Δείτε: μέρος α’   μέρος β’   μέρος γ’   μέρος δ’   μέρος ε’

 

Γίνονταν τόσα πολλά στο χώρο της μουσικής και του τραγουδιού που δεν ήταν καθόλου εύκολο να τα παρακολουθούμε από κοντά αν και ήταν ο τρόπος ζωής μας τέτοιος που είτε ήμασταν ενεργά στοιχεία των «συμβάντων» είτε δεχόμασταν τις πληροφορίες και τα μηνύματα από φίλους, συνεργάτες και αναγνώστες απ’ όλη την επικράτεια, ακόμα και από το εξωτερικό. Ήδη από τα πρώτα τεύχη του περιοδικού είχε ανοίξει ένας διάλογος ανάμεσα σε μας, τους αναγνώστες και τους καλλιτέχνες που διεξαγόταν τόσο μέσα από τις σελίδες του περιοδικού όσο και στους διάφορους χώρους που συναθροίζονταν οι ενδιαφερόμενοι, μαγαζιά, καφενεία, στούντιο, εταιρίες, δισκάδικα, ωδεία, σχολές, συλλόγους και παρέες, αλλά και μέσα από τα σχόλια και τις επιθέσεις που δεχόμασταν από τον Τύπο. Είχαμε ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση γύρω από το λαϊκό πολιτισμό, την παράδοση και τα σύγχρονα ρεύματα, τη μουσική, το σινεμά, τη λογοτεχνία, την ιστορία κ.λπ.

Παίρναμε γράμματα ακόμα και από την Αυστραλία, αλλά και από φίλους και καλλιτέχνες που σχολίαζαν θετικά ή διαμαρτύρονταν για τις θέσεις μας. Το 1983, δημοσιεύσαμε γράμματα των Λευτέρη Παπαδόπουλου, Γιάννη Μαρκόπουλου, Κώστα Βίρβου και Γιάννη Γλέζου, αλλά και συνεργατών μας που διατύπωναν δημόσια τις ενστάσεις τους, όπως του Ρασούλη προς τον Φαληρέα, του Καφετζόπουλου προς τον Κοντογιάννη, του Παπαδάκη προς τον Φαληρέα κ.ά.

Επίσης, μας ενδιέφερε να δώσουμε βήμα σε σημαντικούς καλλιτέχνες που είχαν μεγάλο έργο, αλλά ήταν αποκλεισμένοι από τα ΜΜΕ. Το 1983, σε έξι τεύχη, δημοσιεύσαμε αναλυτικές συνεντεύξεις του στιχουργού Χρήστου Κολοκοτρώνη, του τραγουδοποιού Γιώργου Μητσάκη, του κλαρινίστα Γιάννη Βασιλόπουλου, του ντεφιτζή Μάνθου «Χαλκιά» Σταυρόπουλου, του μπουζουξή Θύμιου Στουραΐτη, του εκδότη Σταύρου Πετσόπουλου, του μουσικοσυνθέτη Νίκου Ξυδάκη, αλλά και της πρωταθλήτριας στον ακοντισμό Σοφίας Σακοράφα που ηχογράφησε ένα δίσκο και του συγγραφέα Βασίλη Βασιλικού που ως αναπληρωτής γενικός διευθυντής της ΕΡΤ είχε δεχτεί επιθέσεις για την απόφασή του να μεταδίδονται οι λαϊκές μας συναυλίες από την τηλεόραση της ΕΡΤ.

Συμπληρωματικά στις συνεντεύξεις ήταν τα άρθρα-πορτρέτα για τον Χρόνη Αηδονίδη, τον Βάιο Μαλλιάρα, τον Κώστα Πίτσο, τον Κώστα Σμοκοβίτη και τους νεοεμφανιζόμενους Φατμέ. Το ίδιο και για σημαντικούς ξένους καλλιτέχνες: Μπομπ Μάρλεϊ, Τζον Μπελούσι, Βαν Μόρισον (του Χρήστου Βακαλόπουλου), Λούτσιο Ντάλα (συγγραφείς οι Άκης Λαδικός, Ν. Βουτσινάς και Γ. Παπαγιαννόπουλος που έστειλαν το κείμενο απ’ τη Ζάκυνθο), Τζον Χάμοντ (συνέντευξη στον Στ. Ελλ.) κ.ά. Ειδικά για την ξένη μουσική έγραφε ο Νίκος Σαββάτης με ειδικότητα στο αμερικάνικο μπλουζ, τους Αφρικανούς μουσικούς κ.ά.

Η ομάδα της Θεατρικής Λέσχης Βόλου, 1983… (φωτ. Στ. Ελληνιάδης)

 

Ελευθερία στη σκέψη και τη γραφή

Είχαμε μεγάλη ελευθερία στη διάρθρωση και την κατανομή της ύλης, ανάλογα με τη σπουδαιότητα του θέματος ή τον όγκο του διαθέσιμου υλικού. Μία συζήτηση ανάμεσα στον Τάσο Φαληρέα και τον Στέλιο Ελληνιάδη γύρω από τον Τζίμη Πανούση και τις Μουσικές Ταξιαρχίες που επεκτάθηκε στο ρεμπέτικο, το λαϊκό τραγούδι και στον κοινωνικοπολιτικό περίγυρο της εποχής, απλώθηκε σε 10 σελίδες. Ένα φροντισμένο αφιέρωμα στον Στέλιο Καζαντζίδη κατέλαβε 27 σελίδες και το εξώφυλλο. Η «αποστολή» του σκηνοθέτη Γιάννη Μπασίπαγλη στη Χάλκη με τη συνδρομή του αρχιτέκτονα Γιάννη Χατζηγώγα κάλυψε 6 σελίδες και η συνέντευξη του Γιώργου Μητσάκη (στον Γ. Κ. και τον Στ. Ε.), σε δύο μέρη, έπιασε 19 σελίδες! Πολυσέλιδα ήταν και τα άρθρα του Γιώργου Έξαρχου για τις μουσικές των αλλόγλωσσων Ελλήνων, για τους Κουτσόβλαχους, τους Αρβανίτες και τους Ελληνόφωνους της Κάτω Ιταλίας. Σημαντική ήταν και η κατ’ αποκλειστικότητα προδημοσίευση στίχων του Σαββόπουλου και του Ρασούλη από τις υπό έκδοση δουλειές τους.

Τα υπόλοιπα άρθρα αφορούσαν τον «αμανέ» με κείμενα του Καλομοίρη, του Μητρόπουλου κ.ά., τους «έντεχνους» του Γιώργου Παπαδάκη, την ηχοληψία των τραγουδιών του ηχολήπτη της Κολούμπια Στέλιου Γιαννακόπουλου, την κατάσταση στα στρατόπεδα του Στέλιου Κούλογλου, την κριτική του Γιώργου Κοντογιάννη για την ταινία του Κώστα Φέρρη «Ρεμπέτικο» και το τηλεοπτικό σίριαλ «Το μινόρε της αυγής», το ταξίδι της Μαργαρίτας Πατσιλίβα στη Νικαράγουα με ομάδα εθελοντών για την υποστήριξη της επανάστασης των Σαντινίστας κ.ά.

Οι μοναδικές μόνιμες «στήλες», εκτός από τη δισκοπαραγωγή, τη δισκοπαρουσίαση και την αλληλογραφία, ήταν το δισέλιδο κόμικς «Ρεμπέτικο – με την καλή έννοια» του Γιάννη Καλαϊτζή που σατίριζε πρώτα τις δικές μας δράσεις και οι σελίδες που έγραφε ο Τάσος Φαληρέας με την ετικέτα «Χαριστική Βολή», με σχόλια για την πολιτική, το τραγούδι, τα βιβλία, τα ΜΜΕ ή το… «μαύρο».

Και υπήρχαν συχνές αναφορές με «εξωγηπεδική» θεώρηση στα δρώμενα στο χώρο του μπάσκετ και του ποδοσφαίρου από τον Τάσο Φαληρέα, τον Θοδωρή Γκόνη, τον Θοδωρή Μανίκα και τον προπονητή της Εθνικής Ελλάδας Αλκέτα Παναγούλια.

 

Σαββόπουλος, με το ντέφι στο φορτηγό

Μετά από τις πρώτες συναυλίες μας στο Λυκαβηττό, ο Σαββόπουλος πρότεινε να οργανώσουμε μια μικρή περιοδεία, σε Βόλο, Λάρισα και Θεσσαλονίκη, για να δοκιμάσει μπροστά σε κοινό τα τραγούδια που θα περιλαμβάνονταν στον υπό κατασκευή δίσκο του. 20 χρόνια από την κάθοδό του στην Αθήνα θα ανέβαινε εν χορδαίς και οργάνοις προς τη Θεσσαλονίκη με ενδιάμεσους σταθμούς στο Βόλο και τη Λάρισα. Με ενθουσιασμό ξεκινήσαμε την προετοιμασία. Ο Αλέξης Κυριτσόπουλος σχεδίασε την αφίσα, ο Διονύσης έκανε πρόβα με τους μουσικούς και εμείς οργανώσαμε την έξοδο του σχήματος στην εθνική οδό. Στο Βόλο, είχαμε έρθει σε επαφή με τον σκηνοθέτη Σπύρο Βραχωρίτη και τον ηθοποιό Νίκο Σκυλοδήμο της Θεατρικής Λέσχης Βόλου για να πραγματοποιήσουμε τη συναυλία, στις 25 Μαρτίου, στο παλιό και εγκαταλειμμένο εργοστάσιο της Ηλεκτρικής Εταιρίας που είχε μια υποβλητική ατμόσφαιρα παλαιοβιομηχανική, κάτι αντίστοιχο με το παλιό εργοστάσιο πάγου του Φιξ το οποίο κατεδαφίστηκε αργότερα για να γίνει πάρκο στη συμβολή Πατησίων και Γαλατσίου. Αλλά είχε και προβλήματα, με γκρίνιες από το στριμωξίδι. Αντιθέτως, στο σινέ «Γαλαξίας» της Λάρισας, όλα κύλισαν ομαλά με το κινηματοθέατρο γεμάτο, που δεν το θεωρούσαμε δεδομένο, επειδή ο Σαββόπουλος δεν ήταν «μέινστριμ».

Οι συναυλίες στο «Ολύμπιον», στη γενέτειρα του Διονύση, με τη συμμετοχή του Βασίλη Σαλέα και της «Οπισθοδρομικής Κομπανίας», άφησαν εξαιρετική γεύση σε όλους. Το πανηγυρικό κλείσιμο της περιοδείας έγινε στο Παλαί ντε Σπορ με τους παλιούς φίλους και συντρόφους του Διονύση από το κίνημα του 1-1-4. Αναλάβαμε το οργανωτικό σκέλος της εκδήλωσης που διανθίστηκε από το βαλς που χόρεψε ο Διονύσης με την Άσπα πηδώντας από τη χαμηλή εξέδρα στο τερέν του σταδίου.

Στη συνέχεια, έχοντας δοκιμάσει τα καινούργια τραγούδια του, ο Σαββόπουλος παρουσιάζει δισκογραφικά τα περίφημα «Τραπεζάκια Έξω».

Η Οπισθοδρομική Κομπανία στο Λυκαβηττό… (φωτ. Μ. Καλογερόπουλος, στούντιο Προβολή)

 

Τραγουδώντας στη Βουλιαγμένη

Η απελευθερωτική χαρά που εκδηλώθηκε με τις συναυλίες που οργάνωσε το «ντέφι» στο Λυκαβηττό, μέσα από τα καινούργια τραγούδια του Σαββόπουλου που έφερναν στο προσκήνιο τον μετανάστη της υπαίθρου και τον Έλληνα της διασποράς με πανηγυριώτικους ρυθμούς και το μέγα παραθαλάσσιο «Πάρτυ στη Βουλιαγμένη», τον Ιούλιο, με εμπνευστή και οικοδεσπότη τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, ήταν οι καλύτερες εκφράσεις της αισιοδοξίας που ήταν διάχυτη μετά την πολιτική αλλαγή. Είχε σπάσει η φραγή από την ίδρυση του ελληνικού κράτους και οι αποκλεισμένοι, στιγματισμένοι ή δευτέρας κατηγορίας πολίτες αποσπούσαν κομμάτια που δικαιούνταν από τους ευνοούμενους και τους θιασώτες των κοινωνικών διακρίσεων. Βέβαια, αυτή η κατεδάφιση ποτέ δεν ολοκληρώθηκε ούτε συνοδεύτηκε από βαθύτερες αλλαγές και θεσμούς που θα διασφάλιζαν την οριστική πτώση του τείχους. Εκείνη, όμως, την εποχή, οι όποιες αλλαγές ενδυνάμωναν την αισιοδοξία και την κοινωνική συμμετοχή σε πολλά επίπεδα. Το «ντέφι» ως γέννημα των βαθύτερων διεργασιών που αναπτύχθηκαν στα μεταπολεμικά κινήματα, βγήκε εκφράζοντας και ενισχύοντας την εκδήλωση αυτής της αισιοδοξίας χωρίς πολιτικές και οικονομικές εξαρτήσεις, ασκώντας έντονη κριτική στα δημόσια και ιδιωτικά κέντρα εξουσίας.

Όπως έγινε με τις συναυλίες του Λυκαβηττού και του Σαββόπουλου, το «ντέφι» συμμετείχε ενεργά και στο «Πάρτυ στη Βουλιαγμένη», μια διοργάνωση σε μη συναυλιακό χώρο για τον οποίο δεν υπήρχε προηγούμενη εμπειρία. Συντονισμένοι με τις πρωτότυπες ιδέες του Κηλαηδόνη και τη δυναμική διαχείριση της Άννας Βαγενά, συμβάλαμε στην υλοποίηση αυτής της γιορτής που ξέφυγε σε ορισμένα σημεία από τον έλεγχό μας, λόγω κυρίως της εκπληκτικής απήχησης που είχε και του ασφυκτικού μποτιλιαρίσματος μήκους πολλών χιλιομέτρων μέχρι το κέντρο της Αθήνας που εμπόδισε αμέτρητους ανθρώπους να πλησιάσουν στη Βουλιαγμένη, πέρα από 30-35 χιλιάδες που το κατάφεραν.

Η επιλογή της παραλίας τόνιζε τη στενή σχέση της πόλης με τη θάλασσα∙ σχέση που η τερατώδης οικοδόμηση κατέστρεφε, διασπώντας τη φυσική και κοινωνική ενότητα πόλης-θάλασσας που ίσχυε από την αρχαιότητα. Καταστροφή που συνεχίζεται εντατικά, καθώς αντί να γίνουν προσπάθειες αποκατάστασης της ενότητας, προωθούνται τα ανατριχιαστικά σχέδια παραχώρησης της παραθαλάσσιας ζώνης στους τουρίστες, τη μαφία του τζόγου και τους άρπαγες επενδυτές. Με ουρανοξύστες 200 μέτρων, καζίνο, ξενοδοχείο και βίλες πολυτελείας σε 6 χιλιάδες στρέμματα, στο Ελληνικό, η πόλη της Αθήνας με τους κατοίκους, τις υποδομές και τα μνημεία της, θα είναι ξένη ως προς τη θάλασσα του Σαρωνικού, για πρώτη φορά σε τέτοια κλίμακα και με τέτοιο «φράχτη» στην τρισχιλιετή ύπαρξή της.

Για την ιστορία, οι μεγαλύτερες σε συμμετοχή κοινού, το 1983, ήταν οι συναυλίες του Σαββόπουλου και του Νταλάρα στο Ολυμπιακό Στάδιο. Ο πρώτος εγκαινίασε το στάδιο με το αερόστατό του, αλλά ο δεύτερος πήρε τη ρεβάνς με δύο συνεχόμενες βραδιές! Επίσης, ο Νταλάρας εμφανίστηκε στον Ορφέα απ’ όπου έβγαλε ένα πολύ εμπορικό δίσκο με αγαπημένα λαϊκά τραγούδια.

Το 1983 ήταν για το ελληνικό τραγούδι μια πολύ μεγάλη –από κάθε άποψη- χρονιά.

 

Στέλιος Ελληνιάδης

 

Δείτε τη συνέχεια εδώ

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!