Του Αριστοτέλη Γ. Καλλή
Αυτή τη δύσκολη περίοδο όπου δοκιμάζονται οι θεσμοί και η αξιοπιστία του πολιτικού «μας» συστήματος, αναδείχθηκε μια προσωπικότητα που ακούει στο όνομα, Μαρία Καρυστιανού. Πρόκειται για τη μόνη προσωπικότητα στην Ελλάδα σήμερα, που κατάφερε να ενώσει έναν ολόκληρο λαό, ανεξάρτητα απο την πολιτική θέση και άποψη του καθ’ ενός.
Πρόκειται για τη μόνη προσωπικότητα που αναδεικνύεται πλέον ως ηγέτιδα δύναμη, που ορθώνει το ανάστημά της και λέει τα πράγματα με το όνομά τους, ξεπερνώντας μια πολιτική σκηνή όλου του πολιτικού φάσματος που εδώ και πολλά χρόνια είναι κατώτερη των περιστάσεων όπως αντιστοίχως και οι μικροί, ελάχιστοι ηγετίσκοι αυτού, που κυβέρνησαν και κυβερνούν, ως όντα ανύπαρκτα, σκιώδη, φοβικά, προβληματικά, ιδιοτελή, ανεπαρκή, λειτουργούντα ως συστημικά γρανάζια μιας προβληματικής μηχανής, άτολμα, εθνικά επικίνδυνα, εγωκεντρικά και ματαιόδοξα, αντιδημοκρατικά, καταστροφικά, χωρίς όραμα και πνοή, που μας έκαναν να αισθανόμαστε ταπεινωμένοι, πιστοποιημένα φτωχοποιημενοι από τους οίκους «αξιολόγησης», χωρίς σκοπό, χωρίς προοπτική, χωρίς όνειρα, χωρίς υπόσταση έναντι της διεθνούς κοινότητας και όχι μόνο…
Πρόκειται για τους κατ’ όνομα και καθ’ υπόδειξιν κυβερνήτες της χώρας μας, που την χρεοκόπησαν, και την κατέστησαν αδύναμη και ανύπαρκτη χωρίς παιδεία, χωρίς Δημοκρατία, χωρίς Δικαιοσύνη, χωρίς Υγεία, χωρίς Αξιοκρατία, χωρίς Ανθρωπιά, χωρίς σχέδιο πτήσης (πάμε κι όπου βγει)∙ μια χώρα που την παρέδωσαν βορά στα ξένα συμφέροντα μετατρέποντας έναν λαό σε ζητιάνο, σε δούλο, σε ιπποκόμο πολυεθνικών εταιρειών, μια χώρα που εκχώρησαν τις υποδομές της, το εμπόριό της, τα σπίτια και την ζωή των πολιτών της∙ μια χώρα που στο ακραίο πλέον σημείο φθοράς της, με ευκολία θυσιάζει, εξορίζει και σκοτώνει τα παιδιά της∙ μια χώρα που λειτουργεί ως υποζύγιο τών ισχυρών κρατών μιας Ευρώπης που σκίζει τάχατες τα ιμάτια της για το δίκαιο των λαών, αλλά παράλληλα χρηματοδοτεί και εκχωρεί οπλισμό σε μια Τουρκία που έχει καταλάβει και διατηρεί παρανόμως ευρωπαϊκό έδαφος εδώ και 50 χρόνια στην Κύπρο.
Όλα αυτά λοιπόν τα συσσωρευμενα τραύματα (ατομικά και συλλογικά) ενός λαού, εθνικά και κοινωνικά ταπεινωμένου, βγήκαν όπως η λάβα από ένα ανενεργό εδώ και πολλά χρόνια ηφαίστειο με αφορμή ένα τραγικό γεγονός, τη δολοφονία 57 ανθρώπων στα Τέμπη, που συγκλόνισε τους πάντες εκτός από τους κυρίως υπευθυνους που κατά τα συνήθη έψαχναν ξανά τρόπους να διαφύγουν (όπως και οι προκάτοχοι αυτών) της προσοχής ενός λαού που οργισμένος παρακολουθούσε και παρακολουθεί τα λευκά κολάρα της εξουσίας να ομιλούν περί ανέμων και υδάτων… έχοντας διάθεση να συγκαλύψουν το ολοφάνερο έγκλημα στην κοιλάδα των Τεμπών με σκοπό την διατήρηση της ισχύς τους στην πολιτική σκακιέρα.
Όλα αυτά, μέχρι τη στιγμή που ηγήθηκε ο πόνος και η απόγνωση μιας μάνας που έγινε σύμβολο πλέον και αιτία συγκρότησης μιας ισχυρής ομάδας αντίστασης (Σύλλογος Συγγενών Θυμάτων) πού ενώθηκε με έναν λαό που καθοδηγείται από την κυτταρική του μνήμη που είναι συνδεδεμένη με αγώνες και θυσίες από την αρχαιότητα κι όλας για την Ελευθερία, τη Δημοκρατία, την Εθνική Ανεξαρτησία, το Δίκαιο των πολλών, ενισχύοντας το ποτάμι της οργής που δεν γυρίζει πίσω παρασέρνοντας στο διάβα του τούς άδειους ντενεκέδες του πολιτικού στερεώματος που κάνουν κατά τη διέλευσή τους εκκωφαντικό θόρυβο, κορμούς δέντρων από καμένα δάση, υλικά από γκρεμισμένους τοίχους ιδεολογικών συνόρων και στερεοτύπων, υποτακτικούς λακεδες της εξουσίας, υπερτιμημένα περιττώματα του κρατικού μηχανισμού, αίολες υποσχέσεις, θα, όταν και ίσως από πολλά υποσχόμενες προεκλογικές ομιλίες, μέχρι να βρεθεί στην απεραντοσύνη της θάλασσας και να γαληνέψει∙ μέχρι να ζεσταθεί το ταλαιπωρημένο σώμα του λαού αφέντη πάνω στον σταυρό του μαρτυρίου από τον ήλιο της δικαιοσύνης και η ψυχή σπάσει τα δεσμά της όποιας εξάρτησης απ’ το κακό που ταλανίζει τις ζωές όλων μας πολλές γενιές τώρα.