Του Δη΄μητρη Α. Σεβαστάκη. Μπορεί να αναζητήσει κάποιος επαναστατική οδό, σήμερα;
Να μην είναι δηλαδή το «Άλλο» που πρεσβεύουν πολλά αριστερά κόμματα και ομάδες, απλή επίκληση, αλλά σφοδρή πιθανότητα, ελπίδα. Η επανάσταση αργεί. Υπάρχει; Έρχεται; Ή οι αριστεροί χιλιαστές προσβλέπουν υπεκφεύγοντας στο υπερπέραν κάποιου «κινήματος», κάποιου «λαού», κάποιας «λαϊκής εξουσίας»; Μήπως η επαναστατική, ανατρεπτική προοπτική είναι η απλή αδυναμία να διαχειριστούμε το τεράστιο, ταπεινό και επείγον Τώρα; Μήπως έχουν δίκιο οι πραγματιστές της Aριστεράς που κατηγορούν τους ανταγωνιστές τους, ως ευθυνόφοβους και φυγόμαχους;
Το «τώρα» είναι αντίδικο της επαναστατικής προοπτικής; Ωραία και έξυπνη κατασκευή. Φτιάχνουμε ένα «Τώρα» πραγματικό, μέτριο, χωμένο μέχρι το λαιμό στα ημίμετρα, στη λογιστική των λογαριασμών, των φόρων, των συνταγών για φάρμακα και καταδικάζουμε το «Αύριο» στην μεταφυσική ζώνη. Κάνουμε το αύριο ένα διαρκές μεθαύριο. Πρώτη φορά μετά τη Βιομηχανική Eπανάσταση, ειδικά τηνσοβιετική εκφορά της και τον προλεταριακό αυτοπροσδιορισμό, ακυρώνεται το Μέλλον, μεταστρέφεται εννοιολογικά είτε σε κάτι απεχθές, είτε σε κάτι άυλο.
Ξαναγυρνώ, λοιπόν, στο ερώτημα: είναι δυνατόν το ανατρεπτικό αίτημα, μπορεί αυτή η άθλια καθημερινότητα να λαμπρυνθεί με την ιδέα της δίκαιης, εξυγιαντικής ανατροπής; Παλαιότερα, η προοπτική, για ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής Αριστεράς, ήταν η Σοβιετική Ένωση. Όπως και για ένα άλλο κομμάτι της, ήταν το Ιταλικό Κομμουνιστικό Kόμμα. Για ένα τρίτο, ήταν το κινέζικο πείραμα. Όλα τα όνειρα και οι αναγωγές σε μεγάλα παραδείγματα, ήταν αντίδικα μεταξύ τους, αλλά όλα τους είχαν μια τελεολογική καθαρότητα: Οι πύραυλοι της σοβιετίας, η δημοκρατία και το λευκό σαμποτάζ στις ιταλικές καπιταλιστικές βιομηχανίες, η πολιτιστική επανάσταση του Μάο, όλα τους είχαν την ευδιάκριτη σαφήνεια του υποδείγματος.
Τώρα στον μπερδεμένο μικροαστό του Παγκρατίου, που έχει στο ψυγείο με τα μαγνητάκια τέσσερεις απλήρωτους λογαριασμούς, που του ήρθε το εκκαθαριστικό και πρέπει για τα 17.000 ετήσιο οικογενειακό εισόδημα να πληρώσει 3.000 φόρο, τώρα που έχουν έλλειψη τα αντι-υπερτασικά του, γιατί η εταιρία που τα εισάγει τα επανεξάγει σε τρίτες χώρες, βγάζοντας πολύ περισσότερα χρήματα, τώρα που πέρασε και το παιδί στο πανεπιστήμιο, αλλά δυστυχώς στη Θεσσαλονίκη και σε νοίκι, τώρα που καμία διεθνής αναφορά, όνομα, έννοια δεν αντέχει πάνω από διμηνία, τώρα τι; Τι λέμε οι αριστεροί στον τρελό οφειλέτη που επείγεται; «Περίμενε να ωριμάσουν οι συνθήκες»; «Υπομονή έρχεται ο Ολάντ»; «Όπου να ’ναι, ο καπιταλισμός θα πεθάνει μέσα στην κρίση του, θα πνιγεί στις αντιφάσεις του»; Ή του λέμε, όλοι μαζί σε μια πανευρωπαϊκή γιούρια να καταλάβουμε τα χειμερινά ανάκτορα των Βρυξελών; Ίσως, υπόγεια, λέμε του οφειλέτη ότι οι συνθήκες άλλαξαν και δεν μπορεί να γίνει ανατροπή, αφού ο ίδιος ο καπιταλισμός σαν κροκόδειλος αυτοανατρέπεται, στριφογυρίζει δαγκώνοντας και σπάζοντας το σβέρκο.
Αστοί αλλά και αριστερίζοντες οικονομολόγοι περιγράφουν ανόρεχτα το «πώς θα πάρει μπρος η οικονομία» (σφίγγουν και την άσπρη μαλακή γροθίτσα για τηλεοπτική έμφαση). Ακούμε τα αρκτικόλεξα συνταγολόγια του ΕΣΠΑ, της ΑΤΕ, του ΟΠΑΠ, του ΟΠΑΔ, τα κλειστά επαγγέλματα, ακούμε όλη αυτή τη ανέμπνευστη και θολή παπαγαλία και ξαναγυρνάμε στον απελπισμένο μικροαστό. Ναι, μας πήρε στο λαιμό του με τον Αντρέα και με τον συρφετό Γιώργο, ναι, «τιμωρείται» τώρα, μη ζητάει από τους αριστερούς τα ρέστα. Αλλά, πάλι, τη συνολική πολιτική βουβαμάρα, την πολιτική αδυναμία, την προγραμματική αοριστία βλέπουμε κι εδώ και απέναντι και στην κεφαλή του απελπισμένου, κοντόμυαλου μικροαστού.
Και ο Λόγος, ο ριζικός και ιδεολογικά έκκεντρος, ακόμα δεν εκφωνείται…
Το «τώρα» είναι αντίδικο της επαναστατικής προοπτικής; Ωραία και έξυπνη κατασκευή. Φτιάχνουμε ένα «Τώρα» πραγματικό, μέτριο, χωμένο μέχρι το λαιμό στα ημίμετρα, στη λογιστική των λογαριασμών, των φόρων, των συνταγών για φάρμακα και καταδικάζουμε το «Αύριο» στην μεταφυσική ζώνη. Κάνουμε το αύριο ένα διαρκές μεθαύριο. Πρώτη φορά μετά τη Βιομηχανική Eπανάσταση, ειδικά τηνσοβιετική εκφορά της και τον προλεταριακό αυτοπροσδιορισμό, ακυρώνεται το Μέλλον, μεταστρέφεται εννοιολογικά είτε σε κάτι απεχθές, είτε σε κάτι άυλο.
Ξαναγυρνώ, λοιπόν, στο ερώτημα: είναι δυνατόν το ανατρεπτικό αίτημα, μπορεί αυτή η άθλια καθημερινότητα να λαμπρυνθεί με την ιδέα της δίκαιης, εξυγιαντικής ανατροπής; Παλαιότερα, η προοπτική, για ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής Αριστεράς, ήταν η Σοβιετική Ένωση. Όπως και για ένα άλλο κομμάτι της, ήταν το Ιταλικό Κομμουνιστικό Kόμμα. Για ένα τρίτο, ήταν το κινέζικο πείραμα. Όλα τα όνειρα και οι αναγωγές σε μεγάλα παραδείγματα, ήταν αντίδικα μεταξύ τους, αλλά όλα τους είχαν μια τελεολογική καθαρότητα: Οι πύραυλοι της σοβιετίας, η δημοκρατία και το λευκό σαμποτάζ στις ιταλικές καπιταλιστικές βιομηχανίες, η πολιτιστική επανάσταση του Μάο, όλα τους είχαν την ευδιάκριτη σαφήνεια του υποδείγματος.
Τώρα στον μπερδεμένο μικροαστό του Παγκρατίου, που έχει στο ψυγείο με τα μαγνητάκια τέσσερεις απλήρωτους λογαριασμούς, που του ήρθε το εκκαθαριστικό και πρέπει για τα 17.000 ετήσιο οικογενειακό εισόδημα να πληρώσει 3.000 φόρο, τώρα που έχουν έλλειψη τα αντι-υπερτασικά του, γιατί η εταιρία που τα εισάγει τα επανεξάγει σε τρίτες χώρες, βγάζοντας πολύ περισσότερα χρήματα, τώρα που πέρασε και το παιδί στο πανεπιστήμιο, αλλά δυστυχώς στη Θεσσαλονίκη και σε νοίκι, τώρα που καμία διεθνής αναφορά, όνομα, έννοια δεν αντέχει πάνω από διμηνία, τώρα τι; Τι λέμε οι αριστεροί στον τρελό οφειλέτη που επείγεται; «Περίμενε να ωριμάσουν οι συνθήκες»; «Υπομονή έρχεται ο Ολάντ»; «Όπου να ’ναι, ο καπιταλισμός θα πεθάνει μέσα στην κρίση του, θα πνιγεί στις αντιφάσεις του»; Ή του λέμε, όλοι μαζί σε μια πανευρωπαϊκή γιούρια να καταλάβουμε τα χειμερινά ανάκτορα των Βρυξελών; Ίσως, υπόγεια, λέμε του οφειλέτη ότι οι συνθήκες άλλαξαν και δεν μπορεί να γίνει ανατροπή, αφού ο ίδιος ο καπιταλισμός σαν κροκόδειλος αυτοανατρέπεται, στριφογυρίζει δαγκώνοντας και σπάζοντας το σβέρκο.
Αστοί αλλά και αριστερίζοντες οικονομολόγοι περιγράφουν ανόρεχτα το «πώς θα πάρει μπρος η οικονομία» (σφίγγουν και την άσπρη μαλακή γροθίτσα για τηλεοπτική έμφαση). Ακούμε τα αρκτικόλεξα συνταγολόγια του ΕΣΠΑ, της ΑΤΕ, του ΟΠΑΠ, του ΟΠΑΔ, τα κλειστά επαγγέλματα, ακούμε όλη αυτή τη ανέμπνευστη και θολή παπαγαλία και ξαναγυρνάμε στον απελπισμένο μικροαστό. Ναι, μας πήρε στο λαιμό του με τον Αντρέα και με τον συρφετό Γιώργο, ναι, «τιμωρείται» τώρα, μη ζητάει από τους αριστερούς τα ρέστα. Αλλά, πάλι, τη συνολική πολιτική βουβαμάρα, την πολιτική αδυναμία, την προγραμματική αοριστία βλέπουμε κι εδώ και απέναντι και στην κεφαλή του απελπισμένου, κοντόμυαλου μικροαστού.
Και ο Λόγος, ο ριζικός και ιδεολογικά έκκεντρος, ακόμα δεν εκφωνείται…
* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος,
επ. καθηγητής ΕΜΠ ([email protected])
επ. καθηγητής ΕΜΠ ([email protected])
Σχόλια