Δυο συναφή ζητήματα τα οποία θα πρέπει να μπουν στην ημερήσια διάταξη του διαλόγου των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς είναι τα εξής: Πρώτο εκείνο της μορφής οργάνωσης που απαιτείται όχι μόνον για να κερδίσει η επανάσταση, αλλά να ζήσει και να οδηγήσει στην κοινωνία της χειραφέτησης. Δεύτερο, στο βαθμό που δεν αποδεχόμαστε τη λογική «να ανατρέψουμε τον καπιταλισμό δίχως να πάρουμε την εξουσία», πώς είναι δυνατόν να διασφαλιστεί, έτσι ώστε αυτή η μεταβατική προς το μη κράτος εξουσία, να μην αυτονομηθεί όπως έγινε επί «υπαρκτού».
Στην πραγματικότητα πρόκειται για δυο ζητήματα γύρω από τα οποία ξεκίνησε ένας διάλογος ανάμεσα στον Μαρξ και τον Μπακούνιν από την εποχή της πρώτης Διεθνούς, με αφορμή την κριτική που άσκησε ο Μπακούνιν στις θέσεις του Μαρξ και δη στο σοσιαλιστικό κράτος που εκείνος πρότεινε.
Αυτός ο διάλογος, όμως, δυστυχώς πήρε το χαρακτήρα πολεμικής και ουδέποτε πήγε σε βάθος. Έτσι, το πρόβλημα του κινδύνου της μετατροπής είτε του κομματικού είτε του κρατικού μηχανισμού, από μέσα απελευθέρωσης σε νέους δυνάστες συνέχισε -τουλάχιστον θεωρητικά- να παραμένει άλυτο.
Το ίδιο συνέβη και στη συνέχεια, παρ’ όλο που η ηρωική Κομμούνα του Παρισιού, στην πράξη πια, πήρε σημαντικά μέτρα τα οποία αποσκοπούσαν στη μη απόσπαση των διαχειριστών της εξουσίας και τη μη μετατροπή της Κομμούνας από γενική δύναμη του λαού, σε ειδική δύναμη που στέκει πάνω από την κοινωνία και την εμποδίζει να αναπτυχθεί ελεύθερα.
Θυμίζω ότι πέρα από το θεμελιακό μέτρο του τσακίσματος του αστικού κρατικού μηχανισμού αυτά τα μέτρα ήταν:
– Η κατάργηση του μόνιμου στρατού και η αντικατάστασή του από τον ένοπλο λαό,
– η απογύμνωση της αστυνομίας από τις πολιτικές της λειτουργίες και η μετατροπή της σε, ανά πάσα στιγμή, ανακλητή εκτελεστική υπηρεσία,
– η αντικατάσταση του αστικού κοινοβουλευτισμού από εργαζόμενα σώματα, νομοθετικά και εκτελεστικά ταυτόχρονα, που θα εκδίδουν νόμους και θα τους εφαρμόζουν και των οποίων οι συμμετέχοντες θα συνεχίσουν να έχουν την ιδιότητα τους ως εργαζόμενοι και δεν θα μετατρέπονται σε επαγγελματίες πολιτικούς,
– η αποκεντρωμένη οργάνωση με βάση την Κομμούνα, αναβιώνοντας έτσι το καθεστώς των κοινοτήτων του Μεσαίωνα και γενικότερα μορφές άμεσης δημοκρατίας,
– η αιρετότητα, όλων των θέσεων της διοίκησης, της δικαιοσύνης και της παιδείας,
– η εναλλαγή των δημοσίων υπαλλήλων,
– η ανά πάσα στιγμή ανακλητότητα τους,
– η απόδοση σε αυτούς μιας δεσμευτικής εντολής,
– η αμοιβή τους με ένα μισθό ίσο με εκείνο των υπόλοιπων εργαζομένων.
– Η κατάργηση του μόνιμου στρατού και η αντικατάστασή του από τον ένοπλο λαό,
– η απογύμνωση της αστυνομίας από τις πολιτικές της λειτουργίες και η μετατροπή της σε, ανά πάσα στιγμή, ανακλητή εκτελεστική υπηρεσία,
– η αντικατάσταση του αστικού κοινοβουλευτισμού από εργαζόμενα σώματα, νομοθετικά και εκτελεστικά ταυτόχρονα, που θα εκδίδουν νόμους και θα τους εφαρμόζουν και των οποίων οι συμμετέχοντες θα συνεχίσουν να έχουν την ιδιότητα τους ως εργαζόμενοι και δεν θα μετατρέπονται σε επαγγελματίες πολιτικούς,
– η αποκεντρωμένη οργάνωση με βάση την Κομμούνα, αναβιώνοντας έτσι το καθεστώς των κοινοτήτων του Μεσαίωνα και γενικότερα μορφές άμεσης δημοκρατίας,
– η αιρετότητα, όλων των θέσεων της διοίκησης, της δικαιοσύνης και της παιδείας,
– η εναλλαγή των δημοσίων υπαλλήλων,
– η ανά πάσα στιγμή ανακλητότητα τους,
– η απόδοση σε αυτούς μιας δεσμευτικής εντολής,
– η αμοιβή τους με ένα μισθό ίσο με εκείνο των υπόλοιπων εργαζομένων.
Παρ’ όλα αυτά, σαφώς και λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούσαν εκεί και πιο ειδικά του χαμηλού επιπέδου ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών δυνάμεων, του χαμηλού επιπέδου κοινωνικοποίησης της αγροτικής, κυρίως, παραγωγής, του χαμηλού πολιτιστικού επιπέδου, της μη δημοκρατικής παράδοσης κ.λπ. κατά την πρώτη απόπειρα κατάκτησης της κοινωνίας της χειραφέτησης το 1917 δεν στάθηκε δυνατόν να μην επιβεβαιωθεί, εν τοις πράγμασι, η μπακουνική κριτική. Και αυτό άρχισε, όπως ο ίδιος παραδέχεται από την εποχή του Λένιν, για να πάρει μια εκτρωματική μορφή κατά τη σταλινική περίοδο και μια πιο ήπια από αυτήν, μετά το 1956. Το συμπέρασμα είναι ότι αν δεν θέλουμε, για άλλη μια φορά, να ζήσουμε τον ανυπέρβλητο κύκλο της κόλασης που δημιουργεί το μεταβατικό στάδιο όταν παραμείνει εγκλωβισμένο στον εαυτό του σαν να ήταν αυτό ο τελικός στόχος, χρειάζεται πέρα από τις όποιες προκαταλήψεις και δογματισμούς να λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν μας την μπακουνική κριτική.
Γιώργος Ρούσης ,
καθηγητής Παντείου
καθηγητής Παντείου
Σχόλια