Του Σταυρου Γεωργά. Η Νύχτα των Κρυστάλλων είναι πια κάθε νύχτα, μολονότι ακόμη σε σμίκρυνση.
Η ηγεμονία της Χρυσής Αυγής, η ιδεολογική ηγεμονία εννοώ, μοιάζει να απέχει πολύ ακόμη, αλλά μόνο αν αποστρέψεις το βλέμμα απ’ την πραγματικότητα: τότε, ναι, δεν θα δεις ότι το 7% του Μαΐου δεν αλλοιώθηκε όταν η εν λόγω συμμορία εκτέθηκε στο φως της δημοσιότητας, δεν θα δεις ότι η άλως γύρω απ’ το 7% είναι πολύ μεγαλύτερη, ακτίνας ίσης με την απόσταση που διανύει, κι ακόμη ακούγεται, ο ήχος των χειροκροτημάτων καθώς οι χρυσαυγίτες καθαρίζουν τα βαγόνια του ΗΣΑΠ και τα διαμερίσματα των νοικοκυραίων απ’ τους αλλοδαπούς. «Η βοή των πλησιαζόντων γεγονότων» είναι αυτά ακριβώς τα χειροκροτήματα – κι εξαπλώνεται «οριζόντια»: μορφοποιείται σε κοινωνικά παντοπωλεία για Έλληνες, άρια συσσίτια, μαθήματα καράτε σε Σουλιωτοπούλες που θα θελήσουν να βιάσουν ο Αλήπασας κι οι αλλοδαποί… Κι οπωσδήποτε, ό,τι κι αν λένε οι μετρ της στατιστικής, το 37% που «απείχε» επεκτείνει, δυνάμει ακόμη κι όχι ενεργεία (όμως «ο πολιτικός χρόνος είναι πολύ πυκνός πια»), την ίδια ακτίνα, γιατί, όπως παρατήρησε κάποτε ο Μπένγιαμιν (φωνή βοώντος εν τη ερήμω), συσχετίζοντας το νέου τύπου «πολιτικό προσωπικό» με την ανάδυση, τότε, του κινηματογράφου, «τα κοινοβούλια ερημώνονται ταυτόχρονα με τα θέατρα».
Οι άνθρωποι που απείχαν, απείχαν γιατί κάποιος πήρε απ’ τον καθένα τους τον καθρέφτη που ήταν μπροστά του, τον πήρε όμως μαζί με το είδωλό του: δεν νιώθουν πια να τους αφορά η εκπροσώπησή τους από έναν κωμικό θίασο που «υποδύεται τον εαυτό του μπροστά στο μικρόφωνο ή την κάμερα». Απείχαν, γιατί βρισκόμαστε πια στην έκβαση μιας βαθμιαίας μετάλλαξης, απ’ την οποία, ο Μπένγιαμιν το διείδε εξαρχής, «νικητές βγαίνουν ο σταρ και ο δικτάτορας». Μπορεί, βέβαια, να μας παρηγορήσει κάτι απροσδόκητο: να είναι, φερ’ ειπείν, ο σταρ αριστερός – προς στιγμήν. Όμως, η «κουλτούρα του σταρ», για να το πω έτσι, υποσκάπτει την Αριστερά, μοιάζει με τη δανεική ευζωία που εξασφαλίζει η πιστωτική κάρτα: κάποια στιγμή, θα μας ζητηθεί να επιστρέψουμε με τόκο τα δανεικά μοντέλα που πιστέψαμε ότι μπορεί ποτέ, αν το παίξουμε σωστά, ν’ αποβούν εντέλει δικά μας…
Η «ερήμωση των κοινοβουλίων» περιγράφει και τα όρια της «υπεύθυνης αντιπολίτευσης», στην οποία, κατά τα άλλα, τίποτα δεν έχει να προσάψει κανείς: Ο δημοκρατικός φορμαλισμός μετέχει της ουσίας του δημοκρατικού «παραδείγματος» – εφόσον δεν συγκαλύπτει την κατάρρευσή του κι επομένως τη «γυμνή» κοινωνία. Ειδάλλως μπορεί να οδηγήσει σε αποεπένδυση της ελπίδας· γιατί, μ’ όλη την αυταπάτη που καλλιεργήθηκε και που την διαλύουν οι νύχτες των κρυστάλλων και η βουβή συναίνεση, ελπίδα, ναι, επενδύθηκε – οξύμωρη, εγγενώς αντιφατική, συχνά απ’ τους ίδιους που συναινούν και που ίσως μαλώνουν τώρα δα με τον εαυτό τους· παρ’ όλ’ αυτά, επενδύθηκε – δοκιμαστικά, προς στιγμήν. Κι η ματαίωση θα εξαερώσει τον μισό εαυτό καθενός. Θ’ απομείνει ένα συνονθύλευμα απόγνωσης και τυφλής πια οργής. Κι αυτή η κοινότητα αξιοθρήνητων και ευάλωτων θα λιντσάρει δι’ αντιπροσώπων κι ομόθυμα και καλπάζοντας απ’ το 7 στο 15 και στο 25%, αν δεν το κάνει και στα ίσια κάποια στιγμή, για να εξασφαλίσει μια ψευδαίσθηση ασφάλειας, μιαν αναπαράσταση της πάλαι ποτέ συνοχής της – που καταρρέει…
Οι άνθρωποι που απείχαν, απείχαν γιατί κάποιος πήρε απ’ τον καθένα τους τον καθρέφτη που ήταν μπροστά του, τον πήρε όμως μαζί με το είδωλό του: δεν νιώθουν πια να τους αφορά η εκπροσώπησή τους από έναν κωμικό θίασο που «υποδύεται τον εαυτό του μπροστά στο μικρόφωνο ή την κάμερα». Απείχαν, γιατί βρισκόμαστε πια στην έκβαση μιας βαθμιαίας μετάλλαξης, απ’ την οποία, ο Μπένγιαμιν το διείδε εξαρχής, «νικητές βγαίνουν ο σταρ και ο δικτάτορας». Μπορεί, βέβαια, να μας παρηγορήσει κάτι απροσδόκητο: να είναι, φερ’ ειπείν, ο σταρ αριστερός – προς στιγμήν. Όμως, η «κουλτούρα του σταρ», για να το πω έτσι, υποσκάπτει την Αριστερά, μοιάζει με τη δανεική ευζωία που εξασφαλίζει η πιστωτική κάρτα: κάποια στιγμή, θα μας ζητηθεί να επιστρέψουμε με τόκο τα δανεικά μοντέλα που πιστέψαμε ότι μπορεί ποτέ, αν το παίξουμε σωστά, ν’ αποβούν εντέλει δικά μας…
Η «ερήμωση των κοινοβουλίων» περιγράφει και τα όρια της «υπεύθυνης αντιπολίτευσης», στην οποία, κατά τα άλλα, τίποτα δεν έχει να προσάψει κανείς: Ο δημοκρατικός φορμαλισμός μετέχει της ουσίας του δημοκρατικού «παραδείγματος» – εφόσον δεν συγκαλύπτει την κατάρρευσή του κι επομένως τη «γυμνή» κοινωνία. Ειδάλλως μπορεί να οδηγήσει σε αποεπένδυση της ελπίδας· γιατί, μ’ όλη την αυταπάτη που καλλιεργήθηκε και που την διαλύουν οι νύχτες των κρυστάλλων και η βουβή συναίνεση, ελπίδα, ναι, επενδύθηκε – οξύμωρη, εγγενώς αντιφατική, συχνά απ’ τους ίδιους που συναινούν και που ίσως μαλώνουν τώρα δα με τον εαυτό τους· παρ’ όλ’ αυτά, επενδύθηκε – δοκιμαστικά, προς στιγμήν. Κι η ματαίωση θα εξαερώσει τον μισό εαυτό καθενός. Θ’ απομείνει ένα συνονθύλευμα απόγνωσης και τυφλής πια οργής. Κι αυτή η κοινότητα αξιοθρήνητων και ευάλωτων θα λιντσάρει δι’ αντιπροσώπων κι ομόθυμα και καλπάζοντας απ’ το 7 στο 15 και στο 25%, αν δεν το κάνει και στα ίσια κάποια στιγμή, για να εξασφαλίσει μια ψευδαίσθηση ασφάλειας, μιαν αναπαράσταση της πάλαι ποτέ συνοχής της – που καταρρέει…
Σχόλια