Στο περιοδικό που βγάζαμε από την αρχή σχεδόν της δεκαετίας του ’80, το «ντέφι», είχαμε δημοσιεύσει μία συνέντευξη που έκανε ο συνεργάτης μας Σωτήρης Νικολακόπουλος με τον Ρος πριν από 40 χρόνια, το 1986, στην οποία, μάλλον για πρώτη φορά, εξηγούσε πολλά πράγματα για τις αντιλήψεις του σχετικά με τη μουσική, για την αξία των μουσικών των λαών της ευρύτερης Ανατολής και τη σχέση τους με την ελληνική. Χρωστάμε πολλά στον Ρος, τον μουσικό, τον δάσκαλο. Τελευταία παρακολουθούμε με θαυμασμό τον Ρος πώς στέκεται με θάρρος και ανθρωπισμό στο ζήτημα της αλληλεγγύης στο λαό της Παλαιστίνης. (χειροκροτήματα)
Ξεκινώ με το αυτονόητο, ό,τι είναι σημαντικό να έχουμε ένα ανοιχτό και διαρκή διάλογο με τους συνομήλικους μας που ενδιαφέρονται για τα κοινά, αλλά είναι ακόμα πιο σημαντικό να βελτιώνουμε συνεχώς τις επαφές μας με τους νεότερους που έχουν ευαισθησίες κι εκδηλώνουν την αγάπη τους γι’ αυτά που αγαπάμε κι εμείς. Δηλαδή, για τις δημιουργίες των μουσικών που βγαίνουν από το μεδούλι, μέσα από τη σπονδυλική στήλη των κοινωνιών, και συνδέονται όχι μόνο με την καθημερινή ζωή, με τη διασκέδαση, την ψυχαγωγία, τις αναμνήσεις και τα συναισθήματα, αλλά και με τη συγκρότηση της απαραίτητης για τον κάθε άνθρωπο ως άτομο και ως μέλος μιας συλλογικότητας ισχυρής ταυτότητας που συνδέεται με τον πολιτισμό και την ιστορία του τόπου, δένεται με τα ίδια τα τοπία και ενοποιεί τους ανθρώπους με κοινή καταγωγή.
Όχι από εθνικιστική σκοπιά, ότι εμείς είμαστε οι καλύτεροι και οι άλλοι είναι υποδεέστεροι, αλλά από το γεγονός ότι έχουμε μεγαλώσει σ’ αυτή την οικογένεια και μέσα απ’ αυτήν έχουμε διαπαιδαγωγηθεί και αυτά γνωρίζουμε καλύτερα, με αυτά επικοινωνούμε και αυτά καλλιεργώντας και συντηρώντας προσφέρουμε κάτι ουσιαστικό στις παρούσες και τις μελλοντικές γενιές. Και συνάμα ότι αυτά είναι η προσφορά μας, η συμμετοχή μας, το μερίδιο μας, στο παγκόσμιο ψηφιδωτό των πολιτισμών που συναποτελούν τον πολιτισμό της ανθρωπότητας.
Γιατί δεν θα έχει κανένα ενδιαφέρον ο πολιτισμός της ανθρωπότητας εάν ισοπεδωθούν τα πάντα και υπάρξει μόνο ένας πολιτισμός, μία μονοκαλλιέργεια. Αν σε όλη τη γη φύτευαν μόνο καλαμπόκι, θα είχε πεθάνει η γη, θα είχε πεθάνει και το καλαμπόκι και ο άνθρωπος. Άσε που χωρίς ποικιλία η ζωή θα ήταν αφόρητη γιατί θα ήταν το πιο βαρετό πράγμα. Το ίδιο συμβαίνει με τους πολιτισμούς. Αν είχε πετύχει η επιδίωξη των αποικιοκρατών που τα τελευταία πεντακόσια χρόνια οι ευρωπαϊκές μητροπόλεις είχαν καταλάβει όλη σχεδόν τη γήινη σφαίρα, θα ήταν όλη η ανθρωπότητα αγγλόφωνη, ισπανόφωνη και γαλλόφωνη, θα τραγουδούσαν όλοι μόνο αγγλοαμερικάνικα τραγούδια και οι πολιτισμοί της ανθρωπότητας θα είχαν όλοι αφανιστεί.
Μεγάλη ζημιά
Τώρα φαίνεται πιο καθαρά τι ανεπανόρθωτη ζημιά προκάλεσαν οι αποικιοκράτες στο θέμα του πολιτισμού στην ανθρωπότητα. Όχι μόνο στη μουσική. Ενώ ήταν παντοδύναμοι, Άγγλοι, Γάλλοι, Ολλανδοί, Γερμανοί, Ισπανοί, Πορτογάλοι, Βέλγοι, Ιταλοί, Αμερικάνοι κ.ά., δεν εφάρμοσαν την αστική τους δημοκρατία -παρ’ όλες τις διακηρύξεις περί του αντιθέτου- σε κανένα μέρος του κόσμου και όπου έγινε προσπάθεια από τις τοπικές κοινωνίες να εκδημοκρατιστούν τις εμπόδισαν με κάθε τρόπο και μάλιστα πολύ βίαιο. Το ίδιο έγινε με τη γλώσσα που είναι και ό,τι πιο συγγενές στη μουσική.
Είναι πραγματικά θλιβερό να ακούς τους Αφρικανούς σε χώρες όπως η Νιγηρία που έχει 230 εκατομμύρια κατοίκους, όλους μαύρους στο χρώμα του δέρματος, και 500 δικές τους γλώσσες, να μιλούν σπαστά αγγλικά. Τα ίδια στην Κένυα, τη Σενεγάλη, την Μπουρκίνα Φάσο και σε δεκάδες άλλες χώρες που μιλούν γλώσσες που τους επιβλήθηκαν και ποτέ δεν χώνεψαν, λαοί που είχαν τρεις χιλιάδες γλώσσες που διαμορφώθηκαν απερίσπαστα στη διάρκεια πολλών χιλιετιών. Και δεν πρέπει να αναρωτιέται κανείς γιατί οι λαοί που προέρχονται από τους εξελιγμένους και πλούσιους πολιτισμούς των Ίνκας, των Μάγιας και των Αζτέκων μιλούν ισπανικά και οι ιθαγενείς της Βραζιλίας μιλούν πορτογαλικά και οι πρώην σκλάβοι από την Αφρική μιλούν αγγλικά στην Τζαμάικα στην Καραϊβική;
Δεν πρέπει να ξέρει κανείς ότι οι αποικιοκράτες για να εμπεδώσουν την κυριαρχία και την εκμετάλλευση των λαών ξερίζωναν από τους κατακτημένους τη γλώσσα, τη μουσική, τη θρησκεία και τη γνώση αφανίζοντας τους γηγενείς πολιτισμούς;
Και, βέβαια, για να το πετύχουν αυτό κατέτασσαν τους λαούς στην κατηγορία των υπανθρώπων, πιο κάτω κι από την αντίληψη που είχαν για τα άγρια ζώα. Με πολλή βία, για να τους υποτάξουν, μαζί με τις διαλέκτους και τα τραγούδια έκοβαν και τις γλώσσες, τις μύτες, τα αυτιά, τα χέρια, τα κεφάλια, τους κρεμούσαν από τα δέντρα, τους έκαιγαν ζωντανούς ή τους πετούσαν στη θάλασσα για να τους καταβροχθίσουν οι καρχαρίες όπως έκαναν οι πολιτισμένοι Γερμανοί στη φυλή των Χερέρο στη Ναμίμπια!
Μόλις τώρα μπόρεσαν στη Νιγηρία να καθιερώσουν την κοινή τους αφρικανική γλώσσα στο δημοτικό σχολείο! Και παρόμοιες προσπάθειες γίνονται σε πάρα πολλές χώρες πέρα από το Μάλι, το Νίγηρα, την Μπουρκίνα Φάσο και τη Σενεγάλη που μόλις τώρα κατάφεραν να διώξουν τα γαλλικά στρατεύματα και να ξεκινήσουν προγράμματα ανάκτησης των καταπιεσμένων και απαγορευμένων στοιχείων του πολιτισμού τους.
Οι Ευρωπαίοι είχαν επινοήσει και τις ανάλογες θεωρίες για να δικαιολογήσουν τη βίαιη επιβολή της κουλτούρας τους διαδίδοντας ότι οι γλώσσες και οι μουσικές των Κινέζων και των Ινδών ήταν εμπόδιο στον εκπολιτισμό τους! Αιώνες κράτησε αυτό το πελώριο ψέμα, αυτή η τεράστια βαρβαρότητα!
Γλώσσα και μουσική
Εμείς τη γλιτώσαμε με τη γλώσσα. Είχαμε άλλου τύπου προβλήματα, αλλά τουλάχιστον οι Γερμανοί που -μετά την Επανάσταση του 1821 και τη δολοφονία του Καποδίστρια, μας κυβέρνησαν με Βαυαρό βασιλιά, Βαυαρούς νομοθέτες, βαυαρικό στρατό και βαυαρικές στρατιωτικές μουσικές, όπως και οι Άγγλοι που τους διαδέχτηκαν εγκαθιστώντας δικό τους βασιλιά, παρ’ όλο που μας είχαν -και μας έχουν- στην κατηγορία του προτεκτοράτου, δεν προσπάθησαν να μας επιβάλλουν σαν επίσημη γλώσσα τα γερμανικά ή τα αγγλικά. Απ’ ό,τι φαίνεται εξαιρεθήκαμε χάρη στην Ακρόπολη, μιας και θεωρηθήκαμε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων και όχι των αρχαίων Αφρικανών!
Στη μουσική, όμως, έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να μας εξευρωπαΐσουν, υποτιμώντας σκαιότατα τις μουσικές μας, αλλά ο τόπος, τα λαϊκά στρώματα αντιστάθηκαν και αντιστέκονται μέχρι σήμερα, παρ’ όλο που κι εδώ υπήρξαν κακοπροαίρετοι και καλοπροαίρετοι Έλληνες μουσουργοί που προέρχονταν κυρίως από τα νησιά του Ιονίου και σπούδασαν στην Πάδοβα, τη Φλωρεντία, τη Βιέννη, το Παρίσι ή το Βερολίνο, οι οποίοι προσπάθησαν να επιβάλλουν αποκλειστικά τη δυτική μουσική σαν εθνική μουσική της Ελλάδας κόντρα σε κάθε τι εντόπιο, ιθαγενές, που θεωρήθηκε ανάξιο λόγου, ανατολίτικο, χυδαίο. Γι’ αυτό, η δημοτική μας μουσική αντιμετωπίστηκε, σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, ως μουσική των αγροίκων, των αμόρφωτων αγροτών, κατάλοιπο κι αυτή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που αποτελούσε εμπόδιο στον εξευρωπαϊσμό και την αναβάθμιση της χώρας.
Με την ίδια περίπου νοοτροπία αντιμετωπίστηκε και ο Διονύσιος Σολωμός. Το ποίημα του «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» (1823) έγινε ο εθνικός ύμνος της χώρας σαράντα χρόνια μετά τη συγγραφή του (1865) πάνω σε δυτικές μουσικές φόρμες από τον Νικόλαο Μάντζαρο. Και μόνο χάρη σ’ αυτό ανακηρύχτηκε ο Σολωμός σε εθνικό μας ποιητή, κάτι που δεν θα γινόταν επειδή ο ποιητής έγραφε στη δημοτική γλώσσα που μιλούσαν τα λαϊκά στρώματα κι όχι στην καθαρεύουσα ή αρχαΐζουσα που ήταν η επίσημη γλώσσα της κυβερνώσας ελίτ. Άλλος μεγάλος αγώνας, ο αγώνας της γλώσσας, μέχρι να καθιερωθεί η δημοτική το 1976 ως επίσημη γλώσσα του κράτους, 150 χρόνια μετά τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν»! Στη δεκαετία του 1960, που πηγαίναμε εμείς σχολείο, γράφαμε βασανιστικά τις εκθέσεις στην καθαρεύουσα και μετά βγαίναμε στο προαύλιο για να παίξουμε μπάλα βρίζοντας ελεύθερα στη δημοτική! Το ίδιο έγινε με τη μουσική.
Κόντρα σε φραγές
Ο αγώνας για να αναγνωριστεί η λαϊκή μουσική των πόλεων, των μαχαλάδων, αυτήν που ταυτίζουμε με το μπουζούκι, και η δημοτική μουσική που είναι η λαϊκή μουσική της υπαίθρου, ήταν συνεχής και άνισος. Η λαϊκή μουσική περιφρονήθηκε και επί μακρόν υπέστη συκοφαντίες, απαγορεύσεις και περιορισμούς. Έχοντας διατελέσει παραγωγός σε τρεις από τις τέσσερις μεγάλες εταιρίες δίσκων, ως συνεργάτης σπουδαίων καλλιτεχνών, ακόμα και στη δεκαετία του 1970, μετά τη δικτατορία, επί δημοκρατίας, τα τραγούδια του Τσιτσάνη και του Άκη Πάνου από τους δίσκους που επιμελήθηκα, είχαν κοπεί από την επιτροπή λογοκρισίας της ΕΡΤ που ήταν το μοναδικό μέσο για την προβολή τους στο κοινό. Και δεν ήταν ούτε άσεμνα ούτε πολιτικά, κόπηκαν, όμως, επειδή κρίθηκαν ότι ήταν «βαριά λαϊκά»!
Μόνο μετά το 1981 χαλάρωσαν οι απαγορεύσεις, αλλά δεν εξέλειπαν εντελώς οι διακρίσεις αφού τα λαϊκά εξακολούθησαν να έχουν μια δευτερεύουσα θέση και τα δημοτικά μια τριτεύουσα απέναντι στα θεωρούμενα πιο ευρωπαϊκά. Σταδιακά, βέβαια, με τον αγώνα που κάναμε μαζί με άλλους καταφέραμε να σπάσουμε πάρα πολλές φραγές.

Σήμερα, βλέπουμε ότι και άλλοι παράγοντες έχουν δυσκολέψει τις συνθήκες για το λαϊκό και δημοτικό τραγούδι παρ’ όλη τη δημοτικότητα του που φαίνεται στα πανηγύρια ή στον αριθμό των εισιτηρίων που έκανε ακόμα και μια τόσο ελλιπής και μέτρια ταινία για τον Καζαντζίδη.
Παρ’ όλο που η Δύση είναι σε παρακμή, εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη πίεση για παραπέρα εκδυτικισμό. Εμείς, χωρίς να είμαστε αρνητικοί στις ήπιες επιρροές από τη Δύση, αρνούμαστε τον βιασμό της ταυτότητάς μας. Στο παρελθόν αντέξαμε στις πιέσεις.
Κι άλλες χώρες, μερικές πολύ μεγαλύτερες που επίσης υπήρξαν θύματα του βίαιου εκδυτικισμού, διαχειρίζονται με επιτυχία το πρόβλημα. Οι Κινέζοι και οι Ινδοί που πλησιάζουν τα τρία δισεκατομμύρια, που είναι πολύ μπροστά στις τεχνολογίες και τις επιστήμες, ακολουθούν εναλλακτικούς στο δυτικό μοντέλο δρόμους με μεγάλη έμφαση στον δικό τους πολιτισμό. Καλλιεργούν τις δικές τους κουλτούρες και παραδόσεις, από τον Σίβα και τον Κομφούκιο μέχρι τον Ραβί Σανκάρ, την Όπερα του Πεκίνου και τις λαϊκές μουσικές των εθνικών μειονοτήτων, μην αποκλείοντας τις μουσικές της Δύσης, από τη συμφωνική ως το ραπ. Έτσι δημιουργούν νέους τύπους πολιτισμού με ισχυρές βάσεις στην εντοπιότητα. Στην Ελλάδα, έχοντας το κράτος εχθρικό απέναντι στο λαϊκό πολιτισμό, προσπαθήσαμε να κάνουμε το ίδιο βασισμένοι στον αυθόρμητο παράγοντα των λαϊκών ανθρώπων που ζυμώνονται στις γειτονιές των λαϊκών συνοικιών και των χωριών, που επέμεναν στη χρήση της γλώσσας τους, παρ’ όλο που οι ανώτερες τάξεις θεωρούσαν αγράμματους όσους μιλούσαν στη δημοτική και απολίτιστους και άμουσους εκείνους που έπαιζαν μπουζούκια και κλαρίνα και χόρευαν ζεϊμπέκικα και τσάμικα.
Ευτυχώς υπήρξε σθεναρή αντίσταση από τα κάτω στη δική μας κοινωνία και σε πιο περιορισμένη κλίμακα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι περισσότερες από τις οποίες δυστυχώς υπέκυψαν στον άκρατο εξαμερικανισμό.
Συμπέρασμα: Ενώ έχουμε την ψευδαίσθηση μιας μεγαλύτερης ελευθερίας και επιλογής, οι συνθήκες στενεύουν και χειροτερεύουν. Αν δούμε τα στοιχεία που αφορούν το δημοτικό τραγούδι, ορισμένα βασικά είναι πολύ αρνητικά. Αν το δημοτικό έχει από τη φύση του βάση στα χωριά, ο αγροτικόςπληθυσμός που το 1853 αποτελούσε το 90% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, έχει πλέον μειωθεί δραματικά καθώς η αγροτική παραγωγή καλύπτει μόλις το 3% της εθνικής οικονομίας. Που σημαίνει ότι έχουμε χάσει τη διατροφική αυτάρκεια και την εξαιρετική ποιότητα των εντόπιων προϊόντων, αλλά και το φυσικό χώρο γέννησης και αναπαραγωγής της δημοτικής μουσικής.

Ερημοποίηση
Το χωριό δεν αδειάζει εκ θεού αλλά εξ αιτίας συγκεκριμένων πολιτικών. Ακόμα και η αστυφιλία που εμφανίζεται ως αναπόφευκτη δεν είναι αθώα στην υπόθαλψή της. Γιατί στην Ολλανδία, τη Γερμανία ή τη Φινλανδία κατοικούνται τα χωριά ενώ τα ελληνικά εγκαταλείπονται;
Στη δεκαετία του 1940, προκειμένου να απομονώσουν τους αντάρτες της εθνικής αντίστασης εκκένωσαν με στρατιωτική βία τα ορεινά χωριά εκδιώκοντας 700.000 χωρικούς. Μεταπολεμικά, ενθάρρυναν και οργάνωσαν τη μετανάστευση εκατομμυρίων ανθρώπων στη Δύση, από τη Γερμανία και το Βέλγιο ως την Αυστραλία, για να δουλέψουν στις βιομηχανίες, τα ορυχεία και τις φάρμες, για να ανοικοδομηθούν και να πλουτίσουν οι μητροπόλεις, αφαιρώντας το πιο νεανικό εργατικό δυναμικό από την Ελλάδα. Και πρόσφατα, με τον «Καποδίστρια» και τον «Καλλικράτη» ολοκληρώθηκε η απογύμνωση των χωριών και των κωμοπόλεων αποσύροντας την κοινοτική διοίκηση μαζί με τα υποκαταστήματα των τραπεζών, τα ταχυδρομεία, τις εφορίες, ακόμα και τα σχολεία, καθιστώντας τα χωριά απλούς τόπους κατοικίας χωρίς ζωτικές υπηρεσίες, χωρίς νευρικό σύστημα! Με αποτέλεσμα κραυγαλέο! Έρημα χωριά από την Ήπειρο και τη Θράκη μέχρι την Αρκαδία και την Κρήτη. Αυτή η κατάσταση, που επηρεάζει και τις γεννήσεις, είναι από κάθε άποψη πολιτική γενοκτονίας!
Επιβάλανε τα μνημόνια, μείωσαν τους μισθούς και τις συντάξεις, κοκκίνισαν τα δάνεια και κατάσχουν τα ακίνητα και τις επιχειρήσεις, και οι νέοι με πτυχία εξαναγκάζονται, πάνω από 500 χιλιάδες μέχρι στιγμής, να μεταναστεύσουν αφαιρώντας από τη χώρα το μορφωμένο νεανικό της δυναμικό. Χωρίς βιομηχανία και με ελάχιστη αγροτική οικονομία, τα οργανωμένα συμφέροντα έχουν σπρώξει την Ελλάδα στην τελευταία φάση της λεηλασίας της.
Γι’ αυτό κινδυνεύει ο πολιτισμός μας, γι’ αυτό κινδυνεύει ο τόπος. Γι’ αυτό οι νέοι που ασχολούνται με τη λαϊκή μας μουσική και το λαϊκό μας πολιτισμό, σπουδαία παιδιά, ευαισθητοποιημένα, που παίζουν λύρες, βιολιά, κλαρίνα, λαούτα, σαντούρια, κανονάκια και μπουζούκια, παιδιά που γράφουν πολύ ωραίους στίχους, παιδιά από τα μουσικά σχολεία, είναι εκούσια κι ακούσια στην πρώτη γραμμή της αντίστασης στην ισοπέδωση και την αλλοτρίωση. Ακόμα και το ελληνικό χιπ χοπ που μπορεί να ξενίζει τους μεγάλους, εντυπωσιάζει όποιον ακούει τους μακροσκελείς του στίχους που αφηγούνται ολόκληρες ιστορίες και καταγγέλλουν τα κακώς κείμενα,γραμμένους από νέα παιδιά που συνθέτουν και παρουσιάζουν με σύγχρονο τρόπο τόσο ωραία ποιήματα με τόσο βαθιά νοήματα.
Με όλους αυτούς τους νέους, αυτό που εμείς πρέπει να κάνουμε, είναι να τους ακούμε με προσοχή, να τους στηρίζουμε και όπου χρειάζεται να λέμε τη γνώμη μας αξιοποιώντας τις γνώσεις και τις εμπειρίες μας∙ να καλύπτουμε αυτά τα παιδιά που αγαπούν τον τόπο και επιλέγουν τα πολιτιστικά του υλικά για να εκφραστούν και να ψυχαγωγήσουν τους συμπολίτες τους και να τους εξηγούμε ότι αυτή τους η προσπάθεια έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία γιατί αποτελεί μία θεμελιώδη αντίσταση στην πολιτισμική αφυδάτωση και αχρωματοψία και την εν γένει κακοποίηση και λεηλασία της Ελλάδας, από το βιασμό της φύσης με τις ανεμογεννήτριες ως τα τερατώδη τουριστικά συγκροτήματα που καταπατούν τις ακτές και τις περιοχές ιδιαίτερης φυσικής ομορφιάς. Αν οι νέοι άνθρωποι που παίζουν μουσικές, είτε λαϊκά τραγούδια της πόλης, είτε λαϊκά της υπαίθρου, είτε μουσικές άλλων λαών, συνειδητοποιήσουν ότι ανήκουν σε ένα μεγάλο κίνημα αντίστασης για να σωθεί και να ανθίσει ό,τι αξίζει, τότε υπάρχει ελπίδα να σωθεί ο πολιτισμός μας και η χώρα μας.
(Προφορική ομιλία με μικρές διορθώσεις που εκφωνήθηκε στην Επισκοπή, δήμου Χερσονήσου, στην Κρήτη, στις 30 Ιουνίου 2025, στο πλαίσιο εκδήλωσης με τίτλο «Με πλοηγό τη μουσική ανιχνεύουμε τους εαυτούς μας και συνομιλούμε με τους λαούς της γειτονιάς μας» στην οποία συμμετείχαν και ο καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Γιώργος Νικολακάκης, ο Ross Daly και οι μουσικοί Γιώργος Μανωλάκης, λαούτο και Ζωή Παπαδαντωνάκη, κρουστά. Οργάνωση: Πλοηγός)