Αν και παραμένει ο βασικότερος πυλώνας του Δυτικού μπλοκ στην Ανατολική Ασία, η Ιαπωνία βιώνει δεκαετίες αργής αλλά επίμονης φθοράς της οικονομικής ισχύος της: έφτασε πέρυσι να υποβιβαστεί στην 5η θέση παγκοσμίως όσον αφορά το μέγεθος της οικονομίας της (την πέρασε η Ινδία). Η χώρα κυβερνάται για πάνω από 70 χρόνια –με μόνο δύο μικρά διαλείμματα– από το κεντροδεξιό Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα, που βιώνει κι αυτό μια εμφανή πλέον φθορά, αποτέλεσμα της δυσαρέσκειας η οποία εξαπλώνεται στο κοινωνικό σώμα λόγω των αντιδραστικών πολιτικών του. Πράγματι, οι εκλογές για την ανανέωση της γερουσίας, που πραγματοποιήθηκαν τον Ιούλιο, επιβεβαίωσαν τη βαθιά κρίση του ΦΔΚ – η εκλογική κατρακύλα του οποίου είχε γίνει εμφανής από τις βουλευτικές εκλογές του 2024*. Για πρώτη φορά από την ίδρυσή του το 1955, το ΦΔΚ έχασε την πλειοψηφία και στη βουλή και στη γερουσία.

Παρ’ όλα αυτά παρέμεινε στην εξουσία ως κυβέρνηση μειοψηφίας, με νέα πρωθυπουργό την Σανάε Τακαΐτσι. Η οποία λέει στους Γιαπωνέζους: «Να ξεχάσουμε την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής. Θα δουλεύουμε, θα δουλεύουμε, και θα δουλεύουμε»! Και επιπλέον δηλώνει ανοιχτά ότι η «αμυντική» πολιτική χρειάζεται αναθεώρηση, έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί «ο κινεζικός κίνδυνος»… Αυτές οι ακραίες τοποθετήσεις εξανάγκασαν το μετριοπαθές βουδιστικό κόμμα Κομέιτο να αποχωρήσει από τον κυβερνητικό συνασπισμό μετά από 25 χρόνια συνεργασίας με το ΦΔΚ, με την Τακαΐτσι να επιλέγει ως νέο εταίρο το δεξιό Κόμμα Καινοτομίας. Αιτία των εξελίξεων αυτών είναι η απογοήτευση και ο θυμός ολοένα διευρυνόμενων λαϊκών στρωμάτων, που απορρίπτουν τις φιλοπόλεμες και ακραία νεοφιλελεύθερες πολιτικές των κυβερνώντων, τη βαθιά διαφθορά τους και τη διαχρονική αλαζονεία τους.

Στοχοπροσηλωμένος πόλος

Η απόπειρα της κυβερνώσας πολιτικής ελίτ να αντιστρέψει το κλίμα επιταχύνοντας, μεταξύ άλλων, μια επιστροφή στη λογική του παραδοσιακού επεκτατικού μιλιταρισμού, σκοντάφτει σε δύο εμπόδια: Πρώτον, στην αντίσταση πλατιών λαϊκών τομέων, η οποία έχει μέχρι στιγμής αποτρέψει την αντιδραστική τροποποίηση του μεταπολεμικού φιλειρηνικού Συντάγματος. Και δεύτερον, στις «συμμαχικές» τρικλοποδιές, κυρίως των ΗΠΑ, κάθε φορά που εκδηλώνονταν τάσεις αυτονόμησης της γιαπωνέζικης ελίτ από την Ουάσινγκτον. Επιπλέον, η νέα συγκυβέρνηση μειοψηφίας είναι αναγκασμένη να επιζητά την ανοχή τμημάτων της αντιπολίτευσης σε κάθε πρωτοβουλία της.

Σήμερα η Τακαΐτσι διαφημίζεται στη διεθνή κοινή γνώμη ως «η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ιαπωνίας» (σαν τέτοια χαιρετίστηκε και από την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν), όμως ανταγωνίζεται στα ίσα τους πιο αντιδραστικούς άνδρες προκατόχους της σε όλους τους τομείς, και γι’ αυτό η δημοφιλία της στο εσωτερικό της χώρας είναι… μινιμαλιστική. Από την άλλη, η αλλαγή κυβερνητικού εταίρου δημιουργεί τώρα έναν πόλο πολύ πιο στοχοπροσηλωμένο στην «αναβίωση της προπολεμικής δόξας» της Ιαπωνίας. Η νέα συγκυβέρνηση δεν κρύβει τη βιασύνη της να απαλλαγεί από τα μεταπολεμικά ταμπού και να καταστήσει την Ιαπωνία ισχυρή στρατιωτική δύναμη με «άδεια» επέμβασης στην ευρύτερη περιοχή, και με καθεστώς συνδιαχείρισης αμερικανικών πυρηνικών όπλων (η εγκατάσταση των οποίων στη χώρα εξακολουθεί να απαγορεύεται ρητά από το Σύνταγμα).

Στην επικείμενη διπλή συνάντηση της Τακαΐτσι με τον Τραμπ (πρώτα στη σύνοδο ASEAN κι έπειτα στο Τόκιο) θα διαφανεί ότι ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έχει κανένα πρόβλημα με την παραβίαση των μεταπολεμικών διευθετήσεων από την Ιαπωνία, υπό τον αυστηρό όμως όρο αυτή να τελεί υπό την αιγίδα των ΗΠΑ και να υπηρετεί πρώτα και κυρίως τους σχεδιασμούς της Ουάσιγκτον. Επιπρόσθετα, είναι σίγουρο πως ο Αμερικανός πρόεδρος θα ζητήσει από τη νέα γιαπωνέζικη κυβέρνηση να καταβάλει υψηλό οικονομικό τίμημα για να έχει την εύνοιά του. Κι εδώ επανέρχεται το επίμονο πρόβλημα της λαϊκής δυσαρέσκειας… Ήδη έχουν προκηρυχθεί κινητοποιήσεις ενάντια στην επίσκεψη Τραμπ με τα συνθήματα «Έξω ο Τραμπ, κάτω η Τακαΐτσι» και «Όχι στον πόλεμο, την αντιδημοκρατική καταστολή και την αναθεώρηση του Συντάγματος».

Αναποτελεσματικά τερτίπια

Η νέα συγκυβέρνηση επιχειρεί επίσης να ανακόψει την τάση διαρκούς ενίσχυσης των «μικρών» κομμάτων (από την ακροδεξιά ως τη «λαϊκίστικη» αριστερά) προτείνοντας τη μείωση των εδρών της βουλής και της γερουσίας. Προσπαθεί μάλιστα να δελεάσει επ’ αυτού και την κεντροαριστερή αξιωματική αντιπολίτευση του Συνταγματικού Δημοκρατικού Κόμματος – δίχως επιτυχία. Η προσοχή των περισσότερων παραμένει στραμμένη στην ορατή απειλή αύξησης των στρατιωτικών δαπανών (που συνεπάγεται περαιτέρω λιτότητα και αύξηση των οριζόντιων φόρων), στην επιδεινούμενη ακρίβεια των βασικών αγαθών και υπηρεσιών κ.λπ.

Είναι αμφίβολο ότι θα φέρει αποτελέσματα οποιουδήποτε είδους απόπειρα της Τακαΐτσι να αποσπάσει την προσοχή από τα πραγματικά επίδικα με κάθε είδους τερτίπια (στα οποία περιλαμβάνεται και η απόπειρα «αθώωσης» των εγκλημάτων του γιαπωνέζικου ιμπεριαλισμού). Βέβαια στον Τραμπ θα πουλήσει την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και την ευθυγράμμιση με τα σχέδια των ΗΠΑ για τον περιορισμό της Κίνας. Αλλά με τι εσωτερικό κόστος, τη στιγμή μάλιστα που το πολιτικό σύστημα είναι πιο εύθραυστο παρά ποτέ; Σίγουρα η κυβέρνηση Τακαΐτσι θα αναδειχθεί ως η πιο αντιδραστική μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως πόσο καιρό θα παραμείνει ως διαχειρίστρια των αντιφάσεων και κρίσεων που ταλανίζουν τον πυλώνα της Δύσης στην Ανατολή;

* «Σύννεφα καλύπτουν τον Ανατέλλοντα Ήλιο» (φύλλο 741) και «Μετεκλογική αστάθεια στην Ιαπωνία – ευτυχώς!» (φύλλο 704).

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!