του Σωτήρη Ρούσσου*
Η διακυβέρνηση Τραμπ έχει χαρακτηριστεί από τα στοιχεία της σύγχυσης, της πρόκλησης και του συνεχούς βομβαρδισμού πληροφορίας των 130 χαρακτήρων του τουίτερ. Πολλές φορές, η συμπεριφορά του στη διεθνή αλλά και την εσωτερική πολιτική φαίνεται ότι στερείται λογικού ειρμού, και είναι δύσκολο να δει κανείς τον στρατηγικό σκοπό της. Επίσης, δημοσιεύματα και βιβλία τείνουν να σκιαγραφήσουν μια προσωπικότητα στα όρια του κρετινισμού που θα εκφραζόταν με το παλιό ΚΔΟΑ – κτηνώδης (πολιτική) δύναμη, ογκώδης άγνοια (των συνεπειών;).
Τα πράγματα όμως δεν είναι όπως φαίνονται. Για παράδειγμα, ενώ πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι ο Τραμπ έχει αποτύχει να ανατρέψει βασικά νομοθετήματα προηγούμενων προέδρων, όπως το σύστημα νοσοκομειακής περίθαλψης ή την προστασία των μεταναστών, η διακυβέρνησή του έχει προχωρήσει και προχωρεί σε αλλαγές που θα αφήσουν το αποτύπωμά τους πολύ πιο έντονα και για πολύ μεγαλύτερο διάστημα στην αμερικανική πολιτική και κοινωνία.
Τρεις σημαντικές κινήσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ
Πρόσφατα, με απόφαση του Προέδρου, καταργήθηκαν οι κανόνες «ουδετερότητας του δικτύου» των εταιρειών «εξυπηρετητών διαδικτύου» (servers). Μέχρι σήμερα οι εταιρείες αυτές είχαν την υποχρέωση να εξυπηρετούν με τον ίδιο τρόπο όλους τις ιστοσελίδες και τους κόμβους, είτε ανήκαν σε μια λέσχη βιβλίου της γειτονιάς είτε σε μια τεράστια πολυεθνική αναψυκτικών. Η κατάργηση αυτών των κανόνων αλλάζει τον τρόπο λειτουργίας του Διαδικτύου, δημιουργεί εξόχως προνομιακές σχέσεις, και ουσιαστικά εμπεδώνει τον κοινωνικό και οικονομικό έλεγχο της ψηφιακής ύπαρξης κοινωνιών, συλλογικοτήτων και ανθρώπων. Η αλλαγή λαμβάνει παγκόσμιες διαστάσεις αν σκεφτεί κανείς τον τεράστιο αριθμό ιστοσελίδων και κόμβων σε ολόκληρο τον κόσμο που εξυπηρετούνται από εταιρείες εγκατεστημένες στις ΗΠΑ.
Η δεύτερη στρατηγική κίνηση του Τραμπ είναι η ραγδαία και ριζική αλλαγή της ανώτατης δικαιοσύνης. Είναι γνωστό ότι ακόμη και αριστεροί ακτιβιστές στις ΗΠΑ θεωρούν τη δικαιοσύνη ως το τελευταίο προπύργιο άμυνας των κοινωνικών κινημάτων. Ο Τραμπ διορίζει άνδρες, λευκούς και υπερσυντηρητικούς ανώτατους δικαστές, με αποτέλεσμα την πλήρη αλλαγή της σύνθεσης των ανώτατων δικαστηρίων, τα οποία μέχρι σήμερα απηχούσαν σε μεγάλο βαθμό τη σύνθεση της κοινωνίας. Η διακυβέρνηση Τραμπ έχει επιτύχει σε πολύ σύντομο διάστημα την αντικατάσταση του 80% των ανώτατων δικαστών – γεγονός που θα έχει πολύ βαθιές και μακροχρόνιες συνέπειες στο νομικό και πολιτικό σύστημα, αν σκεφτεί κανείς ότι η νομολογία κατέχει κεντρική θέση στο σύστημα παραγωγής και απονομής δικαίου των ΗΠΑ, και ότι οι δικαστές είναι ισόβιοι.
Η τρίτη βασική αλλαγή είναι η πλήρης απελευθέρωση της οπλοκατοχής. Όχι μόνο κατήργησε τους δειλούς περιορισμούς που είχε επιβάλει ο Ομπάμα, αλλά επιτρέπει ακόμη και σε πρώην δραπέτες, εγκληματίες ή ανθρώπους με ιστορικό ψυχικών ασθενειών να κατέχουν όπλα. Πρόκειται για μια κίνηση ραγδαίας αποσύνθεσης του κράτους δικαίου, ακόμη και του κρατικού μονοπωλίου της βίας. Ο άνεργος και ο εργάτης με μισθούς πείνας στο Ιλινόι, στη Νεμπράσκα και στην Αλαμπάμα δεν θα έχει καμία κοινωνική προοπτική. Αλλά θα μπορεί να αυτοεπιβεβαιώνεται κοινωνικά επιδεικνύοντας τον βαρύ οπλισμό που κατέχει, πριν βέβαια τον στρέψει εναντίον των γειτόνων, του σχολείου και της ενορίας του. Ο καθένας μόνος του και δυστυχής, αλλά με το όπλο παρά πόδα…
Η διακυβέρνηση Τραμπ στη διεθνή πολιτική αντανακλά μια ηγεμονία χωρίς ιδεολογικά χαρακτηριστικά, και πέρα από κάθε συμβατική υποχρέωση που γνωρίζουμε στη διεθνή κοινωνία
Απαλλαγή από διεθνείς κανόνες και θεσμούς
Τώρα πια, όπως σημειώνει ο Πέρι Άντερσον, υπάρχει ηγεμονία χωρίς ηγεμονικές ιδέες. Αλλά η ηγεμονία αυτή ξεπερνά κάθε προηγούμενη ηγεμονία στην ιστορία ακριβώς επειδή δεν είναι ιδεολογική, αλλά ανθρωπολογική. Στηρίζεται σε ένα συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου, το άτομο-καταναλωτή.
Με τον ίδιο τρόπο, η διακυβέρνηση Τραμπ στη διεθνή πολιτική αντανακλά μια ηγεμονία χωρίς ιδεολογικά χαρακτηριστικά, και πέρα από κάθε συμβατική υποχρέωση που γνωρίζουμε στη διεθνή κοινωνία. Η νεοφιλελεύθερη ανασυγκρότηση του καπιταλισμού μετέτρεψε τις ΗΠΑ από τον βασικό διεθνή δανειστή στον βασικό διεθνή χρεωμένο. Το δυσθεώρητο αμερικανικό χρέος εξυπηρετείται από τον κινεζικό δανεισμό. Αλλά οι ΗΠΑ δεν θα αισθανθούν την απειλή μιας χρεωκοπίας όσο το Πεντάγωνο φροντίζει να είναι τόσο ισχυρές στρατιωτικά ώστε να μην επιτρέψουν τον συμμετρικό οικονομικό ανταγωνισμό από άλλες δυνάμεις.
Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός στις ΗΠΑ έχει φτάσει στα όριά του, και για αυτό δεν μπορεί να παραμείνει προσδεδεμένος σε διεθνείς συμφωνίες. Δεν χρειάζεται πια η Ουάσιγκτον τη νομιμοποίηση από την ιδεολογική ηγεμονία της προστασίας του ελεύθερου κόσμου και της εξάπλωσης της ελεύθερης οικονομίας και των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Δεν χρειάζεται να επικαλείται διεθνή καθεστώτα και συμφωνίες που η ίδια δημιούργησε, όπως οι συμφωνίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ή η Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών (NAFTA).
Η διεθνής κοινωνία ως μια ομάδα κρατών που έχουν συνείδηση των κοινών συμφερόντων και αξιών, αντιλαμβάνονται ότι δεσμεύονται από ένα σύνολο κανόνων που διέπουν τις μεταξύ τους σχέσεις και μοιράζονται τη λειτουργία κοινών θεσμών, δεν συμφέρει πια το αμερικανικό νεοφιλελεύθερο μεγαθήριο. Τουναντίον, θα πρέπει να αμφισβητήσει, να δημιουργήσει σύγχυση σε αυτό το σύνολο κανόνων και στη συνείδηση κοινών συμφερόντων, μιας κι αυτό το περιβάλλον θα επέτρεπε την ανάδειξη συμμετρικών πολιτικών και οικονομικών ανταγωνιστών σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο.
«Πόλεμος» ενάντια σε Κίνα, Ρωσία και κανονικότητα
Οι συνεχείς αλλαγές στις σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα, η αμφισβήτηση και η αποχώρηση από διεθνείς συμφωνίες και συνθήκες για το Κλίμα, το Εμπόριο στον Ειρηνικό και το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, η καρικατούρα πυρηνικού ανταγωνισμού με τη Βόρεια Κορέα και βέβαια η στάση της Ουάσιγκτον στον ΟΗΕ δείχνουν, όπως υποστήριξε o Ντυρκέμ, ότι για το ισχυρό κράτος οποιαδήποτε μορφή «υποταγής», περιλαμβανομένων συμφωνιών και υποχρεώσεων, είναι μη ανεκτή.
Παράλληλα η Αμερική έχει αποδυθεί σε έναν «πόλεμο» επιρροής εναντίον της Κίνας, της Ρωσίας και περιφερειακών δυνάμεων. Το 2017 ο αμερικανικός στρατός έκανε, σύμφωνα με την Ουάσιγκτον Ποστ, 3.500 ασκήσεις, επιχειρήσεις και προγράμματα εκπαίδευσης στην Αφρική, εξαπολύοντας έναν «σκιώδη πόλεμο» (shadow war) εναντίον της κινεζικής επιρροής στην ήπειρο αυτή. Την ίδια στιγμή, η Ουάσιγκτον προσπαθεί να εμποδίσει τον ρωσικό έλεγχο σε λιμάνια, ενεργειακά δίκτυα και εμπορικούς δρόμους.
Στη Μέση Ανατολή, ο Τραμπ δεν ενδιαφέρεται για αποκλιμάκωση της έντασης και περιφερειακή σταθερότητα. Η διατήρηση υψηλής έντασης σε μια κομβική για τη διεθνή επιρροή περιοχή φθείρει τους αντιπάλους που δεν μπορούν να ακολουθήσουν τον ανταγωνισμό για μεγάλο διάστημα, δημιουργεί σύγχυση σε εταίρους και δεν επιτρέπει σε κανέναν από αυτούς να διατηρήσει μια κανονικότητα – επειδή αυτή η κανονικότητα σημαίνει συμμετρικό ανταγωνισμό, που ο αμερικανικός καπιταλιστικός πυρήνας δεν μπορεί αυτήν τη στιγμή να αντέξει. Σύμφωνα με τον νεαρό Τανκρέντι στον Γατόπαρδο του Λαμπεντούζα, «αν θέλουμε να μην αλλάξει τίποτε, πρέπει όλα ν’ αλλάξουν». Θα προσθέταμε ότι το δόγμα Τραμπ δεν φέρνει τόσο την αλλαγή των διεθνών κανόνων, αλλά τη σύγχυση, την ασυναρτησία και τελικά την αβεβαιότητα για αυτούς. Από αυτήν την αβεβαιότητα θα «προκύψει» και η αναγκαιότητα για αλλαγή τους, έτσι ώστε ο αμερικανικός Λεβιάθαν να διατηρήσει την ισχύ του.
* Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών (www.cemmis.edu.gr). Οι μεσότιτλοι είναι της Σύνταξης.