Σαράντα επτά, αισίως. Στο μεσοστράτι της ζωής – ή και λίγο παραπέρα. Χαρμολύπη, γλυκόπικρη γεύση, και δεν έχω άλλον τρόπο να το πω: ακούστε προσεκτικά το συμφωνικό ποίημα του Μποροντίν «Στις Στέπες της Κεντρικής Ασίας», και θα καταλάβετε τι εννοώ. Ματαιώσεις και αγωνίες να βάλεις στην τσέπη, αίσθηση τελεσίδικου (τα όνειρά μας ή θα πραγματοποιηθουν τώρα ή ποτέ), μόνιμη αίσθηση ανεστιότητας και ψυχικής κόπωσης. Too old to rock ‘n‘roll, too young to die. Αλλά και χαρές που σε κάνουν μερικές φορές να γνωρίζεις ότι είσαι αιώνιος, όπως ακριβώς το εννοούσε ο άγιος αποσυνάγωγος – sentimus experimurque nos eternos esse. Οι μαθητές σου στο σχολείο, οι φοιτητές σου στο Κολέγιο και στο Πανεπιστήμιο, που καμαρώνεις να τους βλέπεις να βγαίνουν δειλά-δειλά από το καβούκι τους και να ενηλικιώνονται πνευματικά. Η γυναίκα σου, που εξακολουθείς να ευφραίνεσαι στην κοινή σας κλίνη – κι όσο μεγαλώνει, τόσο να ομορφαίνει. Ρωτήστε την, ειλικρινά δεν ξέρω ποιο είναι το μυστικό της. Η κορούλα σου, ενσαρκωμένη ελπίδα ενός κόσμου καλύτερου από το χάος που παρέλαβες – ακόμα αναρωτιέμαι πώς εισέβαλε στη ζωή μου. Φίλοι καρδιακοί και αδελφικοί, που ακόμα κι αν χάθηκαν προς στιγμήν, δεν έχασαν επεισόδιο, ούτε λάκισαν στη στραβή. Μουσικές που δεν έχασαν τη γοητεία τους, αγαπημένοι στοχαστές και βιβλία που εξακολουθούν να παρηγορούν την αυθόρμητη ροπή μου προς τη μελαγχολία – παρά την πολυχρησία και τη σκόνη τους.
Τώρα που το ξανασκέφτομαι, η σοδειά κάθε άλλο παρά είναι πενιχρή. Κι αν εξαιρέσεις τη σκουπιδοχώρα, που ποτέ μου δεν αγάπησα και ποτέ της δεν με αγάπησε, ελάχιστα θαρρώ είναι τα πράγματα για τα οποία μετανιώνω. Και πάλι να ξαναζούσα, τις ίδιες επιλογές θα έκανα, στις ίδιες εμμονές θα ρίζωνα, στα ίδια λάθη θα ξέβραζα. Κανέναν δεν κατηγορώ για το εσωτερικό μου άγαλμα. Όσο για τους ανθρώπους που με πλήγωσαν και με αδίκησαν, δεν τρέφω μήτε περιφρόνηση, μήτε μνησικακία. Απλά τους έχω πια ξεχάσει – τους άφησα να παρασυρθούν στη λήθη, όπως ακριβώς το χαλικάκι μες στο ρεύμα.
Να σημειώσω, τέλος, πόσο περήφανος είμαι για την ακράδαντη μέσα μου βεβαιότητα ότι κατάφερα να ξεπεράσω τους δασκάλους μου –με μοναδική εξαίρεση, τον πνευματικό μου πατέρα, Σάββα Μιχαήλ. Αλλά να είσαι αιώνιος φοιτητής του Σάββα δεν το ’χω καθόλου για σημάδι καθήλωσης. Μάλλον το λογίζω για εύσημο και περγαμηνή. Με όλες τις διαφωνίες και τις εμμονές μας.
Αυτά, σαν μία ελάχιστη ανταπόκριση στα τεσαρακοστά έβδομα γενέθλιά μου, φίλοι και σύντροφοι εν Χριστώ. Ελπίζοντας πάντοτε στο πιο ποιητικό, το πιο ουτοπικό και το πιο σπάταλο.