Παραπλανητική εικόνα η αντιπαράθεση με την πολιτική της Μέρκελ
Σφοδρές,χαρακτηρίζονται από τον παγκόσμιο Τύπο οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα στις κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Ιταλίας με το Βερολίνο σχετικά με την ανάγκη «τερματισμού» των πολιτικών της λιτότητας στις χώρες τους και στην Ευρώπη γενικότερα. Σοβαρές παρουσιάζονται οι διαφορές ανάμεσα στα μέτρα λιτότητας που επιβάλει η Ε.Ε. υπό τις οδηγίες Μέρκελ και τις πολιτικές δημοσιονομικής χαλάρωσης που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ σήμερα ή η Ιαπωνία παλαιότερα. Στο έδαφος αυτών των αντιπαραθέσεων καλλιεργούνται αντίστοιχες παραπλανητικές ψευδαισθήσεις για τη δήθεν δυνατότητα συγκρότησης μετώπων και συμμαχιών ανάμεσα σε κυβερνήσεις, που μάλιστα πιστοποιούν σήμερα αλλαγή συσχετισμών ή κλίματος στη Ευρώπη.
Οι πρόσφατες εκβιαστικές δηλώσεις της γερμανικής κυβέρνησης και του εκπρόσωπου του Λευκού Οίκου μας προσγειώνουν στο έδαφος της πραγματικότητας. Η επίσπευση των Ολάντ-Ρέντσι να εναρμονιστούν στα κελεύσματα των ισχυρών του δυτικού κόσμου διαλύει όποιες εντυπώσεις είχαν καλλιεργηθεί.
Οι καλλιεργούμενοι μύθοι θα είχαν μικρή σημασία αν δεν δημιουργούσαν, αντίστοιχα, επικίνδυνες ψευδαισθήσεις ότι το έργο της ελληνικής κυβέρνησης θα είναι εύκολο ή ακόμα χειρότερα ότι ως χώρα και λαός θα ξεπεράσουμε εύκολα τους καταναγκασμούς των μνημονίων και τους εκβιασμούς του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου και του ΔΝΤ.
Μέτρα δεκάδων δισεκατομμυρίων σε Ιταλία, Γαλλία
Η πραγματικότητα βεβαιώνει ότι οι λεγόμενες χώρες πυλώνες της αντι-λιτότητας είναι πρωταθλητές στις πολιτικές λιτότητας. Η αντιπαράθεση με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο σχετίζεται, αποκλειστικά, είτε με τους ρυθμούς επιβολής των μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας ή με την αναγκαία «σκόνη» που πρέπει να σηκώσουν οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών για να περιορίσουν το πολιτικό κόστος των επιλογών τους και την αμφισβήτηση που γεννούν οι πολιτικές τους.
Η γαλλική κυβέρνηση παρουσίασε, τον περασμένο Οκτώβρη, τον Προϋπολογισμό του 2015. Σύμφωνα με αυτόν προβλέπονται περικοπές δαπανών ύψους 21 δισ. ευρώ. Τα ποσά αυτά θα εξασφαλιστούν με τη μείωση των κρατικών δαπανών κατά 7,7 δισεκατομμύρια, ενώ τα υπόλοιπα θα καλυφθούν από περικοπές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και την κοινωνική ασφάλιση.
Τα μέτρα αυτά αποτελούν την πρώτη δόση του λεγόμενου «συμφώνου υπευθυνότητας» που μέχρι το 2017 προβλέπει μείωση στη φορολογία των επιχειρήσεων ύψους 40 δισ. ευρώ και παράλληλα περικοπές κοινωνικών δαπανών ύψους 50 δισ. ευρώ. Οι περικοπές αυτές προβλέπεται και αφορούν κατά 18 δισ. ευρώ τις δαπάνες του κεντρικού κράτους, κατά 11 δισ. ευρώ την Τοπική Αυτοδιοίκηση, κατά 10 δισ. ευρώ το σύστημα Υγείας και κατά 11 δισ. ευρώ άλλες κοινωνικές δαπάνες. Τα κρατικά έξοδα θα μειωθούν κυρίως χάρη στη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων αλλά και στις περικοπές στον χώρο της υγείας με τη χρήση περισσότερων γενόσημων φαρμάκων και την αντιμετώπιση περισσότερων περιστατικών στα εξωτερικά ιατρεία, ενώ δεν θα υπάρξουν αυξήσεις στα κοινωνικά επιδόματα ως το φθινόπωρο του 2015 και θα διατηρηθεί το πάγωμα των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, όπως και των συντάξεων.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του Γάλλου πρωθυπουργού τα μέτρα αυτά αποσκοπούν στο να καταστεί δυνατό ώστε «η Γαλλία να τηρήσει τις υποσχέσεις της» προς τις Βρυξέλλες και να μειώσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ το 2015, έναντι 4,3% το 2013». Αυτό είναι και το όριο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο χώρες.
Κατά αντιστοιχία, ο άλλος «υπέρμαχος» των μέτρων χαλάρωσης Ιταλός πρωθυπουργός Μ. Ρέντσι αφού πρώτα κατήγγειλε ως «ξεπερασμένο» το στόχο για τα ελλείμματα, προχώρησε σε περικοπές 36 δισ. ευρώ σε δαπάνες που καλύπτουν βασικές λαϊκές ανάγκες. Παράλληλα, με πρόσχημα την ανεργία των νέων που βρίσκεται στα ύψη με ποσοστό 44%, η κυβέρνησή του τροποποίησε την εργατική νομοθεσία που αφορά την προστασία των εργαζομένων από «καταχρηστικές απολύσεις», προωθώντας ουσιαστικά την απελευθέρωση των απολύσεων. Δικαιολογημένα η γερμανική κυβέρνηση έσπευσε να τον επιβραβεύσει: «Θεωρούμε πολύ σημαντικό που η κυβέρνηση Ρέντσι προχωρά στη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και τον υποστηρίζουμε».
«Χαλάρωση» και ανισότητες στις ΗΠΑ
Πατρίδα των μέτρων χαλάρωσης και της λεγόμενης πιστωτικής επέκτασης θεωρείται από όλους τους επίσημους αναλυτές οι ΗΠΑ. Όσοι παρακολουθούν τις οικονομικές εξελίξεις γνωρίζουν ότι οι ΗΠΑ πράγματι ακολούθησαν διαφορετικό μείγμα πολιτικής για την υπέρβαση της κρίσης του 2008. Η γενναία ρευστότητα που δόθηκε στο χρηματοπιστωτικό τομέα και τις επιχειρήσεις συνοδεύτηκε με μεγάλης κλίμακας καταστροφές κεφαλαίων για να τονωθεί ένα νέο κύμα ζήτησης. Εδώ και μια διετία η πολιτική χαλάρωσης έχει αντιστραφεί, την ίδια στιγμή που, παρά την ανάπτυξη της οικονομίας κατά 2% ετησίως, έχουν διευρυνθεί τα φαινόμενα ακραίας φτώχειας, οι περικοπές των κοινωνικών δαπανών και το πάγωμα των μισθών με αποτέλεσμα την δραματική αύξηση των ανισοτήτων ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες.
Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία του Γραφείου Απογραφής στις ΗΠΑ για την παιδική φτώχεια, που ανακοινώθηκαν πρόσφατα, περίπου 16.000.000 παιδιά και έφηβοι στις ΗΠΑ, δηλαδή το 20% του παιδικού και νεανικού πληθυσμού εξαρτούν τη διατροφή τους από τα κουπόνια πρόνοιας! Ποσοστό που θεωρείται σχεδόν διπλάσιο από τα στοιχεία του 2007. Τα τελευταία επίσημα στοιχεία αναφέρουν πως περίπου 14.700.000 παιδιά ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, εκ των οποίων τα 6.500.000 ζουν σε δραματικές συνθήκες. Παρ’ όλα αυτά το Κογκρέσο προχώρησε, τον περασμένο Νοέμβρη, σε περικοπές 5 δισ. από τα ομοσπονδιακά προγράμματα χορήγησης κουπονιών σίτισης και σχεδιάζει νέες περικοπές ύψους 6 δισ. δολαρίων μέσα στην επόμενη διετία.
Ο ίδιος ο πρόεδρος Ομπάμα αποκάλυψε ότι 43 εκατομμύρια Αμερικανών εργαζομένων δεν δικαιούνται άδεια ασθενείας με αποδοχές, ενώ μόλις το 11% των Αμερικανίδων δικαιούνται άδεια μητρότητας ως επίδομα χρηματοδοτούμενο από τις εταιρίες που δουλεύουν.
Σύμφωνα με τον Πολ Κρούγκμαν, σχεδόν 11 εκατομμύρια Αμερικανοί είναι άνεργοι, την ίδια στιγμή που η ανεργία και οι μισθοί παραμένουν σε στασιμότητα. Παράλληλα, σημειώνει ο ίδιος ότι «μειώθηκαν ή καταργήθηκαν εντελώς τα επιδόματα, ιδιαιτέρως για τους μακροχρόνια ανέργους. Μόλις το 26% των άνεργων Αμερικανών λαμβάνουν οποιασδήποτε μορφής επίδομα και αυτό είναι το χαμηλότερο ποσοστό εδώ και πολλές δεκαετίες. Η Αμερική έχει εγκαταλείψει όσους πολίτες της βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας».
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των ΗΠΑ, η ανεργία έχει μειωθεί στο 6% στο τέλος του 2014. Αλλά όπως σημειώνει άρθρο των New York Times (Ιούνης 2014), «η έστω και αμυδρή βελτίωση των αριθμών οφείλεται στο γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι έχουν απλά σταματήσει να αναζητούν εργασία», δηλαδή δεν καταγράφονται ως άνεργοι.
Έτσι, το πρακτικό αποτέλεσμα αυτή της ζοφερής εικόνας περιγράφει ρεπορτάζ του Euronews, στις 6/11/2014: «Όλα τα οφέλη, σχεδόν όλα τα οφέλη, που προέκυψαν τα τελευταία περίπου 30 χρόνια, τα έχει καρπωθεί το 1% του πληθυσμού, ενώ οι μισθοί για το 99% έχουν αυξηθεί ελάχιστα».
Βέβαια, δεν χρειάζεται ο κυνισμός αυτών των στοιχείων για να αποδειχθεί ο βαθιά ταξικός- αντιλαϊκός χαρακτήρας των μέτρων λιτότητας που αποτελεί παγκόσμια συνταγή. Τα στοιχεία, η γενική εικόνα έχει σημασία στο βαθμό που σημαίνει το τέλος των ψευδαισθήσεων και το έναυσμα ενός ανυποχώρητου αγώνα των λαών σε Ελλάδα και Ευρώπη.