Η ρευστότητα επιτείνεται για δυο λόγους: αφενός γιατί το εκλογικό σώμα δεν συγκλίνει και δεν συγκροτεί σχέσεις εκπροσώπησης (ο «Κανένας» επανεμφανίζεται εμφατικά στις δημοσκοπήσεις, οι οποίες αναγκάζονται να τον απαλείψουν με αναγωγές) και αφετέρου διότι η ισορροπία των δυνάμεων, δηλαδή η πολιτική αρχιτεκτονική, είναι πρωτόγνωρη και από μόνη της δυσπρόσιτη και δυσανάγνωστη. Διαμορφώνεται ένα τριπολικό πολιτικό σκηνικό, με την έννοια ότι στο επίκεντρό του βρίσκονται τρεις βασικοί πόλοι, ενώ στην περιφέρεια δρουν οι μικρότεροι σχηματισμοί, υπό την έννοια των μικρότερων δυνατοτήτων παρέμβασης. Ένα τριπολικό σκηνικό που αποτελεί κράμα ποσοστών και πολιτικής δυναμικής (η τελευταία, δεν αποτυπώνεται απευθείας στα εκλογικά ποσοστά, όπως συμβαίνει π.χ. με την Χ.Α.), που συνθέτουν ο ΣΥΡΙΖΑ, η Χρυσή Αυγή και η τρόικα εσωτερικού, όπως συνηθίζεται πλέον να αποκαλείται η κυβερνητική συμμαχία που στην ουσία, με την προσχώρηση της ΔΗΜΑΡ, συγκροτεί τον φιλελεύθερο χώρο.
Ας σημειωθεί ότι το τριπολικό σχήμα είναι και τεχνικά ασταθές ως προς τη δομή του, αντιδιαστελλόμενο με το γνωστό διπολισμό ο οποίος ενισχύεται αυτοματοποιημένα ως εναλλαγή («ό,τι κερδίζει ο ένας, το χάνει ο άλλος»), περιθωριοποιώντας ταυτόχρονα τους τρίτους που συμπιέζονται από διλήμματα και αδρανοποιούνται. Αντιθέτως σήμερα, φαίνεται να διαμορφώνεται μια νέα ασταθής πολιτική ισορροπία που βέβαια, όπως δημιουργήθηκε σε χρόνο μηδέν, το ίδιο εύκολα μπορεί και να καταρρεύσει.
Πλεονέκτημα Σαμαρά
Ο Σαμαράς, ο οποίος μάλλον κατανόησε πρώτος τη δομή και τις σχέσεις στο εσωτερικό της νέας κατάστασης, φαίνεται να πλεονεκτεί στην αντιμετώπισή της ως μύστης του παλαιοκομματικού κριτηρίου και της διαχείρισης κατεστημένων πολιτικών καταστάσεων. Επιπλέον, διαθέτει αντανακλαστικά, αν αναλογιστούμε τον αστραπιαίο τρόπο με τον οποίο ανασύνταξε τη φθίνουσα Δεξιά μετά τη βαριά εκλογική ήττα του 2009, ανασυντάσσοντας ταυτόχρονα συνολικά το κλυδωνιζόμενο πολιτικό σύστημα, με την ανοχή βεβαίως του ΣΥΡΙΖΑ.
Η επίστρατη θεωρία των δύο άκρων που επικαλείται τελευταία η Ν.Δ., εκτός βεβαίως από τον αποσταθεροποιητικό της χαρακτήρα και τους αντίστοιχους κινδύνους που αυτή κομίζει στην πολιτική πραγματικότητα της χώρας, ανοίγει μέτωπα και εγκολπώνεται τη νομιμότητα, την οποία ταυτίζει με τον φιλελεύθερο χώρο. Αν τα άκρα εξ ορισμού είναι «κακά», τότε ο μεσαίος χώρος αυτόματα καθαγιάζεται. Ο Σαμαράς δημαγωγεί γύρω από την κοινωνική ησυχία και από το ενδεχόμενο εμφύλιο χάος των άκρων, επιχειρώντας μια βαθιά ιδεολογική ανασύνταξη της Δεξιάς, που της δίνει πόντους όσο κερδίζει χρόνο, όσο πολυπλοκοποιείται περαιτέρω το σκηνικό και κυρίως, όσο η Αριστερά δεν ανοίγει ουσιαστικό μέτωπο στο φιλελευθερισμό. Έτσι, δεν είναι σήμερα τόσο βέβαιο, όσο ήταν τον Ιούνη, ότι η λήψη των ισοπεδωτικών μέτρων θα οδηγήσει τη Ν.Δ. στον Καιάδα. Με άλλα λόγια, ο Σαμαράς δεν θα πέσει από μόνος του, θα πρέπει να ηττηθεί από τους πολιτικούς του αντιπάλους.
Η βιαστική εκτίμηση του ΣΥΡΙΖΑ για νέο διπολισμό
Απ’ τη δική του πλευρά ο ΣΥΡΙΖΑ, κυριάρχησε στην Αριστερά και ενσωμάτωσε τμήμα του αριστερόστροφου ΠΑΣΟΚ, εξουδετερώνοντας προς το παρόν την αμφισβήτησή του από την υπόλοιπη Αριστερά. Βιάστηκε πάντως να εκτιμήσει, μετά τον Ιούνιο, πως πάμε σε νέο διπολισμό, από τον οποίο ο ίδιος θα μπορούσε να ευνοηθεί, ερχόμενος αυτοματοποιημένα στην εξουσία επί τη βάσει της φθοράς του αντιπάλου του. Γι’ αυτό η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ασχολήθηκε κυρίως με τα ενδεχόμενα και τις τακτικές που θα μηχανευτούν τα εξωθεσμικά κέντρα για να αποτρέψουν ή να ναρκοθετήσουν την επικείμενη εναλλαγή εξουσίας.
Έτσι, δυσκολεύεται σήμερα να αξιολογήσει τις νέες ισορροπίες. Για παράδειγμα, εξακολουθεί να θεωρεί τη Χρυσή Αυγή μακρύ χέρι του συστήματος, δηλαδή ενεργούμενο, αγνοώντας, τόσο ότι η άνοδός της τροφοδοτήθηκε από τμήμα του κοινωνικού ριζοσπαστισμού που έμεινε πολιτικά ακάλυπτο, όσο και την παραπέρα αυτονόμηση και μετεξέλιξή της. Αίφνης, η απερίσπαστη σώρευση ποσοστών για τον ΣΥΡΙΖΑ καθ’ οδόν προς την εξουσία μπαίνει σε αμφισβήτηση. Εάν προστεθούν και άλλα στοιχεία, όπως ότι η στρατηγική ενότητας της Αριστεράς απέτυχε, καθώς και η άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να μπει σε λογική πλατιών λαϊκών μετώπων σωτηρίας, τότε εκ των πραγμάτων η μόνη προοπτική που απομένει, αυτή της μονοκομματικής διεξόδου, μοιάζει ακόμη πιο θαμπή και δυσθεώρητη σε συνθήκες τριπολισμού.
Η… υπερβατική Χρυσή Αυγή
Η Χ.Α. εισέβαλε στο πολιτικό προσκήνιο, και πέρα από αξιολογήσεις για τα όρια της δυναμικής της και τις αιτίες του φαινομένου, αποτελεί ήδη μια πραγματικότητα. Επιδιώκει να συγκροτηθεί ως αυτόνομος πόλος σε πραγματικές βάσεις, δηλαδή να λειτουργήσει υπερβατικά του πολιτικού συστήματος και των θεσπισμένων από το ίδιο, κριτηρίων κατάταξης. Έτσι πχ. θα πρέπει κανείς να ερμηνεύσει τη θέση της Χ.Α. για έξοδο της χώρας από το ΝΑΤΟ και για στροφή προς τη Ρωσία, τη σύγκρουσή της με τη Δεξιά κλπ. Η γραμμική οπτική που αντιμετωπίζει τη Χ.Α. ως παροξυστική αποφυάδα του δεξιού χώρου, ότι δηλαδή Χ.Α. και Δεξιά είναι συγκοινωνούντα δοχεία, εξουδετερώνεται. Η Αριστερά πολύ σύντομα, ίσως αναθεωρήσει αυτή τη θέση. Για τη Χ.Α. το ζήτημα της νομιμότητας είναι κρίσιμο. Και θα την ακολουθεί δραματικά ως επίκαιρο για όλο το επόμενο διάστημα, όπου το λόγο για την τελική απόφαση θα έχουν ευρύτερα κέντρα που χειραγωγούν το πολιτικό σύστημα, όσο και οι διεθνικού τύπου επιρροές.
Από τι θα κριθεί το μέλλον;
Να λοιπόν γιατί η επόμενη φάση φαίνεται πραγματικά απροσδιόριστη. Θα κριθεί, όμως, από την έκβαση των ισορροπιών στην τωρινή συγκυρία. Το μέλλον, δηλαδή, δεν θα κριθεί μονοσήμαντα από τη φθορά της κυβέρνησης ένεκα των μέτρων, αλλά και από τις πολιτικές κινήσεις των κεντρικών παικτών στο νέο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται.