Η Ελλάδα στη μέγγενη παγκόσμιας αντιπαράθεσης
Τα νέα για τη «λύση» του ελληνικού δράματος αναβάλλονται για την Κυριακή του Θωμά.
Οι ερμηνείες για τη συμφωνία της Μάλτας παραμένουν στην επικαιρότητα μόνο σαν ανέκδοτο. Χειρότερο από τους κυβερνητικούς λεονταρισμούς ότι «πρώτα θα διευκρινισθεί η στάση των δανειστών έναντι του χρέους και μετά θα νομοθετηθούν μέτρα και αντίμετρα». Χειρότερο και από τα ρεπορτάζ του Ν. Σβέρκου στην Εφημερίδα των Συντακτών για την «επερχόμενη Ανάσταση» μέσω της εξόδου στις αγορές και την πρόσβαση στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Οι αποφάσεις της Μάλτας, στην πραγματικότητα η συμφωνία για ένα τέταρτο μνημόνιο που δεσμεύει και την επόμενη κυβέρνηση, τελεί υπό την αποκλειστική έγκριση του ΔΝΤ.
Η συμφωνία προβλέπει μέτρα ύψους 3,6 δισ. ευρώ για το 2018 και 2019 και συνέχιση του στόχου υψηλών πλεονασμάτων 3,5% για άλλα πέντε χρόνια. Προβλέπει δηλαδή μνημόνιο μέχρι το 2022. Τα λεγόμενα αντίμετρα, με αυτές τις προϋποθέσεις, είναι μόνο για να «συζήτηση» στις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ και το εσωκομματικό πλασάρισμα των διευρυνόμενων 53+.
Τα όσα αφορούν τη διευθέτηση του χρέους είναι υπόθεση που ξεπερνά και τον Σόιμπλε και τον Τόμσεν. Η εποχή που το οικονομικό ιερατείο των δανειστών έπαιρνε τις αποφάσεις έχει τελειώσει εδώ και καιρό. Το ελληνικό δράμα θα καθοριστεί ανάλογα με τη στάση που θα αποφασίσει να κρατήσει η νέα διοίκηση Τραμπ έναντι της Ευρώπης. Αν ο Αμερικανός πρόεδρος καταλήξει να χρεωθεί στη Γερμανία ο λογαριασμός τακτοποίησης της ευρωπαϊκής κρίσης τότε η συζήτηση που γίνεται στη χώρα και στην Ευρώπη είναι χωρίς αντικείμενο.
Πίσω από τις δηλώσεις και τις υποτιθέμενες αντιπαραθέσεις Μέρκελ – Λαγκάρντ και συντροφίας δεν είναι ούτε οι υπολογισμοί για τη βιωσιμότητα του χρέους ούτε το καταστατικό του ΔΝΤ. Αυτά είναι μόνο για μια κουβέντα που αφορά τους «ιθαγενείς». Για την ακρίβεια είναι τα αναγκαία προσχήματα μιας διελκυστίνδας μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. που οι βασικοί πρωταγωνιστές δεν έχουν αποφασίσει ακόμα πόσο θα την τραβήξουν και προς τα που θα γύρει.
Τυπικά όλα έχουν μετατεθεί για μετά την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ στις 22-23 Απριλίου. Εκεί λέγεται ότι θα φανεί ίσως τι επιδιώκει ο Τραμπ. Θα φανεί δηλαδή το κόστος του λογαριασμού που οι ΗΠΑ θέλουν να φορτώσουν στη Γερμανία για την υπόθεση της Ελλάδας σήμερα και του επόμενου θύματος του ίδιου δράματος αύριο. Θα φανεί ακόμα αν η Γερμανία θα αποφασίσει να αναλάβει αυτό το κόστος και πότε, δηλαδή πριν ή μετά τις γερμανικές εκλογές του Σεπτέμβρη.
Στην πραγματικότητα, το μέλλον της χώρας στην Ε.Ε. θα κριθεί στην προκρούστεια κλίνη της αντιπαράθεσης Γερμανίας – ΗΠΑ.
Και ενώ το κεφάλι της χώρας και όλων μας παίζεται με αυτούς τους όρους, εδώ οι πολιτικοί αρχηγοί κόβουν κορδέλες, «γλείφουν» παράλληλα Τραμπ και Μέρκελ και ονειρεύονται διέξοδο δια εκλογικών αναμετρήσεων.
Και καλά αυτοί. Εμείς;