Συνέντευξη στον Μιχάλη Σιάχο
Με αφορμή την επανέκδοση δύο κορυφαίων ντοκουμέντων της Ελληνικής Αντίστασης, Το τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ του Δημήτρη Γληνού και τον Λόγο στη Λαμία του Άρη Βελουχιώτη, από τις Εκδόσεις Στοχαστής, περίπου 75 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία τους, ο Δρόμος συνομίλησε με τον Λουκά Αξελό, ο οποίος επιμελήθηκε και προλόγισε το βιβλίο.
Για ποιο λόγο να ασχολούμαστε σήμερα με το παρελθόν; Τι σας ώθησε σχεδόν 75 χρόνια μετά να προβείτε σε αυτήν τη σύνθεση στον ίδιο τόμο, δημιουργώντας συνειρμούς για τη σχέση ανάμεσα στα δύο κείμενα;
Είναι απαραίτητο, θα έλεγα, στοιχείο η σαφέστερη δυνατή γνώση της διαδρομής μας ως ατόμων για να συνειδητοποιήσουμε τεκμηριωμένα τη θέση μας στο παρόν. Αυτό που ισχύει για τον καθένα μας ισχύει πολύ περισσότερο για τους λαούς και τα έθνη. Έθνη και λαοί που ξεχνούν το παρελθόν τους παύουν να λειτουργούν ως υποκείμενα της Ιστορίας.
Αυτό δεν ισχύει ακόμα τουλάχιστον για τους Έλληνες. Από την εποχή της Ιλιάδας και της Οδύσσειας η θέση που έδιναν και δίνουν στην Ιστορία τους είναι σημαντική. Ανεξάρτητα από τις καμπές και ασυνέχειες, είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι στις δύσκολες στιγμές ο λαός μας ξαναγύριζε στις πηγές για να αντλήσει δύναμη. Από τον Αισχύλο και τον Ρήγα που θεωρούσαν σημαντικότερο στοιχείο νοήματος ζωής τη συμμετοχή τους στον αγώνα κατά των κατακτητών, μέχρι τον Γληνό και τον Άρη που εμπνέονται ξεκάθαρα από τη διαχρονική ιστορία των Αντιστάσεων του ελληνικού λαού με κορυφαίο σημείο αναφοράς την Επανάσταση του 1821.
Και μόνο αυτός ο λόγος φρονώ ότι θα ήταν αρκετός για να δικαιολογήσει την έκδοση αυτή του «Στοχαστή», όμως στην πραγματικότητα δεν είναι ο μόνος.
Η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν εδώ και χρόνια μετατραπεί σε κράτη περιορισμένης κυριαρχίας. Η διάκριση των εξουσιών αναζητείται πια μόνον στα βιβλία του Μοντεσκιέ. Μια sui generis ημικατοχή αποτελεί την καθημερινότητά μας, που διαρκώς βυθίζεται στο έλος της παθητικότητας και της μοιρολατρίας, χάρη στις συνεχείς συντονισμένες επιθέσεις με ψέματα, αποσιωπήσεις, σιωπές, στρεβλώσεις, πλαστογράφηση της ιστορίας και μεθοδευμένου κλίματος ενοχής και φόβου.
Έχω κατ’ επανάληψη τονίσει ότι η πνευματική ένδεια είναι απείρως χειρότερη από την υλική. Ότι ο φόβος μπροστά στην ελευθερία είναι πανίσχυρος. Ως εκ τούτου, είχα και έχω κάθε λόγο να ξαναθυμίσω, κατά το αναλογούν μου μέρος, στους Έλληνες, «τι έχασαν, τι είχαν, τι τους πρέπει», αλλά -ταυτόχρονα- να ξεπληρώσω ένα προσωπικό μου χρέος. να αποτίσω τον πρέποντα φόρο τιμής στις δύο εμβληματικές μορφές του Αγώνα, τον αρχιτέκτονα του ΕΑΜικού οράματος Δημήτρη Γληνό και τον προδομένο πρωτοκαπετάνιο του ΕΛΑΣ Άρη Βελουχιώτη, ψυχή της νικηφόρας επανάστασης που χάθηκε.
Στην Εισαγωγή σας επιμένετε ότι ανάμεσα στα δύο κείμενα υπάρχει ένα κοινό υπόβαθρο, κοινοί αξιακοί τόποι, αλλά και σταθερά συγκλίνουσες πολιτικοϊδεολογικές εκτιμήσεις που οδηγούν στα ίδια πολιτικά συμπεράσματα. Θα μπορούσατε να σταθείτε αναλυτικότερα στο παραπάνω σκεπτικό;
Πράγματι, αν και πρόκειται για δύο κείμενα σαφώς διαφορετικής τάξης,. προγραμματική διακήρυξη ενός πανεθνικού-παλλαϊκού μετώπου το πρώτο, ομιλία στους πολίτες της Λαμίας το δεύτερο,. εντούτοις η κοινότητα εθνικής, κοινωνικής, ιστορικής και πολιτισμικής οπτικής είναι τόσον εμφανής και ηθικοπολιτικά συγκλίνουσα, που βάσιμα επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι η ηγεσία του εθνικού απελευθερωτικού κινήματος υπεράσπιζε σθεναρά τους ίδιους αξιακούς τόπους.
Θα σταθώ σε έναν κατεξοχήν κοινό τους τόπο.
Η αναφορά στην ιστορική συνέχεια του Ελληνικού Έθνους αποτελεί και για τους δύο την αναγκαία εισαγωγή στα όσα στη συνέχεια θα διατυπώσουν: «Η πολυβασανισμένη χώρα μας στα τρεις χιλιάδες χρόνια της τρικυμισμένης ιστορίας της… Έδειχνε πως οι Έλληνες δεν είναι λαός “ώριμος για σκλαβιά”. Έδειχνε πως οι Έλληνες ξέρουν να πεθαίνουνε για τη λευτεριά, που δεν τους την εχάρισε κανένας ποτέ, παρά πάντα, από τον καιρό του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας, ως το ’21 και ως σήμερα, την κατακτήσανε με το αίμα τους και τον ηρωισμό τους… Γιατί τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, νιώθουμε όλοι ζωντανή μέσα μας την εγερτήρια κραυγή του Ρήγα Φεραίου, που εμψύχωνε τους προγόνους μας του ’21», επισημαίνει ο Γληνός, για να συμπληρωθεί από τον Άρη, που χαρακτηριστικά τονίζει πως: «Μέσα στα χρόνια της σκλαβιάς δεν σταμάτησαν οι αγώνες. Μικροί ή μεγάλοι, ένοπλοι ή όχι. Κι ύστερα μέσα απ’ αυτό το λαό ξεπήδησε ο μεγάλος βάρδος της επανάστασης, που ύμνησε με τα τραγούδια του την ιδέα της εξέγερσης του έθνους, ο πρόδρομος της Φιλικής Εταιρείας: ο Ρήγας. Η αντίδραση τον σκότωσε, πριν προλάβει να φέρει σε πέρας τις αρχές του. Μα ο σπόρος που έσπειρε βλάστησε σύντομα. Σε λίγο, η Φιλική Εταιρεία έγινε κι αγκάλιασε χιλιάδες Έλληνες».
Στην ανάλυσή σας αναφέρετε ότι και τα δύο κείμενα στέκονται εμφαντικά στην επικράτηση της Νέας Τάξης στην Ευρώπη, στα σαφή σχέδια διαμελισμού της χώρας από τους κατακτητές, αλλά και στον καθοριστικό χαρακτήρα που παίρνει η συνέργεια των ντόπιων συνεργατών τους. Αυτά, προφανώς, αποτελούν την Ιστορία του ζητήματος. Όμως και στις μέρες μας η Ελλάδα και ο λαός της περνούν μια καινούργια δοκιμασία. Πιστεύετε ότι οι δύο περίοδοι μπορούν να συσχετισθούν μεταξύ τους με τον Α ή Β τρόπο;
Η αναφορά στον ρόλο του ξένου παράγοντα κατέχει σημαίνουσα θέση στο σκεπτικό και των δύο ηγετών. Η θέση τους απέναντι στον ιμπεριαλισμό και την εξάρτηση είναι σαφής.
«Πάνε δεκαοχτώ μήνες που εβάλθηκαν όλοι τούτοι οι “αρχοντολαοί” να δημιουργήσουν τη “νέα τάξη πραγμάτων” και στην Ελλάδα. Και ο ελληνικός λαός τη γνώρισε, ή καλλίτερα, την ξαναγνώρισε τη νέα τάξη πραγμάτων, που είναι τόσο παλιά όσο και ο κόσμος, και λέγεται με την αληθινή λέξη “σκλαβιά”. Μαύρη σκλαβιά και αρπαγή και βαρβαρότητα, και μπασιμπουζουκισμός και λεηλασία και ερήμωση της χώρας … Η πιο άναντρη, η πιο σιχαμερή τυραννία που παρουσιάστηκε ποτές πάνω στη γη. Αληθινά “νέα τάξη” στον κόσμο. Ξαναγύρισμα στην πρωτόγονη βαρβαρότητα, κατάργηση κάθε νόμου, κάθε ηθικής, κάθε δίκιου. Ο νόμος της Ζούγκλας απάνω στην Ευρώπη! Αυτή είναι η νέα Ευρωπαϊκή τάξη».
Αν η αναφορά στον ρόλο του ξένου παράγοντα είναι χαρακτηριστική, εντυπωσιακή είναι η δριμύτητα και των δύο στην αποκάλυψη του ρόλου των ντόπιων συνεργατών του.
Ανελέητος ο Γληνός αποκαλύπτει τον ρόλο τους, μέσα από την επιχειρηματολογία του ίδιου του Χίτλερ: «Όταν ο Χίτλερ επροετοίμαζε στα κρυφά τα εγκληματικά του σχέδια για την υποδούλωση των Ευρωπαϊκών λαών, συζητώντας κάποιαν ημέρα μ’ ένα φίλο του που τον ερωτούσε με ποιον τρόπο θα νικήσει την εσωτερική αντίσταση των λαών και θα την παραλύσει, είπε με τη συνηθισμένη του ξετσιπωσιά: “Σε κάθε τόπο θα βρεθούνε κάμποσα φιλόδοξα και ιδιοτελή καθάρματα, που θα εξυπηρετήσουν πρόθυμα τους σκοπούς μου, γιατί αυτό θα είναι ο μόνος τρόπος για να αναδειχτούν και να πλουτίσουν στη χώρα τους”. Και η πρόβλεψή του αυτή επραγματοποιήθηκε δυστυχώς… Αυτά λοιπόν τα φιλόδοξα και ιδιοτελή καθάρματα κρύβουν από το λαό όλα τα εγκλήματα των καταχτητών, τους παρουσιάζουν για ευεργέτες του λαού, του καίνε λιβανωτό, γιατί τάχα μας έστειλαν δέκα κουτιά γάλα, τη στιγμή που μας απογυμνώνουν απ’ όλα μας τα αγαθά. Αυτοί κρύβουν από το λαό πως η Μακεδονία και η Θράκη κατακυρώθηκαν στους Βουλγάρους φασίστες και ρημάζεται απ’ αυτούς, πως την Ήπειρο την προορίζουν για την Ιταλική Αλβανία, πως τα Εφτάνησα και τις Κυκλάδες τις προσαρτήσανε κιόλας οι Ιταλοί».
Δεν πρόκειται να υποκύψω στον πειρασμό της εύκολης συναγωγής συμπερασμάτων ανάμεσα στο χθες και το σήμερα. Θα σταθώ απλώς στο αυτονόητο που προκύπτει από την απλή και μόνον ανάγνωση της Ιστορίας και που αφορά τον χαρακτήρα και ρόλο της εθελοδουλίας, που διιστορικά από την εποχή των μηδισάντων, των γραικύλων, των τουρκοπροσκυνημένων, των δωσίλογων έως και σήμερα, αποτελεί τη μαύρη τρύπα της Ιστορίας μας, επιβεβαιώνοντας την άποψη ότι τα τείχη παίρνονται κυρίως από μέσα και θα εξακολουθούν να παίρνονται στον βαθμό που η δεξαμενή των φιλόδοξων και ιδιοτελών καθαρμάτων δεν δείχνει να στερεύει.
Στην ανάλυσή σας σχετικά με τα δύο κείμενα, διαπιστώνει κανείς ότι δίνεται ένα ιδιαίτερο βάρος στα ζητήματα υπεράσπισης της πατρίδας, της αντιιμπεριαλιστικής πάλης, της στήριξης στις δικές μας δυνάμεις, της προάσπισης και διεύρυνσης του δημοκρατικού πατριωτισμού, που, κατά την άποψή σας, αποτελεί το ιδεολογικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται η ΕΑΜική δράση και η πρόταση των δύο πρωταγωνιστών. Μπορείτε να γίνετε σαφέστερος σε σχέση με τα παραπάνω;
Είναι προφανές ότι τόσο η Διακήρυξη όσο και ο Λόγος περικλείουν ένα αναλυτικό σκεπτικό που θέτει μια σειρά ζητημάτων και προβλημάτων που απασχολούσαν τον ευρισκόμενο σε δεινή θέση ελληνικό λαό.
Αυτά μπορεί κανείς να τα ανιχνεύσει σε αρκετές διακηρύξεις ή λόγους της περιόδου. Η ποιοτική διαφορά όμως των δύο κειμένων βρίσκεται στο γεγονός της ορθής ιεράρχησης των αξιών και προτεραιοτήτων, της καίριας εστίασής τους στην κύρια αντίθεση της περιόδου και της υπαγωγής αυτού του πλέγματος ιδεών και προτάσεων κάτω από τις σημαίες του Δημοκρατικού Πατριωτισμού.
Η υπεράσπιση της πατρίδας και η στήριξη στις δικές μας δυνάμεις αποτελεί για τους δύο κορυφαίους του ΕΑΜικού κινήματος τη σημαντικότερη προϋπόθεση αλλά και μέγιστο διακύβευμα.
Η λογική τους για την υπεράσπιση της πατρίδας με όλα τα μέσα, είναι μια λογική που δεν εμπεριέχει όμως ούτε ίχνος σωβινισμού ή εθνικής περιχαρακώσεως, αλλά λογική που εδράζεται στο αυταπόδεικτο στοιχείο της διαφοράς που υπάρχει ανάμεσα στον αμυντικό αγώνα ενός καταπιεζόμενου έθνους και την ανοιχτά βουλιμική επιθετικότητα των κυρίαρχων καταπιεστικών εθνών.
Ακόμα πιο συγκεκριμένα και σε συνδυασμό -πάντα- με το βαθύτερο κοινωνικό περιεχόμενο της «ΕΑΜικής ιδεολογίας», η λογική στήριξης από τον Γληνό και τον Βελουχιώτη στις δικές μας δυνάμεις, όχι μόνο δεν εξαντλείται σε έναν αναδρομικό-παρωχημένο εθνικισμό, αλλά αναδεικνύει από την αφετηρία της το κοινωνικό της πρόσημο και τη βαθιά προσήλωσή της στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση.
Το γεγονός ότι και οι δύο επισημαίνουν ότι η κύρια αντίθεση της συγκεκριμένης περιόδου είναι ανάμεσα στην υποτέλεια/εξάρτηση και την εθνική ανεξαρτησία, προτάσσοντας τη συγκρότηση ενός εθνικού-λαϊκού μπλοκ που θα υπηρετήσει σθεναρά την υπόθεση αυτή, αποτελεί επιβεβαίωση του πολιτικού τους άλματος από τον αριστερίστικο μανιχαϊσμό, αλλά και το ευρύτερο μεταπρατικό πνεύμα που διαπότιζε και διαποτίζει ορισμένα τμήματα της Αριστεράς που δεν θέλησαν να αποδεσμευτούν από τη λογική υπηρέτησης των ποικίλων ρωσοαγγλογάλλων, ασκώντας -ταυτόχρονα- σκληρή κριτική από ταξική -τάχα μου- σκοπιά, σε όσους φροντίζουν να τους υπενθυμίζουν ότι ο ταξικός αγώνας χωρίς αντιιμπεριαλιστικό – εθνικοανεξαρτησιακό χαρακτήρα είναι μια απάτη ή στην καλύτερη των περιπτώσεων μια τραγική αυταπάτη που το λαϊκό κίνημα την πλήρωσε, την πληρώνει και θα την πληρώσει ακριβά.
Έπρεπε να περάσουν 140 περίπου χρόνια από τον Θούριο και την Νομαρχία, για να διατυπωθούν ανάλογης βαρύτητας και απελευθερωτικής ισχύος προτάσεις από το στρατόπεδο της εθνικής και κοινωνικής χειραφέτησης. Οι δύο ηγέτες έχοντας σταθερή πυξίδα τις παρακαταθήκες του Ρήγα και των Φιλικών, επανασυνθέτουν, επανασυγκροτούν και εκσυγχρονίζουν τον αφετηριακό αστικοδημοκρατικό πυρήνα του Δημοκρατικού Πατριωτισμού, προσαρμόζοντάς τον στις νέες συνθήκες και μπολιάζοντάς τον με τα ουμανιστικά προτάγματα και τις κοινωνικές ευαισθησίες που κόμιζε η πληβειακή μαχόμενη Αριστερά.
Με αυτόν τον τρόπο, πέρα από κάθε λογική γραμμικού μιμητισμού και προγονοπληξίας, στηριγμένοι όμως στα διδάγματα του παρελθόντος, παρελθόντος που τους εμπνέει, και ερχόμενοι σε ευθεία σύγκρουση με το κυρίαρχο μεταπρατικό πνεύμα, κατορθώνουν να συγκροτήσουν ένα ξεχωριστής ιθαγένειας, σύγχρονο για την εποχή του, σύστημα αρχών και αξιών με σαφή πατριωτικό, δημοκρατικό, κοινωνικό, ουμανιστικό και διεθνιστικό προσανατολισμό.
«Καμία ήττα δεν είναι οριστική»
Ανατρέχοντας στον Γληνό και τον Άρη, αλλά και την εποποιία της Εθνικής Αντίστασης, ποιο απ’ όλα τα στοιχεία που επισημάνατε είχε για εσάς ένα ξεχωριστό ιδιαίτερο βάρος, που υπό μίαν έννοια θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως ουσιαστική ιστορική διάγνωση αλλά και παρακαταθήκη για το μέλλον;
Η συνδυαστική ανάγνωση των δύο κειμένων, όπου ο Γληνός περιγράφει τι πρέπει να γίνει και ο Άρης πώς και μέχρι ποιο βαθμό έγινε αυτό, επιβεβαιώνει την ιστορικά διαμορφωμένη πεποίθησή μου «για την ύπαρξη άλατος», δηλαδή για την σταθερή παρουσία, όπως με σαφήνεια επισήμανε και ο Νικόλαος Σβορώνος, του πνεύματος της Αντίστασης που χαρακτηρίζει την πορεία του Ελληνικού Έθνους, κάτι που ανεξάρτητα από τις ασυνέχειες, τις κάμψεις ή υπαναχωρήσεις του εξακολουθεί να αποτελεί σταθερή κατάκτηση μέσα στον μακρύ ιστορικό χρόνο.
Ο 20ός αιώνας έκλεισε με τον ηρωικό θάνατο (1996) του Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού, δολοφονηθέντων στη Λευκωσία από τις σφαίρες των Τούρκων κατακτητών.
Το 2004 η απάντηση των Ελλήνων της Κύπρου ήταν ένα βροντερό «όχι» στο φρανκενσταϊνικής κοπής τερατούργημα, το Σχέδιο Ανάν. Το 2015 το εξίσου βροντερό «όχι» των Ελλαδιτών στην επέλαση της αριστοκρατίας του χρήματος και των σταυροφόρων του αριστερονεοφιλελευθερισμού προδόθηκε. Οι σταυροφόροι προσώρας είναι οι νικητές. Όμως εγώ που έφαγα όλη μου τη ζωή διαβάζοντας Ιστορία και συμμετέχοντας ενεργά στα πολιτικά δρώμενα, γνωρίζω καλά ότι καμία ήττα δεν είναι οριστική. Τίποτα δεν τέλειωσε. Όλα τώρα αρχίζουν.