Η ομιλία του Κώστα Καραμανλή στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών για την συμπλήρωση των 80 χρόνων λειτουργίας της, στις 27 Οκτωβρίου, ήταν σημαντική και «εκτός του γενικού κλίματος» που καλλιεργείται στην χώρα μας. Γενικού κλίματος αποδόμησης και υποτίμησης όλων των απειλών και των γεωπολιτικών ανακατατάξεων. Από την άποψη αυτή ο Κ. Καραμανλής επικεντρώνοντας την ομιλία του σ’ αυτά τα ζητήματα, έδειξε την ανησυχία αλλά και την έμμεση διαφωνία του στον τρόπο που αντιμετωπίζονται και ιεραρχούνται τα προβλήματα στην Ελλάδα.
Ο τρόπος που σχολιάστηκε η παρέμβαση ήταν επιφανειακός γιατί εστιάστηκε στους λόγους (τακτικής) που ίσως να έσπρωξαν τον Καραμανλή στην κίνηση αυτή (προεδρία, εξελίξεις στην Ν.Δ. κ.λπ.) και καθόλου σχεδόν σε αυτά που είπε και στην ουσία τους. Αυτό υποδηλώνει μια έμμεση και άμεση διαφωνία προς το περιεχόμενο των όσων είπε που ήσαν π.χ. σε ευθεία αντίθεση με όσα υποστηρίζουν οι Σημίτης, Κατρούγκαλος, Κοτζιάς, Τσίπρας και σαν συνέχεια η σημερινή κυβέρνηση. Ο Κ. Καραμανλής μετέχει στο πολιτικό σκηνικό με τον δικό του τρόπο, τις σιωπές του, τις πολυεπίπεδες κινήσεις (π.χ. παρέμβαση εντός της Ν.Δ. μέσω μιας πτέρυγας, στήριξη κυβέρνησης Τσίπρα σε δύσκολες στιγμές, εξασφάλιση μιας συνέχειας με την προεδρία Παυλόπουλου κ.λπ. και σήμερα με την παρέμβαση σε σχέση με τα γεωπολιτικά και εθνικά ζητήματα).
Ο τρόπος που κινείται, αλλά και η πείρα που αποκόμισε μετά το έμμεσο βέτο του Βελιγραδίου και το κόστος που είχαν κάποια ανοίγματα που έκανε, δείχνουν ότι θα προτιμούσε μια διαφορετική πορεία από την προωθούμενη αποδόμηση και τον κίνδυνο συρρίκνωσης της χώρας. Φυσικά, όλες οι παρατηρήσεις του παραμένουν στο έδαφος των διαπιστώσεων, χωρίς να έχει μια συνέχεια ή να αναλαμβάνει κάποιο άλλο ρόλο. Ο θείος του, μόνο όταν παραωρίμαζαν οι όροι έδινε το παρόν, αναλαμβάνοντας ρίσκα και προωθώντας τομές. Ο ανιψιός, δεν έχει αποδείξει ότι είναι πολύ παρεμβατικός και παρά τα μαθήματα που έχει πάρει, μένει να αποδείξει πόσο διαφέρει από τους υπόλοιπους σημερινούς πολιτικούς.
Η διαπίστωση που κάνει «ας μην γελιόμαστε, η υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των εθνικών συμφερόντων μας θα βασιστεί στις δικές μας δυνάμεις», βοηθά στη δημιουργία προϋποθέσεων φρονήματος, αλλά απαιτεί πολύ περισσότερα από επισημάνσεις και προειδοποιήσεις.
Στην συνέχεια σταχυολογούμε ορισμένα αποσπάσματα από την ομιλία Καραμανλή.
«Στα χρόνια που έρχονται, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μεγάλες προκλήσεις. Προκλήσεις που, ας μην έχουμε αυταπάτες, θα απαιτήσουν συγκροτημένες πολιτικές, αποφασιστικότητα και τόλμη».
«Ζούμε σε ένα κόσμο πολύ λιγότερο προβλέψιμο σε σχέση ακόμα και με το πρόσφατο παρελθόν. Από τον διπολισμό του Ψυχρού Πολέμου και αργότερα την ηγεμονία της μοναδικής Υπερδύναμης, έχουμε περάσει σε φάση αυξανόμενης αβεβαιότητας. Αβεβαιότητα που επιτείνεται από τη συχνά απρόβλεπτη συμπεριφορά των ΗΠΑ που εγείρει ερωτηματικά συνέπειας και αξιοπιστίας. Αποτυπώνεται άλλωστε αυτή σε μείζονα θέματα: από τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη και τις αντιφάσεις της υπερδύναμης στο ζήτημα της Συρίας έως την ανακόλουθη συμπεριφορά της έναντι της Τουρκίας. Ανταγωνισμοί, περιφερειακές συγκρούσεις, εμπορικοί πόλεμοι και συχνές μεταβολές δυνάμεων, συμπεριφορών και ευθυγραμμίσεων καθιστούν τη διεθνή σκηνή πολύ πιο ασταθή από οποιαδήποτε άλλη φάση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Ο τρόπος που σχολιάστηκε η παρέμβαση ήταν επιφανειακός γιατί εστιάστηκε στους λόγους που ίσως να έσπρωξαν τον Καραμανλή στην κίνηση αυτή και καθόλου σχεδόν σε αυτά που είπε και στην ουσία τους. Αυτό υποδηλώνει μια έμμεση και άμεση διαφωνία προς το περιεχόμενο τους
«Επιβαρυντικός παράγοντας στο σκηνικό αυτό είναι η μέχρι στιγμής διστακτικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναλάβει τον ρόλο που της αναλογεί ως ισχυρός παίκτης του διεθνούς συστήματος. Η σημερινή Ευρώπη εμφανίζεται εσωστρεφής, δυσκίνητη, αδύναμη να πάρει κρίσιμες αποφάσεις και πρωτοβουλίες.
Κραυγαλέο παράδειγμα, όχι το μόνο, αλλά πάντως πολύ επίκαιρο, είναι η διαπιστωμένη αδυναμία της Ένωσης να διαμορφώσει καθαρή και αποτελεσματική πολιτική στο προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα.»
«Η γεωγραφική μας θέση, σε συνδυασμό με την αβελτηρία των εταίρων μας, το καθιστούν ακόμα πιο σύνθετο. Αν, μάλιστα, συνυπολογιστούν οι δυσμενείς προβλέψεις για τις δημογραφικές προοπτικές στη χώρα μας, αν, όπως τεκμηριώνουν όλες οι έρευνες, είμαστε μία χώρα της οποίας ο πληθυσμός και μειώνεται και γηράσκει με εντεινόμενους ρυθμούς, και, ταυτόχρονα, αν δεν ανασχέσουμε τη φυγή νέων κυρίως Ελλήνων στο εξωτερικό, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι μπορεί να βρισκόμαστε, στο όχι μακρινό μέλλον, ενώπιον εθνικής κρίσης».
«Και ο περίγυρός μας, όμως, δεν είναι λιγότερο συννεφιασμένος. Τα Δυτικά Βαλκάνια, 20 χρόνια μετά τον τελευταίο πόλεμο στην περιοχή, δυστυχώς παραμένουν μία μαύρη τρύπα στον ευρωπαϊκό χάρτη».
«Για τη Συμφωνία των Πρεσπών… Οι πρόσφατες εξελίξεις επιβεβαίωσαν ότι άλλοι επείγονταν για την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. και αυτοί είχαν ακόμα να αποδείξουν πολλά… Και, επίσης, οι εξελίξεις κατέδειξαν, με τον πιο προφανή τρόπο, τις μεγάλες αδυναμίες αυτής της συμφωνίας».
«Σήμερα, ωστόσο, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια απροκάλυπτη κλιμάκωση εκ μέρους της Τουρκίας, από τον Έβρο μέχρι την Κύπρο. Κλιμάκωση που είναι σχεδιασμένη και συστηματική. Γνωρίζουμε πια που αποσκοπούν οι στρατηγικές κινήσεις της Άγκυρας. … Γιατί, ας μην γελιόμαστε, η υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των εθνικών συμφερόντων μας θα βασιστεί στις δικές μας δυνάμεις. Στην εμπέδωση αρραγούς εθνικού μετώπου και στη διασφάλιση της αποτρεπτικής ισχύος των ενόπλων μας δυνάμεων».
«Γιατί, όπως ήδη ελέχθη αναφορικά με την αυριανή Επέτειο του Όχι, η Ελλάδα απορρίπτει την επικράτηση της ισχύος έναντι του δικαίου. Γι αυτό και συστάσεις και προτροπές που μας καλούν τάχα να “λογικευτούμε και να τα βρούμε”, πολύ δε περισσότερο πιέσεις φίλων, συμμάχων ή εταίρων, δεν γίνονται δεκτές, αν προσκρούουν στο εθνικό συμφέρον. Χρέος δικό μας είναι να υπερασπιζόμαστε τα δίκαια και τα συμφέροντα της Ελλάδας. Στη Θράκη, στο Αιγαίο, στην Κύπρο μετριέται η αντοχή του Ελληνισμού. Και πρέπει να πείθει άπαντες ότι αυτή η αντοχή είναι μεγάλη, αποφασισμένη και αμετακίνητη».