Της Μαρίας Θ. Μάρκου

 

Να ένα καλό νέο. Με τα πρώτα μέτρα αναδιάρθρωσης, μέχρι το 2060 το χρέος μας θα έχει μειωθεί κατά 20%. Αν συνεχίσουμε έτσι, σε 200 χρόνια θα έχουμε καθαρίσει.

Σ’ όλη την Ευρώπη, υπολογίζουν πόσες δεκάδες χιλιάδες ευρώ οφείλει κάθε παιδί που γεννιέται. Η αντιστροφή της διαγεννεακής αλληλεγγύης. Στις ΗΠΑ, το σύνολο των φοιτητικών δανείων έχει προ πολλού ξεπεράσει το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια. Κι εδώ μαραζώνει το πανεπιστήμιο. Κάποτε τα παιδιά μας από αυτό άρχιζαν τη ζωή τους. Τώρα την υποθηκεύουν από πριν, όπως όλες οι επιχειρήσεις, με εγγύηση τα μελλοντικά κέρδη – αν και όπου υπάρχει ακόμα δουλειά.

Η ιδιωτικοποίηση του πανεπιστημίου εξοικονομεί βέβαια δαπάνες από το κοινωνικό κράτος. Θέλω να πω από το δημόσιο χρέος. Χρειαζόμαστε λιγότερους πτυχιούχους, με πιο σύντομη εκπαίδευση, πιο στοχευμένη στην παραγωγή. Εκεί θα βελτιωθούν, φτιάχνοντας ξανά και ξανά το “προφίλ” τους, σε δια βίου μάθηση μεταξύ απολύσεων. Να βάλουν στόχους, χρονοδιαγράμματα και αξιολογήσεις. Να πάρουν ISO, σαν επιχειρηματίες του εαυτού τους, διαχειριστές του “ανθρώπινου κεφαλαίου” τους. Η καριέρα δεν περιμένει. Ο χρόνος είναι χρήμα. Ή μήπως όχι; Το χρήμα δεν είναι πια γενικό ισοδύναμο της εργασίας, είναι συνάρτηση των επιτοκίων. Ο χρόνος είναι λοιπόν τόκος. Έτσι και η ζωή μας. Στο μάνατζμεντ είναι “διαχείριση ανθρώπινων πόρων”. Είμαστε όλοι πόροι τίνος;

Μην μου το πείτε, γιατί όλο καινούργιες λέξεις ακούω. Η κοινοτοπία του κακού δεν προσφεύγει πια στον αρχαϊσμό (αν θυμηθούμε τον Ντεμπόρ), αλλά στην καινοτομία όπως η διαφήμιση. Η οικονομία, η πολιτική, μας πυροβολούν με λέξεις που δεν σημαίνουν τίποτα και με αριθμούς που ούτε οι ίδιες καταλαβαίνουν – στατιστικές, δείκτες, πρωτόκολλα, έτοιμα μοντέλα πολιτικών χωρίς πολιτική. Ας όψεται η ανάγκη – το κράτος που θέλει αλλά τι να σου κάνει κι αυτό. Αν καταλάβαιναν θα έβλεπαν, θα βλέπαμε, ότι πρόκειται για τη λίβρα από σάρκα που περιλαμβάνουν τα ψιλά γράμματα του κάθε Σάυλοκ. Από ποιό μέρος του σώματος; Προβλέπεται το αίμα;

Ακόμα περιμένουμε τη ρύθμιση για τα κόκκινα δάνεια όλων των ειδών: επιχειρηματικά, στεγαστικά, καταναλωτικά, κάρτες. Δεν πάει πολύς καιρός που μας τις διαφήμιζαν σαν ένδειξη κοινωνικού κύρους: “αυτή η κάρτα δεν πρέπει να λείπει από το πορτοφόλι σας”. Μας τις έστελναν στο σπίτι, χωρίς να τις ζητήσουμε. Πωλητές μας πολιορκούσαν. Και, σε μια στιγμή, “ούτε ένα τηλεφώνημα”. Μας είπαν ότι φταίμε, δεν ήμασταν προσεκτικοί και ζούσαμε “πάνω από τις δυνατότητές μας”. Το εμπεδώσαμε σκληρά. Μετρούσαμε τις δεκάρες στην τσέπη, να βγει ο μήνας χωρίς μεγάλο έλλειμμα.

Πριν από λίγους μήνες μάθαμε όμως ότι οι κάρτες πάλι θα μας σώσουν. Την πρωτοχρονιά ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και το ρευστό χρήμα ποινικοποιήθηκε. Το πλαστικό θα είναι το φάρμακο για τη φοροδιαφυγή και οι τράπεζες θα έχουν προμήθεια από το σύνολο του εθνικού εισοδήματος. Πώς θα μετράμε τώρα τις δεκάρες; Θα παίρνουμε τα τσιγάρα στη χοντρική, τον καφέ για το γραφείο σε θερμός και το Σαββατοκύριακο θα κάνουμε στο σπίτι λογαριασμούς. Ποιος ξεπέρασε το πλάνο του; Ποιο χαρτάκι παράπεσε και δε βγαίνει η σούμα της τράπεζας; Ποιος θεμελίωσε το αφορολόγητο; Ο απόλυτος έλεγχος μέσα από τη φτώχεια. Θα είναι με ακρίβεια χαρτογραφημένο από ποιον πληρωθήκαμε (και αν), πότε, πόσο και γιατί, τι καταναλώσαμε και πού βρισκόμασταν εκείνη τη στιγμή. Έτσι τα big data θα φτιάχνουν το πορτρέτο μας μεταξύ καταναλωτή και τρομοκράτη. Η θρησκεία του pin. Γελούσαμε μ’ όσους έβλεπαν σ’ αυτό τον αντίχριστο. Όλα εδώ πληρώνονται – αλλά ακριβώς για το νόημα του χρέους μιλώ.

Η ιστορία είναι βέβαια σε ποιον θα πουληθεί το ιδιωτικό χρέος και με ποιους όρους. Τίποτα δεν έμαθαν οι τράπεζες από την κρίση των παραγώγων και έχουν το λόγο τους: Το ρίσκο και τη χασούρα τους το ανέλαβαν τα κράτη τινάζοντας στα ύψη το δημόσιο χρέος. Σημαίνει λιτότητα, φορολογία, ιδιωτικοποιήσεις, περικοπή κοινωνικών δαπανών. Όλα άρχισαν με τη διόγκωση του δημόσιου χρέους στις αναπτυγμένες χώρες. Τις αναπτυσσόμενες τις είχαμε ήδη ρημάξει. Η κεϋνσιανή συναίνεση υπέθετε ότι υπάρχει πλούτος για αναδιανομή. Αλλά η παγκοσμιοποίηση τον μάζεψε στις υπεράκτιες. Το κοινωνικό κράτος βρέθηκε να το χρωστάμε οι υπόλοιποι – ό,τι είχε μείνει δηλαδή, αφού τα αποθεματικά του παίχτηκαν στις ιδιωτικές αγορές και οι δημόσιες επιχειρήσεις ξεπουλήθηκαν με όρους πρωταθλητισμού. Ο ΟΟΣΑ δεν παύει να παρακολουθεί το “ρυθμό ιδιωτικοποιήσεων”. Ελέγχεται το αν μοιράζει βραβεία. Σίγουρα όμως κάνει πλάνα για το πότε θα έχει ιδιωτικοποιηθεί το σύνολο του δημόσιου τομέα γιατί μετά έχουμε την “κληρονομιά”.  Σ’ αυτή, μαθαίνουμε, είναι τώρα τα λεφτά κι έχει κοστολογηθεί για να σχεδιάσουμε τα υπερταμεία.

Από δω και πέρα, θα πρέπει να πληρώνουμε για τις ανάγκες μας. Η εκπαίδευση, η υγεία, η κατοικία, ό,τι στις χάρτες των δικαιωμάτων στοιχειοθετεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, δεν θα είναι δώρο. Θα το παίρνουμε με πίστωση – αρκεί να δώσουμε εγγυήσεις. Την ελευθερία μας.

Στην “Κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου”, ο Λαζαράτο ξαναπιάνει την υπόθεση του Νίτσε ότι η θεμελιώδης κοινωνική σχέση δεν είναι η ανταλλαγή (οικονομική και συμβολική) αλλά το χρέος, η σχέση πιστωτή / οφειλέτη, το είδος της ανταλλαγής που εμπλέκει τον χρόνο, δημιουργώντας μνήμη και προοπτική μέσα από μια ασύμμετρη ηθική, μια ενοχική δέσμευση. Ο πιστωτής δεν παρέχει χρήμα αλλά “εμπιστοσύνη”. Αυτή μεταφράζεται σε τόκο. Ο οφειλέτης δεν οφείλει χρήμα αλλά χρόνο. Οφείλει τη ζωή που θα οργανώσει για να αποπληρώσει το χρέος με τον τόκο. Αυτό μεταφράζεται σε κοινωνική υποταγή. Στο “Σημεία και μηχανές” ο Λαζαράτο προχωράει αυτή τη θέση. Το χρέος είναι ένας μόνο από τους τρόπους που ο καπιταλισμός δομεί την υποκειμενικότητα. Τρόπους που συναιρούνται στη “μηχανική υποδούλωση”, μια “α-σημαίνουσα” μηχανική απο-εδαφοποίησης και απο-ανθρωποποίησης της ενιαίας παραγωγής προϊόντων, καταναλωτών και παραγωγών. Το θέμα είναι, αν καταλαβαίνω, να ξανακάνουμε ανθρώπινα αυτά τα αδιάφορα πλέγματα παραγωγής, κόμβοι των οποίων είναι οι άνθρωποι όσο και οι μηχανές (υλικές και κοινωνικές).

Έτσι νόμιζα μέχρι που βγήκε, προχτές, το σχέδιο πορίσματος για τα χρέη καναλαρχών και κομμάτων. Ο Λαζαράτο δεν με βοηθάει πια καθώς, για όλους αυτούς, το χρέος καμιά υποδούλωση, καμιά υποταγή δεν φαίνεται ν’ αντιπροσωπεύει. Μόνο εξουσία στην πιο ολοκληρωτική μορφή.  Άλλης λογής υποκειμενικότητα η δική τους. Καθόλου απρόσωπος κι αδιάφορος και απο-εδαφοποιημένος γι αυτούς ο καπιταλισμός. Η θεωρία, λέω, σηκώνει τα χέρια ψηλά.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!