική στάση στο ζήτημα.

Επισήμως, η εκπρόσωπος της καγκελαρίας προέβαλε εικόνα συνοχής στη γερμανική κυβέρνηση στη διαχείριση του ελληνικού ζητήματος. Ωστόσο ο Β. Σόιμπλε απάντησε εμμέσως στον κυβερνητικό συνεταίρο του Γκάμπριελ αποδίδοντας την ευθύνη για το αδιέξοδο στην ασυνέπεια της ελληνικής κυβέρνησης «στην τήρηση των συμφωνηθέντων». Αλλά προχώρησε ένα βήμα παραπάνω ανοίγοντας και πάλι το μέτωπο με την ΕΚΤ: «Την ΕΚΤ πρέπει να κατηγορήσουμε για τα προβλήματά μας», είπε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, έχοντας στο νου του όχι τόσο την Ελλάδα, όσο την πίεση προς την ηγεσία της ΕΚΤ να σταματήσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Το ραντεβού Μέρκελ -Ντράγκι

Η ρουκέτα Σόιμπλε κατά της ΕΚΤ εκτοξεύτηκε λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση συνάντησης που θα πραγματοποιηθεί στις 9/2 μεταξύ Μέρκελ και Ντράγκι. Η ατζέντα της συνάντησης δεν είναι γνωστή, αλλά πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο ότι η καγκελάριος θα ζητήσει από τον Ντράγκι συντονισμό στην αντιμετώπιση του «τυφώνα Τραμπ», αλλά και στήριξηι στις ιδιαίτερες προεκλογικές της ανάγκες, οι οποίες περιλαμβάνουν τη διάχυτη και σταθερή γερμανική καχυποψία απέναντι στην ΕΚΤ και στις πολιτικές της.  Στις υποσημειώσεις αυτής της συνάντησης πιθανότατα θα βρεθεί και η Ελλάδα, αν και η ηγεσία της ΕΚΤ κρατάει έναν διακριτικότερο ρόλο στο θρίλερ της αξιολόγησης. Φυσικά και αυτή περιμένει με ενδιαφέρον την αποσαφήνιση της στάσης του ΔΝΤ, για να ξεκαθαρίσει κι αυτή αν –εφόσον κλείσει η αξιολόγηση– μπορούν τα ελληνικά ομόλογα να ενταχθούν στο πρόγραμμα αγορών.

Πάντως, αυτές οι ενδογερμανικές τριβές αποδεικνύουν ότι η διαχείριση του ελληνικού ζητήματος, όπως και η πολιτική της ΕΚΤ έχουν κάποια μετρήσιμη επίδραση στη γερμανική κοινή γνώμη, η οποία εξηγεί εν μέρει την επιμονή Σόιμπλε να ωθεί τα πράγματα σε αδιέξοδο και την αντίδραση του Γκάμπριελ. Καθώς ο εκλογικός κύκλος έχει ήδη αρχίσει, με αναμετρώμενους Μέρκελ και Σουλτς, του οποίου η δημοφιλία εκτοξεύτηκε λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του (50% έναντι 34% της Μέρκελ), είναι πιθανό η Ελλάδα να παίξει ψηλά στην προεκλογική αντιπαράθεση Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών, με την ακροδεξιά AfD να ρίχνει με κάθε ευκαιρία λάδι στη φωτιά.

Περιμένοντας να διαπιστώσουμε αν οι διεργασίες αυτές θα επηρεάσουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την τελική γερμανική στάση μέχρι το EuroWorkingGroup της 9ης Φεβρουαρίου και πολύ περισσότερο μέχρι το Eurogroup στις 20/2, το πλαίσιο του αναζητούμενου συμβιβασμού είναι αδύνατο να το πιθανολογήσουμε πριν βγει «λευκός καπνός» από την έδρα του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον, τη Δευτέρα. Οι πληροφορίες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας είτε περί των κυβερνητικών καβγάδων για τα ποσοστό συμμόρφωσης στις μνημονιακές δεσμεύσεις, είτε για την ετοιμότητα του οικονομικού επιτελείου να δεχθεί την προληπτική νομοθέτηση των μέτρων που ζητούν Σόιμπλε- ΔΝΤ, με αντιστάθμισμα ηπιότερες παρεμβάσεις στο εργασιακό και κάποια μείωση στους φορολογικούς συντελεστές, δεν πρόκειται να επηρεάσουν τη στάση του ΔΝΤ.

 

 

Πρόβα «εποχής Τραμπ» στο ΔΝΤ

Στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του Ταμείου θα κάνει ντεμπούτο η νέα αμερικανική κυβέρνηση και, διαθέτοντας σχεδόν το 17% των ψήφων, καθορίζει κάθε απόφαση, παρά τις μικρές αλλαγές στα δικαιώματα ψήφου υπέρ των αναπτυσσόμενων χωρών και τις Κίνας που τέθηκαν σε ισχύ από πέρσι. Έτσι, η μεθαυριανή συνεδρίαση και η εξέταση των δυο εκθέσεων του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, αλλά και του μνημονίου, είναι κυρίως ευρω-αμερικανική και κυρίως γερμανο-αμερικανική υπόθεση. Εκεί θα φανεί αν υπάρχουν περιθώρια συμβιβασμού, ώστε να μείνει στο ελληνικό πρόγραμμα το ΔΝΤ, έστω και στο ασφυκτικό πλαίσιο που συμφώνησαν Σόιμπλε – Τόμσεν στη συνάντηση που είχαν την περασμένη Πέμπτη στο Βερολίνο. Ωστόσο, καθώς το στοιχείο της γεωπολιτικής έντασης έχει εισβάλει σε όλα τα διεθνή και διμερή fora μετά τις πρώτες κινήσεις της κυβέρνησης Τραμπ και τη ρητορική αντιπαράθεση με την ευρωπαϊκή ελίτ , η επιρροή κορυφαίων στελεχών, όπως του Πολ Τόμσεν αλλά και της ίδιας της Λαγκάρντ, στις αποφάσεις του ΔΝΤ υποχωρεί αισθητά μέχρι να ξεκαθαριστεί η στρατηγική του βασικού χρηματοδότη του, των ΗΠΑ. Ήδη αμερικανικά ΜΜΕ του υποδεικνύουν την πόρτα εξόδου (χαρακτηριστικό άρθρο του Ashoka Mody στο Bloomberg που χρεώνει στο ΔΝΤ παταγώδη αποτυχία στην Ελλάδα και προτείνει όχι μόνο να φύγει, αλλά και να διαγράψει το χρέος που του αναλογεί). Αν αυτό απηχεί τη θέση της αμερικανικής κυβέρνησης θα φανεί τη Δευτέρα.

 

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!