(ή υποταγή στο ευρωπαϊκό κέντρο). Του Κώστα Παπουλή (Γέρου).
Σήμερα, που η ιστορία τρέχει με εκπληκτική ταχύτητα και η Ελλάδα λατινοαμερικανοποιείται, που «οι άρχουσες τάξεις που κρατούν τα ηνία, εξαγγέλλουν την κόλαση για όλους», δεν πρέπει να ξεχνάμε «ότι η ήττα μας, υπήρξε πάντοτε ο απαράβατος όρος της ξένης νίκης».(1) Ένα χρόνο μετά το Μνημόνιο, η κατοχή των πιστωτών βαθαίνει επικίνδυνα. Αντίθετα, το μαζικό κίνημα βρίσκεται πολύ πιο πίσω από την περσινή 5η του Μάη. Κυριαρχεί η απογοήτευση, η αποσυσπείρωση, η εγκατάλειψη των συνδικάτων (κοντά 1/3 λιγότεροι, ψήφισαν στις εκλογές της ΟΛΜΕ), ενισχύεται ο κοινωνικός αυτοματισμός, η ακροδεξιά κουλτούρα κ.ά. Ενώ η τρόικα απαιτεί να τα πάρει όλα, να κατασχέσει όχι μόνο τη ζωή του ελληνικού λαού, αλλά και το σύνολο της δημόσιας περιουσίας, ενώ οποιαδήποτε έννοια δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας έχει καταλυθεί, φαίνεται ο χρόνος να μετράει αντίστροφα για την Αριστερά, λες και η κλεψύδρα της πολιτικής της ευκαιρίας να τελειώνει. Συγχρόνως, το τοπίο ξεκαθαρίζει, οι απαιτήσεις της οικονομικής και πολιτικής ελίτ που κυβερνάει την ήπειρο, είναι τέτοιας έκτασης απέναντι στην Ελλάδα και το λαό της, που η σύγκρουση με το ευρωπαϊκό κέντρο είναι μονόδρομος.
Το ερώτημα είναι: τι έκανε και τι κάνει η Αριστερά για να προετοιμάσει τον κόσμο για μια τέτοια αναμέτρηση; Αν εξαιρέσουμε «αιρετικές» φωνές, η επίσημη Αριστερά δεν κατάλαβε ούτε τι έρχεται, ούτε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της ελληνικής περίπτωσης, ούτε μπορεί να καταθέσει, μια πειστική εναλλακτική λύση.
Στο Κοινοβούλιο, ενώ η χώρα οδηγούνταν στις αγκαλιές του ΔΝΤ και την ελεγχόμενη χρεοκοπία, η Αριστερά μιλούσε για «κόλπο», δηλαδή, πως τα κράτη δεν χρεοκοπούν, δείχνοντας ότι βρίσκεται εκτός πραγματικότητας. Ο ΣΥΝ, μάλιστα, αρνιόταν ακόμη και ένα δημοψήφισμα ενάντια στο Σύμφωνο Σταθερότητας, ως αντιευρωπαϊκή στάση. Στο πεδίο της ανάλυσης φαίνεται ότι τις λείπουν όχι μόνο τα ιδεολογικά και πολιτικά εργαλεία, αλλά και η επιστημονική τεκμηρίωση και τα θεωρητικά σχήματα (2), για να ερμηνεύσει το σύστημα του ευρώ. Έτσι, ουσιαστικά σε επίπεδο «πολιτικής οικονομίας» ή «οικονομικής επιστήμης», τάσσεται με την πλευρά της νεοκλασικής θεωρίας της γενικής ισορροπίας, των πλεονεκτημάτων του ελεύθερου εμπορίου κ.ά. Τώρα, γιατί στην Ευρωζώνη κατέρρευσαν και χρεοκόπησαν οι περιφερειακές οικονομίες θα μας το πουν… τ’ άστρα.
Σε ιδεολογικό επίπεδο βρίσκεται ανάμεσα στον ευρωκομουνισμό (ΣΥΝ) και στον μπρεζνιεφισμό (ΚΚΕ) και γι αυτό οι λύσεις που προτείνονται παραπέμπουν ή στον προηγούμενο αιώνα ή στη… Δευτέρα Παρουσία. Συνάμα, το παλιό ευρωκομμουνιστικό τμήμα της παρουσιάζει την πιθανότητα εξόδου από την Ευρωζώνη, ως προκατακλυσμιαία καταστροφή, ακυρώνοντας πολιτικά την προσπάθεια ρήξης του λαϊκού παράγοντα με τους ντόπιους και ξένους πιστωτές, δημιουργώντας φόβο, ενισχύοντας -έστω και ακουσίως- την αίσθηση του αδιεξόδου και την ιδέα του αναγκαστικού μονόδρομου. Η απουσία πολιτικού ενστίκτου, το βόλεμα στο υπάρχον, η μη ανάληψη ρίσκων, η αποφυγή της σύγκρουσης, η αναπαραγωγή των μηχανισμών, έχει κυριαρχήσει. Ακόμη και στο ζήτημα του χρέους, που είναι η κεντρική θηλιά της ελληνικής κοινωνίας, οι κυρίαρχες ηγετικές ομάδες της Αριστεράς αρνούνται να διατυπώσουν μια θέση πέρα απ’ ό,τι το πρόβλημα «θα το λύσει η λαϊκή εξουσία» ή ότι «πρέπει να λυθεί σε κάποιο ευρωπαϊκό επίπεδο».
Φοβούνται ακόμη και τη θέση περί αθέτησης πληρωμών έναντι των πιστωτών της χώρας, που προκύπτει εκ των πραγμάτων. Γιατί, τι άλλο μπορεί να κάνει μια χώρα που βρίσκεται στο δίλημμα: ή δέχεται επαχθείς όρους, για να δανείζεται (για να πληρώσει τους δανειστές της) ή συγκρούεται μαζί τους. Αλλά ο κοινός νους έχει χαθεί προ πολλού (μαζί με αυτό που θα λέγαμε φαντασία), το να δει κανείς την πιθανή ασυνέχεια, το ότι το ευρώ -ευτυχώς- δεν είναι το τέλος της ευρωπαϊκής ιστορίας. Είναι, φυσικά, μεγάλη τύχη που δεν έχει εμφανιστεί στην Ελλάδα ακόμη ένα «δεξιό» μόρφωμα που να υιοθετεί αντιπαγκοσμιοποιητικά, αντινεοφιλελεύθερα και αντι-Ε.Ε. χαρακτηριστικά, ώστε να καλύψει το πολιτικό κενό και έτσι το κεφάλαιο «αριστερή λύση» να κλείσει για δεκαετίες. Σήμερα η ελληνική κοινωνία χρειάζεται την εμφάνιση, σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο, εναλλακτικών λύσεων απέναντι στον εφιάλτη του ΔΝΤ και της Ε.Ε. Όσο τέτοιες συνολικές απαντήσεις δεν κατατίθενται συγκροτημένα, τόσο η ελπίδα θα είναι μόνο το αυθόρμητο και το λαϊκό ένστικτο. Είμαστε υποχρεωμένοι να συγκροτήσουμε ένα πλατύ και μεταβατικό, πολιτικό και οικονομικό πρόγραμμα που θα οδηγεί στην έξοδο από την κρίση την ελληνική κοινωνία. Ένα τέτοιο πρόγραμμα αναγκαστικά προκύπτει μέσα από τη σύγκρουση με τους ξένους και ντόπιους πιστωτές, αλλά κυρίως με το ευρωπαϊκό κέντρο. Πρόκειται, δηλαδή, για το δίδυμο αθέτηση πληρωμών-«αποχαιρετισμός στο ευρώ», πιθανόν ακόμη και στην Ε.Ε.
Αυτή τη στιγμή ένα πλήθος δυνάμεων αντιλαμβάνονται την τροχιά σύγκρουσης, με το κοινό νόμισμα, που βρίσκεται η πατρίδα μας και συνειδητοποιούν την ανάγκη εξόδου από την Ευρωζώνη, με αριστερά χαρακτηριστικά. Αυτές οι δυνάμεις που βρίσκονται σε διαφορετικά πολιτικά μορφώματα της Αριστεράς, αλλά και του ελευθεριακού και σοσιαλιστικού χώρου, πρέπει να συναντηθούν άμεσα. Επιβάλλεται να συγκροτήσουν ένα ισχυρό πολιτικό μέτωπο, μέσα σε ένα παλλαϊκό κοινωνικό μέτωπο του «δεν πληρώνω το χρέος». Είναι απαραίτητο να ηγεμονεύσουν και να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας, που θα γεννήσει την ελπίδα και θα βγάλει την Ελλάδα από την κρίση, με ενισχυμένες τις δυνάμεις της εργασίας και τη δημοκρατία. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο αγώνας ενάντια στην Ε.Ε. είναι πάνω από όλα αγώνας για τη δημοκρατία. Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα του ραγίσματος του αδύναμου κρίκου της αλυσίδας, στις υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Πρόθεσή μας είναι η Ελλάδα να γίνει η πύλη ενός άλλου κόσμου για όλη την Ευρώπη.
Παραπομπές
(1) Ε. Γκαλεάνο, Οι ανοιχτές φλέβες της Λ.
Αμερικής.
(2) Αναφέρομαι: α) Στον Myrdal, στη «διαδικασία της κυκλικής και σωρευτικής αιτιότητας» και στην ερμηνεία των εθνικών και διεθνών ανισοτήτων, που είναι αρκετά κατάλληλη για την εξήγηση του διευρυνόμενου χάσματος του κέντρου με την περιφέρεια, στη ζώνη του ευρώ. (Βλ: Τhirwall, Μεγέθυνση και Ανάπτυξη, εκδ. Παπαζήση, σελ: 323-350). β) Σε ορθόδοξα οικονομικά και συγκεκριμένα στις άριστες νομισματικές περιοχές. (Βλ: Krugman-Obstfeld, Διεθνής Οικονομική, εκδ. Κριτική, σελ: 422-464). γ) Στη διαπίστωση, ότι στο εσωτερικό της ζώνης του ευρώ ο διεθνής ανταγωνισμός διεξάγεται με όρους απολύτων πλεονεκτημάτων, όπως και σε μία χώρα, αντί για όρους συγκριτικών πλεονεκτημάτων, όπως στην παγκόσμια οικονομία, με καταστροφικές συνέπειες, για τις λιγότερο αναπτυγμένες οικονομίες (βλ Ελλάδα, Ε.Ε. και οικονομική, κρίση, Θ. Μαριόλης, υπό έκδοση, εκδ.Matura). Εδώ, σε μια σειρά δοκιμίων, παρουσιάζονται σχετικά θέματα, όπως και τμήμα της ανάλογης συζήτησης του Study Groups on Strafian Economics, του Πάντειου πανεπιστήμιου. δ) Την συνεισφορά του Τ. Φωτόπουλου, (ιδιαίτερα βλ: Η Ελλάδα ως προτεκτοράτο της υπερεθνικής ελίτ, εκδ. Γόρδιος. ε) Την γνωστή δουλειά του Κ.Λαπαβίτσα και του RMF, που φωτογραφίζει την κρίση της Ευρωζώνης. στ) Μια σειρά ακόμη αξιόλογων αναλύσεων και δοκιμίων, που για λόγους χώρου, δεν μπορώ να αναφέρω.