του Βαγγέλη Σπαθά*
Ο δημόσιος χώρος είναι ο χώρος όπου όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης, έχουν ελεύθερη πρόσβαση. Παραλίες, βουνά, πάρκα και πλατείες. Μπορεί η έννοια του δημόσιου χώρου να ταλαιπωρείται από περιορισμούς, που στα χρόνια της πανδημίας έφτασαν μέχρι και την είσοδο του σπιτιού μας, όμως η δυνατότητα να πηγαίνουμε σε μια παραλία το καλοκαίρι αποτελούσε και αποτελεί μια ανάσα για όλους. Η ελεύθερη και ανεμπόδιστη πρόσβαση στις παραλίες αποτελεί ένα δημόσιο αγαθό και έτσι έχει βιωθεί από αρκετές γενιές.
Σήμερα, σε αρκετές ακτές, επιχειρήσεις καταπατούν μέχρι και το 100% της έκτασης της παραλίας, με ομπρέλες και ξαπλώστρες, όταν ο νόμος ορίζει το μέγιστο της έκτασης το 50% με ελεύθερη ζώνη πέντε μέτρων από τη θάλασσα. Στην πράξη έχει επιβληθεί υποχρεωτικό εισιτήριο στη παραλία. Κάποια ξενοδοχεία φτάνουν μάλιστα στο σημείο να διαφημίζουν τις ιδιωτικές τους παραλίες, όταν ο νόμος είναι σαφής για τον δημόσιο χαρακτήρα αυτών.
Αυτή είναι και η βάση πάνω στην οποία αναπτύχθηκε το κίνημα της «πετσέτας» όπως υποτιμητικά πήγαν να το ονομάσουν ή το κίνημα ελεύθερης παραλίας. Ξεκινώντας από την Πάρο, και βρίσκοντας μιμητές στη Νάξο, την Αττική, τη Χαλκιδική, τη Θάσο, την Αττική και αλλού, οι πολίτες με την κινητοποίηση τους, αμφισβητούν στην πράξη την επιλογή για διαρκή εμπορευματοποίηση των παραλιών που προωθούν τόσο το κεντρικό κράτος όσο και οι αντίστοιχοι δήμοι, που είναι υπεύθυνοι για τα «συμφωνητικά μίσθωσης αιγιαλών», και μοιράζονται τα έσοδα από τα μισθωτήρια.
Οι δήμοι εμπορευματοποιούν τόσο πολύ τις παραλίες που τείνουν να βγάζουν σχεδόν όλες τις παραλίες κάθε νησιού προς μίσθωση. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Θάσου, όπου έχουν μισθωθεί όλες οι προσβάσιμες παραλίες του νησιού (Αλυκές, Σαλιάρα, Αγ. Ιωάννης, Μακρύαμμος, Βαθύ, Ψιλή άμμος, Ατσπάς κ.ά.), ακόμη και αυτές που φιλοξενούν αρχαία (π.χ. Αλυκές), τα οποία μετατρέπονται σε αξιοθέατα των beach bar. Στην περίπτωση μάλιστα μιας άλλης παραλίας, αυτής του Αγίου Ιωάννη, παρακείμενο ξενοδοχείο (το μεγαλύτερο της Θάσου, βουλγαρικής ιδιοκτησίας) μισθώνει σε ετήσια βάση την παραλία, φράζοντας με μπάρα την πρόσβαση, τόσο προς τη θάλασσα όσο και προς τον αρχαιολογικό χώρο που βρίσκεται εκεί.
Έχουμε ένα κίνημα λοιπόν, που ζητά να εφαρμοστεί η ίδια η νομιμότητα που το κράτος ορίζει. Να εφαρμοστεί ακόμη και αυτό το μερικό νομικό πλαίσιο που προστατεύει από την ασυδοσία της εμπορευματοποίησης, του κέρδους, της καταπάτησης δημόσιου χώρου. Από εκεί αντλεί το κίνημα τη νομιμοποίηση του στις συνειδήσεις τις πλειοψηφίας των πολιτών από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες. Εδώ δηλαδή η επίκληση της νομιμότητας δεν λειτουργεί κατασταλτικά στην κινητοποίηση, αλλά αντιθέτως δημιουργεί χώρο να απλωθεί ένα κίνημα καθολικής αποδοχής.
Σίγουρα η καθολική αποδοχή του αιτήματος για ελεύθερες παραλίες παραμένει ζητούμενο. Στα τουριστικά παραθαλάσσια μέρη είναι προφανές ότι ο τουρισμός αποτελεί τη κύρια πηγή εισοδήματος για τη πλειοψηφία των κατοίκων και κατά μια έννοια λειτουργεί η λογική ότι δεν πρέπει με τίποτα να θίξουμε το τουρισμό. Όμως γίνονται βήματα να σπάσει η μονοκαλλιέργεια του υπερτουρισμού. Το κίνημα για την ελεύθερη παραλία είναι η πρώτη προσπάθεια που θέτει ένα όριο. Που ξεκαθαρίζει δηλαδή πως δεν ζητάμε απλά από το κράτος καλύτερες υποδομές για να υποδεχτούμε περισσότερους τουρίστες. Ο ελεύθερος χώρος στις παραλίες είναι αδιαπραγμάτευτος.
Τώρα στο τέλος του καλοκαιριού, το κίνημα στοχεύει στην καταγραφή και την καταγγελία των όποιων παραβιάσεων, επιμένοντας στη νομική οδό, προχωρώντας σε ενυπόγραφες καταγγελίες στις κατά τόπου εισαγγελίες. Έχοντας όμως ξεκάθαρο πως για να αφεθεί ελεύθερος χώρος στις παραλίες, το κρίσιμο πεδίο είναι η ανάπτυξη του κινήματος ανυπακοής. Να βάλουμε τις ομπρέλες και τις πετσέτες μας στις παραλίες διεκδικώντας ελεύθερο χώρο στη πράξη . Για να απελευθερώσουμε τις παραλίες μας, για να σώσουμε τα καλοκαίρια μας και τις ομορφιές του τόπου μας από τον υπερτουρισμό.
* Ο Βαγγέλης Σπαθάς είναι μέλος του κινήματος για ελεύθερες παραλίες στη Θάσο