Διαβάζω και απολαμβάνω τα βιβλία της Εύας Στάμου, από τότε που έπιασα για πρώτη φορά στα χέρια μου τις Μεσημβρινές συνευρέσεις, τα διηγήματά της, που παρ’ ότι έχουν περάσει από τότε εννιά ολόκληρα χρόνια και έχουν μεσολαβήσει εκατοντάδες αναγνώσεις, ακόμη μένουν χαραγμένα στη μνήμη μου.
Καθώς η βιβλιοθήκη –ή μάλλον οι βιβλιοθήκες μου– έχουν ξεχειλίσει, αναγκάζομαι κάθε τόσο να προβώ σε εκκαθαρίσεις. Όσοι από εσάς είσαστε βιβλιόφιλοι/βιβλιοφάγοι θα καταλαβαίνετε τον πόνο του αποχωρισμού.
Η μόνη παρηγοριά είναι ότι τα βιβλία που φεύγουν από τα δικά μου ράφια ταξιδεύουν σε βιβλιοθήκες σε όλη την Ελλάδα, όπου τα χαρίζω, ελπίζοντας να ανακαλυφθούν από πολλούς ακόμη αναγνώστες…
Όμως υπάρχουν κι εκείνα τα βιβλία που είναι αδύνατον να τα αφήσω να φύγουν από κοντά μου. Ένα τέτοιο βιβλίο ήταν οι Μεσημβρινές συνευρέσεις, ένα τέτοιο βιβλίο είναι και Τα κορίτσια που γελούν.
Το κάθε ένα διήγημα είναι ένας ολόκληρος κόσμος: Το Ένα τέλειο σχέδιο με το οποίο ξεκινά το βιβλίο θα μπορούσε να γίνει και μια θαυμάσια ταινία θρίλερ. Με κινηματογραφική γραφή, με αγωνία που κορυφώνεται σε στιλ Πατρίτσια Χάισμιθ. Η Θερμοκοιτίδα μας πηγαίνει στην Λέρο μιλώντας για τους πρόσφυγες, αλλά και για το Ψυχιατρείο. Τα κορίτσια που γελούν, που έδωσε τον τίτλο, μέσα από ένα ραντεβού μιλά για τον χρόνο που περνά και όχι μόνο. Το δείπνο έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός καλού ψυχολογικού θρίλερ. Ανατριχιαστικά επίκαιρο για τον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι γυναίκες όχι μόνο εδώ στον Νότο, αλλά και στην προοδευτική Σκανδιναβία. Η Κυρία με το καπέλο κινείται στις πιο λεπτές ψυχολογικές αποχρώσεις, ενώ η Βοστόνη μπορεί να ενταχθεί στο campusnovel.
Μεγάλη ποικιλία προσεγγίσεων, εξαιρετική γραφή, σε αυτό το βιβλίο που θεωρώ από τα καλύτερά της. Δύσκολο να μπορέσεις να χωρέσεις τόσα πράγματα σε μια συνέντευξη, αλλά το προσπαθήσαμε…
«Η βαθιά, οριστική γνώση ότι η ίδια δεν θα κατάφερνε ποτέ ξανά να νιώσει χαρούμενη κι ανέμελη, ότι δεν θα γινόταν ποτέ πια ένα από τα κορίτσια που γελούν». Ποια είναι τελικά τα κορίτσια που γελούν;
Είναι φυσικό να γελούν ανέμελα τα κορίτσια, ανυποψίαστα ως έναν βαθμό για τις δυσκολίες της ζωής, ελπίζοντας σε ένα όμορφο ή συναρπαστικό μέλλον. Όσο τα κορίτσια μεγαλώνουν το χαμόγελο της αισιοδοξίας σχηματίζεται πιο δύσκολα, οι γυναίκες μέσης ηλικίας δεν ενδιαφέρονται πρωτίστως να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των άλλων, όπως διδάσκονται συχνά τα κορίτσια, ούτε να παραμένουν ευχάριστες κι ευγενικές υπό όλες τις συνθήκες. Κάποτε ο ρόλος του «καλού κοριτσιού» τελειώνει. Οι μεγαλύτερες γυναίκες νοιάζονται κυρίως για το πώς θα είναι αποτελεσματικές στη δουλειά τους, πώς θα καλλιεργήσουν αυθεντικές σχέσεις απαλλαγμένες από την υποκρισία, πώς θα απελευθερωθούν από κοινωνικές συμβάσεις που τις περιορίζουν και τις καταπιέζουν.
Πόσο σε έχει επηρεάσει η δουλειά σου στον τρόπο που προσεγγίζεις τους χαρακτήρες σου;
Προσεγγίζω τους χαρακτήρες των ιστοριών που κατασκευάζω όπως και τους ανθρώπους που συναντώ: προσπαθώ να εντοπίσω και να κατανοήσω τα κίνητρα πίσω από τις πράξεις τους, τους λόγους που τους ωθούν σε συγκεκριμένες αποφάσεις. Προσπαθώ επίσης να αλλάζω συχνά οπτική, αναγνωρίζοντας ότι στη ζωή τίποτα δεν είναι άσπρο-μαύρο και ότι μεγάλη σημασία στο πώς θα αντιμετωπιστεί μία κατάσταση έχει το ιδιαίτερο βλέμμα τού κάθε ανθρώπου. Όσα έχω διδαχθεί από την επιστήμη τής ψυχολογίας και την τέχνη της ψυχοθεραπείας συνιστούν εν μέρει το υπόβαθρο στην συγγραφή των ιστοριών μου οι οποίες βέβαια βασίζονται εξολοκλήρου στην επινόηση και δεν έχουν καμία σχέση με αληθινούς ανθρώπους ή γεγονότα. Κάποιες φορές αντλώ από δικά μου, προσωπικά βιώματα που εμφανίζονται στα βιβλία μου μεταμφιεσμένα, αλλά ποτέ δεν χρησιμοποιώ υλικό από τις ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες μου – το να αναπαράγω υπαρκτές, προσωπικές ιστορίες πελατών θα ήταν ανάρμοστο, αλλά και πολύ ανιαρό για μένα την ίδια ως πεζογράφο.
Ποιο από τα διηγήματα της συλλογής είναι το πιο κοντινό σου και γιατί;
Πιο κοντινά μου είναι δύο διηγήματα: η Θερμοκοιτίδα που διαδραματίζεται στο προσφυγικό hotspot της Λέρου και το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο του νησιού, αλλά και η Βοστόνη όπου έζησα για ένα διάστημα κάνοντας έρευνα για μία επιστημονική μονογραφία που δημοσιεύθηκε στα αγγλικά από εκδοτικό οίκο του Λονδίνου. Στην Λέρο εργάστηκα ως ψυχοθεραπεύτρια διασωστικών πληρωμάτων – μία εμπειρία συγκλονιστική, από τις πιο σημαντικές που έχω βιώσει. Και στα δύο διηγήματα άντλησα από προσωπικές εμπειρίες που πάντρεψα με την λογοτεχνική φαντασία μου.
Πολλά από τα διηγήματά σου έχουν έντονο το στοιχείο του θρίλερ. Θα έγραφες ένα «καθαρόαιμο» αστυνομικό μυθιστόρημα;
«Όσα βιώνουμε στις οικογενειακές, φιλικές ή ερωτικές σχέσεις εμπεριέχουν συχνά το στοιχείο του θρίλερ»
Πιστεύω ότι όσα βιώνουμε στις οικογενειακές, φιλικές ή ερωτικές σχέσεις εμπεριέχουν συχνά το στοιχείο του θρίλερ. Στις ιστορίες μου συνήθως υπάρχει ένας «ξένος» –κάποιο άτομο διαφορετικής κουλτούρας, κοινωνικής τάξης, ή ψυχικών αντοχών– που νιώθει απομονωμένο και βιώνει με τραυματικό τρόπο τη διαφορετικότητά του. Μία τέτοια περίπτωση είναι η Λήδα στο διήγημα Το Δείπνο, μια Ελληνίδα «νεομετανάστρια» στη Δανία, αλλά και ο Άντριου στο διήγημα Η Κυρία με το Καπέλο που με αφορμή μια τυχαία συνάντηση ξαναζεί νοερά την εμπειρία του εγκλεισμού τής μητέρας του στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο του Γιορκ, όταν ο ίδιος ήταν παιδί.
Σεξισμός από τη μια, πολιτική ορθότητα από την άλλη. Θίγεις έντονα το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης. Τι πιστεύεις για τα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια πάνω σε αυτό το ζήτημα;
Η καθαρότητα και τα ευδιάκριτα όρια μόνο θετικά μπορεί να επηρεάσουν τόσο τις επαγγελματικές όσο και τις ερωτικές σχέσεις. Η σεξουαλική παρενόχληση δεν έχει σχέση με την ερωτική επιθυμία, είναι απλώς κατάχρηση δύναμης και προσπάθεια επιβολής στους πιο αδύναμους, σε όποιο φύλο και αν ανήκουν. Ας μην παραβλέπουμε ότι σε κάποιες περιπτώσεις οι γυναίκες μπορεί να συμμετέχουν οικειοθελώς σε αυτό το παιχνίδι, χρησιμοποιώντας το σώμα τους ως μέσο διαπραγμάτευσης προκειμένου να κατακτήσουν καλύτερη θέση και υψηλότερο μισθό. Ήταν λοιπόν καιρός να αρχίσουμε να μιλάμε ανοιχτά και με ειλικρίνεια για όλα αυτά, να βάζουμε όρια, να εκπαιδεύουμε τους εφήβους για το τι είναι αποδεκτό και τι όχι. Όπως προσπαθώ να δείξω στην αρθρογραφία μου, ο σεξισμός δεν έχει φύλο, καθώς αρνητικά στερεότυπα για τους συνανθρώπους μας μπορεί να αναπαράγονται, δυστυχώς, τόσο από τους άντρες όσο κι από τις γυναίκες. Δεν είναι θέμα πολιτικής ορθότητας, είναι θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων: γυναίκες και άντρες έχουν το δικαίωμα να εργάζονται χωρίς τον φόβο ή το άγχος τής σεξουαλικής παρενόχλησης.