Στo οροπέδιο Γκαλουάν των Δυτικών Ιμαλαΐων, έναν αφιλόξενο ορεινό τόπο για τον οποίο ερίζουν η Κίνα και η Ινδία, έλαβε χώρα τη νύχτα της Δευτέρας προς Τρίτη μια αλλόκοτη αλλά πολύνεκρη μάχη: Ινδοί και Κινέζοι συνοριακοί φρουροί ήρθαν κυριολεκτικά στα χέρια και, παρόλο που δεν χρησιμοποιήθηκαν πυροβόλα όπλα αλλά μόνο πέτρες και ρόπαλα, το αποτέλεσμα ήταν δεκάδες νεκροί και στις δύο πλευρές. Η Ινδία ανακοίνωσε ότι είχε 20 νεκρούς και η Κίνα 5, ενώ πιθανότατα ο αριθμός των απωλειών και των δύο πλευρών είναι ακόμη μεγαλύτερος. Σύμφωνα με τους Κινέζους, οι Ινδοί παραβίασαν τη «Γραμμή Ελέγχου», ενώ οι Ινδοί ισχυρίζονται ότι απλά μετακινήθηκαν σε έδαφος που θεωρούν δικό τους. Είτε έτσι είτε αλλιώς, ήταν η πιο αιματηρή σύγκρουση μεταξύ των δύο γιγάντων της Ασίας εδώ και μισό αιώνα.
Παρά τους υψηλούς τόνους και τις απειλές για αντίποινα που εκτοξεύθηκαν τόσο από το Νέο Δελχί όσο και από το Πεκίνο, οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές μέχρι στιγμής αποφεύγουν την κλιμάκωση, κρατώντας τον κύριο όγκο των συνοριακών στρατευμάτων τους μακριά από την τοποθεσία της μάχης και στέλνοντας επιτόπου στρατηγούς για διμερείς συνομιλίες. Παραμένει όμως γεγονός ότι το πολύνεκρο επεισόδιο, που όξυνε περαιτέρω τις μεταξύ τους σχέσεις, στην πραγματικότητα δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία: παρά τις κατά καιρούς κατευναστικές κινήσεις, οι εδαφικές διεκδικήσεις του ενός σε βάρος του άλλου συνεχίζονται – και στην πραγματικότητα αποτελούν αντανάκλαση μιας ευρύτερης γεωπολιτικής σύγκρουσης.
Η κυβέρνηση του ακροδεξιού ινδουιστή Μόντι, που πρόσφατα είχε υποδεχθεί θερμά τον Τραμπ στην Ινδία, δεν εγκαταλείπει τις επεκτατικές βλέψεις της σε όλη την περιοχή. Ταυτόχρονα τις χρησιμοποιεί σαν εργαλείο συσπείρωσης της ινδουιστικής πλειοψηφίας γύρω από ένα καθεστώς που δεν κρύβει το μίσος και την περιφρόνησή του για τις εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες, για τους αυτόχθονες, για λαούς που βρίσκονται υπό την κατοχή του (π.χ. Κασμίρ) και φυσικά για τις πιο αδύναμες γειτονικές χώρες, όπως το Νεπάλ. Είναι όμως η πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες που μια ινδική κυβέρνηση σκληραίνει τη στάση της προς την Κίνα σε τέτοιο βαθμό, προχωρώντας και σε «αναγνωριστικές» διεισδύσεις σε αμφισβητούμενα εδάφη. Οπωσδήποτε στην εξέλιξη αυτή έπαιξε ρόλο και κάποιο «κλείσιμο του ματιού» προς τον Μόντι από την Ουάσιγκτον, η οποία καλοβλέπει κάθε άσκηση πίεσης στο Πεκίνο στο βαθμό που η ίδια δεν καλείται να πληρώσει οποιοδήποτε κόστος…