του Τζέιμς Πέτρας*

Ας ξεκινήσουμε την επισκόπηση μερικών από τις πρόσφατες εξελίξεις το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών που πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή στη Βενεζουέλα. Μπορούμε να επισημάνουμε δύο ζητήματα. Πρώτον, ότι σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα η εκλογική αναμέτρηση εξελίχθηκε καλά**. Από την άλλη, όλοι οι σχετικοί σχολιασμοί από το εξωτερικό είναι αρνητικοί: μιλούν για ληστεία, νοθεία, καταστολή κι ό,τι άλλο μπόρεσαν να επινοήσουν. Η συμμετοχή βέβαια ήταν χαμηλή, κάτω από 40%. Αυτό συνέβαινε οπωσδήποτε και επί Τσάβες, από τότε που καθιερώθηκε το προεδρικό σύστημα και άρα οι πιο κρίσιμες εκλογές έγιναν οι προεδρικές***. Την ίδια στιγμή όμως, η υψηλή αποχή αποτελεί εκδήλωση μιας δυσαρέσκειας προς όλο το πολιτικό φάσμα: τόσο την κυβέρνηση όσο και τη δεξιά αντιπολίτευση. Στη δεδομένη συγκυρία, λείπει η αίσθηση ταύτισης πλατιών στρωμάτων με την πολιτική διαδικασία. Είναι σαφές ότι η πτώση της οικονομίας έχει επιδράσει στους πάντες – οι υποστηρικτές του Νικολάς Μαδούρο δεν αποτελούν εξαίρεση. Λείπουν φάρμακα, λείπουν τρόφιμα, υπάρχουν περιορισμοί στην κατανάλωση… πολλά πράγματα διακυβεύονται. Και είναι αδύνατο να λειτουργήσει μια οικονομία όταν τα πάντα έχουν μπλοκαριστεί από το εξωτερικό εξαιτίας των δυτικών κυρώσεων, με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι επιλογές της κυβέρνησης Μαδούρο.

Υπάρχει ένα ερώτημα: αυτές οι εκλογές θα βοηθήσουν τη Βενεζουέλα να ανακτήσει μια διεθνή αναγνώριση; Ή, αντίθετα, δεν θα αλλάξει τίποτα στο πώς αντιμετωπίζεται η βενεζουελάνικη κυβέρνηση από τις διάφορες διεθνείς δυνάμεις; Πιστεύω ότι θα ισχύσει το δεύτερο. Η Ευρώπη, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και οι δεξιοί κυβερνήτες στη Λατινική Αμερική θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζουν το μποϊκοτάζ εναντίον της Βενεζουέλας. Παρατηρούμε δηλαδή μια κατάσταση περίπλοκη, δύσκολη. Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση της Βενεζουέλας πρέπει να υιοθετήσει τα μέτρα εκείνα που θα της επιτρέψουν να αναπτύξει κι άλλο τις σχέσεις της με τις χώρες που είναι πρόθυμες γι’ αυτό. Αλλά για να το επιτύχει, θα πρέπει να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις της προς την Κίνα, τη Ρωσία και τα λοιπά κράτη που μπορούν να της ανοίξουν πόρτες ώστε να καταφέρει να επιλύσει τα προβλήματά της.

Δεν διαφαίνονται αλλαγές πολιτικής στη Μέση Ανατολή

Περνώντας στις ΗΠΑ, ας δούμε καταρχήν την εξωτερική πολιτική τους, πρώτα-πρώτα στο συριακό πρόβλημα. Έγινε γνωστό ότι ο Τζέιμς Τζέφρι, ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για τη Συρία, αποκάλυψε ότι η απερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ διατηρεί την ανάπτυξη βορειοαμερικανικών στρατευμάτων στη χώρα αυτή, με στόχο να εμποδίσει τη συριακή κυβέρνηση να ανακτήσει τον έλεγχο εδαφών της που βρίσκονται ακόμη υπό την κατοχή τρομοκρατών. Πρέπει να δούμε τι στάση θα κρατήσει στο ζήτημα αυτό η νέα διοίκηση υπό τον Τζο Μπάιντεν. Η εκτίμηση είναι ότι θα υπάρξει μικρή αλλαγή, δεδομένου ότι πρόκειται για έναν κεντροδεξιό πολιτικό. Προφανώς είναι καλύτερος από τον Ντόναλντ Τραμπ, αλλά οι διεθνείς πρωτοβουλίες που έχει ανακοινώσει μέχρι τώρα δεν έχουν θετικό πρόσημο. Για παράδειγμα, σήμερα ανακοίνωσε ότι επιθυμεί την επανέναρξη και βελτίωση των σχέσεων με το Ιράν. Αλλά στην πραγματικότητα ζητά μονομερείς υποχωρήσεις από την ιρανική πλευρά. Για την ακρίβεια, απαιτεί από την ιρανική κυβέρνηση να προβεί σε παραχωρήσεις χωρίς να πάρει κανένα αντάλλαγμα από τις ΗΠΑ. Πώς μπορούν να βελτιωθούν με μια τέτοια πολιτική οι σχέσεις ΗΠΑ-Ιράν, είναι άγνωστο…

Με άλλα λόγια, το σημερινό στάτους κβο στη Μέση Ανατολή θα εξακολουθήσει να υφίσταται ως έχει και με τον Μπάιντεν. Για τη μαύρη Αφρική δεν υπάρχει λόγος συζήτησης: η Ουάσιγκτον έχει ήδη απολέσει κάθε επιρροή που διέθετε πρωτύτερα εκεί. Στη Μέση Ανατολή όμως, όπου εξακολουθεί να παίζει ρόλο, δεν διαφαίνεται μέχρι στιγμής η παραμικρή πρωτοβουλία από πλευράς του μελλοντικού προεδρικού στρατοπέδου που να δείχνει ότι επιθυμεί κάποια βελτιωτική αλλαγή. Το στρατόπεδο Μπάιντεν εμφανίζει ένα υποτιθέμενο άνοιγμα, αλλά χωρίς να το υποστηρίζει τίποτε πραγματικό. Θα συνεχιστεί δηλαδή η παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου από τις ΗΠΑ, χαρακτηριστικό παράδειγμα της οποίας είναι η κατοχή ξένων εδαφών. Δεν είναι εξάλλου η πρώτη φορά που εφαρμόζεται μια τέτοια πολιτική.

Πώς θα αντιδράσουν η Ρωσία και το Ιράν στη συνέχιση της βορειοαμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στη Συρία; Ούτε σε αυτό το μέτωπο πρέπει να αναμένονται μεγάλες αλλαγές. Η Ρωσία διατηρεί μια συμβιβαστική συμφωνία με την Ουάσιγκτον. Αλλά και οι υπόλοιπες δυνάμεις που δραστηριοποιούνται στην περιοχή περισσότερο επιδιώκουν τη διατήρηση και ενίσχυση του τωρινού στάτους κβο, παρά την αλλαγή του – πόσο μάλλον την ανατροπή του. Στη σημερινή συγκυρία, η Ρωσία ενδιαφέρεται κυρίως για τη σταθεροποίηση της παρουσίας της στη Μέση Ανατολή, ιδίως σε λιμάνια και αεροδρόμια της περιοχής. Φυσικά η Μόσχα δεν είναι υπέρ της κατοχής της Συρίας από τρίτες χώρες, την ίδια στιγμή όμως δεν θα ρισκάρει μια ανοιχτή αντιπαράθεση που θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τον εκτοπισμό της.

Ο Μπάιντεν είναι ένας κεντροδεξιός πολιτικός: προφανώς είναι καλύτερος από τον Ντόναλντ Τραμπ, αλλά οι διεθνείς πρωτοβουλίες που έχει ανακοινώσει μέχρι τώρα δεν έχουν θετικό πρόσημο

Η πανδημία κάνει θραύση στις ΗΠΑ

Περνώντας τώρα στο εσωτερικό μέτωπο των ΗΠΑ, το πρώτο που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι ο κορωνοϊός εξαπλώνεται ταχύτατα. Σε μικρό χρονικό διάστημα, μόλις μίας εβδομάδας, είχαμε 1,2 εκατομμύρια νέα κρούσματα στις ΗΠΑ. Έτσι αυξάνονται όσοι ασθενούν, γεγονός που με τη σειρά του πλήττει κι άλλο τη βορειοαμερικανική οικονομία – η οποία, μετά από μικρή άνοδο, τώρα σημειώνει νέα πτώση. Και τα προβλήματα που δημιουργεί αυτή η κατάσταση παραμένουν οξύτατα. Για παράδειγμα, η Καλιφόρνια, μια πολιτεία 40 εκατομμυρίων κατοίκων, βρίσκεται σε καραντίνα. Αυτό έχει επιπτώσεις σε όλη την οικονομία της συγκεκριμένης πολιτείας, που πριν την κρίση ήταν η πιο δυναμική, από οικονομική άποψη, σε όλες τις ΗΠΑ…

Επιστρέφοντας στη Λατινική Αμερική, αξίζει αναφοράς η απόφαση της κυβέρνησης της Αργεντινής για την επιβολή ενός εφάπαξ φόρου στις μεγάλες περιουσίες. Παρόλο που δεν πρόκειται για μόνιμη φορολόγηση, η δεξιά αντιπολίτευση αντέδρασε έντονα – όπως αναμενόταν. Πρόκειται βέβαια για θετικό μέτρο, αλλά ουσιαστικά δεν σημαίνει και πολλά πράγματα. Ο λόγος είναι ότι οι πραγματικά μεγάλες περιουσίες Αργεντίνων βρίσκονται στο εξωτερικό. Γι’ αυτό, αν και είναι θετική η εν λόγω απόφαση, το αποτέλεσμα δεν θα είναι εντυπωσιακό. Ίσως να υπάρξει και μια κάποια βελτίωση της εργατικής νομοθεσίας, αλλά πέραν τούτου, ουδέν. Όπως έχω ήδη υπογραμμίσει, οι χίλιοι πολυεκατομμυριούχοι της Αργεντινής βρίσκονται εκτός της χώρας – στα νησιά της Καραϊβικής και άλλες τέτοιες τοποθεσίες. Εν ολίγοις, η εφάπαξ φορολόγηση των μεγάλων περιουσιών μπορεί να είναι ένα βήμα εμπρός, αλλά για να μιλήσουμε για ουσιαστική αλλαγή η κυβέρνηση της Αργεντινής θα πρέπει να πάει πολύ παραπέρα από όσα έχει ανακοινώσει μέχρι στιγμής.

* Ο Τζέιμς Πέτρας είναι ελληνικής καταγωγής Αμερικανός συγγραφέας και διανοούμενος. Το κείμενο αποτελεί την τοποθέτησή του για την τρέχουσα κατάσταση στις ΗΠΑ, την οποία εκθέτει κάθε Δευτέρα στον ραδιοφωνικό σταθμό CX36 του Μοντεβιδέο (Ουρουγουάη).

** Σημείωση της Σύνταξης: Για όσα προηγήθηκαν των εκλογών, βλ. το σχετικό σημείωμα στη σελ. 15 του προηγούμενου φύλλου. Το αποτέλεσμα των εκλογών: Ο «Μεγάλος Πατριωτικός Πόλος», με κορμό το PSUV του Μαδούρο, πήρε 69,3%. Τα δύο βασικά κόμματα της αντιπολίτευσης που συμμετείχαν στις εκλογές, η «Δημοκρατική Συμμαχία» και η «Ενωμένη Βενεζουέλα», πήραν 17,7% και 4,2% αντίστοιχα. Η «Λαϊκή Επαναστατική Εναλλακτική», που διαφοροποιήθηκε από το κυβερνητικό μπλοκ, πήρε 2,8%, ενώ 7 μικρότερα κόμματα μοιράστηκαν το υπόλοιπο 6%.

*** Σημείωση της Σύνταξης: Στις βουλευτικές εκλογές του 2005, επί Τσάβες, η συμμετοχή ήταν μόλις 25,3%.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!