ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Σταμάτη Μαυροειδή
Η συνέντευξη με τον ζωγράφο Γιάννη Γίγα έγινε στον Πολιτιστικό Χώρο «Φραντσίσκο ντε Μιράντα», στο ισόγειο του κτιρίου της Πρεσβείας της Βενεζουέλας στην Αθήνα*, όπου φιλοξενείται η έκθεσή του Αμύντορες Λαοφόροι: Το εικονοστάσι του αντιαποικιακού αγώνα. Ο Γιάννης Γίγας απεικονίζει μέσα από την τέχνη της αγιογραφίας μεγάλους αγωνιστές που με την πάλη τους έχουν καταστεί σύμβολα – από τον Σιμόν Μπολιβάρ και τον Εμιλιάνο Ζαπάτα ως τον Πατρίς Λουμούμπα και τον Τσε Γκεβάρα. Με την ευκαιρία, ας σημειώνουμε ότι ο Βενεζουελάνος Φραντσίσκο ντε Μιράντα ήταν ο πρώτος Λατινοαμερικάνος επαναστάτης που επισκέφθηκε την Ελλάδα, λίγο πριν ξεσπάσει η Επανάσταση του 1821. Ο Μιράντα υπήρξε πραγματικός φιλέλληνας κι αυτό διακρίνεται πολύ καθαρά στο ημερολόγιό του, όπου αποτυπώνει με οξυδέρκεια προς τα πού θα πήγαινε η κατάσταση αλλά και ποιες ήταν οι διαθέσεις των άσπονδων Ευρωπαίων «φίλων» της Ελληνικής Επανάστασης. Με δυο λόγια, ο χώρος είναι ιδανικός για τη φιλοξενία της συγκεκριμένης έκθεσης!
Τα έργα σας φαίνεται ότι πηγάζουν άμεσα από τη βυζαντινή τέχνη. Υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος που σας ώθησε στην τεχνική της αγιογραφίας;
Ξεκίνησα από τα δεκατέσσερά μου χρόνια να ασπάζομαι τις ιδέες της γαλλικής και της ευρωπαϊκής επανάστασης στις τέχνες: το μοντερνισμό, τον ντανταϊσμό, το σουρεαλισμό και τα κινήματα Αντιτέχνης. Έτυχε, ως μαθητής, να έχω φιλίες με μεγαλύτερους, φοιτητές τότε. Είμαι Πετροπουλιώτης, γέννημα-θρέμμα των δυτικών προαστίων. Στο Περιστέρι υπήρχε μια ομάδα, οι ελευθεριακοί κομμουνιστές, τους οποίους εμείς γνωρίσαμε ως άτομα αρχικώς και μετά πηγαίναμε στην πλατεία όπου είχαν στέκι και γίνονταν πολύ ωραίες συζητήσεις. Ενημερωθήκαμε για πολλά πράγματα, στρατευτήκαμε νωρίς, και λίγα χρόνια μετά κατέληξα αναρχοχριστιανός.
Στη Σχολή Καλών Τεχνών μπήκα σε μια πολύ ταραγμένη και ενδιαφέρουσα εποχή. Ζωγράφιζα τότε σουρεαλιστικά, μπορεί να πει κανείς, ψάχνοντας τις αρχές των κινημάτων – επειδή η βασική επανάσταση σε όλους τους χώρους είναι η αναζήτηση της αλήθειας. Επαναστατείς όταν βλέπεις ότι αυτό που σου προσφέρεται είναι ψεύτικο, είναι φούμαρα. Ανακάλυψα τη δική μας παραδοσιακή τέχνη, που τη λέμε βυζαντινή αλλά δεν είναι, διότι εκτός από τα Φαγιούμ συναντιέται στους Μακεδονικούς τάφους, καθώς και στα αρχαία αγάλματα, τα οποία ήταν ζωγραφισμένα με αυγοτέμπερα με το ίδιο ακριβώς τρόπο που χρησιμοποιήθηκε αργότερα από την αγιογραφία μας. Ανακάλυψα λοιπόν ότι κάθε φορά που η δυτική τέχνη προσπαθούσε να ανανεωθεί ή επαναστατούσε απέναντι στα ψέματά της, έκανε αναφορές στην ελληνική τέχνη, αλλά και σε άλλες – πάντα όμως τέχνες από την Ανατολή.
Γιατί κάνετε αυτόν το διαχωρισμό; Η αυθεντική τέχνη δεν έχει οικουμενικό χαρακτήρα;
Υποτίθεται, όπως είπατε, ότι η τέχνη είναι οικουμενική. Υποτίθεται καταρχάς, ότι η τέχνη είναι τέχνη. Στις μέρες μας όλα αυτά είναι πολύ αμφισβητήσιμα. Για μένα τέχνη είναι η προσπάθεια αναζήτησης και αποτύπωσης της προσωπικής αλήθειας μέσα στην κοινωνία. Και δεν λέω της ατομικής, λέω της προσωπικής, επειδή εμείς έχουμε μια φιλοσοφία που έχει πολλά να πει στην οικουμένη. Αναφέρομαι στη φιλοσοφία και τη θεολογία του Προσώπου. Και λέω θεολογία διότι η φιλοσοφία επί χίλια τόσα χρόνια ήταν θεολογία.
Τέχνη είναι η αναζήτηση της αλήθειας, ή απαντήσεις σε ερωτήματα που οδηγούν στην αλήθεια;
Καταρχάς δεν αναζητώ απαντήσεις σε ερωτήματα, αν και τα ερωτήματα μπαίνουν κάθε φορά όταν βλέπεις απέναντί σου ένα λευκό τελάρο ή έναν άσπρο τοίχο. Το πρώτο ερώτημα είναι πού θα ακουμπήσω, πώς θα σύρω, τι θέλω να κάνω – αν είσαι ειλικρινής βέβαια, γιατί αν δεν είσαι δεν έχεις τέτοια προβλήματα: κάνεις ό,τι ζητάει το κοινό! Αυτό που είναι σημαντικό είναι η πορεία προς μια αλήθεια, μια αλήθεια η οποία είναι δική σου επειδή έρχεται από τη σκοπιά και τα βιώματά σου, και είναι χρήσιμη για να συγκροτήσει τη συλλογική αλήθεια. Η πορεία –για μένα– είναι το σημαντικό.
Με την αναπαράσταση προτύπων του αντιαποικιοκρατικού αγώνα, ανακαλείτε ένα έλλειμμα των σύγχρονων καιρών;
Ζούμε την εποχή της αποδόμησης και της διάλυσης των πάντων, την εποχή της εντροπίας, όπου τα πάντα βαδίζουν στη σήψη… η οποία βέβαια είναι πολύ κερδοφόρα. Πρόκειται για διάλυση με κεντρικό σχεδιασμό, η οποία οδηγεί στα κέρδη των παγκόσμιων «σκραπάδων». Αυτή τη στιγμή το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, τα κέντρα αποφάσεων λειτουργούν ως «σκραπάδες» της ανθρωπότητας και του πλανήτη. Διαλύουν και ξεπουλάνε τα πάντα, οδηγώντας σε μια κατάσταση που δεν έχει μέλλον.
Η επιστροφή σε πρότυπα του τύπου των αγίων σε μια εποχή που δεν σκοτίζεται για θυσίες και ήρωες μπορεί να εμπνεύσει;
Καταρχάς δεν είναι δική μου ιδέα, είναι κι αυτή παραδοσιακή, επαναστατικής περιόδου ιδέα. Σε όλες τις παραδόσεις υπάρχει το πρότυπο. Γίνεται εικόνισμα, γίνεται αναφορά, γίνεται ιερό, αναφερόμαστε σ’ αυτό διότι λειτουργεί ως συνδετικό της κοινωνίας και ως πρότυπο για αναφορά. Αυτό υπήρχε στην παράδοσή μας κι εγώ το χρησιμοποίησα επειδή έχει αλήθεια, είναι ευκρινές και απεχθάνεται τα φούμαρα. Γιατί νομίζετε τη λάτρεψαν οι μοντέρνοι την αγιογραφία; Επειδή ήταν καθαρή τέχνη που δεν έλεγε ψέματα, ενώ η δυτική τέχνη είναι φορτωμένη ψέματα. «Μιλώ», λοιπόν, με τη ζωγραφική μου για πρόσωπα-πρότυπα που αναζήτησαν την αλήθεια με τον πιο ειλικρινή τρόπο.
Στο έργο σας υπάρχει έντονο το θρησκευτικό συναίσθημα. Πιστεύετε ότι η πίστη μπορεί να βρει κοινό βηματισμό με την πολιτική, να εγείρει το πολιτικό φρόνημα των ανθρώπων;
Εξαρτάται για τι μιλάμε: Ο σωστός τρόπος να μιλάμε για μερικά πράγματα είναι να τα λέμε με το όνομά τους. Η ορθόδοξη οπτική, το ορθόδοξο βίωμα, δεν είναι θρησκεία – είναι το βίωμα της πίστης. Η Εκκλησία δεν είναι ένα ίδρυμα, αλλά ένα δημοκρατικό κάλεσμα το οποίο έχουμε δεχτεί με βάση την πίστη μας. Μας ενώνει μια πίστη, και δημοκρατικά καλούμαστε να συμμετέχουμε στην κοινή ζωή και στις αποφάσεις. Με αυτήν την έννοια έχει να παίξει καθοριστικό ρόλο η πίστη και η Ορθοδοξία ως παράδοση. Τώρα, αν μιλάμε για τη θρησκεία των οργανώσεων, αν μιλάμε για το «ίδρυμα» Εκκλησία, τότε αναφερόμαστε σε άλλο πράγμα…
Σας ρώτησα αν μπορεί να υπάρξει μείξη πίστης και πολιτικής.
Βεβαίως και μπορεί, ο Τσάβες αυτό δεν έκανε; Δες τη Βενεζουέλα, τη θεολογία της απελευθέρωσης, δες τον Καμίλο Τόρες, την επίδραση της πίστης στη Λατινική Αμερική. Δεν λέω τη θρησκεία, λέω την πίστη.
Στην Ελλάδα τι βλέπετε, θα καταφέρουμε να σταθούμε στα πόδια μας ή θα σκλαβωθούμε;
Τώρα βιώνουμε ένα κρίσιμο σημείο: ή θα κάνουμε κάτι ή θα χαθούμε. Το πιστεύω ακράδαντα. Δεν πιστεύω στη βία και στο αίμα, αλλά θα το φέρουν οι συνθήκες κατά τον τρόπο που το λέει ο Κροπότκιν. Δηλαδή θα ξεσπάσει σαν καταιγίδα. Πιστεύω ότι θα γίνει κάτι πολύ βίαιο, θα είναι ανεξέλεγκτο, αθώοι θα χαθούν, αλλά και πολλοί ένοχοι. Φωτιά δηλαδή, που θα καθαρίσει κάποια πράγματα. Δεν το θέλω, θα προτιμούσα ένα παρατεταμένο αντάρτικο το οποίο σιγά-σιγά θα μπορούσε να οπλίσει την κοινωνία ώστε να ανθίσει και να αναγεννηθεί. Έχω την εντύπωση όμως ότι οι Έλληνες έχουν υποκύψει στο δυτικό παράδειγμα.
* Πρεσβεία της Μπολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας στην Ελλάδα, Χάρητος 6, Κολωνάκι (grecia.embajada.gob.ve)