Δεν υπήρχαν επίσημοι στην κηδεία του Γιάννη Βασιλόπουλου, ούτε δεξιοί ούτε αριστεροί. Πέθανε ένας τσιγγάνος. Για να βρεθεί ένα μικρό κομμάτι γης στο νεκροταφείο των Αγίων Αναργύρων, έπρεπε να τηλεφωνήσω στον Δήμαρχο. 250 χιλιάδες παιδιά εξαφανισμένα στην Ευρώπη, μόνο 500 «χάθηκαν» από ένα ίδρυμα περίθαλψής τους στην Ελλάδα, κι έπεσε όλη η σαβούρα της κοινωνίας να θάψει –για πολλοστή φορά- ζωντανούς τους τσιγγάνους, για ένα παιδάκι που κανένας δεν το είχε χάσει. Εφόδους η αστυνομία στους καταυλισμούς, πρωτοσέλιδα στις φυλλάδες, χυδαία ρατσιστικά σχόλια στο διαδίκτυο, άρθρα στην Ευρώπη για τον «ξανθό άγγελο», την ώρα που από τη Γαλλία ως την Ουγγαρία και τη Ρουμανία το πογκρόμ εναντίον των τσιγγάνων καλά κρατεί.
Ο θάνατος και η κηδεία του Βασιλόπουλου, ενός από τους σπουδαιότερους μουσικούς όλων των εποχών, ήταν μια μελαγχολική ευκαιρία για να αναλογιστούμε την προσφορά των τσιγγάνων στον πολιτισμό:

Γιάννη,
τώρα, πριν από λίγο, η Γλυκερία μου λέει: τι ωραία που ψάλλει αυτή η χορωδία τα βυζαντινά, και θυμήθηκα εσένα να παίζεις με το κλαρίνο τους ύμνους τους βυζαντινούς, εξίσου ωραία και καλύτερα, με το μεγάλο σου ταλέντο και τη βαθιά σου πίστη, και ένιωσα ξανά ότι εσύ είσαι αυτό που αγαπούμε απ’ την Ελλάδα. Μέσα στον ήχο του κλαρίνου σου υπάρχουνε όλα, τα ωραία δάση της Ελλάδας, τα πουλιά, τα ποτάμια, οι θάλασσες, τα νησιά, το σιτάρι, το αμπέλι, το κρασί, οι εκκλησίες, όλα μέσα σ’ αυτό που έβγαζες εσύ με το φύσημά σου και με τα δάχτυλά σου! Όλα αυτά, ό,τι ωραίο από την Ελλάδα, γιατί άφηνες απ’ έξω όλες τις βρομιές που μας πληγώνουν, τα καθάριζες όλα κι έβγαζες μια Ελλάδα έτσι όπως την αγαπούμε κι έτσι όπως θέλουμε να είναι. Εσύ είσαι η Ελλάδα! Εσύ, Γιάννη, όπως και άλλοι, σπουδαίοι μουσικοί, όχι μόνο οι Βασιλοπουλαίοι, αλλά και οι Σουκαίοι, και οι Λαβιδαίοι, και οι Σαλέηδες, και τόσες άλλες οικογένειες που κρατήσανε μέσα στα χρόνια, μέσα στους αιώνες, τη δημοτική παράδοση.
Αν δεν υπήρχαν οι τσιγγάνοι, δεν θα είχαμε συνέχεια στο δημοτικό τραγούδι μέχρι τις μέρες μας. Αυτοί το μεταφέρανε από χωριό σε χωριό, από βουνό σε βουνό κι από κάμπο σε κάμπο. Αυτή η μεγάλη ψυχή των τσιγγάνων, η τόσο καλλιτεχνική, η τόσο ευαίσθητη, που δεν μπορεί η κοινωνία να την αναγνωρίσει, γιατί σκέφτεται μικρά, σκέφτεται στενά. Αλλά ό,τι ωραίο κρατήθηκε σ’ αυτό τον τόπο, κρατήθηκε από ανθρώπους σαν κι εσάς που δεν τους τίμησε η κοινωνία όσο θα έπρεπε. Για την τελετή του αποχαιρετισμού σου, ειδοποιήσαμε όλα τα τηλεοπτικά κανάλια, αλλά δεν ήρθανε, έχουν άλλες πιο σοβαρές δουλειές να κάνουν, ασχολούνται μ’ αυτούς που κλέψανε την Ελλάδα και την καταστρέψανε. Εσύ ήσουνα ένας άνθρωπος αγνός, με ένα υπέροχο χαμόγελο, αρχοντικός, και σου πάει τόσο πολύ αυτό το λευκό κοστούμι με την κόκκινη γραβάτα και το κόκκινο μαντήλι στο πέτο. Σαν και τότε, στο Λυκαβηττό, όταν σε ανεβάσαμε, μαζί με τον Μανώλη τον Αγγελόπουλο κι έπαιξες υπέροχα. Όπως έπαιξες υπέροχα και με τον Καζαντζίδη, με τη Γιώτα Λύδια, με την Ελένη Βιτάλη, και με τον Βασίλη Τσιτσάνη, και με τον Γιώργο Ζαμπέτα, και με τον Σταύρο Ξαρχάκο, γιατί ο ήχος σου είναι πίσω από χιλιάδες τραγούδια που ακούν οι άνθρωποι χωρίς να ξέρουν ότι παίζεις εσύ κλαρίνο και φτιάχνεις τον ήχο. Κι εσύ έπαιξες μαζί με τους δημοτικούς, σήκωσες αυτό το μεγάλο βάρος στην πλάτη σου παίζοντας στα πανηγύρια, ώρες, μέρες ολόκληρες, με τον Τάκη Καρναβά, με τον Γιώργο Κόρο, με τον Γιάννη Κωνσταντίνου, με τη Φιλιώ Πυργάκη, με τη Σοφία Κολλητήρη, με την Τασία Βέρρα, με τον Γιώργο Παπασιδέρη, και με όλους αυτούς τους υπέροχους τραγουδιστές και μουσικούς.
Δεν θεώρησες ποτέ κάτι λίγο, αγαπούσες πάρα πολύ τους γάμους, ακόμα και λίγες μέρες πριν μας αφήσεις και φύγεις, μας έλεγες ότι οι γάμοι είναι το μεγάλο σχολείο για ένα μουσικό του δημοτικού τραγουδιού, για να γίνει, να ζυμωθεί, να γίνει σπουδαίος. Σ’ ακούσαμε και στα πανηγύρια που ακολουθούσες τα βήματα των καλύτερων χορευτών σε όλα τα χωριά, στην Ποδολοβίτσα και το Ξηρόμερο, προτού και τα πανηγύρια εκφυλιστούν. Εσύ δεν έβαλες ποτέ νερό στο κρασί σου, δεν υποχώρησες, ήσουνα, από την αρχή μέχρι το τέλος, ο τέλειος μουσικός, ο τέλειος Γιάννης Βασιλόπουλος! Και είναι σημαδιακό, Γιάννη Βασιλόπουλε, ότι έφυγες χτες, 4 Φεβρουαρίου, τη μέρα που έφυγε κι άλλος ένας πολύ μεγάλος, σπουδαίος άνθρωπος της ελληνικής ιστορίας, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, που αυτόν -εσύ είχες καλύτερη τύχη, τον έριξαν και φυλακή.
Καλό ταξίδι, Γιάννη, θα σε σκεφτόμαστε πάντα, με το νου και την καρδιά μας!

(Απομαγνητοφώνηση του επικήδειου λόγου που εκφωνήθηκε
από τον Στέλιο Ελληνιάδη, στις 5 Φεβρουαρίου 2011,
στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, στο Ίλιον)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!