Στην αγοραία πολιτική, η υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας έχει – κατά πρώτο και κύριο λόγο – μια στρατιωτική διάσταση. Ισχυρός στρατός, ισχυρή αποτρεπτική άμυνα. Αυτό μαθαίνει κανείς από το σχολείο, τον Τύπο, την τηλεόραση, το σινεμά, τη λογοτεχνία, την οικογένεια. Και σε αντιστοιχία μ’ αυτό, επί δεκαετίες, η υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας επικεντρωνόταν στην αντιμετώπιση του εξ ανατολών κινδύνου και οι δαπάνες για οπλικά συστήματα ξεπερνούσαν όλες τις άλλες δημόσιες δαπάνες. Αυτή η στρατηγική, που διαχρονικά εξυπηρετεί τις βιομηχανίες όπλων και τις συμμαχικές υποχρεώσεις, λίγα περιθώρια άφησε για να οργανωθεί μια πραγματική, πολύπλευρη, πολυδιάστατη, πολύμορφη και αποτελεσματική άμυνα στις απειλές για την εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία. Ο στρατός μεγάλωνε, αλλά η άμυνα γινόταν όλο και πιο σαθρή, πέρα από τις μεγαλόστομες διακηρύξεις των πολιτικών για εσωτερική κατανάλωση.
Οι ανησυχίες για τη γλώσσα και την ιστορία είχαν – και έχουν – περισσότερο χαρακτήρα «ταυτοτικό», να μην χάσουμε την ταυτότητά μας. Ανησυχία όχι μικρής σημασίας, αλλά μάλλον όχι επαρκής για την εθνική κυριαρχία αφού η καθολική πολιτισμική διάβρωση δεν συνδέθηκε με την εθνική κυριαρχία. Οι συνειδήσεις δεν θωρακίστηκαν μ’ αυτή τη λογική. Ότι απαραίτητη προϋπόθεση για τη διατήρηση της εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας είναι η πολιτισμική και κοινωνική θωράκιση της χώρας. Ότι είναι εξίσου σημαντική με την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική θωράκιση, αν όχι σημαντικότερη σε βάθος χρόνου και σαν νευραλγικός τομέας που η διάβρωση και η άλωσή του προκαλεί τεράστιο ρήγμα στην ολιστική άμυνα.
Με την άνοδο του καπιταλισμού και την αποδυνάμωση της σοσιαλιστικής εναλλακτικής εκδοχής, ο ευρωπαϊσμός της μεταπολεμικής αστικής δημοκρατίας εξελίχθηκε σε κουλτούρα της βίαιης εξάρτησης. Και ο πολιτισμός των Ευρωπαίων χρησιμοποιήθηκε σαν τον Δούρειο Ίππο. Για να γονατίσει η Αριστερά όσο και η Δεξιά, χρειάστηκε να διαβρωθεί συστηματικά, εκ των έξω και εκ των έσω. Σταδιακά, οι σπουδαίοι άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών που είδαν τον πολιτισμό μας όχι μέσα από το πρίσμα του εθνικισμού, αλλά της ελληνικότητας και της οικουμενικότητας, παραμερίστηκαν και δεν αναπληρώθηκαν.
Ευρωπαϊσμός über alles
Το μεγάλο πολιτισμικό ρεύμα των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών πιέστηκε ασφυκτικά, τέθηκε εκτός νόμου από τη δικτατορία και οι προσπάθειες συνέχειας και διαδοχής του στη μεταπολίτευση στραπατσαρίστηκαν από το κύμα του εξευρωπαϊσμού το οποίο πήγαινε πακέτο με τον νεοφιλελευθερισμό, τα χρηματιστήρια, το λάιφσταϊλ, τις μεγάλες μίζες, το νεοπλουτισμό και τη μαζική – οικονομικά προσιτή – μόδα για τους φτωχούς. Η Αριστερά, στο σύνολό της, δεν έπιασε δραστικά το ζήτημα. Πέρα από φλυαρίες περί πολιτισμού και αναμασήματα, χάνοντας τον επαναστατικό της χαρακτήρα και προσαρμοζόμενη στην κυρίαρχη κουλτούρα, έχανε τον πρωτοποριακό της ρόλο και σταδιακά έπαψε να αποτελεί πηγή έμπνευσης για μια κουλτούρα ελληνική, ριζοσπαστική και ταυτόχρονα διεθνιστική. Οι τάσεις ενσωμάτωσης στον «ευρωπαϊσμό» υπονόμευσαν την εντόπια κουλτούρα αναδεικνύοντας ξενόφερτα πρότυπα.
Τη δουλικότητα της Δεξιάς απέναντι σε κάθε τι εισαγωγής, κατά κανόνα πολύ χαμηλής ποιότητας (σαν τα προγράμματα τύπου Survivor των καναλιών των εργολάβων-εφοπλιστών που υποθάλπουν την αποχαύνωση της κοινωνίας), ήρθε να συμπληρώσει και προεκτείνει ο über alles «ευρωπαϊσμός» της Αριστεράς. Αυτή η κουλτούρα, μιας «προοδευτικής υποτέλειας», δεν ήταν ασύμβατη με το λάιφσταϊλ που συνόδευε και διευκόλυνε την επέλαση και μετάσταση του καρκινώματος του νεοφιλελευθερισμού. Αυτή η Αριστερά αντιμαχόταν με την ιδεολογία και την πολιτική της τη δημιουργία μιας ριζοσπαστικής ελληνικής κουλτούρας αντίστοιχης, εξελιγμένης και όχι όμοιας αφού ζούμε σε διαφορετική εποχή, της κουλτούρας που κορυφώθηκε μεταπολεμικά κόντρα στην ξενοδουλεία, παρ’ όλες τις διώξεις και τους κατατρεγμούς. Η Αριστερά, καμία Αριστερά, δεν μπορεί ούτε πρέπει να «κατασκευάζει» πνευματικούς ανθρώπους, αλλά οι ιδέες που εκφράζει και υπερασπίζεται με τρόπο συστηματικό και αγωνιστικό διαμορφώνουν το κατάλληλο έδαφος για να καρποφορήσει η ριζοσπαστική κουλτούρα.
Ο δουλικός «ευρωπαϊσμός» της Δεξιάς σε συνδυασμό με την πνευματική αφυδάτωση και τη γραφειοκρατικοποίηση της Αριστεράς, θα ήταν αφύσικο να μην επηρέασαν αρνητικά την τροπή της κουλτούρας, των ιδεών, των τεχνών και της πολιτικής. Η συμπεριφορά των 144 βουλευτών του νέου ΣΥΡΙΖΑ/παλιού Συνασπισμού, δηλαδή η ευκολία με την οποία υπηρετούν αυτή την «προοδευτική υποτέλεια» που απογυμνώνει τη χώρα από τα συστατικά της στοιχεία, βαθαίνει την εξάρτηση και περιορίζει την εθνική κυριαρχία, επιβεβαιώνει την αλλοτρίωση που επήλθε σταδιακά στους κόλπους της Αριστεράς. Η πολιτισμική ένδεια είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του ενδοτισμού και της γραφειοκρατίας. Ακόμα και κάποια λιγοστά πρόσωπα των γραμμάτων και των τεχνών που στην προηγούμενη πορεία τους είχαν έναν διαφορετικό λόγο, ριζοσπαστικό και ατυποποίητο, προσχωρώντας στη μεταλλαγμένη Αριστερά προσπαθούν ματαίως να ξεχωρίσουν – παρ’ όλες τις ακροβασίες τους – μέσα στον όχλο των αδιάφορων και άχρωμων βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ.
Στέλιος Ελληνιάδης