Της Άβας Μπουλούμπαση*
Από τον περιβόητο, πια, λόγο του ΓΑΠ στο Καστελλόρριζο, τον Μάη του 2010, μέχρι σήμερα, είμαστε έρμαια μιας «νέας γλώσσας» σαν αυτή για την οποία μιλούσε προφητικά ο Όργουελ στο 1984.
«Aνθρωπιστικοί πόλεμοι», «ειρηνευτικές δυνάμεις», «τρομοκρατία», αλλά και «ελευθερία», «δημοκρατία» ή «δυτικός πολιτισμός» εμφανίστηκαν στο προσκήνιο με εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο από αυτό που θεωρούσαμε αυτονόητο μέχρι τότε…
Στην αδιαμφισβήτητη πρώτη θέση, όμως, αναδείχτηκαν άγνωστοι μέχρι τότε οικονομικοί όροι σαν τις «αγορές», τα «spreads» ή τα «founds». Ανοίξαμε τα οικονομικά λεξικά μας λοιπόν και καταπιαστήκαμε στην εκμάθηση της νέας «διαλέκτου». Κι όσο ήμασταν απασχολημένοι σε αυτό, η αλλαγή πέρασε από τις λέξεις στην πραγματικότητα.
Πρώτα επικράτησε η οικονομία επί της πολιτικής, που θεωρήθηκε ξεπερασμένη. Οι «παντοδύναμες» και απρόσωπες αγορές προβλήθηκαν σαν ο καθοριστικός παράγοντας της ζωής μας, τα κράτη κρίθηκαν εθνικιστική παρέκκλιση και αντικαταστάθηκαν από έναν κοσμοπολιτισμό, τα ΜΜΕ «στρατεύτηκαν» ολόψυχα στον «ιερό αγώνα» και ολοκληρώθηκε σταδιακά αυτό που απασχόλησε έντονα τους διανοητές της αριστεράς (από τον Μαρξ και τον Γκράμσι ώς τον Αλτουσέρ ή τον Λούκατς) δηλαδή η αλλοτρίωση. Όσο κι αν ο σχετικός προβληματισμός μάλλον δεν έσπασε το φράγμα του κλειστού κύκλου της διανόησης των πανεπιστημίων.
Ο Γκράμσι, στο όνομα του οποίου πολλοί ψευδο-διανοούμενοι ομνύουν σήμερα, είχε ασχοληθεί αναλυτικά με το «κοινό αίσθημα», ορίζοντάς το σαν το αντικείμενο μιας νοητικής και ηθικής μεταρρύθμισης που θα επιτρέπει στις ομάδες που συγκροτούν το λαό να οικειοποιηθούν κριτικά τη μεγάλη φιλοσοφία. Όχι σαν μια απλουστευτική εκλαΐκευση των «φιλοσοφιών» που απευθύνονται σε απλοΐκούς, αλλά σαν μια κοσμοαντίληψη επιστημονική και φιλοσοφική, με επίγνωση της πολυπλοκότητας της φύσης και της Ιστορίας. Με το περιεχόμενο που έδινε στη φιλοσοφία ο Μαρξ, στην 11η θέση για τον Φόιερμπαχ.
Αφορμή για τις σκόρπιες αυτές σκέψεις στάθηκε ο τελευταίος αφορισμός του κ. Τσίπρα «σήμερα αριστερό και προοδευτικό είναι να ματώνεις για να δημιουργήσεις κι όχι για να φαντασιώνεσαι μια ιδεατή κοινωνία»…Υπό τη σκιά της τελευταίας ρήσης του επικεφαλής της ομάδας Μαξίμου, όλα ερμηνεύονται πια = δεν έφταιγε κανένας λογογράφος, δεν του ξέφυγαν εκφράσεις σαν τα -απαξιωμένα- Ζάλογγα, οι επίμονες αναφορές στο Μπρεστ-Λιτόφσκ, οι πολύχρωμοι επιθετικοί προσδιορισμοί των συμβιβασμών, η νέα έκδοση της «ρεαλιστικής πολιτικής», η μεθοδευμένη απομάκρυνση των «αναρχοαριστεριστών» ή το πρόσφατο «Αριστεροχώρι»…
Αν αντί για το πεδίο της οικονομίας, εστιάσουμε στην πολιτική και το ιδεολογικό της επικάλυμμα, θα εντοπίσουμε πολλά δείγματα της «νέας γλώσσας» που υποδηλώνει τη νέα κουλτούρα που προωθεί έντεχνα και μεθοδικά ο ΔΦΑ πρωθυπουργός με το στενό επιτελείο του. Κι αυτό γίνεται όλο και πιο αναγκαίο, αφού (εκτός από τα… έργα και) η «νέα σκέψη» του φαίνεται όχι μόνο να έχει σπείρει την απογοήτευση στο λαό που τον πίστεψε και τον ανέδειξε, αλλά και στους εναπομείναντες οπαδούς του.
Η δικαιολογημένη οργή μας εύκολα μπορεί να στραφεί ενάντια στους «κομματικούς πατριώτες» – βολεμένους ή μη. Αν πιστεύουμε, όμως, στην αναγκαιότητα ενός μαζικού πολιτικού κινήματος διεξόδου, έχουμε ανάγκη μια νέα και ουσιαστική ενότητα και με τον κόσμο που όντως ανήκει ή που νομίζει πως ανήκει πλέον σε μια άλλη παραποιημένη έννοια, την Αριστερά.
Μια ενότητα που να έχει ως προϋπόθεση και βάση ένα βαθύ μετασχηματισμό της συνείδησης και της κοινής λογικής της κοινωνίας.
Αν η κριτική στάση και χειραφέτηση ήταν αναγκαία τη μετά 1989 εποχή του «τέλους της ιστορίας», που ευτυχώς δεν τελείωσε, είναι το ίδιο αναγκαία σήμερα, την μετά ΣΥΡΙΖΑ εποχή, τηρουμένων πάντα των ιστορικών αναλογιών.
Κι αν είναι μια φορά δύσκολο να απεγκλωβιστούμε από την κουλτούρα του νεοφιλελευθερισμού και του ατομικισμού, είναι χίλιες φορές πιο δύσκολο να χειραφετηθούμε από την «Αριστερά» της ήττας και των «ρεαλιστικών» συμβιβασμών που πάντα γίνονται για «καλό σκοπό» και με μεγάλο πόνο, δάκρυα και «σκληρές διαπραγματεύσεις».
Ίσως, παράλληλα με τη διερεύνηση νέων μορφών συλλογικής ύπαρξης και δράσης, πρέπει να απο-ΣΥΡΙΖοποιηθούμε (να απογαλακτιστούμε, δηλαδή, πλέον από το εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ που έκλεισε τον κύκλο του) και να ξανασυναντηθούμε με τον «άλλο κόσμο» που πιστεύαμε πως θα ήταν εφικτός. Με απόλυτα ρεαλιστικό τρόπο, με την έννοια που έδιναν στον ρεαλισμό οι επαναστάτες διανοούμενοι, με την έννοια που του δίνουν οι ξεσηκωμένοι νέοι στη Γαλλία, στο Κουρδιστάν ή στην Παλαιστίνη.
Αυτό το «Κάτι που λείπει» πρέπει να το αναζητήσουμε σε κάθε τομέα γνώσης και εμπειρίας που έχει να μας προσφέρει η ιστορία. Αλλά πάνω απ’ όλα στην προσπάθεια καλλιέργειας μιας κριτικής στάσης, μιας αυτοσυνείδησης όπως έλεγε ο Χέγκελ, μιας νέας κοινής λογικής, όπως λέει σήμερα ο Λινέρα. Να χειραφετηθούμε από στερεότυπα αλλά και από τον ίδιο μας τον εαυτό. Πάντα με τα μάτια στραμμένα στο μέλλον….
*H Άβα Μπουλούμπαση είναι αρχιτέκτων μηχανικός