Ήμουνα μόνο 23. Φοιτητής επί πτυχίω στη Νομική, εργαζόμενος στη Λύρα. Μετά από τον Χατζιδάκι, τον Σπανό και τον Μαμαγκάκη, γνώρισα και τον Αργύρη Κουνάδη. Ήταν καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ και είχε έρθει στην Ελλάδα για να ηχογραφήσει ένα κύκλο τραγουδιών που είχε συνθέσει πάνω σε στίχους του Βαγγέλη Γκούφα. Ήμουν ήδη μπλεγμένος στο αντιδικτατορικό κίνημα που αναπτυσσόταν στα πανεπιστήμια.

Με τον Κουνάδη βρήκαμε αμέσως σημεία επαφής. Τα τραγούδια του ήταν όλα πολιτικά. Από λίγο ως πολύ συγκαλυμμένα γιατί η λογοκρισία δεν άφηνε πολλά περιθώρια. Ο στιχουργός ήταν υποχρεωμένος να εκφράζεται αλληγορικά, με συμβολισμούς και υπονοούμενα. Αλλά η «τοξικότητα» της εποχής, μετέφερε τα μηνύματα σχεδόν αυτούσια στους παραλήπτες τους. Έτσι, ο κατά τ’ άλλα γενικόλογος τίτλος του δίσκου, ήταν εύκολα αντιληπτός στους μυημένους. «Δεν περισσεύει υπομονή»!

Η συγκυρία της εποχής με έφερε στο στούντιο όπου ο Αργύρης ηχογραφούσε τα τραγούδια που είχε ο ίδιος ενορχηστρώσει. Στη Λύρα υπήρχαν αρμοδιότητες, αλλά επικρατούσε ένα πνεύμα εργαστηρίου, όπου όλοι έκαναν τα πάντα. Έτσι, εξ αρχής, αναλάμβανα αποστολές στο στούντιο, όχι ακόμα ως υπεύθυνος της παραγωγής, αλλά ως εκπρόσωπος της εταιρίας στην ηχοληψία. Η καλή βαθύτερη σχέση μου με τον Κουνάδη και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον μου για τα πολιτικά του τραγούδια, σίγουρα έπαιξαν ρόλο στην ανάθεση της «αποστολής» σε μένα από τον Αλέκο Πατσιφά.

Η φωτογραφία που έχω με τον Κουνάδη και την Μπέλλου, βασική ερμηνεύτρια του δίσκου, στο στούντιο της Κολούμπια, είναι ίσως η πρώτη και μία από τις λίγες που έβγαλα σε ηχογράφηση, γιατί είχα τη συνήθεια να φωτογραφίζω, αλλά να μην φωτογραφίζομαι με τους καλλιτέχνες.

Εκείνα τα χρόνια, ήταν κοινή πρακτική να μοιράζονται τα τραγούδια ενός «κύκλου» περισσότεροι από έναν τραγουδιστές, αφού ο συνθέτης είχε ακόμα τον πρώτο λόγο και όχι ο τραγουδιστής-φίρμα που σταδιακά επικράτησε στο σταρ-σίστεμ.

Εκτός, λοιπόν, από τη Σωτηρία, συμμετείχαν ο Σταύρος Πασπαράκης, ένας ιδιόρρυθμος άνθρωπος και τραγουδιστής, και η νεαρή Ελένη Βιτάλη, η οποία προερχόταν από το δημοτικό τραγούδι, τραγουδούσε στην Πλάκα και την αξιοποιούσε ο Πατσιφάς σε όλο το ρεπερτόριο εξαιτίας των ξεχωριστών φωνητικών της προσόντων. Ο Κουνάδης συμφώνησε και της έδωσε να πει ένα από τα ωραιότερα τραγούδια όλων των εποχών. Στο στούντιο, η Ελένη ερμήνευσε το τραγούδι υπέροχα κι ας μην ήξερε το «ποιόν» του. Αλλά κανένας δεν γνώριζε κάτι παραπάνω για το τραγούδι πέρα από τον Κουνάδη και τον Γκούφα. Κι εγώ μπήκα στο «κόλπο» καθ’ οδόν, καθώς κέρδιζα την εμπιστοσύνη του Κουνάδη που με αναγνώριζε σαν σύντροφο και ομοϊδεάτη. Το μυστικό ήταν ότι το τραγούδι «Εις μνημόσυνον» αναφερόταν στον Νίκο Μπελογιάννη, τον άνθρωπο με το γαρύφαλλο, τον κομμουνιστή που είχε εκτελεστεί το 1952, μαζί με άλλους συντρόφους του, για τις ιδέες και τη δράση του. Εάν αυτή η πληροφορία διέρρεε, όχι μόνο θα απαγορευόταν ο δίσκος, αλλά θα έμπλεκαν άσχημα με τη δικτατορία όλοι οι συντελεστές του.

Ο Μπελογιάννης ήταν κόκκινο πανί. Όπως και ο Άρης. Αλλά το τραγούδι είχε κι ένα δεύτερο, επίσης επιβαρυντικό, μυστικό. Η μελωδία του δεν ήταν πρωτότυπη, ούτε καν γραμμένη από τον Κουνάδη. Ήταν από ένα τραγούδι του ισπανικού εμφυλίου, το «Κόκκινος πετεινός, μαύρος πετεινός»! Δηλαδή, το τραγούδι ήταν επαναστατικό απ’ όπου κι αν το έπιανες! Κι αυτή η πληροφορία δεν αναφερόταν πουθενά αφού στο δίσκο περιλαμβάνεται σαν σύνθεση του Κουνάδη, ούτε καν σαν διασκευή. Αυτή η «παράλειψη», μέχρι σήμερα, παρασύρει τους παραγωγούς των ραδιοφωνικών εκπομπών που δεν έχουν εντρυφήσει στα τραγούδια του ισπανικού εμφυλίου, να παρουσιάζουν το τραγούδι σαν σύνθεση του Κουνάδη. Σ’ αυτό, φταίνε ο Κουνάδης και η Λύρα που δεν φρόντισαν μετά την πτώση της χούντας να αποκαταστήσουν την αλήθεια. Τελικά, ο δίσκος κυκλοφόρησε με ένα χαρακτικό του Τάσσου στο εξώφυλλο, κατάμαυρο σε ένα κατακκόκινο φόντο!

Ένας από τους πιο πολιτικούς δίσκους της εποχής της δικτατορίας, που ποτέ δεν τραγουδήθηκε πάρα πολύ, ίσως γιατί δεν έγιναν αντιληπτές εγκαίρως οι αλληγορίες του και γιατί ο Κουνάδης ήταν Έλληνας του εξωτερικού, άγνωστος μεταξύ των άλλων συνθετών που είχαν καταξιωθεί ως «αντιστασιακοί», και εκτός των κομμάτων που προτιμούσαν συνειδητά ή ασυνείδητα να προβάλουν τους «δικούς» τους. Σήμερα, 40 χρόνια μετά, μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι το «Εις μνημόσυνον», πιο γνωστό ως «Άι γαρούφαλλό μου», είναι ένα από τα ωραιότερα πολιτικά τραγούδια της Ευρώπης, αυθεντικό παιδί του ισπανικού και ελληνικού αντιφασιστικού αγώνα, χάρη στον Αργύρη Κουνάδη και τον Βαγγέλη Γκούφα, με τη διαμεσολαβητική συμβολή του Αλέκου Πατσιφά και την εκλεπτυσμένη ερμηνεία της Ελένης Βιτάλη.
 
«Ο Μπελογιάννης ζει»

Την ίδια εποχή, το 1973, ο Μπελογιάννης έμπαινε στη ζωή μας με το όνομά του, ευθέως, μέσα από το τραγούδι «Ο Μπελογιάννης ζει» που τραγουδιόταν στις παρέες που μαζεύονταν στα σπίτια και χαμηλόφωνα σε μερικές ταβέρνες και μπουάτ, παράνομα. Και από την πρώτη μέρα πτώσης της δικτατορίας, το τραγούδι αυτό ακουγόταν στη διαπασών σε όλες τις κινητοποιήσεις, τα γλέντια και τα φεστιβάλ, μαζί με τα αντάρτικα τραγούδια που είχαν την τιμητική τους για αρκετά χρόνια, χωρίς να είναι αντάρτικο τραγούδι, αφού είχε γραφτεί με αφορμή ένα μεταγενέστερο γεγονός.

Μέσα στο κλίμα της μεταπολίτευσης, που οι εταιρίες συναγωνίζονταν ποια θα βγάλει τα περισσότερα πολιτικά τραγούδια και την Κολούμπια να τυπώνει σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα τον «Επιτάφιο», τη «Ρωμιοσύνη» και το «Άξιον εστί», η Λύρα ηχογράφησε τα πιο δημοφιλή αντάρτικα τραγούδια με φυσική ερμηνεύτρια τη Μαρία Δημητριάδη, συμπεριλαμβάνοντας το μετα-αντάρτικο τραγούδι που αναφέρεται στον Μπελογιάννη.

Έτσι, οι πρόχειρες ηχογραφήσεις του τραγουδιού από παραστάσεις που κυκλοφορούσαν σε κασέτες, αντικαταστάθηκαν από τις άρτια φτιαγμένες στο στούντιο αλλά αρκετά πιο τυποποιημένες εκτελέσεις. Χωρίς δυσκολία, το συγκεκριμένο τραγούδι για τον Μπελογιάννη πέρασε στα κλασικά τραγούδια της αντίστασης στο φασισμό και την ξενοκρατία.
 
Το ποίημα του Πάρνη

Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε, τα αντάρτικα τραγούδια, μεταξύ των οποίων και «Ο Μπελογιάννης ζει», ακούγονται όλο και πιο αραιά, αλλά η ιστορία του Νίκου Μπελογιάννη που εξελίσσεται σε θρύλο, με ακολουθεί από κοντά. Όταν πριν από λίγους μήνες γνώρισα τον Αλέξη Πάρνη, μου χάρισε με αφιέρωση το βιβλίο με το επικό του ποίημα «Μπελογιάννης» που το 1955 βραβεύτηκε με το πρώτο βραβείο ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία (με μέλη της επιτροπής τον Χικμέτ, τον Νερούντα κ.ά.) και μεταφράστηκε σε πάρα πολλές γλώσσες, μέχρι και στα κινέζικα. 2.500 στίχοι από ένα συγγραφέα που ξεκίνησε τη «σταδιοδρομία» του στις μάχες της Αθήνας, στα «Δεκεμβριανά», ανέβηκε στο βουνό με το Δημοκρατικό Στρατό, τραυματίστηκε και βρέθηκε πρόσφυγας στο Ουζμπεκιστάν, σπούδασε στη Μόσχα και γύρισε στην Ελλάδα για να συνεχίσει το σπουδαίο συγγραφικό του έργο με βιβλία, θέατρο, τηλεόραση και την ταινία «Το νησί της Αφροδίτης». Τώρα, στα 88 του, ο Αλέξης Πάρνης γράφει, σε ένα μικρό σπίτι με κήπο, στα Γλυκά Νερά (Κάντζα), το βιβλίο που ακολουθεί την ιστορία που ξεκίνησε με την «Οδύσσεια των διδύμων» που κυκλοφόρησε πρόπερσι από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Κι έπεται τρίτο! Αυτός ο άνθρωπος που τα έζησε όλα και τα μοιράζεται με όλους, κρατάει μέσα από το έργο του ζωντανούς όλους τους ήρωές του, με τον Νίκο Μπελογιάννη σε περίοπτη θέση.

Σήμερα, 60 χρόνια από την δολοφονία του, «ο Μπελογιάννης ζει κι είναι κοντά μας, στων τραγουδιών τις λεύτερες στροφές»!
 
Στέλιος Ελληνιάδης
 
Εις μνημόσυνον

Βγήκαν λάμιες στο ποτάμι
σύννεφο έβαλαν γιορντάνι
κι άντρας ζώνει τ’ άρματά του
πάει ταμένος του θανάτου
***
Και ποιος θα σου κρατήσει
άσπρο στο χορό μαντήλι
μαγιάπριλο του κόσμου
πίκρα περπατάει στα χείλη
άι… γαρούφαλλό μου
***
Άλογο φαρί καβάλα
δράκοι τού ’στησαν κρεμάλα
μπρος στο μαρμαρένιο αλώνι
στέκει και το πεταλώνει
***
Ανέμη να γυρίσει
παραμύθι ν’ αρχινήσει
μαύρο κρασί να πιούμε
το φεγγάρι έχει μεθύσει
άι… γαρούφαλλό μου
***
Και στην άκρη στο ποτάμι
μια φλογέρα, ένα καλάμι
κάνει τον καημό φλογέρα
το παράπονό του, αέρα
***
Και ποιος θα σου κρατήσει
άσπρο στο χορό μαντήλι
μαγιάπριλο του κόσμου
πίκρα περπατάει στα χείλη
άι… γαρούφαλλό μου
***
Ποιος πονεί και ποιος το θέλει
του ανέμου οι αρχαγγέλοι
του καπνού ’ναι και τ’ ανέμου
δεν το βάσταξα ποτέ μου
***
Ανέμη να γυρίσει
παραμύθι ν’ αρχινήσει
μαύρο κρασί να πιούμε
το φεγγάρι έχει μεθύσει
άι… γαρούφαλλό μου
***
Του χάρου είν’ το πανηγύρι
το χορό νεκρός να σύρει
τ’ άστρα μες στο παραγάδι
και τον ήλιο στο σημάδι
***
Και ποιος θα σου κρατήσει
άσπρο στο χορό μαντήλι
μαγιάπριλο του κόσμου
πίκρα περπατάει στα χείλη
άι… γαρούφαλλό μου

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!