Ανθολόγος: Λουκάς Αξελός
Πρόλογος
Πρώτον, λόγια απλά στη μητρική γλώσσα.
Ακούγοντάς τα να μπορείς να δεις
Μηλιές, ένα ποτάμι, τη στροφή του δρόμου,
Όπως στη λάμψη καλοκαιρινής αστραπής.
Και να μην περιέχουν μόνο εικόνες.
Έχουν σαγηνευτεί απ’ το τραγούδι,
Την ονειροπόληση, τη μελωδία. Ανυπεράσπιστα,
Αφέθηκαν να τα προσπεράσει ο τραχύς, στεγνός κόσμος.
Συχνά αναρωτιέσαι γιατί αισθάνεσαι ντροπή
Όταν ανοίγεις ένα βιβλίο με ποιήματα.
Λες και ο συγγραφέας, για λόγους άγνωστους σε σένα,
Στράφηκε στη χειρότερη πλευρά της φύσης σου,
Παραμερίζοντας τη σκέψη, εξαπατώντας τη σκέψη.
Καρυκευμένη με αστεία, πειράγματα, σάτιρα,
Η ποίηση ακόμη ξέρει πώς να ευχαριστήσει.
Η τελειότητά της τότε πολύ θαυμάζεται.
Όμως οι μεγάλες μάχες όπου διακυβεύεται η ζωή
Δίνονται στην πρόζα. Δεν ήταν πάντα έτσι.
Κι η θλίψη μας έμεινε ανομολόγητη.
Δοκίμια και μυθιστορήματα εξυπηρετούν αλλά δεν θα διαρκέσουν.
Μια καθαρή στροφή έχει περισσότερο βάρος
Απ’ ό,τι ένα ολόκληρο φορτίο καλοδουλεμένης πρόζας.
Συμφιλίωση
Έφτασε αργά, η ώρα της ταπεινωτικής
Συμφιλίωσης με τον εαυτό του.
«Ναι» -είπε- «προορισμός μου ήταν
Να είμαι ποιητής και μόνο.
Δεν ήξερα να κάτω τίποτε άλλο,
Ντρεπόμουνα πολύ, μα δεν μπορούσα ν’ αλλάξω τη μοίρα μου».
Ποιητής: αυτός που διαρκώς σκέφτεται κάτι άλλο,
Η αφηρημάδα του κάνει τους δικούς του ν’ απελπίζονται.
Ίσως να μην έχει ούτε ένα ανθρώπινο συναίσθημα.
Όμως, στο κάτω κάτω, γιατί όχι;
Στην ανθρώπινη ποικιλία, μια μετάλλαξη, μια παραλλαγή
Είναι αναγκαία επίσης. Ας επισκεφθούμε τον ποιητή
Στο μικρό του σπίτι σ’ ένα κάπως άχρωμο προάστιο
Εκεί που εκτρέφει κουνέλια, φτιάχνει βότκα από φυτά
Και ηχογραφεί στη μαγνητοταινία τους ερμητικούς του στίχους.
Νόημα
– Όταν πεθάνω, θα δω τη φόδρα της ζωής.
Την άλλη πλευρά, πέρα από πουλιά, βουνά, δειλινά.
Το αληθινό νόημα, έτοιμο να αποκρυπτογραφηθεί.
Ό,τι ποτέ δεν ισορρόπησε θα ισορροπήσει.
Ό,τι ήταν ακατανόητο θα κατανοηθεί.
– Κι αν δεν υπάρχει φόδρα της ζωής;
Αν ένα πουλί στο κλαδί δεν είναι σημάδι,
Αλλά μόνο ένα πουλί σ’ ένα κλαδί; Αν η νύχτα και η μέρα
Ακολουθούν η μια την άλλη δίχως σκοπό;
Και σ’ αυτή τη γη δεν υπάρχει τίποτε άλλο εκτός απ’ αυτή τη γη;
– Ακόμη κι αν είσαι έτσι, πάντα θα μένει
Μια λέξη που ζωντανεύουν τα χείλη που σβήνουν,
Ένας ακούραστος αγγελιοφόρος, που τρέχει και τρέχει
Μέσα σε αστρικά διαστήματά, σε περιστρεφόμενους γαλαξίες,
Και φωνάζει, διαμαρτύρεται, ουρλιάζει.
Μετάφραση: Χάρης Βλαβιανός – Αντώνης Μακρυδημήτρης