του Θανάση Μουσόπουλου*
Ο Γιώργος Σεφέρης ήταν από τους δημιουργούς που στα φοιτητικά μας χρόνια επί χούντας (1967-1972) ανήκε στα «αντιστασιακά» μας ενδιαφέροντα και όπλα. Τον Σεπτέμβρη του 1971 ήμουν στο τέταρτο έτος της Φιλοσοφικής. «Πέθανε ο Σεφέρης», ακούσαμε στο ραδιόφωνο. Άρχισα να γράφω ένα κείμενο. «Γιατί ξύπνησαν οι γάτες και τα φίδια… (Με το θάνατο του Γ. Σεφέρη) – 21/9/71». Και ένα ακόμη κείμενο εκείνες τις μέρες. Τότε διάβαζα τη συλλογή «Τρία Κρυφά Ποιήματα». Το κείμενό μου αυτό τέλειωσε τον Οκτώβρη 1971 και έχει τον τίτλο «Οιακισμός Γιώργου Σεφέρη – Προσέγγιση στο ποίημα “Πάνω σε μια χειμωνιάτικη Αχτίνα” από τη συλλογή “Τρία Κρυφά Ποιήματα” (Αθήνα 1966)». Τα δύο αυτά κείμενα δημοσιεύθηκαν σε μερικά χρόνια. Συγκεκριμένα, το 1977 στο βιβλίο που προανέφερα «Προσεγγίσεις – Η Τέχνη σκεύος».
Μιλώντας για τη μυθοποιημένη Γενιά του Τριάντα, αναφερόμαστε σε δημιουργούς που άλλαξαν πολλά πράγματα προς το καλύτερο στα θέματα πολιτισμού. Όταν ο Σεφέρης το 1969 στις 28 Μαρτίου στη δήλωσή του στο BBC πήρε θέση, αυτό ήταν μια «ένεση ενδυνάμωσης» για όλους μας. Ένα ουσιαστικό απόσπασμά του:
«Ὅλοι πιὰ τὸ διδάχτηκαν καὶ τὸ ξέρουν πὼς στὶς δικτατορικὲς καταστάσεις ἡ ἀρχὴ μπορεῖ νὰ μοιάζει εὔκολη, ὅμως ἡ τραγωδία περιμένει ἀναπότρεπτη στὸ τέλος. Τὸ δράμα αὐτοῦ τοῦ τέλους μᾶς βασανίζει, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, ὅπως στοὺς παμπάλαιους χοροὺς τοῦ Αἰσχύλου. Ὅσο μένει ἡ ἀνωμαλία, τόσο προχωρεῖ τὸ κακό.
Εἶμαι ἕνας ἄνθρωπος χωρὶς κανένα ἀπολύτως πολιτικὸ δεσμὸ, μπορῶ νὰ τὸ πῶ, μιλῶ χωρὶς φόβο καὶ χωρὶς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τὸν γκρεμὸ ὅπου μᾶς ὁδηγεῖ ἡ καταπίεση ποὺ κάλυψε τὸν τόπο. Αὐτὴ ἡ ἀνωμαλία πρέπει νὰ σταματήσει. Εἶναι ἐθνικὴ ἐπιταγή.
Τώρα ξαναγυρίζω στὴ σιωπή μου. Παρακαλῶ τὸ Θεὸ νὰ μὴ μὲ φέρει ἄλλη φορὰ σὲ παρόμοια ἀνάγκη νὰ ξαναμιλήσω».
***
Προτού αναφερθούμε στη ζωή και στο έργο του Γιώργου Σεφέρη, μια γενικότερη προσέγγιση από τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο, «Ο Γ. Σεφέρης, σήμερα», «Εις τα περίχωρα Αντιοχείας και Κερύνειας. Καβάφης – Σεφέρης», Ίκαρος, Αθήνα 2006:
«Ο Σεφέρης αποτελεί για τα ελληνικά δεδομένα μοναδική περίπτωση δημιουργού ο οποίος κατέγραψε με τρόπο μεθοδικό και με ρυθμό αδιάπτωτο την προσωπική του πορεία στην τέχνη της ποίησης και, γενικότερα, στην τέχνη της δημιουργικής γραφής. […] από πολύ νωρίς, από την ηλικία των 25 χρόνων, κατέγραφε στο ημερολόγιό του εντυπώσεις, ανησυχίες, αποσπάσματα από τα διαβάσματά του, συναντήσεις με φίλους και ομοτέχνους, παρατηρήσεις πάνω στην προσωπική του ζωή, σχόλια για τον δημόσιο βίο […] Για κανέναν άλλον ποιητή ή πεζογράφο μας δεν διαθέτουμε σε τόσην έκταση στοιχεία και πληροφορίες για τη γέννηση του έργου του. […] Ζώντας σε μιαν έντονη, ενδιαφέρουσα και περιπετειώδη εποχή, με αρκετές προσωπικές και οικογενειακές ταλαιπωρίες, παρακολουθεί ο ίδιος τον εαυτό του, “εκτίει τη δοκιμασία του”, όπως έχει λεχθεί, και μοιάζει σαν να θέλει να δικαιολογήσει ορισμένες πράξεις του, να μαρτυρήσει για την εποχή του. Πρόθεσή του δεν είναι να γράψει ιστορία, ούτε να σχολιάσει πολιτικά τα όσα συμβαίνουν γύρω του».
Αντίστοιχα, ο Γιώργης Γιατρομανωλάκης, «Ο βασιλιάς της Ασίνης», «Η ανασκαφή ενός ποιήματος», 1986, παρατηρεί: «Μια πρόχειρη αναζήτηση των “αφορμών” των περισσότερων σεφερικών ποιημάτων αποκαλύπτει τη μεγάλη σημασία που έχει για τον ποιητή κάποιος τόπος, φορτισμένος ή μη από την ιστορία ή τη μυθολογία. Ο τόπος κυρίως και όχι κάποιο περιστατικό είναι που τις περισσότερες φορές ερεθίζει και προκαλεί το ποίημα, απαγκιστρώνει και ταυτόχρονα μορφοποιεί το κρυμμένο βίωμα του ποιητή».
Ο Γιώργος Σεφέρης (πραγματικό όνομα: Γεώργιος Σεφεριάδης, γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου 1900 στα Βουρλά, στην Τουρκία. Το 1914 η οικογένεια μετανάστευσε στην Ελλάδα. Τότε άρχισε να γράφει ποιήματα. Το 1918 εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, από την οποία αποφοίτησε με διδακτορικό το 1924. Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1931 με την ποιητική συλλογή «Στροφή» η οποία προκάλεσε θετικές και αρνητικές αντιδράσεις στη λογοτεχνική κοινότητα γιατί γίνεται φανερή η διαφοροποίηση του από την ποίηση της γενιάς του 1920. Ακολούθησαν «Στέρνα» (1932), «Μυθιστόρημα» (1935), «Ημερολόγιο Καταστρώματος Α΄» (1940), «Τετράδιο Γυμνασμάτων» (1940), «Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄» (1944), «Κίχλη» (1947), «Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄» (1955) όπου ο ποιητής εμπνέεται από την Κύπρο. Το 1963, βραβεύεται με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Βασιλική Ακαδημία των Επιστημών. Το 1964 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και τον Ιούνιο του 1965 επίτιμος διδάκτωρ του Πρίνστον.
Στις 28 Μαρτίου 1969 μίλησε για πρώτη φορά δημόσια εναντίον της Χούντας και για το λόγο αυτό του αφαιρέθηκε ο τίτλος του πρέσβη επί τιμή, καθώς και το δικαίωμα χρήσης διπλωματικού διαβατηρίου. Απεβίωσε στις 20 Σεπτεμβρίου 1971. Η κηδεία του εξελίχθηκε σε σιωπηρή πορεία κατά της δικτατορίας. Αρκετοί συνθέτες έχουν μελοποιήσει ποιήματά του όπως οι: Μίκης Θεοδωράκης, Νίκος Μαμαγκάκης, Θάνος Μικρούτσικος, Γιώργος Κουρουπός κ.ά.
***
Στην επόμενη ενότητα θα παρουσιάσουμε την ομιλία του Σεφέρη κατά την απονομή του Νόμπελ, καθώς και κάποια ποιήματά του.
Θα κλείσουμε το πρώτο μέρος με μία επιστολή στην αγαπημένη του Μάρω (Μαρίκα Ζάννου, 1898-2000), όταν ο ποιητής την ερωτεύτηκε-παντρεύτηκαν το 1941.
Τετάρτη (13 Οκτωβρίου 1937)
Πήγα στη δουλειά μου. Λείπεις και σε γυρεύω, είσαι ολόκληρη η ζωή μου. Είναι δύσκολο να σου δώσω να καταλάβεις τώρα. Αν τύχει έπειτα από χρόνια και δώσει ο Θεός και μπορέσω να πω αυτό το παθητικό γύρισμα, το πόσο έχει γίνει ένα με τη ζωή μου.
Σήμερα είναι μια μέρα ύστερα από μήνες που αφήνω πάλι την καρδιά μου να μιλήσει, να πω τούτα τα ερωτικά λόγια με τα δάκρυα στα μάτια, αγαπημένη μου.
Και είναι από τις σπάνιες φορές που μιλώ για καρδιά και αίσθημα, χωρίς εκείνο το ελαφρύ αίσθημα ντροπής που με πιάνει να κοροϊδεύω τον εαυτό μου και να γελώ από δυσπιστία. Τι παράξενο που είναι.
Σήμερα το απόγευμα νιώθω κάτι σαν εκείνο τον παλμό που θα σπρώχνει τον άνθρωπο, όταν γράφει τα τελευταία του θελήματα, που βλέπει καθαρά πια πως όλα γύρω του δεν έχουν καμία σημασία, αφού είναι στο χέρι του να τα ξολοθρεύει σε λίγο, σαν κλείσει τα μάτια.
Γράφω σιγά και σε συλλογίζομαι. Συλλογίζομαι εσένα καθώς ζεις μέσα μου, πηγαίνεις, έρχεσαι και προφταίνεις την καθεμιά μου σκέψη.
Πού είσαι; Πώς είσαι; Τι κάνεις τούτη τη στιγμή; Πονείς; Ονειρεύεσαι; Συλλογίζεσαι; […] Παραλήρημα. Σ’ ευχαριστώ, αγαπημένη μου.
ΓΙΩΡΓΟΣ
* Ο Θανάσης Μουσόπουλος είναι φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής