Η κοινωνία έχει αλλοτριωθεί και η Αριστερά επίσης. Η εμμονή της ΔΗΜΑΡ στην υπεράσπιση της Ευρώπης, αυτή τη συγκεκριμένη μελανή στιγμή, φανερώνει τη βαθιά διάβρωση της Αριστεράς. Διάβρωση που δεν περιορίζεται στη ΔΗΜΑΡ, αφού οι ξεπερασμένες και διαψευσμένες ιδέες του ΚΚΕ Εσωτερικού έχουν βαθιά διαποτίσει, με άμεσο και έμμεσο τρόπο, την ευρύτερη Αριστερά, και όχι μόνο τον Συνασπισμό.
Γιατί οι ιδέες αυτές, πέρα από την όποια εποχική και αντικειμενική τους αξία, αντανακλούν όχι μόνο τις επιπτώσεις από την κατάρρευση του υπαρκτού, αλλά και των ευεργετικών παροχών και προνομίων του καπιταλισμού που δεν άφησαν ανεπηρέαστους δημοσιογράφους, καλλιτέχνες, εκπαιδευτικούς, λογοτέχνες, εκδότες και άλλους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών. Κάτι που δεν αφορά μόνο ούτε κυρίως τις επιχορηγήσεις που σε ορισμένους δίνονταν αφειδώς, αλλά αφορά και τις αμοιβές και τις θέσεις, την αναγνώριση και την προβολή. Διανοουμένων που σταδιακά είτε άμβλυναν τις αντιθέσεις τους με το σύστημα είτε ενσωματώθηκαν εν όλω ή εν μέρει στο πνεύμα της ευρωπαϊκής αστικής δημοκρατίας με όλα τα παρεπόμενά της.
Έτσι, η αντίδραση στη λαίλαπα του ακραία επιθετικού καπιταλισμού δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί πάνω στο σαθρό ιδεολογικό, πολιτικό και κοινωνικό υπέδαφος της σύγχρονης Αριστεράς.
Ούτε το ΚΚΕ δίνει διέξοδο. Η άκαμπτη προσήλωσή του στο γράμμα της αντικαπιταλιστικής ρητορείας μπορεί να προσφέρει ψυχολογική ασφάλεια σε ένα σημαντικό κομμάτι των εργαζομένων που αποστρέφονται τον κατακερματισμό, την ασυνεννοησία, την ανοργανωσιά και τους αυτοσχεδιασμούς της «άλλης Αριστεράς», αλλά αποτελεί ένα μοντέλο εξαιρετικά στρυφνό και ξερό για να ερμηνεύσει με σύγχρονους όρους και να διαχειριστεί σωστά την πολυπλοκότητα των φαινομένων, να εξαγάγει τα απαραίτητα συμπεράσματα από το παρελθόν της διεθνούς και εντόπιας Αριστεράς και κυρίως να ενώσει τις διάσπαρτες δυνάμεις των ημεδαπών κινημάτων. Δηλαδή, δεν φαίνεται να έχει τα φόντα για να παίξει το ρόλο που έπαιξε σε δυσκολότερες εποχές το κομμουνιστικό κόμμα δημιουργώντας το ΕΑΜ, το Δημοκρατικό Στρατό και την ΕΔΑ.
Στον εξωκοινοβουλευτικό χώρο, η πολυδιάσπαση είναι καθεστώς γιατί οι οργανώσεις έχουν τη νοοτροπία των αιρέσεων, λίγοι και πιστοί. Πεντηκοστιανοί, Μεθοδιστές, Βαπτιστές, Γιεχοβάδες, Μορμόνοι, Χριστιανοί όλοι, αλλά με παραλλαγές των θεών και των δογμάτων τους. Αντιστοίχως, διάφοροι Ευρωκομμουνιστές, διάφοροι Μαοϊκοί, διάφοροι Τροτσκιστές, διάφοροι γενικώς, που υπάρχουν περισσότερο ως κόντρα στους άλλους παρά ως αυτόνομοι παραγωγοί πολιτικής. Νοοτροπία κλειστής ομάδας, που φοβάται να ξανοιχτεί για να μη χάσει την καθαρότητά της. Και μένει στον κλεφτοπόλεμο. Επιλογή που αδικεί κάποιες οργανώσεις με αξιοπρόσεκτη εσωτερική δομή, σοβαρότητα, μαχητικότητα και δράση.
Οπωσδήποτε, το παρελθόν των κομμουνιστικών κινημάτων ασκεί μεγάλη επίδραση στους νεότερους, αλλά στη σύγχρονη εποχή μπορεί η επίδραση του μικροαστικού ατομικισμού να παίζει ακόμα σημαντικότερο ρόλο, και πιο ύπουλο, εμποδίζοντας την ποιοτική εξέλιξη των ομάδων και τη σύγκλιση σε ένα ανώτερο επίπεδο συλλογικότητας. Η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, ενός εγχειρήματος που έδωσε μια ελπίδα σε πολύ κόσμο, δεν οφείλεται μόνο στις αντίρροπες τάσεις μέσα στη δεσπόζουσα συνιστώσα του ΣΥΝ. Οφείλεται και στην αδυναμία έως απροθυμία των άλλων συνιστωσών να καλλιεργήσουν μεταξύ τους έναν ουσιαστικό διάλογο σε δημοκρατικά πλαίσια, ανοιχτόκαρδα, ειλικρινά και συντροφικά, με σκοπό τη σύνθεση των ιδεών και την ενότητα στην πράξη. Φαινόμενο που είναι διάχυτο στην κοινωνία και ίσως ακόμα πιο έντονο στους αριστερούς που μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» υπέκυψαν στις χάρες του ατομισμού και αυτοδιαλύθηκαν μέσα σε ένα ωκεανό σκόρπιων απόψεων που δεν οδήγησαν σε τίποτα πραγματικά καινούριο ούτε βέβαια σε νέες συλλογικότητες απαλλαγμένες από τα βάρη που βύθισαν τα αναχρονιστικά κόμματα στον εκφυλισμό και την καταστροφή. Οι λεγόμενοι ανένταχτοι που προσπάθησαν να αυτοοργανωθούν δεν έδωσαν καλύτερα δείγματα γραφής και σε μερικές περιπτώσεις εμφάνισαν χειρότερες νοοτροπίες απ’ αυτές που επέκριναν.
Αυτό το σκορποχώρι απόψεων, που το βιώνουμε καθημερινά όχι μόνο στις οργανώσεις αλλά και στις παρέες, εμποδίζει τη συγκρότηση ενός σοβαρού και πειστικού μετώπου τύπου ΣΥΡΙΖΑ ή ευρύτερου, εξασθενεί και την πίεση προς το ΚΚΕ για τη μεγάλη ενότητα των αριστερών δυνάμεων, που δικαιολογημένα το επικαλείται η ηγεσία του κόμματος ως επιχείρημα στα μέλη του για την απόρριψη των εκκλήσεων για ενότητα με την «άλλη Αριστερά».
Η πρωτοβουλία του ευφάνταστου και δημιουργικού Μίκη Θεοδωράκη δεν αφορούσε εξ αρχής την ενότητα των οργανωμένων δυνάμεων ούτε μπορούσε να την αντικαταστήσει με ένα πλατύ λαϊκό κίνημα αξιώσεων τόσο λόγω των ορίων του ιδίου του Θεοδωράκη όσο και λόγω της εμπλοκής ετερόκλητων στοιχείων α και β διαλογής που θέλησαν να χρησιμοποιήσουν τη Σπίθα σαν Δούρειο Ίππο για να περάσουν τις όχι και τόσο προοδευτικές και ανιδιοτελείς αντιλήψεις τους.
Έτσι, σήμερα, μετά από δύο χρόνια αποδόμησης, υποβάθμισης, εκποίησης, κατοχής και διάλυσης της χώρας, η Αριστερά παραμένει στο ίδιο σημείο ενώ τρέχει ασταμάτητα, σαν να βρίσκεται πάνω σε κυλιόμενο διάδρομο και όχι σε στέρεο έδαφος.
Ποιος άραγε, ή τι θα την αποσπάσει από τον τεχνητό της κόσμο που την κρατάει εγκλωβισμένη προκειμένου να μπει σε ένα γήινο διάδρομο απογείωσης προτού γίνουν όλα ρημαδιό;
Έτσι, η αντίδραση στη λαίλαπα του ακραία επιθετικού καπιταλισμού δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί πάνω στο σαθρό ιδεολογικό, πολιτικό και κοινωνικό υπέδαφος της σύγχρονης Αριστεράς.
Ούτε το ΚΚΕ δίνει διέξοδο. Η άκαμπτη προσήλωσή του στο γράμμα της αντικαπιταλιστικής ρητορείας μπορεί να προσφέρει ψυχολογική ασφάλεια σε ένα σημαντικό κομμάτι των εργαζομένων που αποστρέφονται τον κατακερματισμό, την ασυνεννοησία, την ανοργανωσιά και τους αυτοσχεδιασμούς της «άλλης Αριστεράς», αλλά αποτελεί ένα μοντέλο εξαιρετικά στρυφνό και ξερό για να ερμηνεύσει με σύγχρονους όρους και να διαχειριστεί σωστά την πολυπλοκότητα των φαινομένων, να εξαγάγει τα απαραίτητα συμπεράσματα από το παρελθόν της διεθνούς και εντόπιας Αριστεράς και κυρίως να ενώσει τις διάσπαρτες δυνάμεις των ημεδαπών κινημάτων. Δηλαδή, δεν φαίνεται να έχει τα φόντα για να παίξει το ρόλο που έπαιξε σε δυσκολότερες εποχές το κομμουνιστικό κόμμα δημιουργώντας το ΕΑΜ, το Δημοκρατικό Στρατό και την ΕΔΑ.
Στον εξωκοινοβουλευτικό χώρο, η πολυδιάσπαση είναι καθεστώς γιατί οι οργανώσεις έχουν τη νοοτροπία των αιρέσεων, λίγοι και πιστοί. Πεντηκοστιανοί, Μεθοδιστές, Βαπτιστές, Γιεχοβάδες, Μορμόνοι, Χριστιανοί όλοι, αλλά με παραλλαγές των θεών και των δογμάτων τους. Αντιστοίχως, διάφοροι Ευρωκομμουνιστές, διάφοροι Μαοϊκοί, διάφοροι Τροτσκιστές, διάφοροι γενικώς, που υπάρχουν περισσότερο ως κόντρα στους άλλους παρά ως αυτόνομοι παραγωγοί πολιτικής. Νοοτροπία κλειστής ομάδας, που φοβάται να ξανοιχτεί για να μη χάσει την καθαρότητά της. Και μένει στον κλεφτοπόλεμο. Επιλογή που αδικεί κάποιες οργανώσεις με αξιοπρόσεκτη εσωτερική δομή, σοβαρότητα, μαχητικότητα και δράση.
Οπωσδήποτε, το παρελθόν των κομμουνιστικών κινημάτων ασκεί μεγάλη επίδραση στους νεότερους, αλλά στη σύγχρονη εποχή μπορεί η επίδραση του μικροαστικού ατομικισμού να παίζει ακόμα σημαντικότερο ρόλο, και πιο ύπουλο, εμποδίζοντας την ποιοτική εξέλιξη των ομάδων και τη σύγκλιση σε ένα ανώτερο επίπεδο συλλογικότητας. Η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, ενός εγχειρήματος που έδωσε μια ελπίδα σε πολύ κόσμο, δεν οφείλεται μόνο στις αντίρροπες τάσεις μέσα στη δεσπόζουσα συνιστώσα του ΣΥΝ. Οφείλεται και στην αδυναμία έως απροθυμία των άλλων συνιστωσών να καλλιεργήσουν μεταξύ τους έναν ουσιαστικό διάλογο σε δημοκρατικά πλαίσια, ανοιχτόκαρδα, ειλικρινά και συντροφικά, με σκοπό τη σύνθεση των ιδεών και την ενότητα στην πράξη. Φαινόμενο που είναι διάχυτο στην κοινωνία και ίσως ακόμα πιο έντονο στους αριστερούς που μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» υπέκυψαν στις χάρες του ατομισμού και αυτοδιαλύθηκαν μέσα σε ένα ωκεανό σκόρπιων απόψεων που δεν οδήγησαν σε τίποτα πραγματικά καινούριο ούτε βέβαια σε νέες συλλογικότητες απαλλαγμένες από τα βάρη που βύθισαν τα αναχρονιστικά κόμματα στον εκφυλισμό και την καταστροφή. Οι λεγόμενοι ανένταχτοι που προσπάθησαν να αυτοοργανωθούν δεν έδωσαν καλύτερα δείγματα γραφής και σε μερικές περιπτώσεις εμφάνισαν χειρότερες νοοτροπίες απ’ αυτές που επέκριναν.
Αυτό το σκορποχώρι απόψεων, που το βιώνουμε καθημερινά όχι μόνο στις οργανώσεις αλλά και στις παρέες, εμποδίζει τη συγκρότηση ενός σοβαρού και πειστικού μετώπου τύπου ΣΥΡΙΖΑ ή ευρύτερου, εξασθενεί και την πίεση προς το ΚΚΕ για τη μεγάλη ενότητα των αριστερών δυνάμεων, που δικαιολογημένα το επικαλείται η ηγεσία του κόμματος ως επιχείρημα στα μέλη του για την απόρριψη των εκκλήσεων για ενότητα με την «άλλη Αριστερά».
Η πρωτοβουλία του ευφάνταστου και δημιουργικού Μίκη Θεοδωράκη δεν αφορούσε εξ αρχής την ενότητα των οργανωμένων δυνάμεων ούτε μπορούσε να την αντικαταστήσει με ένα πλατύ λαϊκό κίνημα αξιώσεων τόσο λόγω των ορίων του ιδίου του Θεοδωράκη όσο και λόγω της εμπλοκής ετερόκλητων στοιχείων α και β διαλογής που θέλησαν να χρησιμοποιήσουν τη Σπίθα σαν Δούρειο Ίππο για να περάσουν τις όχι και τόσο προοδευτικές και ανιδιοτελείς αντιλήψεις τους.
Έτσι, σήμερα, μετά από δύο χρόνια αποδόμησης, υποβάθμισης, εκποίησης, κατοχής και διάλυσης της χώρας, η Αριστερά παραμένει στο ίδιο σημείο ενώ τρέχει ασταμάτητα, σαν να βρίσκεται πάνω σε κυλιόμενο διάδρομο και όχι σε στέρεο έδαφος.
Ποιος άραγε, ή τι θα την αποσπάσει από τον τεχνητό της κόσμο που την κρατάει εγκλωβισμένη προκειμένου να μπει σε ένα γήινο διάδρομο απογείωσης προτού γίνουν όλα ρημαδιό;
Στ. Ελλ.
Υ.Γ. Η πιο εύστοχη επισήμανση της βδομάδας:
«Αυτό που ονομάζεται κυβέρνηση Παπανδρέου είναι απλώς ένα γραφείο διαπραγματεύσεων με τις πολυεθνικές και τις τράπεζες.»
(από συνέντευξη του Βολιβιανού ακτιβιστή Όσκαρ Ολιβέιρα, στην Ελευθεροτυπία, 13.9.11)
Σχόλια