Τανζανία: γερμανική αποικία από το 1885 έως το 1918. Το 1905 οι αυτόχθονες εξεγέρθηκαν εναντίον της βαριάς φορολογίας, των μαζικών εκτοπίσεων και των καταναγκαστικών έργων στις φυτείες βαμβακιού. Αντιμετωπίστηκαν με γενοκτονικές μεθόδους: τα γερμανικά στρατεύματα κυριολεκτικά ισοπέδωσαν εκατοντάδες χωριά, σφάζοντας αδιακρίτως όλους τους κατοίκους τους. Συνολικά 300.000 Τανζανοί σφαγιάστηκαν ή εξοντώθηκαν με το όπλο της πείνας μέσα σε δύο χρόνια. Τα ίδια και χειρότερα έγιναν και στη Ναμίμπια, όπου οι Γερμανοί έποικοι εκτόπισαν τους αυτόχθονες για να ελέγξουν τα πιο εύφορα εδάφη. Τους εγκλώβισαν σε ερήμους και σε στρατόπεδα συγκέντρωσης-εξόντωσης, που θεωρούνται οι πρόδρομοι των αντίστοιχων ναζιστικών στρατοπέδων. Όταν ξεσηκώθηκαν, το 1904, τα γερμανικά στρατεύματα μεθοδικά σφαγίασαν το 80% της φυλής των Χερέρο και το 50% της φυλής των Νάμα. Πάντως οι εξεγερμένοι των αρχών του περασμένου αιώνα δεν αποκλήθηκαν τρομοκράτες από το Βερολίνο: η χρήση του όρου δεν είχε ακόμη γενικευθεί, κι εξάλλου οι αποικιοκράτες δεν χρειάζονταν δικαιολογίες για να εξοντώσουν τους ντόπιους «υπανθρώπους».
Αυτήν την εβδομάδα ο Γερμανός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ επισκέφθηκε την Τανζανία, όπου ζήτησε επισήμως συγγνώμη για τα εγκλήματα του Βερολίνου, αν και δεν προχώρησε στο επόμενο εύλογο βήμα: τη δέσμευση αποζημίωσης της Τανζανίας για την «περιποίηση» που υπέστη. Στην πραγματικότητα, λένε οι κακές γλώσσες, βασικός στόχος της επίσκεψής του ήταν ακριβώς να παρακαμφθεί το αγκάθι των αποζημιώσεων (στις οποίες η Γερμανία επιδεικνύει διαχρονική αλλεργία, όπως γνωρίζουμε καλά κι εμείς στην Ελλάδα…). Σημειωτέον ότι το 2017 η κυβέρνηση της Τανζανίας δήλωσε για πρώτη φορά ότι εξετάζει νομικές ενέργειες για να ζητήσει αποζημίωση από τη Γερμανία για όσους λιμοκτόνησαν, εκτοπίστηκαν, βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν από τον γερμανικό αποικιακό στρατό.
Κένυα: άλλη μια χώρα της ανατολικής Αφρικής που συνορεύει με την Τανζανία, αλλά δεν έγινε γερμανική αποικία: μετά τη Συνδιάσκεψη του Βερολίνου το 1884-85 (στην οποία οι Ευρωπαίοι μοίρασαν μεταξύ τους την Αφρική…), κληρώθηκε στο βρετανικό στέμμα. Και εκεί οι διαδοχικές εξεγέρσεις των ντόπιων πνίγηκαν στα αίμα, και αργότερα οι Βρετανοί δεν τήρησαν την υπόσχεσή τους για αυτοδιάθεση, αν και δεκάδες χιλιάδες Αφρικανοί σκοτώθηκαν πολεμώντας τους ναζί. Έτσι το 1952, υπό την καθοδήγηση Κενυατών βετεράνων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κορυφώθηκε ο αντιαποικιακός ξεσηκωμός – που έμεινε στην ιστορία ως εξέγερση των Μάου Μάου και διάρκεσε ως το 1960. Η απάντηση των Βρετανών ήταν παρόμοια με των Γερμανών: αδιάκριτες σφαγές και στρατόπεδα συγκέντρωσης-εξόντωσης. Συνολικά 90.000 Κενυάτες εξοντώθηκαν από τους Βρετανούς, ενώ απαγχονίστηκαν 1.090 «βάρβαροι τρομοκράτες» (πλέον χρειάζονταν προσχήματα, κι ο όρος είχε αρχίσει να χρησιμοποιείται…).
Σε αυτή τη χώρα πραγματοποιείται το δεύτερο, αυτήν την εβδομάδα, ταξίδι αρχηγού ευρωπαϊκού κράτους: ο Βρετανός βασιλιάς Κάρολος βρίσκεται εκεί, αναγνωρίζοντας ότι «αποτρόπαιες και αδικαιολόγητες πράξεις βίας διαπράχθηκαν εναντίον των Κενυατών καθώς έδιναν έναν επώδυνο αγώνα για ανεξαρτησία και κυριαρχία», και καταλήγοντας: «Για όλα αυτά δεν μπορεί να υπάρξει καμία δικαιολογία». Μισή συγγνώμη, που κι αυτή με το ζόρι βγήκε από το στόμα του γιού της Ελισάβετ, στα χρόνια της οποίας η Βρετανία διέπραξε αναρίθμητα εγκλήματα πολέμου ανά την υφήλιο. Ο Κάρολος είπε λοιπόν τη μισή συγγνώμη του, τουλάχιστον για να θολώσει την (ανεκπλήρωτη βέβαια) δέσμευση του Λονδίνου ότι η Κένυα θα αποζημιωθεί για τα όσα υπέφερε.
Παλαιστίνη: εδώ ο εκτοπισμός, τα εγκλήματα πολέμου εναντίον αμάχων και η εθνοκάθαρση βρίσκονται σε εξέλιξη. Μπορεί κανείς να φανταστεί κάποιον μελλοντικό αρχηγό του κράτους του Ισραήλ να ζητά συγγνώμη από τους πολίτες μιας ανεξάρτητης Παλαιστίνης για το αιματοβαμμένο παρελθόν του; Δύσκολο, αλλά όχι απίθανο: πριν πολλές δεκαετίες, όταν Γερμανοί, Βρετανοί και λοιποί πολιτισμένοι μακέλευαν την Αφρική, φαινόταν εξίσου απίθανο κάποιος Σταϊνμάγερ ή Κάρολος να ζητήσει κάποτε συγγνώμη. Το ίδιο μπορεί να συμβεί λοιπόν και στην περίπτωση της Παλαιστίνης. Αρκεί να υπάρχει δεκαετίες μετά κράτος του Ισραήλ, ώστε να έχει την ευκαιρία ο ανώτατος άρχων του να ψελλίσει, έστω και υποκριτικά, τη λύπη του.