Λίγο πριν ορκιστεί πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Τραμπ είχε σπεύσει να συνομιλήσει με τον τότε ηγέτη του Πακιστάν, τον Ναουάζ Σαρίφ – που τον περασμένο Ιούλιο εξαναγκάστηκε σε παραίτηση όταν αποκαλύφθηκε η εμπλοκή του στο σκάνδαλο των Panama Papers. Σε αυτήν τη συνομιλία ο Τραμπ αποκάλεσε τον Σαρίφ «καταπληκτικό τύπο» και το Πακιστάν «συναρπαστική και φανταστική χώρα». Από τότε όμως κύλησε αρκετό νερό στο αυλάκι: αυτήν την Πρωτοχρονιά ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι το Πακιστάν «μας έχει φλομώσει στα ψέματα και φιλοξενεί τρομοκράτες, νομίζοντας ότι είμαστε ηλίθιοι». Ταυτόχρονα ανακοίνωσε ότι δεν θα καταβληθεί η ετήσια «στρατιωτική βοήθεια» προς την Ισλαμαμπάντ, που υπολογίζεται σε 2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ήδη το περασμένο καλοκαίρι ο ορίζοντας των αμερικανοπακιστανικών σχέσεων είχε σκοτεινιάσει, αναγκάζοντας τον νέο πρωθυπουργό της χώρας Σαχίντ Αμπάσι να δηλώσει ότι ο Τραμπ προσπαθεί να μετατρέψει τον Πακιστάν σε αποδιοπομπαίο τράγο των αποτυχιών της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Επιπλέον, ο Αμπάσι στράφηκε εκ νέου στην Κίνα –με την οποία το Πακιστάν είχε από παλιά καλές σχέσεις λόγω της διαμάχης του Πεκίνου με την Ινδία– επιδιώκοντας συμφωνίες διευρυμένης οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας, και εκνευρίζοντας έτσι ακόμη περισσότερο τον Λευκό Οίκο. Λίγο αργότερα, τον Οκτώβριο 2017, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Ρεξ Τίλερσον επισκέφθηκε την Ισλαμαμπάντ και συναντήθηκε με τον Αμπάσι (βλ. φωτό), επιχειρώντας να συμμαζέψει τη ζημιά και αποκαλώντας το Πακιστάν «απίστευτα σημαντική περιφερειακή δύναμη».
Εδώ ας σημειωθεί ότι το Πακιστάν των 80 εκατομμυρίων κατοίκων αποτελεί πράγματι μια τέτοια δύναμη που, εκτός των άλλων, είναι εξοπλισμένη και με πυρηνικά όπλα: υπολογίζεται ότι διαθέτει 120-130 πυρηνικές κεφαλές, δηλαδή περισσότερες από τη γειτονική (και εχθρά του) Ινδία και τις μισές από όσες έχει η Κίνα. Εδώ και δεκαετίες οι ΗΠΑ αλωνίζουν στο Πακιστάν, το οποίο η CIA χρησιμοποίησε ως βάση εξόρμησης για τους Αφγανούς μουτζαχεντίν που πολεμούσαν εναντίον των Σοβιετικών. Έτσι «κληρονομήθηκε» και το πρόβλημα της τρομοκρατίας, από τη στιγμή που οι ισλαμιστές αυτονομήθηκαν από την Ουάσιγκτον, με τη διαπλοκή αμερικανικών και πακιστανικών μυστικών υπηρεσιών και ισλαμιστικών δικτύων να έχει μετατραπεί σε αντιφατικό κουβάρι.
Η όλο και βαθύτερη διάρρηξη των αμερικανοπακιστανικών σχέσεων στην πραγματικότητα αποτελεί, κι αυτή, ένδειξη της προϊούσας αδυναμίας των ΗΠΑ. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ένα πληγωμένο αγρίμι, που είχε συνηθίσει να είναι ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς της παγκόσμιας ζούγκλας, καθίσταται λιγότερο επικίνδυνο – το αντίθετο συμβαίνει.