15+43 προαπαιτούμενα στο μικροσκόπιο κουαρτέτου και Eurogroup από Δευτέρα στην Αθήνα – Η Ευρωμεσογειακή Σύνοδος και η αβέβαιη επένδυση στην «αδύναμη Μέρκελ»

 Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

 

«Είναι γεγονός ότι χάθηκε χρόνος, δεν είδαμε λεπτομέρειες του γιατί χάθηκε, τώρα πρέπει να τον ανακτήσουμε». Η δήλωση του Γερούν Ντάισελμπλουμ, μετά τη χθεσινή σύντομη συνεδρίαση του Eurogroup στη Μπρατισλάβα που αποτελεί το επίκεντρο πλήθους ευρωπαϊκών συναντήσεων αυτόν το μήνα, μπορεί να διαβαστεί ως φιλικό χτύπημα στην πλάτη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ. Αλλά μπορεί να διαβαστεί και ως προειδοποίηση. Και τελικά είναι προειδοποίηση αν διαβαστεί σε συνδυασμό με τη δήλωση του επικεφαλής του ESM Κλάους Ρένγκλινγκ μετά το Eurogroup: «Ο χρόνος λιγοστεύει επικίνδυνα, η Ελλάδα πρέπει να εκπληρώσει όλα τα προαπαιτούμενα ώστε να εγκριθεί η εκταμίευση των 2,8 δισ. Αυτό πρέπει να γίνει πριν το τέλος Οκτωβρίου, πριν η διαθεσιμότητα των χρημάτων λήξει».

 

Η υποδόση των… δύο υποδόσεων

Ο λόγος για την υποδόση των 2,8 δισ. που εκκρεμεί από την πρώτη αξιολόγηση και η οποία χωρίζεται σε δύο υποδόσεις … της υποδόσεις: 1,7 δισ. θα καταβληθούν στην Ελλάδα μόνο υπό τον όρο ότι μέχρι το τέλος της προθεσμίας (τέλος Οκτωβρίου) θα έχουν εξοφληθεί ληξιπρόθεσμα χρέη του Δημοσίου προς ιδιώτες ύψους 1,8 δισ. Και σ’ αυτό το πεδίο καταγράφεται μια υστέρηση περίπου 40%, πέραν του γεγονότος ότι τα χρέη αυτά αυξάνονται σταθερά και ήδη υπερβαίνουν τα 6,6 δισ. Το εναπομένον 1,1 δισ. της υποδόσης είναι συναρτημένο με τα 15 προαπαιτούμενα που πρέπει να υλοποιηθούν ή να νομοθετηθούν τις προσεχείς εβδομάδες. Πράγμα διόλου ανώδυνο και αυτονόητο, αν υπολογίσει κανείς ότι στο «πακέτο» περιλαμβάνονται ακανθώδη για την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή ζητήματα: από τη σύμβαση πώλησης του Ελληνικού, μέχρι την ηγεσία του νέου Υπερταμείου Αποκρατικοποιήσεων που, πιθανότατα, δεν θα μιλά καν ελληνικά.

 

Βουνό από εκκρεμότητες

Φτάνει ο χρόνος; Οι δανειστές δεν έχουν εμπιστοσύνη ότι το κυβερνητικό επιτελείο θα τα καταφέρει, αλλά από την άλλη πλευρά θέλουν να αποφύγουν ένα «ατύχημα» ή μια επικίνδυνη καθυστέρηση στο κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης τις προσεχείς εβδομάδες και της δεύτερης μέχρι το τέλος του έτους, ή τις αρχές του επόμενου. Για τον λόγο αυτό από την ερχόμενη εβδομάδα ξεκινούν μια διπλή διαδικασία αξιολόγησης. Από τη μια πλευρά, κλιμάκιο του EuroWorkingGproup θα επιτηρήσει την εκπλήρωση των 15 προαπαιτουμένων που συνδέονται με την υποδόση των 2,8 δισ.

Από την άλλη, οι επικεφαλής του κουαρτέτου, με το ΔΝΤ πάντα στον ασαφή ρόλο του παρατηρητή- συμβούλου, θα επιχειρήσουν να επισπεύσουν τη συζήτηση πάνω στα 43 προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης, στην οποία κυριαρχούν το πακέτο των εργασιακών, οι παρεμβάσεις στα προνοιακά επιδόματα, ώστε να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση του «Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος» με 900 εκατ. ευρώ και το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2017- 2020, αλλά και ο «εξωδικαστικός συμβιβασμός» των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων. Η ολοκλήρωση αυτής της αξιολόγησης συνδέεται με την επόμενη δόση δανεισμού, ύψους 6,1 δισ. ευρώ. Εκτός, όμως, αυτού οι εκπρόσωποι των δανειστών έχουν να επιτηρήσουν και την υλοποίηση των νομοθετημένων ρυθμίσεων της πρώτης αξιολόγησης, όπως του ασφαλιστικού, στο οποίο έχουν ήδη ανοίξει «τρύπες» (π.χ. οι εξαγγελίες για αναπλήρωση μέρους των περικοπών του ΕΚΑΣ «σε είδος» ή υπόσχεση για επαναφορά της ρύθμισης των 100 δόσεων για τα χρέη προς τα Ταμεία).

Τυπικά, επόμενοι σταθμοί που θα κρίνουν την εξέλιξη αυτής της πολλαπλής διαπραγματευσης είναι οι επόμενες συνεδριάσεις του EuroWorkingGroup στις 29 του μηνός και του Eurogroup στις 10 Οκτωβρίου. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένοι ενδιάμεσοι σταθμοί που δεν σχετίζονται με τις αξιολογήσεις του ελληνικού Μνημονίου, αλλά την επηρεάζουν καθοριστικά. Ο ένας είναι η άτυπη Σύνοδος Κορυφής των 27 της Ε.Ε. (πλην Βρετανίας) στη Μπρατισλάβα την ερχόμενη Παρασκευή (16/9) και ο άλλος, δυο μέρες μετά (18/9), στο Βερολίνο, όπου διεξάγονται εκλογές, μια ακόμη δοκιμασία για το κόμμα της Μέρκελ που υπέστη βαρύτατες απώλειες στις εκλογές του Μεκλεμβούργου- Δυτικής Πομερανίας.

 

Τι ενώνει πραγματικά τους 7

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ κινείται βάσει μιας τακτικής που ρίχνει μεγάλο βάρος στην πολιτική δοκιμασία του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών. Εκτιμώντας ότι το ειδικό βάρος της γερμανικής επιρροής στο ευρωπαϊκό «ιερατείο» μειώνεται λόγω των εκλογικών δυσκολιών της Μέρκελ, έπειτα από πολλούς… μήνες μέλιτος με την καγκελαρία, ο Αλ. Τσίπρας επανέφερε στη ρητορική του τις αναφορές σε «γερμανική Ευρώπη» (συνέντευξη στη Le Monde).

Επιστέγασμα αυτής της τακτικής, που έχει ξεκινήσει από τη σταθερή παρουσία Τσίπρα στις συνόδους των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, ήταν η Ευρωμεσογειακή Διάσκεψη της Παρασκευής στην Αθήνα. Αν και ρητορικά η κυβέρνηση απέφυγε να τη χαρακτηρίσει «Μέτωπο του Νότου», η ατζέντα των συζητήσεων των 6 ηγετών (Γαλλίας, Ιταλίας, Πορτογαλίας, Ελλάδας, Κύπρου, Μάλτας) και του εκπροσώπου του υπηρεσιακού Ισπανού πρωθυπουργού Ραχόι περιείχε τα στοιχεία μιας κοινής θέσης στη σύνοδο των 27 στη Μπρατισλάβα: Προσφυγικό, Ασφάλεια, ευελιξία στους δημοσιονομικούς κανόνες, δηλαδή στο Σύμφωνο Σταθερότητας. Καθένας από τους πρωθυπουργούς των 7 χωρών είχε τους δικούς του ιδιαίτερους λόγους να ανταποκριθεί στην ελληνική πρωτοβουλία. Για παράδειγμα, ενώ ο Έλληνας πρωθυπουργός προβάλλει το αίτημα εξαίρεσης από τον υπολογισμό του ελλείμματος των δαπανών για την ανεργία, ο Ολάντ λέει περίπου το ίδιο πράγμα για τις αμυντικές δαπάνες, εκπροσωπώντας το ισχυρό γαλλικό λόμπι της εξοπλιστικής βιομηχανίας, ενώ ο Ρέντσι ζητάει κάτι αντίστοιχο για τη διάσωση των ιταλικών τραπεζών.

Αν αυτά επιτρέπουν μια κοινή στάση στη Σύνοδο της Μπρατισλάβα μένει να αποδειχθεί. Ωστόσο, αυτό που πιο πολύ συνδέει τους ισχυρότερους από τους 7 είναι ότι… έχουν το ίδιο πρόβλημα με τη Μέρκελ. Δηλαδή, δεν ξέρουν αν του χρόνου τέτοιο καιρό -και ορισμένοι πολύ πιο σύντομα- θα είναι στις καρέκλες τους. Ο Ρέντσι αντιμετωπίζει το δημοψήφισμα του Οκτωβρίου, ο Ολάντ δεν ξέρει αν θα επιβιώσει στις προεδρικές της Άνοιξης, ο Ραχόι φαίνεται απίθανο να αποφύγει μια τρίτη εκλογική αναμέτρηση. Από πολλές απόψεις η μοίρα τους είναι κοινή με αυτή της Μέρκελ, οι πολιτικές αβεβαιότητές τους συμψηφίζονται με αυτήν της Γερμανίδας καγκελαρίου κι είναι αμφίβολο αν στη Σύνοδο της Μπρατισλάβα θα αντέξουν να βρεθούν απέναντί της για να υποστηρίξουν τα θολά μηνύματα της «Διακήρυξης των Αθηνών».

 

Η συμβουλή του Μ. Ντράγκι

Η αλήθεια είναι ότι η επένδυση της κυβέρνησης στην «αδύναμη Μέρκελ» δεν είναι εντελώς άστοχη. Η γερμανική ακαμψία βάλλεται από πολλές πλευρές κι είναι πολύ χαρακτηριστική η παρέμβαση Ντράγκι κατά τις τελευταίες ανακοινώσεις της ΕΚΤ, που άφησε φυσικά αμετάβλητα τα επιτόκια και μάλλον απογοήτευσε τις αγορές επειδή δεν έδωσε σαφή απάντηση για επέκταση ή παράταση της ποσοτικής χαλάρωσης, που έχει ξεπεράσει το 1 τρισ. ευρώ και έχει συμβάλει στην ανάπτυξη της Ευρωζώνης μόλις κατά 0,5% του ΑΕΠ.

Υποδηλώνοντας την αγωνία του για την εξάντληση των νομισματικών εργαλείων της ΕΚΤ, αλλά κυρίως για το πολιτικό «κράχ» που απειλεί πολλές ηγεσίες της Ευρωζώνης, ο Μάριο Ντράγκι ξεπέρασε το πρωτόκολλο κι όταν ρωτήθηκε αν εγκρίνει αυξήσεις μισθών είπε: «Όσες χώρες έχουν δημοσιονομικά περιθώρια, τηρώντας πάντα το Σύμφωνο Σταθερότητας, να το κάνουν. Και η Γερμανία έχει δημοσιονομικά περιθώρια». Ουσιαστικά, ο επικεφαλής της ΕΚΤ υπέδειξε στη Μέρκελ έναν τρόπο για να βγει από το πολιτικό αδιέξοδο, να αποκρούσει τις πιέσεις για χαλάρωση του Συμφώνου και να διατηρήσει την ηγεμονία της στην Ε.Ε.

Σε ποιο βαθμό μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε αλλάξει τις πολιτικές ισορροπίες τρόμου στην Ε.Ε. είναι προς το παρόν απρόβλεπτο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!