Του Σωκράτη Μαντζουράνη.
Αμέσως μετά την εκλογή της, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εφάρμοσε άψογα ένα καλά μελετημένο σχέδιο πλήρους κατεδάφισης όλων των εργασιακών κατακτήσεων και δικαιωμάτων που κέρδισε η εργατική τάξη της χώρας τον προηγούμενο αιώνα.
Αξιοποιώντας στο έπακρο την «κρίση», επικαλούμενη την ανάγκη αλλαγής του κράτους που δημιούργησε και εφαρμόζοντας μια πετυχημένη μαζική ιδεολογική εκστρατεία με τίτλο Σκληρά αλλά αναγκαία μέτρα, κατάφερε με τη βοήθεια και των «υπαλλήλων» συνδικαλιστών της που είχαν κάνει καλή δουλειά, χρόνια τώρα, μια πρώτη νίκη.
Να αδρανοποιήσει με το φόβο, τη συνευθύνη και την «προσδοκία διεξόδου» κατακτημένες αγωνιστικές αντιδράσεις των εργαζομένων, να ενεργοποιήσει την αυταπάτη ότι «δεν αφορούν εμένα αλλά τους άλλους» και να ζωντανέψει τα πιο συντηρητικά ανακλαστικά της κοινωνίας τα οποία η Αριστερά δεν είχε καταφέρει να εξαλείψει ή, έστω, να αμβλύνει.
Με δεδομένα όλα τούτα, εφάρμοσε τη δοκιμασμένη πολιτική των «αλλεπάλληλων σοκ».
Κάθε ώρα, κάθε μέρα, εξαγγελία νέων «μέτρων» στο όνομα της σωτηρίας της πατρίδας από την χρεοκοπία, στο όνομα του «εκσυγχρονισμού», στο όνομα των «αγορών» και της τρόικας-σωτήρα μας.
Μια στοχευμένη επίθεση σε λαϊκές-εργατικές κατακτήσεις που τις θεωρούσαμε «απόρθητες» και δεδομένες, σε δικαιώματα-θεμέλια μιας στοιχειωδώς ανθρώπινης κοινωνίας.
Μέσα σ’ ένα χρόνο, το κοινωνικό και εργασιακό τοπίο της χώρας έχει οπισθοδρομήσει δεκαετίες.
Μόνο πέρυσι χάθηκαν 211.000 θέσεις μόνιμης εργασίας, περίπου το 28% του εργατικού δυναμικού της χώρας, ενώ η ελαστική απασχόληση αυξήθηκε κατά 67%. Μόνο το 1/3 των ανέργων παίρνουν κάποιο επίδομα-βοήθημα. Το 8ωρο έχει, στη πράξη, καταργηθεί και η αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης όπου ακόμα υπάρχει, μειώθηκε κατά 20%
Οι επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας έχουν ναρκοθετήσει την ασπίδα του κατώτερου μισθού της Εθνικής Σύμβασης της ΓΣΕΕ και ήδη υπάρχουν στα Πρωτοδικεία πάνω από 700 αιτήσεις για τη δημιουργία επιχειρησιακών-εργοδοτικών σωματείων.
Ο χρόνος για σύνταξη, βαδίζει ολοταχώς για τα 67, οι συντάξεις έχουν μειωθεί δραματικά και σειρά παίρνουν οι επικουρικές και οι αναπηρικές που θα μειωθούν στο μισό.
Κράτος και εργοδοσία, αφού λεηλάτησαν συστηματικά τα ασφαλιστικά ταμεία, αξιοποιούν τώρα την απαξίωση που προκάλεσαν, για να επιβάλουν ως «σωτηρία» την ιδιωτική ασφάλιση.
Όλο το πλέγμα των εργασιακών σχέσεων έχει, σε ελάχιστο χρόνο, ανατραπεί συθέμελα.
Δεν πρόκειται για τις «συνηθισμένες μάχες» εργασίας-κεφαλαίου.
Πρόκειται για μια εφ’ όλης της ύλης ολομέτωπη επίθεση του συστήματος με στόχο, αφενός να βγει όσο πιο κερδισμένο γίνεται από την κρίση, αφετέρου να διαμορφώσει σε μακροπρόθεσμη βάση τους πιο συμφέροντες για το κεφάλαιο όρους εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, να ελαχιστοποιήσει ότι θεωρεί «εργατικό κόστος», ότι «εμποδίζει» την ασύστολη κερδοφορία του.
Βασική προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η εξατομίκευση της διαπραγμάτευσης των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης, οι ατομικές συμβάσεις για μισθό, σύνταξη και χρόνο εργασίας, η αδρανοποίηση κάθε συλλογικής διεκδίκησης, η εξασθένηση κάθε μορφής εργατικής αλληλεγγύης.
Το συνδικαλιστικό κίνημα, κατασυκοφαντημένο και διασπασμένο, αδύναμο και αφερέγγυο, βαθιά κομματικοποιημένο, με συνδικαλιστές που συχνά δεν διαθέτουν την εκτίμηση των εργαζομένων και της «κοινωνίας», χωρίς ενιαία στόχευση και αποκομμένο από τα πρωτοβάθμια σωματεία, δεν μπορεί -και συχνά δεν θέλει- να οργανώσει την «εργατική αντεπίθεση», ούτε να πρωτοστατήσει σ’ ένα ευρύτερο λαϊκό κίνημα που θα αντιπαλέψει τη συμμαχία κυβέρνησης-κεφαλαίου.
Η Αριστερά με παρόμοια προβλήματα και αυτή (άλλωστε αριστερά και σ.κ. έχουν παράλληλες πορείες), δεν δείχνει ικανή να μπορεί να συνεγείρει και να οργανώσει έναν αξιόμαχο λαϊκό-κοινωνικό μέτωπο και φαίνεται να περιμένει αμήχανη τη νομοτελειακή μετατροπή της λαϊκής οργής σε λαϊκή δράση.
Παρ’ όλα αυτά, τελικά, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί οι πολιτικοί συσχετισμοί και η κοινωνική πραγματικότητα σήμερα, η Αριστερά αντικειμενικά αναλαμβάνει «ιστορικές» ευθύνες, ανεξάρτητα αν τις αντιλαμβάνεται ή τις αποδέχεται.
Δεν υπάρχει άλλο «αντίπαλο δέος», ούτε άλλος δρόμος από τη χωρίς άλλη καθυστέρηση «κινηματική ενεργοποίηση»της Αριστεράς.
Σε αντίθετη περίπτωση, οι όποιες μικρές ή μεγάλες επί μέρους εστίες αντίστασης θα ενσωματωθούν ή θα εξαλειφθούν, η αίσθηση του «δεν γίνεται τίποτα» θα γενικευθεί, η ατομική λύση θα εξελιχθεί σε κοινωνικό κανιβαλισμό και το «αναγκαίο κακό» θα είναι πια ένας πραγματικός μεσαίωνας .
Τώρα!
Στα σωματεία, τις γειτονιές, τους τόπους δουλειάς, παντού.
Και ας μην έχουμε επεξεργασμένη εναλλακτική πρόταση και ας μην έχουμε καταλήξει για τα ευρωομόλογα, ούτε για την ημερομηνία της πανελλαδικής και ας μη συμφωνούμε τι γένους θα είναι οι άγγελοι στο σοσιαλισμό.
Τώρα!
Γιατί σε λίγο μπορεί και να μη μας χρειάζεται η κοινωνία.
Να αδρανοποιήσει με το φόβο, τη συνευθύνη και την «προσδοκία διεξόδου» κατακτημένες αγωνιστικές αντιδράσεις των εργαζομένων, να ενεργοποιήσει την αυταπάτη ότι «δεν αφορούν εμένα αλλά τους άλλους» και να ζωντανέψει τα πιο συντηρητικά ανακλαστικά της κοινωνίας τα οποία η Αριστερά δεν είχε καταφέρει να εξαλείψει ή, έστω, να αμβλύνει.
Με δεδομένα όλα τούτα, εφάρμοσε τη δοκιμασμένη πολιτική των «αλλεπάλληλων σοκ».
Κάθε ώρα, κάθε μέρα, εξαγγελία νέων «μέτρων» στο όνομα της σωτηρίας της πατρίδας από την χρεοκοπία, στο όνομα του «εκσυγχρονισμού», στο όνομα των «αγορών» και της τρόικας-σωτήρα μας.
Μια στοχευμένη επίθεση σε λαϊκές-εργατικές κατακτήσεις που τις θεωρούσαμε «απόρθητες» και δεδομένες, σε δικαιώματα-θεμέλια μιας στοιχειωδώς ανθρώπινης κοινωνίας.
Μέσα σ’ ένα χρόνο, το κοινωνικό και εργασιακό τοπίο της χώρας έχει οπισθοδρομήσει δεκαετίες.
Μόνο πέρυσι χάθηκαν 211.000 θέσεις μόνιμης εργασίας, περίπου το 28% του εργατικού δυναμικού της χώρας, ενώ η ελαστική απασχόληση αυξήθηκε κατά 67%. Μόνο το 1/3 των ανέργων παίρνουν κάποιο επίδομα-βοήθημα. Το 8ωρο έχει, στη πράξη, καταργηθεί και η αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης όπου ακόμα υπάρχει, μειώθηκε κατά 20%
Οι επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας έχουν ναρκοθετήσει την ασπίδα του κατώτερου μισθού της Εθνικής Σύμβασης της ΓΣΕΕ και ήδη υπάρχουν στα Πρωτοδικεία πάνω από 700 αιτήσεις για τη δημιουργία επιχειρησιακών-εργοδοτικών σωματείων.
Ο χρόνος για σύνταξη, βαδίζει ολοταχώς για τα 67, οι συντάξεις έχουν μειωθεί δραματικά και σειρά παίρνουν οι επικουρικές και οι αναπηρικές που θα μειωθούν στο μισό.
Κράτος και εργοδοσία, αφού λεηλάτησαν συστηματικά τα ασφαλιστικά ταμεία, αξιοποιούν τώρα την απαξίωση που προκάλεσαν, για να επιβάλουν ως «σωτηρία» την ιδιωτική ασφάλιση.
Όλο το πλέγμα των εργασιακών σχέσεων έχει, σε ελάχιστο χρόνο, ανατραπεί συθέμελα.
Δεν πρόκειται για τις «συνηθισμένες μάχες» εργασίας-κεφαλαίου.
Πρόκειται για μια εφ’ όλης της ύλης ολομέτωπη επίθεση του συστήματος με στόχο, αφενός να βγει όσο πιο κερδισμένο γίνεται από την κρίση, αφετέρου να διαμορφώσει σε μακροπρόθεσμη βάση τους πιο συμφέροντες για το κεφάλαιο όρους εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, να ελαχιστοποιήσει ότι θεωρεί «εργατικό κόστος», ότι «εμποδίζει» την ασύστολη κερδοφορία του.
Βασική προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η εξατομίκευση της διαπραγμάτευσης των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης, οι ατομικές συμβάσεις για μισθό, σύνταξη και χρόνο εργασίας, η αδρανοποίηση κάθε συλλογικής διεκδίκησης, η εξασθένηση κάθε μορφής εργατικής αλληλεγγύης.
Το συνδικαλιστικό κίνημα, κατασυκοφαντημένο και διασπασμένο, αδύναμο και αφερέγγυο, βαθιά κομματικοποιημένο, με συνδικαλιστές που συχνά δεν διαθέτουν την εκτίμηση των εργαζομένων και της «κοινωνίας», χωρίς ενιαία στόχευση και αποκομμένο από τα πρωτοβάθμια σωματεία, δεν μπορεί -και συχνά δεν θέλει- να οργανώσει την «εργατική αντεπίθεση», ούτε να πρωτοστατήσει σ’ ένα ευρύτερο λαϊκό κίνημα που θα αντιπαλέψει τη συμμαχία κυβέρνησης-κεφαλαίου.
Η Αριστερά με παρόμοια προβλήματα και αυτή (άλλωστε αριστερά και σ.κ. έχουν παράλληλες πορείες), δεν δείχνει ικανή να μπορεί να συνεγείρει και να οργανώσει έναν αξιόμαχο λαϊκό-κοινωνικό μέτωπο και φαίνεται να περιμένει αμήχανη τη νομοτελειακή μετατροπή της λαϊκής οργής σε λαϊκή δράση.
Παρ’ όλα αυτά, τελικά, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί οι πολιτικοί συσχετισμοί και η κοινωνική πραγματικότητα σήμερα, η Αριστερά αντικειμενικά αναλαμβάνει «ιστορικές» ευθύνες, ανεξάρτητα αν τις αντιλαμβάνεται ή τις αποδέχεται.
Δεν υπάρχει άλλο «αντίπαλο δέος», ούτε άλλος δρόμος από τη χωρίς άλλη καθυστέρηση «κινηματική ενεργοποίηση»της Αριστεράς.
Σε αντίθετη περίπτωση, οι όποιες μικρές ή μεγάλες επί μέρους εστίες αντίστασης θα ενσωματωθούν ή θα εξαλειφθούν, η αίσθηση του «δεν γίνεται τίποτα» θα γενικευθεί, η ατομική λύση θα εξελιχθεί σε κοινωνικό κανιβαλισμό και το «αναγκαίο κακό» θα είναι πια ένας πραγματικός μεσαίωνας .
Τώρα!
Στα σωματεία, τις γειτονιές, τους τόπους δουλειάς, παντού.
Και ας μην έχουμε επεξεργασμένη εναλλακτική πρόταση και ας μην έχουμε καταλήξει για τα ευρωομόλογα, ούτε για την ημερομηνία της πανελλαδικής και ας μη συμφωνούμε τι γένους θα είναι οι άγγελοι στο σοσιαλισμό.
Τώρα!
Γιατί σε λίγο μπορεί και να μη μας χρειάζεται η κοινωνία.
Σχόλια