Του Όμηρου Ταχμαζίδη
Η πολιτική κατάσταση της Θεσσαλονίκης αντιμετωπίζεται, ευρέως, ως μια ιδιάζουσα περίπτωση. Τελευταία έχουν πληθύνει σε επικίνδυνο βαθμό οι φωνές που επιχειρούν να «ερμηνεύσουν» τα προβλήματά της και να αναζητήσουν τις πιθανές λύσεις τους, επικαλούμενες την αρνητική «ιδιαιτερότητά» της.
Και η συζήτηση που διοργάνωσε η τοπική εφημερίδα Αγγελιοφόρος τη Δευτέρα 3 Μάη στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο της πόλης σκιάστηκε από τις αναφορές, άμεσες ή έμμεσες, σε τούτο το «γεγονός».
Τούτη η πολυθρύλητη ιδιαιτερότητα της Θεσσαλονίκης περιστρέφεται γύρω από την έννοια της ταυτότητας. Στη συζήτηση, τόσο η κυρίαρχη εθνοκεντρική συντηρητική ομάδα, που δίνει το ρυθμό στον πολιτικό βηματισμό της πόλης, όσο και οι διάφορες αντιπολιτευόμενες παρατάξεις και πρωτοβουλίες επιχειρηματολογούσαν στη βάση της υποτιθέμενης «ταυτότητας» της Θεσσαλονίκης.
Η συγκεκριμένη έννοια είναι σχετικώς πρόσφατη στις θεωρητικές επιστήμες. Αλλά ούτε και η πληθωριστική της χρήση στο δημόσιο λόγο μπορεί να συγκαλύψει την ασάφειά της. Ειδικότερα όταν χρησιμοποιείται για να ερμηνευθούν πολύπλοκες μορφές κοινωνικής ζωής. Όπως η συζήτηση για κάθε συλλογική ταυτότητα έτσι και εκείνη για την ταυτότητα της Θεσσαλονίκης είναι μια «κούφια» συζήτηση, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Πρόκειται για μια συζήτηση στη βάση μιας ιδεολογικής κατασκευής.
Η «ταυτότητα» είναι μια «πλαστική λέξη» που δεν συνεισφέρει στην προσέγγιση των προβλημάτων και των πιθανών στοχεύσεων που μπορούμε να έχουμε στο περιβάλλον της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.
Η εκδήλωση που διοργάνωσε ο Αγγελιοφόρος διαδραματίστηκε με φόντο τη συγκεκριμένη «πλαστική λέξη» με την οποία ο κάθε ενδιαφερόμενος ερμήνευε την παρούσα ιστορική συγκυρία μέσα από το δικό του ιδεολογικό πρίσμα. Ανάλογες ήταν και οι προτάσεις για το μέλλον της πόλης.
H εκάστοτε προτεινόμενη ταυτότητα της Θεσσαλονίκης, δεν είναι τίποτε άλλο από ιδεοληπτικές συρραφές στερεοτύπων για ένα τόσο σύνθετο φαινόμενο, όπως μια σύγχρονη πόλη. Η έννοια ανήκει στην κατηγορία των «συνδηλωτικών στερεοτύπων» και δεν μπορεί να συμβάλλει σε έναν γόνιμο διάλογο για το παρόν και το μέλλον της Θεσσαλονίκης.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι κυριότεροι θιασώτες της εκφράζουν μεταπρατικές λογικές και πρακτικές – είτε πρόκειται για πανεπιστημιακούς, είτε για επιχειρηματίες. Ενδεικτικό παράδειγμα οι προτάσεις που κατέθεσε στη συζήτηση το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο. Φαίνεται ότι και ο επίδοξος ελληνικός «μπερλουσκονισμός» προσπαθεί να αναγεννήσει στοιχεία ενός καχεκτικού και ξεπερασμένου μεταπρατισμού.