Η κατάργηση της ΕΡΤ έθεσε ξαφνικά και με πολύ μεγάλη ένταση, μεταξύ άλλων, το ζήτημα του ρόλου της τηλεόρασης και της ανάγκης να δημιουργήσουμε ένα εναλλακτικό κανάλι επικοινωνίας, ενημέρωσης και πολιτισμού.

Τα γεγονότα επιβεβαίωσαν ότι χρειαζόμαστε ένα κανάλι όχι μόνο για να ενημερώνεται καλύτερα ο πολίτης που υφίσταται ένα διαρκή βομβαρδισμό παραπληροφόρησης και εξουθένωσης του πολιτισμικού του υπόβαθρου, αλλά και για να είμαστε καλύτερα εξοπλισμένοι στον αγώνα μας για την αποτροπή της καταρράκωσης των στοιχειωδών στοιχείων δημοκρατίας που διαθέτει το πολιτικό μας σύστημα. Να είμαστε έτοιμοι και κατάλληλα εξοπλισμένοι για να αντιμετωπίσουμε τις κρίσεις που δημιουργούν οι ολιγάρχες και διαχειρίζονται οι εκλεγμένοι υπάλληλοί τους, κυβερνητικοί και κοινοβουλευτικοί με τη συνδρομή των δημοσιογράφων.
Κατ’ αρχήν, χωρίς την ΕΡΤ, η εξάρτηση της Αριστεράς από τους εργολάβους καναλάρχες γίνεται ακόμα πιο ασφυκτική. Γιατί, στα κρατικά κανάλια, ακόμα και κάτω από την επιτήρηση της κυβέρνησης, οι όροι διαλόγου δεν είναι μεν ιδανικοί, αλλά είναι καλύτεροι απ’ αυτούς που επικρατούν στα μεγάλα ιδιωτικά κανάλια. Μέχρι σήμερα, από τον Βαρδινογιάννη, τον Μπόμπολα και τον Κυριακού, διά μέσου των υπαλλήλων τους, εξαρτάται ο βαθμός και ο τρόπος εκπροσώπησης της Αριστεράς στα κανάλια «τους». Και αυτό, συνειδητά ή ασυνείδητα, δημιουργεί και μια εξάρτηση των προσώπων που εκπροσωπούν την Αριστερά στα κανάλια. Για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, μπορεί όσοι εμφανίζονται στα ιδιωτικά κανάλια να ικανοποιούν τις ανάγκες τους για έκφραση, αλλά αυτή η έκφραση ξέρουμε ότι είναι αυτολογοκριμένη. Μέσα στα χρόνια, ο πολιτικός που εμφανίζεται στα μεγάλα ιδιωτικά κανάλια μαθαίνει να εκφράζεται μέσα στο πλαίσιο που καθορίζουν οι καναλάρχες. Ξέρει ότι εάν, για παράδειγμα, μιλήσει εναντίον των ολιγαρχών, με στοιχεία για τη διαπλοκή τους, δεν πρόκειται να τον ξανακαλέσουν στο Mega ή στο Σκάι. Δεν μπορεί να μιλήσει για το λαθρεμπόριο πετρελαίου, ούτε για τους αυτοκινητόδρομους που υπερτιμολογούνται και δεν τελειώνουν ποτέ.
Η εμφάνιση κάθε πολιτικού στα κανάλια προϋποθέτει τη σιωπηρή αποδοχή των όρων λογοκρισίας που απαρέγκλιτα επιβάλλουν οι καναλάρχες και τα φερέφωνά τους. Γι’ αυτό, συζητήσεις για την Κερατέα, τις Σκουριές και τα διόδια, στα οποία εμπλέκεται ο Μπόμπολας, δεν έγιναν ποτέ στα κανάλια. Όπως και για τις δίκες του Μελισσανίδη για το λαθρεμπόριο πετρελαίου. Και είναι πολύ μεγάλη η λίστα των απαγορευμένων «ουσιών» στα ιδιωτικά κανάλια. Λογοκρισία που μεταφέρεται και στα κρατικά κανάλια, εξαιτίας της διαπλοκής των κυβερνώντων, του φόβου των δημοσιογράφων να μπουν σε κόκκινες ζώνες και των πολιτικών να πέσουν στη δυσμένεια των καναλαρχών. Για να μην αλλοτριωθούμε, λοιπόν, όλοι μας, εντελώς, χρειαζόμαστε τα δικά μας κανάλια επικοινωνίας. Είναι πολύ σημαντικό, ειδικά σε εποχές εθνικής καταστροφής, με τη διασφάλιση της σωστής ενημέρωσης των πολιτών και την υπεράσπιση του πολιτισμού, να διασφαλίζεται και ο λόγος της Αριστεράς, ανεμπόδιστα και αναλυτικά, χωρίς λογοκρισία και μισόλογα.

Πρόληψη και στρατηγική
Η θερινή επίθεση στην ΕΡΤ, μας βρήκε χωρίς ένα εναλλακτικό κανάλι. Εάν οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ δεν είχαν αντιδράσει τόσο ακαριαία και αποτελεσματικά, και εάν δεν είχε εκφραστεί τόσο δυναμικά και αυθόρμητα η συμπαράσταση πάρα πολλών πολιτών, είναι εύκολο να φανταστούμε πόσο ανώδυνα θα είχε περάσει το μαύρισμά της από τα κανάλια των εργολάβων. Η Αριστερά έτρεξε επικουρικά, όπως έτρεξε στις πλατείες, εκ των υστέρων.
Θα μπορούσε ο 902 να είναι αυτός ο σταθμός. Αλλά το ΚΚΕ δεν μπόρεσε να τον κάνει ένα μέσο αξιώσεων με εμβέλεια, ούτε τον ήθελε ανοιχτό σε όλους, πλουραλιστικό. Και, αν και είναι σημαντικό ότι ανέλαβε την αναμετάδοση των εκπομπών της μαυρισμένης ΕΡΤ, δεν διαφαίνεται, προς το παρόν τουλάχιστον, ότι θα υπάρξει κάποια γενικότερη αλλαγή γραμμής στο εγγύς μέλλον.
Αυτή η κρίση ανέδειξε με πανηγυρικό τρόπο το τεράστιο πρόβλημα επικοινωνίας, ενημέρωσης και πολιτισμού που υφίσταται στην Ελλάδα. Ανέδειξε και την αδυναμία της Αριστεράς και των κινημάτων να ανταποκρίνονται αφενός με προληπτικό τρόπο και αφενός με πιο στρατηγική αντίληψη στις μεγάλες ανάγκες που καθορίζονται από την ίδια τη ζωή.
Η πρότασή μας να στήσουμε ένα τηλεοπτικό κανάλι, αριστερό, εναλλακτικό, έχει συντριπτική αποδοχή μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αποδεικτικό το γεγονός ότι από τους 500 περίπου συνέδρους στη μεγάλη Συνδιάσκεψη του περασμένου Δεκεμβρίου στους οποίους πρόλαβα να προτείνω το χαρτί των υπογραφών υπέρ του σχετικού αιτήματος, υπέγραψαν με προθυμία έως και ενθουσιασμό οι 497! Την ίδια μεγάλη ανταπόκριση βρήκα στους ακροατές της εκπομπής μου Στο Κόκκινο, αλλά και παραέξω στον κόσμο της Αριστεράς. Αντιθέτως, η πρόταση δεν φάνηκε να έχει την ίδια απήχηση στα κλιμάκια που παίρνουν τις αποφάσεις.
Μα είναι εύκολο; ρωτούν πολλοί. Όχι, δεν είναι εύκολο, αλλά είναι εφικτό. Εξάλλου, από πότε η ευκολία είναι προϋπόθεση για να κάνουμε κάτι που είναι σωστό και αναγκαίο;
Χρειάζονται λεφτά, χρειάζονται εθελοντές με γνώση, ικανότητες και ταλέντο, χρειάζεται υλικό, χρειάζεται και συχνότητα. Αλλά, πάνω απ’ όλα, χρειάζεται πολιτική βούληση. Εμείς, τι έχουμε απ’ αυτά; Ας τα βάλουμε κάτω κι ας τα δούμε σοβαρά, το ταχύτερο, πριν πέσει το βουνό και μας καταπλακώσει!

(Συνεχίζεται…)

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!