Του Κωνσταντίνου Μίχου. Αιωρούμενο σκοτάδι – είμαι, λέει, σε ένα θέατρο ακούγονται οι πρώτες νότες του Vienen los pajaros (Έρχονται τα πουλιά).

Φωτισμοί κάθετοι δημιουργούν κουρτίνες φωτός, μέσα από το σκοτάδι προβάλλουν 52 χορευτές σαν σμήνος, αλλάζουν κατευθύνσεις σαν κοπάδια ψαριών-πουλιών-αλόγων, ξανά και ξανά – σαν τις ανταύγειες στη θάλασσα που πάντα απορούμε αν υπάρχουν πραγματικά και τί τις κινεί.
Αυτή η χορογραφία, αυτό το έργο, έχει θέμα τη φύση; Άλλη μια new age υπεκφυγή; Όχι! Η ένωση της φύσης με τον άνθρωπο είναι κάτι που το ξεχάσαμε και στη μετά-μοντέρνα δυτική τέχνη, αλλά και στα γραφεία του κόμματος.
Ξαφνικά 17 χορευτές (17, όχι 18 – η περιγραφή δεν είναι γενικόλογη) έρχονται προς τα μπρος, διασχίζοντας τα σμάρια των άλλων που κινούνται σε πλάγιες κατευθύνσεις, περνώντας ανάμεσά τους σαν το νερό μέσα από τα δάχτυλα, σαν το πλήθος μιας διαδήλωσης που αιφνιδίως δεν ακολουθεί τον προγραμματισμένο δρόμο που δεν τηρεί την συμφωνία με την αστυνομία, που αρνείται να γίνει επιτηρούμενο αντικείμενο βλέμματος, θέατρο.
Οι πίσω σειρές εκρήγνυνται στον αέρα, σε κανόνα -μια φορά, άλλη μια φορά- την τρίτη ακινητοποιούνται στον αέρα σαν εσταυρωμένοι, σαν καμένα δέντρα… ενώ κυλάνε άκαμπτα σώματα προς το προσκήνιο, σταματάνε μόλις πριν πέσουν από τη σκηνή και ανορθώνονται χωρίς να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους, σαν να πηγαίνει ανάποδα ο χρόνος, σαν πολεμιστές γεννημένοι από δόντια δράκου. Στρέφονται, τρέχουν προς τα πίσω, συγκρούονται με τους άλλους πηδώντας επάνω στα στήθη τους και τους ρίχνουν κάτω -όχι! την τελευταία στιγμή τους συγκρατούν από το κεφάλι και δεν τους αφήνουν να σκάσουν στο έδαφος- η εικόνα βίας και καταστολής γίνεται εικόνα συντροφικότητας και στήριξης – 17 κεφάλια προστατευμένα μέσα σε χούφτες, λίγο πάνω από το χώμα.
Αυτή η χορογραφία χρειάζεται πλήθος. 52 χορευτές; Όχι, 136 χορευτές, να αλλάζουν σχήματα, σαν τη θάλασσα, σαν λαϊκό κέντημα αρκαδικό και ταυτόχρονα χιλιανό.
Κόντρα στην πολυπληθή χορωδία στο America insurecta, μία χορεύτρια, πάνω από ξαπλωμένα σώματα που καλύπτουν όλη τη σκηνή και μετακινούνται σαν θρόισμα σε κάμπο, στρίβει δεξιά-αριστερά σαν να τινάζει την σκόνη από πάνω της, με αλλαγές δυναμικής, με σάρκα δυνατή και μαλακή για πόλεμο και για έρωτα. Και με κάτι περισσότερο, με την ενέργεια, τον ηλεκτρισμό, μ’ αυτό που δίνει ζωή στους μύες των καθημερινών παραιτήσεών μας όταν ξαφνικά συνειδητοποιούμε ότι έγιναν συνήθεια στη μια ζωή μας που πέρασε.
Ταλαντεύεται σαν εκκρεμές, παλλόμενη έκρηξη στον χώρο, στο αλέγκρο γύρισμα του “Σήμερα όπως και τότε θα γεννηθείς από τον λαό” – κάποιος χωρίς προειδοποίηση εκσφενδονίζεται, πέφτει, αυτή τον συγκρατεί όσο μόνο χρειάζεται για να μετατραπεί η πτώση σε πτήση – να ’τος, σηκώνεται, περπατάνε μαζί πάνω σε κορυφογραμμές, μυστικά σκαλιά, ανθρώπους – τώρα ήρθε η σειρά τους, άνθρωποι ξαφνικά σηκώνονται, βουνά, η γη – άνθρωποι χάνονται.
Οι δυναμικές της γεωλογίας με τις δυναμικές της ανθρωπολογίας. Κανείς μόνος.
Κοιτάζω το κοινό της προχτεσινής παράστασης του Canto στο Ηρώδειο. Τι διαφορά έχει από το κοινό που έβλεπα στις καφετέριες τα απογεύματα όταν ψηφίζονταν τα μνημόνια; Από το κοινό στη γιορτή της Humanite όταν πρωτοπαίχτηκε το Canto; Mπορεί η τέχνη να επιλέγει κοινό; Mακριά από πρώην υπουργούς-ποιητές και πρώην θεωρητικούς της Αριστεράς-διευθυντές οργανισμών; Μπορεί η τέχνη να αλλάζει το κοινό; Να μας ενθαρρύνει;
Κοιτάζω στο youtube το κοινό: τι απέγιναν όλα αυτά τα πρόσωπα από τις συναυλίες του 74; Κυβερνητικά μέλη; Τι ψηφίζουν τώρα; Για ποιο κοινό θα παιχτεί αυτή η χορογραφία;
Γυρνάω πίσω το όνειρο – απόγευμα, χορογραφώ το Canto General. Μια στιγμή, πώς βρήκα να πληρώσω 136 χορευτές; (Λέτε να είχαν προσυμφωνήσει αμοιβή ο Πανδής και η Φαραντούρη το ’73;) Πού βρήκα μαέστρο που να μην το οδηγήσει να ακούγεται σαν Γαλλικό Ρέκβιεμ του Φωρέ ή του Ντυριφλέ, αλλά σαν Βυζαντινή Νοτιαμερικάνικη Λειτουργία Γέννησης; Ποιο Canto General χορεύουμε; Το μεταλλικά εμβατηριακό του CD ή το αναλογικό, με τον Μίκη νέο και δυναμωμένον από τα γήπεδα, με τα μπουζούκια που έλειπαν προχτές στο Ηρώδειο και με τα κρουστά του Στρασβούργου, όχι έντρομες μετρονόμους.
Δίπλα μου βλέπω ένα πικ απ – χρησιμοποιούμε την ηχογράφηση του ’75, με τα σκρατς από το αντιγραμμένο βινύλιο του Μάτσα. Και με το ηχογραφημένο χειροκρότημα της συναυλίας τι κάνουμε; Πώς θα το χορογραφήσω;
Δεν ξέρω! Δεν γίνεται! Ό,τι δοκιμάζω μου φαίνεται τετριμμένο, όχι αντάξιο του Μίκη και του έργου, όχι αντάξιο αυτού του ανείπωτου αλλά πάντα εκεί αισθήματος, όταν η φωνή της Φαραντούρη πλένει τις ρίζες στο στήθος σου και η χορωδία σε φέρνει εκεί που δεν πάει άλλο, εκεί που πρέπει οπωσδήποτε να Canto. σηκωθείς -να τρέξεις- να πετάξεις. Αν ο Μίκης είναι ο άνθρωπος που έδωσε ήχους σε ένα ολόκληρο λαό, εγώ πώς και σε ποιους να δώσω κίνηση;
Αν καλέσω όλους τους Έλληνες χορογράφους να συμμετέχουν; Γενικό Άσμα είναι ο τίτλος.
Φως μεσημεριανό – είμαι στην πορεία, στις 17 Νοεμβρίου του 2012. Περπατώ με οικείους άγνωστους και σε όλη την διαδρομή μέχρι την αμερικάνικη πρεσβεία, σε γωνίες, από ορόφους, σε πλατείες, πάνω σε ένα φορτηγό, μουσικοί, κρουστά, χορωδίες επαγγελματικές και ερασιτεχνικές, μας περιμένουν, μας υποδέχονται, όλη η πόλη τραγουδά, αυτή την φορά η πορεία προχωράει υπό τους ήχους του Canto.
Κάθε μουσική ταιριάζει σε διαφορετική σωματική κατάσταση. Το Άξιον Εστί πρέπει να παίζεται στις πύλες της Χαλυβουργικής, είναι έργο για να κρατήσεις την θέση σου – το Canto General είναι για να συνοδεύει την έφοδο.
Εδώ σας θέλω, εδώ μας θέλω, καλλιτέχνες της Αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ, των συνιστωσών, των ανένταχτων, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του ΚΚΕ, του ΜΛ-ΚΚΕ-ΜΛ (όχι της ΔΗΜΑΡ):
Ας μετρηθούμε μια φορά με τη δύναμη της τέχνης, όχι στο Ηρώδειο αλλά στον δρόμο – κι αν δεν πλημμυρίσει η επανάσταση, ας μου τρυπήσετε τις φτέρνες.

* Ο Κωνσταντίνος Μίχος είναι χορογράφος

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!