Του Χριστόδουλου Δολαψάκη*
Λίγες μέρες μετά την «ημέρα λύτρωσης», όπως την ονόμασε ο πρωθυπουργός στο διάγγελμά του στην Ιθάκη αναγγέλλοντας το «τέλος των μνημονίων», δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Lancet μία μελέτη με τίτλο «Οι συνέπειες της ασθένειας στην Ελλάδα». Στην μελέτη αυτή εξετάζονται οι συνέπειες των πολιτικών λιτότητας στην υγεία των Ελλήνων τα χρόνια 2010-2016 και τα αποτελέσματα συγκρίνονται με τις χώρες της δυτικής Ευρώπης, αλλά και με την Κύπρο, η οποία την ίδια περίπου περίοδο υποβλήθηκε σε «θεραπεία σοκ» λόγω του χρέους της.
Η εν λόγω μελέτη είναι σημαντική καταρχήν γιατί αφορά ένα χρονικό διάστημα 6 ετών που επιτρέπει να αποτυπωθούν τάσεις και να βγουν συμπεράσματα, ιδίως μέσω της σύγκρισης με τα προ-μνημονιακά χρόνια. Επιπλέον πρόκειται για την πρώτη προσπάθεια εκτίμησης των συνεπειών των πολιτικών λιτότητας στην Ελλάδα χρησιμοποιώντας ως βάση δεδομένων μία πλατφόρμα (Global Burden of Disease Study-GBD) που, ξεκινώντας από το 1990, αφορά 195 χώρες και σκοπό έχει την ποσοτική έκφραση των συνεπειών περισσότερων από 300 αιτιών θανάτου για 23 διαφορετικές ηλικιακές ομάδες. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, η εν λόγω πλατφόρμα αποτελεί τον μόνο αξιόπιστο τρόπο σύγκρισης μεταξύ χωρών και περιοχών παγκοσμίως στον τομέα της υγείας.
Τα συμπεράσματα της μελέτης αποτυπώνουν σε αριθμούς την καταστροφή: Ενώ η θνησιμότητα παρέμεινε σχετικώς σταθερή τα χρόνια 2000-2010, ακολούθως αυξήθηκε με ρυθμό περίπου 2,7% ετησίως και το 2016 η αύξησή της φτάνει το 17,8%, με την ανοδική τάση να συνεχίζεται. Η αύξηση αυτή αφορά κυρίως τους ηλικιωμένους άνω των 70 ετών. Παρατηρείται αύξηση των θανάτων στα παιδιά μικρότερα των 5 ετών και σαφής άνοδος στους αυτοτραυματισμούς εφήβων και νέων. Στους ασθενείς άνω των 70 ετών, αυξήθηκαν όλες οι αιτίες θανάτου, όπως και η θνησιμότητα λόγω HIV, ιάσιμων νεοπλασμάτων, κίρρωσης ήπατος, νευρολογικών διαταραχών και νεφρικής νόσου στους ενήλικες. Αποτυπώνεται επίσης η τάση αύξησης μεταδιδόμενων νόσων καθώς και της μητρικής και παιδικής νοσηρότητας. Οι συγγραφείς τονίζουν την δραματική δημογραφική αλλαγή στην Ελλάδα τα χρόνια 2010-2016 με τη μείωση του πληθυσμού μεταξύ 15-34 ετών ένεκα της μετανάστευσης και υπογραμμίζουν την 50% μείωση των δημόσιων δαπανών για την υγεία μεταξύ 2009 και 2015.
Είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται η όσο το δυνατόν ακριβέστερη και σε βάθος χρόνου ποσοτική αποτύπωση των θανατηφόρων συνεπειών των πολιτικών λιτότητας στην Ελλάδα. Με βάση αυτό, θα περίμενε κανείς τα αποτελέσματα να αναδειχθούν και να συζητηθούν από τον ιατρικό κόσμο. Σε ένα ιατρικό έντυπο παγκόσμιας εμβέλειας
δηλώνεται απερίφραστα ότι περισσότεροι Έλληνες πεθαίνουν κι όμως δεν ακούγεται κουβέντα (με τιμητική εξαίρεση τον κ. Βήχα από το Μητροπολιτικό Κοινωνικό Ιατρείο Ελληνικού, ο οποίος παραλληλίζει τις μέχρι και σήμερα εφαρμοζόμενες πολιτικές λιτότητας με σχεδιασμένη γενοκτονία του ελληνικού λαού). Η ΕΙΝΑΠ επιλέγει να εκδώσει δελτίο τύπου και αφίσα επειδή οι νοσοκομειακοί γιατροί έμειναν έξω από τα προεκλογικά «δώρα» της κυβέρνησης, ενώ ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών, έχοντας μετατραπεί εδώ και πολύ καιρό σε φέουδο του κ. Πατούλη, δεν βρήκε μια λέξη να γράψει στα δεκάδες e-mail τα οποία στέλνει στα μέλη του. Πόσο διαφορετικό θα ήταν ως τρόπος σκέψης και πράξης να έβγαινε μια αφίσα με τα αποτελέσματα της μελέτης και να στελνόταν με e-mail σε όλους τους γιατρούς, αντί για πολυτελείς αφίσες συνεδρίων, «ξύλινες» συνδικαλιστικές ανακοινώσεις ή διαφημιστικά ηλεκτρονικά μηνύματα…
Οι συγγραφείς της έρευνας τονίζουν την δραματική δημογραφική αλλαγή στην Ελλάδα τα χρόνια 2010-2016 με τη μείωση του πληθυσμού μεταξύ 15-34 ετών και υπογραμμίζουν την 50% μείωση των δημόσιων δαπανών για την υγεία μεταξύ 2009 και 2015
Έτσι, τα στοιχεία παραμένουν απλώς αριθμοί, οι οποίοι αποτυπώνουν με περισσότερη ή λιγότερη ακρίβεια μία πραγματικότητα στον τομέα της υγείας, η οποία είναι πολύ χειρότερη από τις στατιστικές. Η εκπόνηση και ο «χειρισμός» των αριθμών μπορεί να χρησιμεύσει για να εξαχθούν εντελώς διαφορετικές «προτάσεις λύσης» αν η όλη διαδικασία δεν αποκτήσει «εντοπιότητα» και δεν αφορά τους εργαζόμενους στην υγεία και κυρίως τους Έλληνες ασθενείς. Χρειαζόμαστε τα στοιχεία που μας προσφέρει ο ακαδημαϊκός του πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον με ειδίκευση στην περιοδοντολογία κύριος συγγραφέας της μελέτης του Lancet. Οφείλουμε όμως να τα εμπλουτίσουμε με την καθημερινή μας εμπειρία, να περιγράψουμε όσο γίνεται πιο λεπτομερώς την κατάσταση στους διαφόρους τομείς και να ανοίξουμε τη συζήτηση για τις εναλλακτικές στο χώρο της υγείας, οι οποίες δεν είναι απλώς «τεχνοκρατικού τύπου» και έχει γίνει ολοφάνερο ότι θα πηγαίνουν χέρι-χέρι με τις εναλλακτικές για το σύνολο της χώρας. Η διαδικασία αυτή δεν είναι δουλειά «των ειδικών» αν και χωρίς αυτούς θα είναι λειψή, δεν είναι ζήτημα «αριθμών» αν και χωρίς αυτούς δε θα έχει δεδομένα.
* Ο Χριστόδουλος Δολαψάκης είναι νοσοκομειακός γιατρός