Όταν το πολιτικό κόστος της οικοδόμησης οικισμών γίνεται μικρότερο από το κόστος του «παγώματος». Του Νάσαρ Ιμπραήμ.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου έθεσε ως όρο για την αποδοχή της προτεινόμενης, από την Ουάσιγκτον, επέκτασης της περιόδου παγώματος του εποικισμού για δύο ακόμα μήνες, την υποστήριξη από τον πρόεδρο Ομπάμα της «επιστολής εγγυήσεων» που δόθηκε από τον Τζορτζ Γ. Μπους στον πρώην Ισραηλινό πρωθυπουργό Αριέλ Σαρόν, το 2004. Το πάγωμα που συζητά ο Νετανιάχου αυτές τις μέρες είναι μόνο για δύο μήνες και είναι μόνο θεωρητικό δηλαδή χωρίς κανένα μηχανισμό για τη διασφάλιση της πραγματικής του εφαρμογής.
Ο όρος του Ισραήλ για την αποδοχή του «παγώματος» είναι η επαναδέσμευση του Ομπάμα στην «επιστολή εγγυήσεων» προς τον Σαρόν, το 2004.
Όμως, τι είναι αυτές οι εγγυήσεις;
Ο Σαρόν, ένα χρόνο πριν από την πραγματοποίηση της «απαγκίστρωσης» από τη Γάζα, το 2005, έλαβε γραπτή υπόσχεση από τον Μπους που δήλωνε ότι οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τη θέση του Ισραήλ ότι οι δημογραφικές αλλαγές που έχουν συμβεί στα παλαιστινιακά εδάφη που καταλήφθηκαν το 1967 «θα ληφθούν υπ’ όψιν για τον καθορισμό των συνόρων μεταξύ του Ισραήλ και του παλαιστινιακού κράτους». Το Ισραήλ αντιλαμβάνεται αυτή την υπόσχεση ως υποστήριξη της απαίτησής του για προσάρτ ηση μεγάλων μπλοκ οικισμών στη Δυτική Όχθη, όπως της Κοιλάδας του Ιορδάνη, το Gush Etzion, Ariel-Kedumim, Maale Adumim, Kiryat Arba και Beit El, με συνολικά περίπου 500.000 εποίκους.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Al Hayat της 8 Οκτωβρίου 2010, η επιστολή εγγυήσεων αναφέρει επίσης ότι οι ΗΠΑ αρνούνται το δικαίωμα επιστροφής των Παλαιστίνιων προσφύγων στο Ισραήλ (δηλαδή όσων προέρχονται από τα εδάφη του 1948) και ότι η επιστροφή τους θα είναι δυνατή μόνο μέσα στα σύνορα του παλαιστινιακού κράτους (1967). Η εφημερίδα, επίσης, αναφέρει ότι το μήνυμα του Μπους περιλάμβανε τη φράση ότι θα υπάρχει «παλαιστινιακή δέσμευση για τη λήξη της ένοπλης δραστηριότητας και κάθε βίας ενάντια σε Ισραηλινούς οπουδήποτε, καθώς και δέσμευση από τους επίσημους παλαιστινιακούς θεσμούς για διακοπή των προκλήσεων ενάντια στο Ισραήλ».
Αυτό είναι το τεράστιο πολιτικό τίμημα που το Ισραήλ απαιτεί για το δίμηνο πάγωμα του εποικισμού (των παλαιστινιακών εδαφών), ένα πάγωμα που θα επηρεάσει βαθιά την ουσία των παλαιστινιακών εθνικών δικαιωμάτων και επομένως τις βάσεις μιας τελικής συμφωνίας και που επίσης συνδέεται με τη διακήρυξη, εκ μέρους του Ισραήλ, ότι θα παύσει την παραβίαση του διεθνούς δικαίου ως δύναμη κατοχής. Αν το Ισραήλ απαιτήσει τέτοιο τίμημα για ένα δίμηνο «πάγωμα», τότε ποιο θα είναι το τίμημα που θα απαιτήσει αναφορικά με τα παλαιστινιακά εθνικά δικαιώματα, όταν ξεκινήσουν οι τελικές διαπραγματεύσεις;
Δεν έχουμε ακόμα φτάσει σε αυτό το σημείο. Το θέμα δεν είναι ακόμα στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων, αναγκάζοντας επομένως την παλαιστινιακή πλευρά να κάνει μαραθώνιο για την προώθηση ενός πιθανού παγώματος των εποικισμών. Το δίμηνο πάγωμα θα τελειώσει σύντομα και δεν υπάρχει τίποτα στον ορίζοντα που να υπόσχεται το ξεκίνημα ειλικρινών συζητήσεων για τα πολιτικά ζητήματα της διαμάχης. Οι Παλαιστίνιοι και οι Άραβες θα αναγκαστούν να επανέλθουν σε περισσότερες εκκλήσεις για πάγωμα του εποικισμού και οι συζητήσεις θα περιστρέφονται γύρω από τη διάρκεια του νέου παγώματος για μια περίοδο είκοσι ημερών, μιας εβδομάδας, πιθανά μερικών ωρών. Αλλά ποιο είναι το τίμημα που οι Παλαιστίνιοι θα πρέπει να πληρώσουν για αυτές τις ώρες και ποιες θα είναι οι εγγυήσεις που θα ζητήσει ο Νετανιάχου, προκειμένου να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις;
Αν αυτές είναι οι απαιτήσεις του Ισραήλ, απλά για να διακηρύξει το πάγωμα των παράνομων οικισμών για μια περίοδο δύο μηνών, τότε ένας υπολογισμός που βασίζεται σε μια ξεκάθαρη επιχειρηματική προσέγγιση (που απέχει πολύ από παλαιστινιακά εθνικά δικαιώματα) δείχνει ότι η συνέχιση της επέκτασης των οικισμών θα στοιχίσει λιγότερο από το πολιτικό κόστος που πληρώνουν οι Παλαιστίνιοι για τη συνέχιση του παιχνιδιού των απευθείας διαπραγματεύσεων που παίζουν ανάδοχοι της ειρηνευτικής διαδικασίας.
Το δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι Παλαιστίνιοι (με την πολιτική κάλυψη των αραβικών μετριοπαθών χωρών) είναι ότι επανήλθαν στις διαπραγματεύσεις με λάθος εξίσωση, όταν συμφώνησαν να επιστρέψουν στις απευθείας διαπραγματεύσεις χωρίς καθαρές βάσεις.
Οι διαπραγματεύσεις πρέπει να ξεκινήσουν καθαρά και βασιζόμενες σε καθαρές αρχές: διεθνή ψηφίσματα και άρνηση να αναγνωρίσουν τη νομιμότητα κάθε ενέργειας που διενεργείται από την ισραηλινή κατοχή στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη (που συμπεριλαμβάνουν τα μη διαπραγματεύσιμα ζητήματα του εποικισμού, του τείχους, της εξορίας και εκτόπισης, της μεταφοράς και μετακίνησης του πληθυσμού, της κλοπής των φυσικών πόρων, της εβραιοποίησης της Ιερουσαλήμ, της αποστέρησης του δικαιώματος διαμονής για τους καταγόμενους από την Ιερουσαλήμ, τις δημογραφικές αλλαγές και αλλαγές συνόρων, τους κρατούμενους και χιλιάδες άλλες αποφάσεις και εντολές του στρατού όλες τις δεκαετίες της κατοχής, που στόχο είχαν να αλλάξουν τα πραγματικά δεδομένα). Όλα αυτά τα στοιχεία μας απαγορεύουν, ως Παλαιστίνιους και Άραβες, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, να επιβραβεύσουμε την κατοχή. Ο κατακτητής είναι αυτός που θα πρέπει να πληρώσει χρηματικά, νομικά και ηθικά για εγκλήματα που διαπράχθηκαν ενάντια στον παλαιστινιακό λαό, στις δεκαετίες της κατοχής.
Με αυτή την αντίληψη πρέπει να εισέλθουμε στην εμπειρία των διαπραγματεύσεων. Με αυτό εννοούμε το τέλος της ισραηλινής κατοχής, με όλα τα σωρευτικά αποτελέσματά της, για τη διασφάλιση των παλαιστινιακών εθνικών δικαιωμάτων σύμφωνα με τα σχετικά διεθνή ψηφίσματα και σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο (το δικαίωμα της επιστροφής και αυτοδιάθεσης, ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος με πλήρη κυριαρχία του παλαιστινιακού λαού και τα Ιεροσόλυμα ως πρωτεύουσα).
Με αυτή την έννοια, είναι δικαίωμα των Παλαιστίνιων στους διαπραγματευτικούς τους ελιγμούς να αντιστέκονται στην κατοχή και να χρησιμοποιούν όλες τις μορφές αντίστασης που διασφαλίζονται από τη διεθνή νομιμότητα.
* O Νάσαρ Ιμπραήμ είναι στο Εναλλακτικό Κέντρο Πληροφόρησης – aic. Το άρθρο γράφτηκε ειδικά για το Δρόμο.