Η απόφαση Τραμπ να αποσύρει άμεσα την αμερικάνικη στρατιωτική δύναμη των 2.000 στελεχών που ήταν διασπαρμένη σε στρατηγικής σημασίας περιοχές της Συρίας και να περιορίσει στο μισό την στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, μέσα στην αντιφατικότητά της, είναι μια μεγάλης σημασίας κίνηση με σοβαρές συνέπειες για όλη την περιοχή, και της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης.
Η αντιφατικότητά της έγκειται στον συνεχιζόμενο «εσωτερικό πόλεμο» μεταξύ των διαφορετικών κέντρων εξουσίας και ισχύος στις ΗΠΑ σχετικά με τους βασικούς προσανατολισμούς της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Η άμεση παραίτηση του Αμερικανού υπουργού Άμυνας, οι –σύμφωνα με πληροφορίες– διαφωνίες των Πομπέο και Μπόλτον, υπουργού Εξωτερικών και συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του Τραμπ αντίστοιχα, προμηνύουν σφοδρό κύμα αντιδράσεων και ίσως νέες παραιτήσεις κορυφαίων στελεχών της κυβέρνησης Τραμπ.
Παράλληλα η αντιφατικότητα της απόφασης έγκειται στο γεγονός ότι μόλις λίγες μέρες πριν είχε δηλωθεί με κατηγορηματικό τρόπο η άρνηση των ΗΠΑ να δώσουν πράσινο φως στον Ερντογάν να ξεκινήσει μια νέα στρατιωτική επέμβαση κατά των Κούρδων μαχητών στη Βόρεια Συρία με στόχο περιοχές ανατολικά του Ευφράτη ποταμού όπου στάθμευαν αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις. Μάλιστα οι προειδοποιήσεις έφθαναν μέχρι του σημείου να απειλούν την Τουρκία ότι θα δεχθεί πλήγματα από τις αμερικάνικες δυνάμεις αν επιχειρήσει μια νέα εισβολή. Τι μεσολάβησε στο μεταξύ διάστημα για αυτήν την θεαματική στροφή της αμερικάνικης πολιτικής;
Η Τουρκία αναντικατάστατος σύμμαχος των ΗΠΑ
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες είχε προηγηθεί τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ Τραμπ-Ερντογάν με αντικείμενο το σύνολο των θεμάτων που χωρίζουν τις δύο χώρες δηλαδή την αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400, το πρόγραμμα παράδοσης των αμερικάνικων μαχητικών F-35, την κατάσταση στην Συρία, τις τουρκικές ανησυχίες για την «απειλή» που συνιστούν οι Κούρδοι στη Β. Συρία, τις ανησυχίες των ΗΠΑ για την πολιτική του Ιράν και της Ρωσίας στην περιοχή, τις εξελίξεις στην Σαουδική Αραβία κ.ο.κ.
Λέγεται ότι στη συζήτηση αυτή ο Τούρκος πρόεδρος «καθησύχασε» τον Τραμπ διαβεβαιώνοντας ότι μόνο η Τουρκία είναι σε θέση να περιορίσει τις επεκτατικές βλέψεις του Ιράν στην περιοχή – και βέβαια ούτε οι Κούρδοι του YPG ούτε το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία.
Δεν είναι βέβαιο αν ο Τραμπ πήρε στα σοβαρά τις τουρκικές διαβεβαιώσεις. Το βέβαιο είναι ότι ακολούθησε η επίσημη αμερικάνικη πρόταση για αγορά του αντιπυραυλικού συστήματος Patriot από τους Τούρκους και η ανακοίνωση περί απόσυρσης των αμερικάνικων δυνάμεων από την Συρία – την αμέσως επόμενη μέρα.
Η απόφαση αυτή του Τραμπ πιστοποιεί την σημασία που έχει για την αμερικάνικη πολιτική η Τουρκία και επιβεβαιώνει τις ακούραστες προσπάθειες του να συγκρατήσει την χώρα στην δυτική συμμαχία.
Την ίδια στιγμή η απόφαση αυτή δημιουργεί αρκετές νέες ασάφειες. Πώς θα αντιδράσει η Συρία και κατ’ επέκταση η Ρωσία, στην σχεδιαζόμενη νέα τουρκική εισβολή; Η τουρκική παρουσία στη Β. Συρία στην πραγματικότητα ισοδυναμεί με διαμερισμό της επικράτειας της Συρίας και κατοχή, μέχρι σήμερα, ενός 10% του συριακού εδάφους. Η καταφανώς παράνομη αυτή ενέργεια γινόταν ανεκτή από την Ρωσία και αναγκαστικά από τη κυβέρνηση Άσαντ, όσο η Τουρκία συνιστούσε ανοικτή πληγή στην συνοχή του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Το ερώτημα είναι αν θα συνεχίσει να γίνεται ανεκτή η τουρκική στάση στη Συρία στο βαθμό που ο Ερντογάν αποδεχθεί την πρόταση αγοράς των αμερικάνικων πυραύλων και δια αυτής της οδού αποκατασταθεί η σχέση της χώρας του με το ΝΑΤΟ. Είναι βέβαιο ότι μετά το αμερικανικό πακέτο (πύραυλοι Patriot – απόσυρση από την Συρία) εκλείπουν τα περιθώρια ελιγμών του Ερντογάν και πιέζεται για ξεκαθάρισμα της θέσης του. Η επιλογή της συνέχισης μια πολιτικής που θα του εξασφαλίζει αμερικάνικους πυραύλους και αεροπλάνα, ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα και κατοχή της Συρίας μοιάζει ανεδαφική. Γιατί προϋποθέτει τον ταυτόχρονο εξευτελισμό και των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Δύσκολο καθώς στην περιοχή παίζονται πολλά…
Παρενέργειες και ερωτηματικά
Η απόφαση Τραμπ μπορεί να δικαιώνει και να πιέζει ταυτόχρονα την τουρκική πολιτική όμως δημιουργεί ταυτόχρονα δυσανάγνωστες παρενέργειες και αναπάντητα ερωτηματικά. Η απόσυρση των αμερικάνικων δυνάμεων από την Συρία αφήνει πλήρως εκτεθειμένους τους Κούρδους μαχητές του SDF (Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις) και του YPG στην επιθετικότητα της Τουρκίας. Δεν προξενεί βέβαια κατάπληξη η αμερικανική «προδοσία» απέναντι στους Κούρδους, στο μέχρι τώρα «στρατηγικό σύμμαχό» της στην περιοχή. Ενδιαφέρον έχει το πώς θα αξιολογηθεί αυτή η συμπεριφορά από άλλες σημαντικές περιφερειακές δυνάμεις που ενώ μέχρι σήμερα συνασπίζονται με τις ΗΠΑ τώρα βλέπουν την επιλογή τους έωλη έναντι μιας αιφνίδιας αλλαγής πολιτικής των Αμερικάνων. Κοντολογίς οι ΗΠΑ αποτυγχάνουν να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη στα καθεστώτα της Μ. Ανατολής σε αντίθεση με την Ρωσία που αναδεικνύεται φερέγγυος σύμμαχος.
Η απόφαση του Τραμπ να αποσύρει την αμερικανική στρατιωτική δύναμη από τη Συρία πιστοποιεί την σημασία που έχει η Τουρκία για την αμερικάνικη πολιτική και επιβεβαιώνει τις ακούραστες προσπάθειες που κάνει για να την συγκρατήσει στην δυτική συμμαχία
Ήδη το Ισραήλ αντιδρά με σφοδρότητα στην απόφαση Τραμπ. Δηλώνει επίσημα ότι η απόφαση αυτή εκθέτει το Τελ Αβίβ σε τεράστιους κινδύνους καθώς διευκολύνει την στρατιωτική επέκταση του Ιράν στο έδαφος της Συρίας και ενδυναμώνει τον άξονα Ιράν-Συρία-Χεζμπολάχ που αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο για το Ισραήλ. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Νετανιάχου ζήτησε εσπευσμένη συνάντηση με τον Τραμπ και δήλωσε αποφασισμένος να αντιμετωπίσει, έστω και μόνος, το κίνδυνο που συνιστά το Ιράν και η Τουρκία για τη χώρα του.
Την ίδια στιγμή σιωπηλή και αμήχανη είναι η αντίδραση της Σαουδικής Αραβίας ίσως υπό το βάρος των συνεπειών της δολοφονίας Κασόγκι.
Το βέβαιο είναι ότι η απόφαση Τραμπ βάζει σε δοκιμασία το «δόγμα εξωτερικής πολιτικής» που εξήγγειλε ο ίδιος και ονόμαζε ως πρωταρχικούς εχθρούς της αμερικάνικης πολιτικής το Ιράν, τη Ρωσία και την Κίνα ενώ ανακήρυσσε πυλώνες της πολιτικής του στη Μ. Ανατολή το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία.
Την ίδια στιγμή λύνει τα χέρια της Ρωσίας να αναδειχθεί όχι μόνο ο νικητής του πολέμου κατά του ISIS αλλά και αδιαμφισβήτητος ρυθμιστής των εξελίξεων στην Συρία και στη Μέση Ανατολή.
Οι αντιφάσεις της πολιτικής επιλογής Τραμπ και τα ρίσκα που συνιστά δεν μπορούν να απαντηθούν προς το παρόν με βεβαιότητα. Απλά επιβεβαιώνουν την πολυπλοκότητα και το δυσανάγνωστο των εξελίξεων στην πιο θερμή περιοχή του πλανήτη αλλά και επιβεβαιώνουν τους παραμένοντες όρους και προϋποθέσεις που είναι ικανοί να οδηγήσουν σε μια γενικευμένη σύρραξης στην περιοχή.
Η επιτυχία του Ερντογάν
Η απόφαση του Ντ. Τραμπ για αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Σύρια αποτελεί αναμφισβήτητη επιτυχία της πολιτικής Ερντογάν. Ο τελευταίος έπαιζε την ακεραιότητα της χώρας του, ακόμα και την ίδια του τη ζωή, κορώνα-γράμματα σε ένα ακραίο διπλωματικό ισορροπιών μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Έχοντας ένα σαφές σχέδιο υπεράσπισης όσων θεωρεί δίκαια για την τουρκική πλευρά δεν δίστασε να πραγματοποιήσει θεαματικές κινήσεις στην εξωτερική του πολιτική, να εκβιάζει ταυτόχρονα και τις δύο πλευρές (ΗΠΑ και Ρωσία), να πετυχαίνει νίκες. Πήρε και από τους δύο πράσινο φως για δύο εισβολές στην Συρία, προχώρησε στην αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400 αγνοώντας τις απειλές ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, συμμετέχει στην παραγωγή των F-35 και επιμένει στην αγορά τους, συντάσσεται με τη Ρωσία στο πόλεμο της Συρίας, συντάσσεται με την Δύση στη διένεξη της Κριμαίας, αντέδρασε και πέτυχε την ματαίωση της ρωσοσυριακής επέμβασης στο Ιντλίμπ που επεδίωκε σθεναρά η δυτική συμμαχία. Ο Ερντογάν όχι μόνο «επέζησε» μέσα στη δίνη των γεγονότων αλλά, σήμερα, κερδίζει μια ακόμα σημαντική θέση.
Η αποχώρηση των ΗΠΑ από την Συρία ουσιαστικά του δίνει πράσινο φώς για την εκκαθάριση των νότιων συνόρων της Τουρκίας από την απειλή που συνιστούν οι Κούρδοι. Η δυνατότητα αυτή είναι στρατηγικής σημασίας για την Τουρκία και στην πραγματικότητα η ουσιαστική αιτία των ακραίων διπλωματικών της χειρισμών.
Ελλάδα: Φαντασιώσεις «ισχυρής χώρας»
Οι επιβεβαιώσεις της τουρκικής πολιτικής από την απόφαση Τραμπ πυροδοτεί την επιθετικότητα της Άγκυρας σε ολόκληρο τον άξονα Αιγαίο-Κύπρο-Αν. Μεσόγειο. Άλλωστε η ίδια η Τουρκία διακηρύσσει διαρκώς ότι έχει μια ενιαία πολιτική που αφορά το σύνολο των γεωστρατηγικών της επιδιώξεων που απλώνονται στα οθωμανικά όρια της «χερσαίας και γαλάζιας πατρίδας» του Ερντογάν.
Το δόγμα των δυόμιση πολέμων της Τουρκιάς επιτρέπει την ταυτόχρονη και ενιαία δραστηριοποίηση της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, στην Αν. Μεσόγειο και Κύπρο ως το Αιγαίο, την Θράκη και τα Βαλκάνια.
Διακηρυγμένος στόχος της Τουρκίας είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμιά διευθέτηση των ενεργειακών πόρων της Αν. Μεσογείου και του Αιγαίου χωρίς την έγκρισή της και άρα την συμμετοχή της ίδιας στο μερίδιο – και βέβαια με πρόθεση από μεριάς της να επιβάλλει αυτόν τον στόχο και με την δύναμη των όπλων. Ο στόχος αυτός δεν εδράζεται σε καμιά διεθνή συνθήκη ή δίκαιο. Είναι στόχος που δημιουργεί τετελεσμένα με την απειλή χρήσης βίας και με την εκμετάλλευση της οικονομικής δύναμης και της γεωπολιτικής θέσης της γείτονος χώρας.
Στα πλαίσια αυτή της πολιτικής δεν διστάζει όχι μόνο να ασκεί καθημερινή πειρατεία στη θάλασσα και τον αέρα του Αιγαίου αλλά και να απειλεί ανοικτά με πόλεμο την Ελλάδα και την Κύπρο αμφισβητώντας την εδαφική τους ακεραιότητα.
Η επιθετική-επεκτατική πολιτική της Άγκυρας επεκτείνεται με την δημιουργία ενός μουσουλμανικού τόξου στα Βαλκάνια. Η επιθετικότητα της Αλβανίας έναντι της Ελλάδας, το σχέδιο της Μεγάλης Αλβανίας, η καλλιέργεια εθνικιστικών βλέψεων από την ΠΓΔΜ υποδαυλίζεται και στηρίζεται από την Άγκυρα περικυκλώνοντας την χώρα μας με πολλαπλούς κινδύνους και δημιουργώντας κλίμα αστάθειας σε ολόκληρη την Βαλκανική Χερσόνησο – συμπληρωματικό με τις αντιρωσικές επιδιώξεις της νατοϊκής συμμαχίας.
Έναντι αυτών των σχεδίων η ελληνική πλευρά δεν έχει να αντιτάξει καμιά γραμμή άμυνας. Την διπλωματική αφασία και αδράνεια έναντι των απειλών πολέμου από την Τουρκία έρχονται να διαταράξουν οι μεμονωμένοι και ασύντακτοι λεονταρισμοί του υπουργού άμυνας Π. Καμμένου και μερικές φορές και της ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας. Χωρίς καμιά κυβερνητικοί απόφαση, χωρίς σύγκλιση αρμόδιων οργάνων, χωρίς ουσιαστική διπλωματική δραστηριότητα και αξιοποίηση της συμμετοχής της χώρας σε διεθνείς οργανισμούς (Ε.Ε., ΟΗΕ, ΝΑΤΟ) οι δηλώσεις αυτές χάνουν κάθε νόημα και ακολουθούνται από σιωπές και ουσιαστικές παραχωρήσεις έναντι της Τουρκίας.
Μοναδική προβαλλόμενη ψευδαίσθηση είναι η υπαγωγή της χώρας στις στρατιωτικές βλέψεις του αμερικάνικου παράγοντα και η εκχώρηση της εκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου σε αμερικάνικες πολυεθνικές έναντι προστασίας. Οι πρόσφατες εξελίξεις στη Συρία διαψεύδουν κάθε εφησυχασμό. ΗΠΑ και ΝΑΤΟ θεωρούν την Τουρκία χώρα πρώτης γραμμής και τεράστιας γεωπολιτικής αξίας. Η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως προβλεπόμενος και δεδομένος παρίας-κολαούζος εν μέσω μιας μεγάλης κλίμακας διένεξη. Από εκεί απορρέει και η μοίρα που της επιφυλάσσεται…