Καλημέρα σας αγαπημένοι μου πελάτες, σύντροφοι, συνταξιδιώτες του Δρόμου. Πέρασαν, όπως πέρασαν, αυτές οι άγιες μέρες και τώρα σειρά έχουν τα άγια πάθη του λαού! Όμως, νομίζω ότι μέσα σ’ αυτή τη μαυρίλα του ΔΝΤ, της τρόικας και της κατοχικής κυβέρνησης, ένα πράγμα αρχίζει δειλά-δειλά και φαίνεται: η σοφία του λαού. Αρχίζει λοιπόν και κάνει την αυτοκριτική του, βλέπει τα λάθη του, τι έφταιξε, ποιους πίστευε και ψήφιζε τόσα χρόνια (και τώρα θέλει να τους ξυλοφορτώσει) και το κυριότερο είναι ότι μαζί με την απόρριψη του παλιού συστήματος ψάχνει τι πρέπει να κάνει αυτός για το καινούργιο. Η στάση του κόσμου στο άνοιγμα της μπάρας στα διόδια και η ενότητα των εργαζομένων στις συγκοινωνίες, δείχνουν το δρόμο. Και δεν θα περιμένει για επανεκκινήσεις και ψάξιμο για να βρει την άκρη του νήματος, του αγώνα που τον καλούν κάποιοι γνωστοί μας φίλοι. Η ιστορία δεν περιμένει. Γι’ αυτό, ελάτε να ρίξουμε τις μπάρες και τους φράχτες που φράζουν την πορεία του λαού προς το μέλλον. Ήγγικεν η ώρα!
Απολαύστε, τώρα, στον καναπέ σας την ιστορία του μικρού Λευτεράκη. Η κυρία με το γιο της σηκώνει το χέρι στο Φάληρο και ίσα που τους διέκρινα στο σκοτάδι (οι δρόμοι πλέον είναι κατασκότεινοι, τ’ ακούτε κύριοι δήμαρχοι; Θα ’χουμε θύματα πολλά!). Ο μικρός μπουκάρει σαν χείμαρρος, η μαμά τον συγκρατεί. Για πού πάμε; Ρωτάω. «Στην Καλλιθέα» απαντούν και οι δύο και ο μικρός προσθέτει «Θησέως, στον παλιό Σκλαβενίτη». Ενημερωμένος ο μικρός, της λέω. «Είναι αυτός…». Προχωράμε, λέω. Στη Συγγρού προσπερνάμε το τουριστικό bus το διώροφο, ο μικρός το κοιτάει με θαυμασμό και η μαμά «Με ένα τέτοιο κάναμε το γύρο της Βαρκελώνης!». Πετάγεται ο μικρός «χωρίς εμένα, κύριε». Τι έκανε λέει; Και με αυστηρότητα: Αφήσατε εδώ τον μικρό κυρία μου, μόνο του; «Όχι, με τη γιαγιά μου», λέει ο μικρός. Και γιατί; «Το χρειαζόμασταν το ταξίδι αυτό με τον άντρα μου και για μία μόνο φορά». Εγώ κατάλαβα και λέω: Αν είναι για μια φορά, χαλάλι σας, σας συγχωρώ την επόμενη…
Ο μικρός το χαίρεται και γελάει. Στον παράδρομο ένα μεγάλο τζιπ προσπαθεί ώρα να παρκάρει, εγώ τσαντίζομαι: Τι το θέλεις ρε το «θεριό» αυτό στην Αθήνα; (γέλια). Η κυρία συμφωνεί και ο μικρός λέει: «Αυτοί, κύριε, τα ’χουν για μαγκιά». Μπράβο μικρέ, έχουμε τις ίδιες απόψεις. Πώς σε λένε; «Εμένα Λευτέρη, τη μαμά Μικαέλα και τον μπαμπά Γιάννη». Και μένα Γιάννη, του λέω. Είστε αλλοδαπή; Ρωτάω την κυρία. «Αγγλίδα» μου απαντάει και ο μικρός Λευτεράκης παίρνει φόρα. «Εγώ κύριε Γιάννη γεννήθηκα στην Αγγλία, αλλά είμαι Έλληνας», μου λέει με θαυμασμό. Γιατί; Ρωτάω. «Γιατί είναι γενναίοι και έξυπνοι, αλλά δεν είναι ευγενείς σαν τους Άγγλους και δεν ζητάνε συγγνώμη», μου λέει. Σαν αυτόν τον γάιδαρο, του λέω, που είναι παρκαρισμένος στη διπλή στη Δαβάκη και δεν χωράμε; «Μάλιστα κύριε Γιάννη, συμφωνώ. Και προχθές που έλεγα τα κάλαντα ένας μάστορας είχε ρίξει λάδια στο δρόμο, εγώ έπεσα και χτύπησα και δεν μου είπε συγγνώμη», μου λέει μισοθυμωμένος. «Και κάποιος περαστικός τον είπε γάιδαρο». Ν’ αγιάσει το στόμα του, λέω (και λυθήκαμε στα γέλια όλοι). Για να δούμε τώρα Λευτεράκη πόσο μάγκας είσαι; Τι ομάδα είμαστε λοιπόν; «Ολυμπιακάρα», μου λέει. Κι εγώ, του λέω, και κολλάμε τα χέρια. «Και στην Αγγλία τι είστε;», μου λέει. Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Λίβερπουλ, όλα τα κόκκινα, του απαντάω. «Ο μπαμπάς μου Λιντς», μου λέει. Η μαμά συμφωνεί. Τι είναι το πέιπερ; Του λέω. «Χαρτί» απαντάει. Το νιουζ πέιπερ; «Εφημερίδα», μου λέει. Εκεί θα γραφτεί η ιστορία μας Λευτεράκη, στον Δρόμο, και τους δείχνω μία. «Αλήθεια;» μου λέει η κυρία με καμάρι. Θα τον αγοράσουμε το Σάββατο!».
Να ’στε καλά, φιλιά, και να ξέρουμε οι γενναίοι και έξυπνοι Έλληνες ότι ζητάμε και καμία συγγνώμη, αν θέλουμε να μη μας λένε γαϊδάρους!
Φιλάκια πολλά
Ο ταξιτζής του Δρόμου
της Αριστεράς
Ο μικρός το χαίρεται και γελάει. Στον παράδρομο ένα μεγάλο τζιπ προσπαθεί ώρα να παρκάρει, εγώ τσαντίζομαι: Τι το θέλεις ρε το «θεριό» αυτό στην Αθήνα; (γέλια). Η κυρία συμφωνεί και ο μικρός λέει: «Αυτοί, κύριε, τα ’χουν για μαγκιά». Μπράβο μικρέ, έχουμε τις ίδιες απόψεις. Πώς σε λένε; «Εμένα Λευτέρη, τη μαμά Μικαέλα και τον μπαμπά Γιάννη». Και μένα Γιάννη, του λέω. Είστε αλλοδαπή; Ρωτάω την κυρία. «Αγγλίδα» μου απαντάει και ο μικρός Λευτεράκης παίρνει φόρα. «Εγώ κύριε Γιάννη γεννήθηκα στην Αγγλία, αλλά είμαι Έλληνας», μου λέει με θαυμασμό. Γιατί; Ρωτάω. «Γιατί είναι γενναίοι και έξυπνοι, αλλά δεν είναι ευγενείς σαν τους Άγγλους και δεν ζητάνε συγγνώμη», μου λέει. Σαν αυτόν τον γάιδαρο, του λέω, που είναι παρκαρισμένος στη διπλή στη Δαβάκη και δεν χωράμε; «Μάλιστα κύριε Γιάννη, συμφωνώ. Και προχθές που έλεγα τα κάλαντα ένας μάστορας είχε ρίξει λάδια στο δρόμο, εγώ έπεσα και χτύπησα και δεν μου είπε συγγνώμη», μου λέει μισοθυμωμένος. «Και κάποιος περαστικός τον είπε γάιδαρο». Ν’ αγιάσει το στόμα του, λέω (και λυθήκαμε στα γέλια όλοι). Για να δούμε τώρα Λευτεράκη πόσο μάγκας είσαι; Τι ομάδα είμαστε λοιπόν; «Ολυμπιακάρα», μου λέει. Κι εγώ, του λέω, και κολλάμε τα χέρια. «Και στην Αγγλία τι είστε;», μου λέει. Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Λίβερπουλ, όλα τα κόκκινα, του απαντάω. «Ο μπαμπάς μου Λιντς», μου λέει. Η μαμά συμφωνεί. Τι είναι το πέιπερ; Του λέω. «Χαρτί» απαντάει. Το νιουζ πέιπερ; «Εφημερίδα», μου λέει. Εκεί θα γραφτεί η ιστορία μας Λευτεράκη, στον Δρόμο, και τους δείχνω μία. «Αλήθεια;» μου λέει η κυρία με καμάρι. Θα τον αγοράσουμε το Σάββατο!».
Να ’στε καλά, φιλιά, και να ξέρουμε οι γενναίοι και έξυπνοι Έλληνες ότι ζητάμε και καμία συγγνώμη, αν θέλουμε να μη μας λένε γαϊδάρους!
Φιλάκια πολλά
Ο ταξιτζής του Δρόμου
της Αριστεράς
Σχόλια