«Η φύλακας του αρχείου» του Αντώνη Γιανακού που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες από τις εκδόσεις Κέδρος, είναι ένα μυθιστόρημα που «ξύνει πληγές». Δύο γυναίκες είναι οι βασικές ηρωίδες. Η μία είναι μια σύγχρονη ιστορικός που ερευνά την ιστορία του Εμφυλίου και η άλλη μια αγωνίστρια της Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού η «φύλακας του αρχείου». Οι τροχιές τους θα συναντηθούν στα Σκόπια όπου μένει η δεύτερη με αναπάντεχες εξελίξεις.
Πέρα από ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, το βιβλίο θίγει κρίσιμα ζητήματα με επίκεντρο το περίφημο αρχείο που θα ταξιδέψει από τον Γράμμο στη Ρουμανία και από εκεί στα Σκόπια για να καταλήξει μετά από πολλές περιπέτειες στα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας.
Ο συγγραφέας ζωντανεύει το κλίμα και τις μορφές των ανθρώπων που έδωσαν τη ζωή τους για τον Αγώνα, εισπράττοντας συχνά πίκρες και απογοητεύσεις. Ειδικά οι σελίδες που περιγράφουν τις μάχες και τη ζωή στο βουνό παίρνουν τον χαρακτήρα ντοκουμέντου. Πολύ σημαντικές και ενδιαφέρουσες οι αναφορές σε διαστάσεις του «μακεδονικού» ζητήματος όπως λειτούργησε στη διάρκεια του Εμφυλίου αλλά και οι επιπτώσεις που υπήρξαν στη συνέχεια.
Βεβαίως παρουσιάζονται και όψεις της ζωής των πολιτικών προσφύγων, ενώ και το πορτρέτο της ιστορικού που αποφασίζει να ασχοληθεί με αυτά τα ζητήματα, έχει τη δική του –ξεχωριστή– σημασία. Μια από τις καλύτερες μυθιστορηματικές προσεγγίσεις μιας ακανθώδους πτυχής της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας.
Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο
Τι ήταν αυτό που σας έκανε να διαλέξετε το συγκεκριμένο θέμα για το μυθιστόρημα;
Ήθελα να μιλήσω για τις προσωπικές ιστορίες σε σχέση με τη μεγάλη Ιστορία. Να μιλήσω για τις αντάρτισσες, καθώς και ιδίως για το τι έγινε στη Δυτική Μακεδονία στον Εμφύλιο. Επέλεξα να ξεκινήσω από την τελευταία τραγική περίοδο, το φθινόπωρο του 1948, και όχι από τις ηρωικές εποχές της εθνικής αντίστασης και να φωτίσω κάποιες πλευρές της ιστορίας των ανθρώπων που βρέθηκαν στη Βόρεια Μακεδονία. Γιατί στην Ελλάδα έχουμε μιλήσει για την Τασκένδη, για το χωριό Μπελογιάννης στην Ουγγαρία, αλλά για αυτούς τους ανθρώπους δεν λέμε τίποτα. Σαν να μην υπήρξαν. Και όμως περίπου 20.000 άνθρωποι το 1949 πέρασαν και έζησαν στη Γιουγκοσλαβία και ιδίως στην περιοχή που σήμερα είναι η Βόρεια Μακεδονία. Το μυθιστόρημα ξεκινάει ουσιαστικά το 1948 και φτάνει μέχρι το 2014, δηλαδή μέχρι πριν τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Τι είναι αυτό που κάνει τόσους συγγραφείς και ιστορικούς να επιστρέφουν στην περίοδο του Εμφυλίου;
Θεωρώ ότι ο εμφύλιος και οι συνέπειές του παρέχει πολύ υλικό για τη συγγραφή μυθιστορημάτων. Σε κάθε εθνική λογοτεχνία τα γεγονότα που σημάδεψαν τη συλλογική μνήμη αλλά και τις ζωές των ανθρώπων, είναι προνομιακό αντικείμενο της λογοτεχνίας. Έτσι διαβάζουμε στις ξένες λογοτεχνίες πολλά μυθιστορήματα από τη Λατινική Αμερική για τις περιόδους των πραξικοπημάτων, ισπανικά ή καταλανικά για τον Ισπανικό Εμφύλιο, ιρλανδικά για τον ΙΡΑ, γαλλικά για τον πόλεμο της Αλγερίας. Θεωρώ ότι η μήτρα γέννησης της σύγχρονης Ελλάδας είναι ο εμφύλιος πόλεμος. Για τον λόγο αυτό άλλωστε υπάρχουν τόσες παθογένειες στην Ελλάδα και οι διαχωρισμοί της περιόδου ακόμα διατρέχουν ανθρώπους, όσο και αν αυτό φαίνεται περίεργο. Είναι λογικό λοιπόν και οι ιστορικοί να επιστρέφουν στην περίοδο και οι συγγραφείς να βρίσκουν ιστορίες να διηγηθούν. Γιατί δεν είναι μόνο τα γεγονότα αυτά καθαυτά είναι όλες οι κλωστές που τραβιούνται από εκείνη την εποχή και διατρέχουν τη ζωή ανθρώπων μέχρι το σήμερα.
Προσπαθώ στο μυθιστόρημα να είμαι ακριβής ως προς τα ιστορικά γεγονότα. Οι πρωταγωνιστές είναι μυθοπλαστικά πρόσωπα αλλά παρελαύνουν ιστορικά πρόσωπα
Πού τελειώνει η μυθοπλασία και αρχίζει η Ιστορία;
Προσπαθώ στο μυθιστόρημα να είμαι ακριβής ως προς τα ιστορικά γεγονότα. Οι πρωταγωνιστές είναι μυθοπλαστικά πρόσωπα αλλά παρελαύνουν ιστορικά πρόσωπα, όπως ο ταξίαρχος Γεωργιάδης, Βλαντάς, Γούσιας κ.λπ. Υπάρχουν αυτά που έγιναν, αυτά που νομίζουμε ότι έγιναν και αυτά που θα μπορούσαν να είχαν γίνει. Η πρώτη κατηγορία είναι στην κατηγορία των ιστορικών, η τρίτη στην κατηγορία της μυθοπλασίας και η δεύτερη είναι ανάμεσα. Το μυθιστόρημα έχει ένα κομμάτι πραγματικών γεγονότων, έχει κάποια πρόσωπα που δρουν δίπλα στα ιστορικά πρόσωπα και έχει και μία ερωτική ιστορία, δύο νέων ιστορικών.
Θα πρέπει στο σημείο αυτό να θυμηθούμε ότι η ιστορία ως επιστήμη είναι γέννημα του 19ου αιώνα. Μέχρι τότε, από την εποχή των ομηρικών επών, δεν υπήρχε αυτός ο διαχωρισμός, αυτό που λέμε σήμερα λογοτεχνία διηγούνταν την ιστορία. Νομίζω ότι πλέον σήμερα οι αυστηρές διαχωριστικές γραμμές του 19ου αιώνα μεταξύ ιστορίας και λογοτεχνίας σβήνουν. Για παράδειγμα το «Εν ψυχρώ» του Τρούμαν Καπότε δεν έχει ούτε ένα μυθοπλαστικό στοιχείο, ενώ προσωπικά θεωρώ το «Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων», του Μαζάουερ ένα πολύ ωραίο λογοτέχνημα, πέρα από εξαιρετικό ιστορικό βιβλίο.
Είναι πραγματική η υπόθεση του ταξιδιού του Αρχείου από τον Γράμμο στο Βουκουρέστι κι από εκεί στα Σκόπια και στην Αθήνα;
Είναι πραγματική ιστορία. Το αρχείο που διασώθηκε με την υποχώρηση των ανταρτών τον Αύγουστο του 1949 μεταφέρθηκε στη Ρουμανία καθώς εκεί ήταν η έδρα του ΚΚΕ. Στεγαζόταν σε ένα κτίριο στην πόλη Σίμπιου και εμπλουτίστηκε στη συνέχεια με όλα τα κομματικά ντοκουμέντα. Κατά τη διάσπαση του 1968, τον Μάρτιο, περιήλθε στα χέρια της πλευράς που δημιούργησε αργότερα το ΚΚΕ εσωτερικού. Τον Οκτώβρη του 1968 μεταφέρθηκε στην πόλη των Σκοπίων, όπου και παρέμεινε για είκοσι χρόνια μέχρι το 1988, οπότε ήρθε στην Αθήνα. Απετέλεσε τη βάση δημιουργίας των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας. Κατά την άποψή μου η μεταφορά από τη Ρουμανία στη Γιουγκοσλαβία έγινε γιατί τον Αύγουστο του 1968 είχε γίνει η σοβιετική επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία και προφανώς υπήρχε φόβος για αντίστοιχη επέμβαση και στη Ρουμανία, η οποία είχε επίσης διαφοροποιηθεί από τη σοβιετική γραμμή. Οπότε έγινε η επιλογή της Γιουγκοσλαβίας ως χώρας που μπορούσε να φιλοξενήσει το αρχείο, καθώς ήταν μεν κομμουνιστική αλλά δεν ήταν στο σοβιετικό μπλοκ. Πραγματικός φύλακας του αρχείου ήταν ο «Αλέκος», αγωνιστικό ψευδώνυμο του Θόδωρου Παπαπαναγιώτου, ο οποίος ακολούθησε το αρχείο από τη Ρουμανία στα Σκόπια και μετά στην Αθήνα. Ο Αλέκος πέθανε το 1993 στην Θεσσαλονίκη.
Σε ποιες πηγές βασιστήκατε για το βιβλίο;
Μου αρέσει πολύ Ιστορία και πάντα διάβαζα Ιστορία. Έτσι τα βασικά διαβάσματα για την περίοδο τα είχα κάνει σε ανύποπτο χρόνο, όπως και μελέτες και το ζήτημα του μακεδονικού. Από εκεί και πέρα όταν είχα καταλήξει στο θέμα του μυθιστορήματος διάβασα στοχευμένα απομνημονεύματα από ανθρώπους που πολέμησαν στη συγκεκριμένη περιοχή, όπως ο Νίκος Κέντρος, ο Κωστόπουλος, γιατρών όπως ο Γιώργης Τζαμαλούκας και ο Νώντας Σακελαρίου, αλλά και μελέτες πάνω στην ιστορία του αρχείου και των πολιτικών προσφύγων.