Συζητάμε με τον Γ., από τη Bίλα Αμαλίας. Συνέντευξη στον Χρήστο Γιοβανόπουλο
Η επίθεση σε καταλήψεις στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και αλλού (Θεσσαλονίκη, Ξάνθη) και οι απειλές για εκκένωση άλλων 40 τέτοιων χώρων, αποτέλεσε το προηγούμενο διάστημα το «τρομολαγνικό» αντίβαρο στον τρόμο της ανομίας των πολιτικών και οικονομικών ελίτ.
Αποτέλεσε όμως και βήμα «απόδειξης» της «θεωρίας των άκρων» και υιοθέτησης μιας «πολιτικής τής έντασης» από το μνημονιακό καθεστώς έκτακτης ανάγκης. «Νόμος και τάξη», «μαλακισμένα», εμφυλιοπολεμικός λόγος κυβερνητικών στελεχών, προκάτ ειδήσεις στα κανάλια και γκεμπελική κοπτοραπτική δηλώσεων βουλευτών από «Ομάδες Αλήθειας», αποτελούν το οπλοστάσιο ενός μετα-δημοκρατικού κράτους ασφαλείας με κοινοβουλευτικό κάλυμμα, στέλνοντας μηνύματα «συμμόρφωσης» με πολλαπλούς αποδέκτες.
Σε αυτό το πλαίσιο συναντηθήκαμε με τον Γ., που υπήρξε ένοικος της Βίλας Αμαλίας, συμμετέχει στη συνέλευσή της και στο κίνημα υπεράσπισής της, αλλά όπως διευκρινίζει δεν εκπροσωπεί παρά τις προσωπικές του απόψεις.
Ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους
Σχετικά με τους συλληφθέντες μας λέει πως όλοι, 107 μαζί με τους 6 της Σκαραμαγκά, είναι ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους. Βαρύνονται με «διατάραξη οικιακής ειρήνης, κλασική κατηγορία που απευθύνεται στις καταλήψεις» όπως διευκρινίζει, για την οποία η Βίλα είχε αθωωθεί τελεσίδικα το 1994. Οι κατηγορίες όσων συνελήφθησαν στην εκκένωση και στην επιχείρηση ανακατάληψης της Αμαλίας, μετατράπηκαν σε κακουργηματικού βαθμού λόγω κουκουλονόμου, όπως λέει, ενώ οι της Σκαραμαγκά αντιμετωπίζουν πλημμελήματα.
Στο παρελθόν «άλλες δύο φορές, με πρόσχημα έρευνα για ναρκωτικά, εισβάλανε στη Βίλα και αποπειράθηκαν να την κλείσουν. Η τελευταία ήταν το 1998, που δεν βρήκαν ξανά τίποτα. Μάλλον βρήκανε τα ίδια με τώρα. Βαφτίσανε τα άδεια μπουκάλια μπίρας μολότοφ, τα μαχαίρια όπλα κλπ.», διευκρινίζει και σημειώνει ότι ο Δήμος Αθηναίων «δεν έχει καταθέσει ακόμα μήνυση, ούτε για την ανακατάληψη, ενώ θα μπορούσε». Συμπληρώνει ακόμα πως παρά τις καταστροφές που έκαναν τα ΜΑΤ, κυρίως μετά την επιχείρηση ανακατάληψης, τους έχει επιστραφεί η τυπογραφική μηχανή σε κακή κατάσταση και υπάρχει διαδικασία επιστροφής και των υπόλοιπων πραγμάτων.
Ρωτάμε αν περίμεναν μια τέτοια επίθεση. «Η αλήθεια είναι πως όχι. Υπήρχαν κάποιες εκτιμήσεις, λόγω του χτυπήματος της Κατάληψης Δέλτα στη Θεσσαλονίκη, αλλά ήμασταν απροετοίμαστοι… Δεν περίμενε κανείς τέτοια επίθεση. Ξεκινήσανε από τη Βίλα γιατί ήταν ένας χώρος παλιός, δημόσιος, μία κατάληψη-σύμβολo… Οι καταλήψεις είναι ένα οργανωμένο κομμάτι του αντιεξουσιαστικού χώρου κυρίως, είναι αυτό που λέμε οι κινηματικές του υποδομές, το άνοιγμά του στην κοινωνία. Πέρα από τις γνωστές υπάρχουν στέκια πανελλαδικά που λειτουργούν έτσι, κάποια είναι κατειλημμένα. Και αυτό τους ενοχλεί, γιατί οι ιδέες σου σήμερα βρίσκουν πιο πρόσφορο έδαφος από ό,τι πριν από πέντε χρόνια… Ήθελαν χτυπώντας εμάς να δείξουν σιδερένια πυγμή – και προς το παρόν δεν τους βγαίνει. Παρά τις απώλειες που έχουμε…».
Θεωρεί επίσης ότι ο αντιεξουσιαστικός-αναρχικός χώρος «πάντα ήταν αυτός που μπορείς να χτυπήσεις χωρίς να υπάρχει καμία αφορμή… αυτός ο χώρος δεν έχει ας πούμε “καβάντζες”, αλλά βασίζεται στην αυτοοργάνωση, στις δικές του πλάτες, άρα είναι και ευάλωτος. Οπότε επιλέξανε να χτυπήσουν αυτόν. Επίσης, επειδή έπαιξε ένα συγκεκριμένο ρόλο στις 12 Φλεβάρη (2012). Δεν υποτιμώ βέβαια κανέναν, γιατί στις 12 Φλεβάρη συγκρούονταν με την αστυνομία για το Μεσοπρόθεσμο πολλές χιλιάδες κόσμου και ούτε μου αρέσει και η έννοια της πρωτοπορίας, αλλά γνωρίζουμε ότι είναι ένας οργανωμένος πολιτικά χώρος που θα επιλέξει τη σύγκρουση στη διαδήλωση. Και να μην ξεχνάμε και τον Δεκέμβρη».
Νόμος και τάξη
«Ο Σαμαράς λέει “θα εφαρμόσω νόμο και τάξη”», αναφέρει ο Γ. σχετικά με το ευρύτερο πολιτικό διακύβευμα. «Αυτό που λένε “νόμο και τάξη”, είναι το μοναδικό που ως κυβέρνηση μπορούν να υποσχεθούν πια στο λαό. Δεν υπάρχει κάτι άλλο. Η μόνη άλλη προσφορά της τις τελευταίες ημέρες ήταν η αύξηση στα τιμολόγια της ΔΕΗ… Βρισκόμαστε πια σε ένα καθεστώς που μπορεί να προσφέρει μόνο φόβο και τρομοκρατία. Μπορεί και να εκτιμούσαν ότι έτσι θα πάρουν και κάποια ψηφαλάκια, από Καμμένο, από Χρυσή Αυγή, ακόμα και απ’ το ΠΑΣΟΚ. Αλλά το δομικό είναι ότι εκτός από αυτά που έχουν περάσει μέχρι τώρα με το Μνημόνιο και τη φτωχοποίηση, θέλουν να δείξουν ότι θα πάμε πια και για σιδερένια φτέρνα, άσχετα αν θα είναι κοινοβουλευτισμός, αυτό που λένε δημοκρατία…».
Για τη συνέχεια θεωρεί ότι δεν πρέπει να κάνουν «ούτε βήμα πίσω. Ειδικά στις συνθήκες αυτές, για εμάς τα σπίτια, οι καταλήψεις αυτές, αυτοί οι χώροι είναι αδιαπραγμάτευτα, τα θεωρούμε απαραίτητα για το κοινωνικό σύνολο. Αν νομίζει ο Σαμαράς ότι θα αφήσουμε το Κέντρο δώρο στους φασίστες, δεν θα το επιτρέψουμε. Θα καταλάβει, στην πράξη, ότι δεν είμαστε εύκολοι αντίπαλοι… και όσα έχουμε “χάσει”… θα τα πάρουμε πίσω».
Ρωτάμε την άποψή του για τις σχέσεις των καταλήψεων με εγχειρήματα αυτοοργάνωσης, στέκια κοινωνικής αλληλεγγύης κλπ. από κόσμο που αναφέρεται σε άλλους πολιτικά χώρους. «Τέτοιες προσπάθειες είναι πολύ σημαντικές και αυτή τη στιγμή πολύ απαραίτητες». Θα πρέπει να φτιάξουμε εμείς τις ζωές μας με τις αξίες της αλληλεγγύης μια και δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα. Και σαφώς να έχουμε τα επιθετικά χαρακτηριστικά – και δεν εννοώ τη βία ή τη σύγκρουση μόνο, αλλά ό,τι απογυμνώνει την ιδεολογία του καθεστώτος, δηλαδή την επιλογή του να εξαθλιώσει εσένα, να σε καταποντίσει, για το συμφέρον κάποιου άλλου. Μέσω της αλληλεγγύης μπορείς να θέσεις θέματα στην ελληνική κοινωνία, όπως την ταξικότητα κλπ. και είναι σημαντικές αυτές οι προσπάθειες. Για εμάς είναι και συγγενείς. Άσχετα πώς ορίζεται κανείς. Αν ο αγώνας γίνεται στο πλαίσιο της αυτοοργάνωσης των “από κάτω”, είναι θετικό και συντροφικό».
Μας λέει, επίσης, πως θεωρεί ότι «πρέπει να υπάρξει οπωσδήποτε μία πολιτική συμμαχιών» και ως πρόσφατο παράδειγμα αναφέρει «τις αντιφασιστικές συναντήσεις στο Πολυτεχνείο, όπου καταδείχτηκε ότι δεν ήταν μόνο αναρχικοί ή αντιεξουσιαστές αυτοί που θέλουν να τα βάλουν με τον φασισμό. Ειδικά σε επίπεδο γειτονιών που αντιμετωπίζουν πραγματικά προβλήματα, ρατσισμού, φασισμού κλπ., θα πρέπει να υπάρχει συνεργασία γιατί οι άλλοι μας βλέπουν σαν ένα πράγμα».
Η στάση της Αριστεράς
Θεωρεί τη στάση της Αριστεράς «όπως την κατάλαβα από τη διαδήλωση (12 Ιανουαρίου), από τις ανακοινώσεις και μιλώντας με κόσμο, πολύ αξιοπρεπή και δίπλα μας. Τώρα, αν ο καθένας λέει ότι θα έπρεπε να έρθει πιο κοντά μας, δεν μπορώ να το υποδείξω εγώ. Αν εξαιρέσεις την εντελώς άστοχη ανακοίνωση του ΚΚΕ σε σχέση με την ανακατάληψη της Αμαλίας (πως θα πρέπει τα άδεια κτίρια να τα αναλάβει ο δήμος για αξιοποίηση προς το κοινωνικό όφελος, σαν να περιμένεις από τον Καμίνη ή από κάθε Καμίνη να το κάνει αυτό), θεωρώ θετική τη στάση της. Και για να μην παρεξηγηθώ, έχω παραδείγματα από μέλη του κόμματος που ήταν στην πορεία και έχουν εκδηλώσει ενεργά την αλληλεγγύη τους, την αγανάκτησή τους».
Ζητήσαμε επίσης τη γνώμη του για την άποψη του ΣΥΡΙΖΑ περί αποπροσανατολισμού από τα κεντρικώς τεκταινόμενα εκείνες τις ημέρες. «Είναι μια κλασική αντίληψη ενός, πώς να το πω, “κυβερνητικού” κόμματος. Δηλαδή ότι όταν γίνεται κάτι θα πρέπει να υπάρχουν πάντα κάποιοι να αποπροσανατολίσουν. Δεν θεωρώ ότι υπήρχε πραγματικά κάτι τέτοιο. Απλά πάντα υπάρχουν κυβερνητικοί σχεδιασμοί και σε επίπεδο ανακοινώσεων η στάση του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν αρνητική για τις καταλήψεις. Αλλά είναι ένα κόμμα που πάει να κυβερνήσει ή τουλάχιστον έτσι ελπίζει. Αν υπάρχει κάτι σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν περί αποπροσανατολισμού από τη λίστα Λαγκάρντ, αλλά για να τον βάλουν στη γωνία. Αν ισχύουν πραγματικά οι δημοσκοπήσεις, κάτι ψιλοάρπαξαν».
«Το χτύπημα στις καταλήψεις συνδέεται με κάποια πράγματα που θα πρέπει να διεκδικήσεις για να τα υπερασπιστείς», λέει ο Γ. και συνεχίζει: «Κάποια στιγμή θα πρέπει να τα υπερασπιστείς και παράνομα. Παράνομα σε σχέση με τους νόμους τους. Αυτό σημαίνει και καταλήψεις. Σε απεργίες μπορεί και να συγκρουστείς με τα ΜΑΤ, έξω από ένα χώρο. Πράγματα που υπάρχουν στην παράδοση της εργατικής τάξης, του κινήματος γενικότερα. Αυτό που θέλουν να δείξουν και με το οποίο συνδέεται (η υπεράσπιση των καταλήψεων), είναι με την αντίσταση στο “κάτσετε καλά”, στο “να τελειώνουμε με αυτά”. Πιστεύω ότι συνδέεται με το μήνυμα ότι τα δίκια μας θα πρέπει να τα διεκδικούμε. Και επειδή έχουν καταλάβει ότι δεν έχουν κάτι άλλο να προσφέρουν, παρά μόνο σιδερένια φτέρνα, θέλουν να σου δείξουν ότι πρέπει να το πάρεις απόφαση, ότι αν αντισταθείς θα έχεις όλες αυτές τις συνέπειες. Γι’ αυτό κάθε χτύπημα σε ένα χώρο, είτε λέγεται κατάληψη στέγης είτε αυτοδιαχειριζόμενο στέκι είτε μια δομή αλληλεγγύης άλλου τύπου, όχι κατ’ απαίτηση με αντιεξουσιαστικό πρόσωπο, ή μια λαϊκή συνέλευση ή εργατικοί αγώνες έξω από τα συνηθισμένα όρια των εργατικών διεκδικήσεων, συνδέεται με την πρακτική των καταλήψεων.
Στον καιρό του μνημονιακού κανιβαλισμού και απέναντι σε ένα καθεστώς ολοκληρωτισμού παίρνουμε πίσω αυτά που μας ανήκουν και θα χρειαστεί να τα παίρνουμε και με μαχητικό τρόπο».