Οκαθένας κρατά ό,τι θέλει από το γεγονός, το εντάσσει στο δικό του σκεπτικό, δικαιολογεί από αυτό την περαιτέρω στάση του, συχνά ήδη ειλημμένη. Κι έτσι παλινδρομούμε σε έναν ωκεανό γεγονότων, πέφτοντας πρώτα από τα σύννεφα -για να συνηθίσουμε απότομα στην επόμενη επανάληψη. Πότε με μια μακαριότητα –«έλα μωρέ, πάντα γίνονταν αυτά»– και πότε με έναν πανικό, λες και ξαφνικά οι μαθητές ήρθαν από άλλον πλανήτη και κανένας κοινός τόπος δεν υπάρχει (ή δεν μπορεί να βρεθεί) στις τάξεις και τα προαύλια των ΕΠΑΛ.
Τα σχολεία δεν είναι οι ζούγκλες που περιγράφονται αν από αυτήν την εικόνα οι κυβερνώντες θέλουν να δικαιολογήσουν τις ζώνες περιφρούρησης, απόρριψης και καταστολής που αυξάνονται εκθετικά για να χωρέσουν τους νέους ανθρώπους και το μέλλον τους. Ζώνες που σε αντίθεση, τόσο με «διαβάσματα» περασμένων εποχών όσο και με το «γράμμα» όσων δηλώνονται, περιλαμβάνουν και συντηρούν μια γενικευμένη απειθαρχία και μια μεγάλη ανοχή στο «κάνε ό,τι γουστάρεις», μαζί και με το ξύλο (όχι μεταξύ των μαθητών…) που πια γενικεύεται. Δεν είναι μόνο μια «έλλειψη αναφοράς», πράγμα απολύτως διαλυτικό για κάθε άνθρωπο, είναι μαζί και ένα σπρώξιμο σε διαρκείς και αναπαραγόμενες «λάθος απαντήσεις». Μέχρι να μην μπορείς πια να αναγνωρίσεις ποιον έχεις απέναντί σου. Κι αυτό δεν ισχύει μονάχα για τα παιδιά αλλά και για τους καθηγητές και για τους γονείς.
Τα σχολεία είναι όντως οι ζούγκλες που περιγράφονται αν αυτό σημαίνει ότι φθείρεται ολοένα και περισσότερο ο μορφωτικός τους χαρακτήρας. Δεν είναι χώροι τα σχολεία, όπου συνυπάρχουν άνθρωποι με ή χωρίς κανόνες, δεν είναι τόποι απασχόλησης οποιουδήποτε τύπου, ούτε απλά δουλεύουν για την «κοινωνικοποίηση των νέων». Είναι η γνώση που τα οριοθετεί, είναι το «μάθε παιδί μου γράμματα» που οφείλει να ορίζει τη λειτουργία τους. Ακόμα και η ίδια η πειθαρχία θα έπρεπε να πηγάζει και να υπηρετεί κυρίως αυτό το σκοπό. Ψιλά γράμματα, όντως. Γι’ αυτό, πριν κάποιο ακραίο γεγονός ταράξει την επικαιρότητα, να σκύβαμε λίγο παραπάνω στην καθημερινότητα, στο τι πραγματικά συμβαίνει στο θεσμό αυτό. Μαζί με τον αυθάδη μαθητή υπάρχει και το λυκειόπαιδο που δεν κάνει φασαρία αλλά δεν ξέρει και διαίρεση ή αδιαφορεί για τα πάντα – και δεν τρέχει και τίποτα, σίγουρα για τις κυβερνήσεις, συχνά και για όλους τους εμπλεκόμενους. Γιατί η εξάντληση και η αλλοτρίωση των εκπαιδευτικών, μαζί κι ένας κομφορμισμός, δεν είναι καθόλου καλοί σύμβουλοι. «Και τι να κάνεις, να κάτσεις να σκάσεις;», αυτή είναι η μία εκδοχή, αφού δεν προσλήφθηκες για θηριοδαμαστής. Το να είσαι αξιοπρεπής στην τάξη σου, σωστός και τίμιος, να μια απείρως καλύτερη, μα δυστυχώς πολύ λίγη, επιλογή.
Από το πως «δε θα περάσει» ένας ακόμα νόμος ή μια ρύθμιση μέχρι τη διαχείριση της σχολικής καθημερινότητας που φαντάζει συχνά «βουνό», μόνο μέσα από και σε μια μαζική, πλούσια, συλλογική, ουσιώδη μορφωτική κίνηση/κίνημα μπορεί κάτι καλό να σωθεί ή να ξεμυτίσει. Αλλιώς υπάρχει η γκρίνια που άλλωστε προσφέρεται αφειδώς ως μια ακίνδυνη, εκτονωτική μα παθητική απάντηση.
Υ.Γ.: Ας ηρεμήσουμε λίγο οι συνάδελφοι με τις αντανακλαστικές μας απαντήσεις του τύπου «κάνε πρώτα μια ώρα μάθημα και μετά μίλα» ή «ούτε απ’ έξω δεν έχεις περάσει από ΕΠΑΛ». Όχι γιατί δεν έχουν βάση (έχουν και παραέχουν μιας κι η εξυπνάδα και η ασχετοσύνη πάνε κι αυτές σύννεφο…), αλλά γιατί σε τίποτε δε βοηθούν στο να κατανοηθεί η δυσκολία ενός ζητήματος που αφορά κατά κυριολεξία όλη την κοινωνία.