του Δημήτρη Ναπ. Γιαννάτου*

Έτσι σκέφτηκε ο Τζώρτζ Όργουελ, ακούγοντας τις υστερικές φωνές των τροφίμων του κοινοβουλίου, των αναρχομπάχαλων και της χαβιαροαριστεράς, που συκοφαντούσαν τον ελληνικό λαό όταν βγήκε στους δρόμους να διαδηλώσει για ένα εθνικό ζήτημα, έξω από κάθε κερδοσκοπική λογική και ιμπεριαλισμό. Αγώνα επιβίωσης τον είδε. Αγώνα ελευθερίας. Μια προσπάθεια ο λαός να αλλάξει ρόλο και να συμμετάσχει ενεργά στη διαμόρφωση της ιστορικής του μοίρας. Αν χαθεί το στοίχημα να μπορείς να υπερασπιστείς έστω κι ένα κομμάτι αυτού που αντιλαμβάνεσαι ως ψυχή σου τότε δεν μπορείς να προσδοκάς τίποτε για το μέλλον ακόμα και σε υλικό επίπεδο. Ποιος θα έχει αυτιά να σ’ ακούσει, τότε; «Αν θέλεις μια εικόνα του μέλλοντος φαντάσου μια μπότα να πατάει το πρόσωπο ενός ανθρώπου», ξανασκέφτηκε.

Ύστερα, έγειρε προς τον καλοσυνάτο συνομιλητή του και του ψιθύρισε: «Στο ανώνυμο πλήθος των συλλαλητηρίων σας, είδα έναν “συντηρητικό” ριζοσπαστισμό, Οδυσσέα. Μη σου φανεί παράξενο και οπισθοδρομικό αυτό που σου λέω. Άλλωστε κι εγώ αποκαλώ τον εαυτό μου έναν συντηρητικό αναρχικό (Τory Anarchist). Οι αξίες των “κανονικών ανθρώπων”, η κοινή ευπρέπεια (common decency), μας προστατεύει από την κόλαση μιας ισοπεδωτικής για τη φύση του ανθρώπου και του πολιτισμού, “προόδου”. Αρνούμενος να δω –έστω και γι’ αστείο– τη λέξη “συντηρητικός” ως προσβολή χτυπώ την καρδιά της ιδεολογίας του καπιταλισμού», είπε στον Οδυσσέα Ελύτη.

Ο ποιητής λίγο πριν του είχε μιλήσει για τα «δημόσια και τα ιδιωτικά» του. Για το πώς «ένα τοπίο δεν είναι, όπως το αντιλαμβάνονται μερικοί, κάποιο απλώς σύνολο γης, φυτών και υδάτων. Είναι η προβολή της ψυχής ενός λαού πάνω στην ύλη».

«Ξέρεις, Τζώρτζ –συνέχισε– τι είναι να μπαίνει ένας πολιτισμός όχι στην ιστορία με πολέμους αλλά στη ζωή με τον ήλιο στην κοιλιά;»

«Δυσκολεύομαι, είναι αλήθεια είναι να το νιώσω, από κει που έρχομαι», απάντησε ο Όργουελ. «Αλλά ξέρεις εκεί υπάρχει μια κουλτούρα διαμορφωμένη από πλούσια προγεύματα και μουντές Κυριακές, από καπνισμένες πόλεις και φιδογυριστά δρομάκια, από πράσινα λιβάδια και κόκκινα γραμματοκιβώτια. Είναι εξάλλου κάτι το συνεχές, που απλώνεται στο μέλλον και στο παρελθόν διατηρώντας, μια δική της προσωπικότητα, σαν να πρόκειται για ζωντανό πλάσμα. Τι κοινό μπορεί να έχει η Αγγλία του 1940, μ’ αυτήν του 1840; Αλλά, επίσης τι κοινό έχετε εσείς με το πεντάχρονο αγοράκι, στη φωτογραφία που η μητέρα σας φυλάει ευλαβικά; Τίποτα, πέραν του ότι είστε το ίδιο πρόσωπο».

Ο Ελύτης σάστισε! «Είστε σίγουρα αναρχικός, κύριε Όργουελ; Μου λέτε λόγια ακατανόητα για τη σύγχρονη Αριστερά. Βλέπετε νόμιζα ότι μόνο εγώ είχα το προνόμιο να με αποκαλούν προγονόπληκτο και πολιτισμικά νεκρόφιλο».

Ο Όργουελ, γέλασε καλόκαρδα. «Οδυσσέα, η έννοια της εθνική ταυτότητας είναι κρίσιμη στην κριτική του καπιταλισμού. Αυτοί που σε συκοφαντούν, παίζουν το ίδιο παιχνίδι με αυτούς τους σκοτεινούς τύπους που σαμποτάρισαν τον μεγαλειώδη αγώνα σας, διαλύοντας την κορύφωσή του. Και οι δυο κοστολογούν τόσο φθηνά την ελευθερία και τη δημοκρατία που κάνουν τα πάντα για να πεθάνει ο πολιτισμός των απλών ανθρώπων μπροστά στη μαζική υποταγή. Μη στενοχωριέσαι τα έχω περάσει κι εγώ αυτά. Αλλά ακόμα πιστεύω ότι η αξιοπρέπεια, οι αξίες και η ρημαγμένη λαϊκή ψυχή θα διώξει το σκοτάδι. Το ελληνικό σας φώς θα νικήσει, στο τέλος».

* Ο Δημήτρης Ναπ. Γιαννάτος είναι Κοινωνιολόγος – Σύμβουλος Απεξάρτησης ΚΕΘΕΑ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!