Συγχαρητήρια για τη μεγάλη επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ και λέω ότι δεν ανησυχώ για το μέλλον. Αυτό που ξεκίνησε ο λαός, ο λαός θα το τελειώσει. (…)
Ξεκινάω με μια πρώτη γενική διαπίστωση: Η Ευρώπη είναι ένας οργανισμός σε βαθιά κρίση κι η Ελλάδα μια χώρα σε οριακή κατάσταση. Μια χώρα-πειραματόζωο, μια χώρα σε εκκρεμότητα, όπου η επίλυση των προβλημάτων διαρκώς αναβάλλεται. Η δημοκρατία απειλείται. Μνημόνιο -μ’ ό,τι περικλείει αυτή η σύμβαση- και δημοκρατία είναι ασυμβίβαστα πράγματα. Αυτή η διαπίστωση είναι πλέον κοινή πεποίθηση, τη συμμερίζεται η πλειοψηφία του λαού. Έτσι κι αλλιώς, όσο και αν προσπαθεί φιλότιμα η ΔΗΜΑΡ να εξωραΐσει την κατάσταση, δεν έχουμε δική μας κυβέρνηση.
Η δεύτερη διαπίστωση δεν είναι στον ίδιο βαθμό κοινή πεποίθηση: Ζωή, προκοπή, ευτυχία και υποτέλεια είναι ασυμβίβαστες. Όσο κι αν μας κακοφαίνεται, πιο διαδεδομένη είναι αντίληψη πως η Ελλάδα δεν μπορεί να ζήσει χωρίς συμμάχους και προστάτες. Είναι ένας αναγκαίος συμβιβασμός, λένε, και εκχωρούν την ελευθερία τους. Είναι μια αντίληψη που μας τυραννάει από πολύ παλιά, τόσο που μοιάζει διαρκής και ορθώνεται σαν ανυπέρβλητο εμπόδιο. Δεν είναι βέβαια αντίληψη που διαμόρφωσε ο κόσμος, είναι αντίληψη των παρασιτικών τάξεων. Γι’ αυτό κι ενώ όταν ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε «ναι, θέλω να κυβερνήσω», ο κόσμος τον αγκάλιασε και τον στήριξε, μόλις όμως η αντίδραση αναδιπλώθηκε πίσω από το δίλημμα «ευρώ-δραχμή», «Ευρώπη, προστάτες-απόβλητοι, απροστάτευτοι», περίπου το μισό των ενεργών ψηφοφόρων, ο υπόλοιπος κόσμος, ο όποιος κόσμος, αλλά γιατί να τον υποτιμούμε, αυτός είναι, προτίμησε το ρόλο του παρία από το ρόλο του αδέσποτου. Κι έτσι το τεράστιο άλμα του κόσμου με τον ΣΥΡΙΖΑ έμεινε μετέωρο. Παρόλη την ατέλεια της όμως ήταν μια υπέροχη και πρωτοφανής προσπάθεια, αν λάβουμε υπόψη και το τρομερό «τράκο» που έχει υποστεί αυτή η κοινωνία, που την έχει μετατοπίσει τόσο δεξιά, τόσο που ακόμη και οι ναζιστές να έχουν θεσμικό ρόλο. Αυτή η προσπάθεια άφησε μια πολύ μεγάλη παρακαταθήκη για το μέλλον.
Επομένως, αφού δείξαμε ότι θέλουμε να κυβερνήσουμε, παρά τις τόσες λοιδορίες και συκοφαντίες, και χωρίς κανένας εκπρόσωπός μας, πλην του αρχηγού, να καταφέρει να ολοκληρώσει μια φράση μέσα στο εχθρικό μπάχαλο που έστησε το υπουργείο Προπαγάνδας, δηλαδή τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης, μαζί με τους αντίπαλους μας, συν τους εθελοντές υπηρέτες τους της τελευταίας στιγμής συν τους κατόχους φανταστικών τίτλων ιδιοκτησίας του κομμουνιστικού κινήματος, τώρα πρέπει να δείξουμε ότι, ναι, θέλουμε και μπορούμε να αλλάξουμε τη χώρα και πως το πρόγραμμά μας είναι ρεαλιστικό, για την ακρίβεια είναι το μόνο ρεαλιστικό. Μας λένε απαξιωτικά ότι δεν είναι. Θα το δούμε. Πάντως το δικό τους δεν είναι τίποτα.
Ας θυμηθούμε τώρα μερικά από τα θέματα που έβαλε η Πλατεία Συντάγματος, που όπως πολύ σωστά την υπερασπίστηκε ο Κώστας Δουζίνας, ήταν «το πιο πολιτικό φαινόμενο». Η πλατεία ήταν στοιχειωμένη από αυτά τα θέματα, ο καθένας έστυβε το κεφάλι του για να βρει τη λύση και μια εντατική διαδικασία διαμόρφωσης συλλογικής συνείδησης και απελευθέρωσης λάβαινε διαρκώς χώρα, με τέτοια επιμονή που τα δακρυγόνα ήσαν ανίκανα να αναστείλουν.
Από τη μια η καταγγελία της οικονομικής δουλείας, η καταγγελία του εκφυλισμένου Κοινοβουλίου, της διαφθοράς, της διαπλοκής, των μικροσυμφερόντων, των δήθεν ισορροπιών και χειρισμών, του βολέματος, της κλεψιάς, της σπατάλης, της εκποίησης της χώρας, της κρατικής βίας. Και από την άλλη η απαίτηση για τιμωρία των ενόχων, για απαλλαγή από τα χρέη, για ανεξαρτησία, δικαιοσύνη, άμεση δημοκρατία, νέο σύνταγμα, αξιοκρατία, κοντολογίς απελευθέρωση από όλα τα δεσμά που κρατούν τη χώρα φυλακισμένη και τις δυνάμεις της καθηλωμένες.
Νομίζω ότι όλα αυτά αρκούν για να διαμορφωθεί η γραμμή και το κίνημα. Αρκεί να τα πιστέψουμε βαθιά και να τα τηρήσουμε. Και βέβαια να στηρίξουμε και να στηριχτούμε στις δυνάμεις που έχουν γνήσιο συμφέρον να δημιουργήσουν μια νέα Ελλάδα και που θα είναι οι κινητήριες δυνάμεις της. Δηλαδή τις όποιες παραγωγικές δυνάμεις έχουν απομείνει σ΄ αυτή τη χώρα, που σήμερα είναι καταφρονεμένες και άνεργες, αλλά που μόνο αν βγουν αυτές στο προσκήνιο θα δούμε σωτηρία.
Στο μεταξύ, όπως είπε κι ένας σύντροφος, πρέπει να φροντίσουμε για τα καθημερινά προβλήματα του κόσμου. Να αγωνιστούμε ενάντια σε κάθε απόπειρα εκποίησης του συλλογικού πλούτου μας, να οργανώσουμε εστίες αντίστασης ενάντια στα χρέη και στις κατασχέσεις, να προστατέψουμε τη στέγη των ανθρώπων, να οργανωθούμε στους τόπους δουλειάς όπου κυριαρχεί το στύψιμο κάθε εργατικής ικμάδας και το άθλιο καθεστώς της εργασίας χωρίς ωράρια και δικαιώματα, να στηρίξουμε τους άνεργους να βγουν από το περιθώριο και να διεκδικήσουν την επιβίωσή τους, να φροντίσουμε για εναλλακτικά δίκτυα διάθεσης τροφίμων, να ενθαρρύνουμε κάθε εναλλακτικό τρόπο αυτοοργάνωσης, αυτοπαραγωγής και αυτοκατανάλωσης, δηλαδή να στηρίξουμε το στήσιμο των πυρήνων μιας αυριανής κοινωνίας, να βοηθήσουμε να φανεί μια αχτίδα φωτός και ελπίδας. Κι αυτά όλα όχι με τη λογική της πρωτοπορίας, της καθοδήγησης και της εργολαβικής δράσης, αλλά ξεκόβοντας όπως είπαμε από τη λογική της ανάθεσης, υιοθετώντας τη λογική της αφομοίωσης μέσα στη συλλογική δράση, προσελκύοντας τα πιο κοφτερά μυαλά και τα πιο δραστήρια μέλη της κοινωνίας μας. Κι ας μας πουν ουτοπικούς.
Η ηθική μου σαν άτομο είναι να μην προδώσω την επιθυμία μου.
Η ηθική της τάξης μου είναι να μην προδώσει την επιθυμία της.
Η ηθική της Αριστεράς είναι να μην προδώσει την επιθυμία της.
Λένε πως η Αριστερά ή είναι δημοκρατική ή δεν είναι Αριστερά.
Λέω πως Αριστερά ή είναι ανατρεπτική ή δεν είναι Αριστερά.
Οι φράσεις αυτές φυσικά δεν πρέπει να γίνουν αντιληπτές σαν θρησκευτικές εντολές, αλλά σαν συνειδητή στάση.
Η δεύτερη διαπίστωση δεν είναι στον ίδιο βαθμό κοινή πεποίθηση: Ζωή, προκοπή, ευτυχία και υποτέλεια είναι ασυμβίβαστες. Όσο κι αν μας κακοφαίνεται, πιο διαδεδομένη είναι αντίληψη πως η Ελλάδα δεν μπορεί να ζήσει χωρίς συμμάχους και προστάτες. Είναι ένας αναγκαίος συμβιβασμός, λένε, και εκχωρούν την ελευθερία τους. Είναι μια αντίληψη που μας τυραννάει από πολύ παλιά, τόσο που μοιάζει διαρκής και ορθώνεται σαν ανυπέρβλητο εμπόδιο. Δεν είναι βέβαια αντίληψη που διαμόρφωσε ο κόσμος, είναι αντίληψη των παρασιτικών τάξεων. Γι’ αυτό κι ενώ όταν ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε «ναι, θέλω να κυβερνήσω», ο κόσμος τον αγκάλιασε και τον στήριξε, μόλις όμως η αντίδραση αναδιπλώθηκε πίσω από το δίλημμα «ευρώ-δραχμή», «Ευρώπη, προστάτες-απόβλητοι, απροστάτευτοι», περίπου το μισό των ενεργών ψηφοφόρων, ο υπόλοιπος κόσμος, ο όποιος κόσμος, αλλά γιατί να τον υποτιμούμε, αυτός είναι, προτίμησε το ρόλο του παρία από το ρόλο του αδέσποτου. Κι έτσι το τεράστιο άλμα του κόσμου με τον ΣΥΡΙΖΑ έμεινε μετέωρο. Παρόλη την ατέλεια της όμως ήταν μια υπέροχη και πρωτοφανής προσπάθεια, αν λάβουμε υπόψη και το τρομερό «τράκο» που έχει υποστεί αυτή η κοινωνία, που την έχει μετατοπίσει τόσο δεξιά, τόσο που ακόμη και οι ναζιστές να έχουν θεσμικό ρόλο. Αυτή η προσπάθεια άφησε μια πολύ μεγάλη παρακαταθήκη για το μέλλον.
Επομένως, αφού δείξαμε ότι θέλουμε να κυβερνήσουμε, παρά τις τόσες λοιδορίες και συκοφαντίες, και χωρίς κανένας εκπρόσωπός μας, πλην του αρχηγού, να καταφέρει να ολοκληρώσει μια φράση μέσα στο εχθρικό μπάχαλο που έστησε το υπουργείο Προπαγάνδας, δηλαδή τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης, μαζί με τους αντίπαλους μας, συν τους εθελοντές υπηρέτες τους της τελευταίας στιγμής συν τους κατόχους φανταστικών τίτλων ιδιοκτησίας του κομμουνιστικού κινήματος, τώρα πρέπει να δείξουμε ότι, ναι, θέλουμε και μπορούμε να αλλάξουμε τη χώρα και πως το πρόγραμμά μας είναι ρεαλιστικό, για την ακρίβεια είναι το μόνο ρεαλιστικό. Μας λένε απαξιωτικά ότι δεν είναι. Θα το δούμε. Πάντως το δικό τους δεν είναι τίποτα.
Ας θυμηθούμε τώρα μερικά από τα θέματα που έβαλε η Πλατεία Συντάγματος, που όπως πολύ σωστά την υπερασπίστηκε ο Κώστας Δουζίνας, ήταν «το πιο πολιτικό φαινόμενο». Η πλατεία ήταν στοιχειωμένη από αυτά τα θέματα, ο καθένας έστυβε το κεφάλι του για να βρει τη λύση και μια εντατική διαδικασία διαμόρφωσης συλλογικής συνείδησης και απελευθέρωσης λάβαινε διαρκώς χώρα, με τέτοια επιμονή που τα δακρυγόνα ήσαν ανίκανα να αναστείλουν.
Από τη μια η καταγγελία της οικονομικής δουλείας, η καταγγελία του εκφυλισμένου Κοινοβουλίου, της διαφθοράς, της διαπλοκής, των μικροσυμφερόντων, των δήθεν ισορροπιών και χειρισμών, του βολέματος, της κλεψιάς, της σπατάλης, της εκποίησης της χώρας, της κρατικής βίας. Και από την άλλη η απαίτηση για τιμωρία των ενόχων, για απαλλαγή από τα χρέη, για ανεξαρτησία, δικαιοσύνη, άμεση δημοκρατία, νέο σύνταγμα, αξιοκρατία, κοντολογίς απελευθέρωση από όλα τα δεσμά που κρατούν τη χώρα φυλακισμένη και τις δυνάμεις της καθηλωμένες.
Νομίζω ότι όλα αυτά αρκούν για να διαμορφωθεί η γραμμή και το κίνημα. Αρκεί να τα πιστέψουμε βαθιά και να τα τηρήσουμε. Και βέβαια να στηρίξουμε και να στηριχτούμε στις δυνάμεις που έχουν γνήσιο συμφέρον να δημιουργήσουν μια νέα Ελλάδα και που θα είναι οι κινητήριες δυνάμεις της. Δηλαδή τις όποιες παραγωγικές δυνάμεις έχουν απομείνει σ΄ αυτή τη χώρα, που σήμερα είναι καταφρονεμένες και άνεργες, αλλά που μόνο αν βγουν αυτές στο προσκήνιο θα δούμε σωτηρία.
Στο μεταξύ, όπως είπε κι ένας σύντροφος, πρέπει να φροντίσουμε για τα καθημερινά προβλήματα του κόσμου. Να αγωνιστούμε ενάντια σε κάθε απόπειρα εκποίησης του συλλογικού πλούτου μας, να οργανώσουμε εστίες αντίστασης ενάντια στα χρέη και στις κατασχέσεις, να προστατέψουμε τη στέγη των ανθρώπων, να οργανωθούμε στους τόπους δουλειάς όπου κυριαρχεί το στύψιμο κάθε εργατικής ικμάδας και το άθλιο καθεστώς της εργασίας χωρίς ωράρια και δικαιώματα, να στηρίξουμε τους άνεργους να βγουν από το περιθώριο και να διεκδικήσουν την επιβίωσή τους, να φροντίσουμε για εναλλακτικά δίκτυα διάθεσης τροφίμων, να ενθαρρύνουμε κάθε εναλλακτικό τρόπο αυτοοργάνωσης, αυτοπαραγωγής και αυτοκατανάλωσης, δηλαδή να στηρίξουμε το στήσιμο των πυρήνων μιας αυριανής κοινωνίας, να βοηθήσουμε να φανεί μια αχτίδα φωτός και ελπίδας. Κι αυτά όλα όχι με τη λογική της πρωτοπορίας, της καθοδήγησης και της εργολαβικής δράσης, αλλά ξεκόβοντας όπως είπαμε από τη λογική της ανάθεσης, υιοθετώντας τη λογική της αφομοίωσης μέσα στη συλλογική δράση, προσελκύοντας τα πιο κοφτερά μυαλά και τα πιο δραστήρια μέλη της κοινωνίας μας. Κι ας μας πουν ουτοπικούς.
Η ηθική μου σαν άτομο είναι να μην προδώσω την επιθυμία μου.
Η ηθική της τάξης μου είναι να μην προδώσει την επιθυμία της.
Η ηθική της Αριστεράς είναι να μην προδώσει την επιθυμία της.
Λένε πως η Αριστερά ή είναι δημοκρατική ή δεν είναι Αριστερά.
Λέω πως Αριστερά ή είναι ανατρεπτική ή δεν είναι Αριστερά.
Οι φράσεις αυτές φυσικά δεν πρέπει να γίνουν αντιληπτές σαν θρησκευτικές εντολές, αλλά σαν συνειδητή στάση.
Σχόλια